Ιστορία
Ποιές ήταν οι “σουφραζέτες”;

Πριν ένα αιώνα, τον Φλεβάρη του 1918, 8,5 εκατομμύρια Βρετανίδες γράφονταν για πρώτη φορά στους εκλογικούς καταλόγους. Ήταν μόλις το 40% των γυναικών στη χώρα. Ο «Νόμος για την λαϊκή εκπροσώπηση» που υιοθέτησε εκείνο το μήνα το βρετανικό κοινοβούλιο έδινε το δικαίωμα της ψήφου σε γυναίκες πάνω από 30 ετών, εάν αυτές ή ο σύζυγός τους είχαν κάποια περιουσία. Έπρεπε να περάσουν άλλα δέκα χρόνια για να επεκταθεί το δικαίωμα ψήφου σε όλες τις γυναίκες άνω των 21, εξισώνοντάς τες οριστικά με τους άντρες. Ωστόσο, ο Νόμος του 1918 ήταν μια μεγάλη κατάκτηση του πρώτου κύματος χειραφέτησης των γυναικών, με κέντρο το κίνημα που έμεινε στην ιστορία ως «σουφραζέτες».

Κεντρική οργάνωση του κινήματος ήταν η Κοινωνική και Πολιτική Ένωση των Γυναικών (WSPU). Ιδρύθηκε το 1903 στο Μάντσεστερ και ηγετική της φυσιογνωμία ήταν η Έμελιν Πάνκχερστ. Απέναντί της τα επόμενα χρόνια θα έβρισκε σύσσωμο το βρετανικό κράτος. Ο ίδιος ο όρος «σουφραζέτες» («suffragettes»)-από την αγγλική λέξη suffrage που σημαίνει εκλογικό δικαίωμα- ήταν επινόηση της εφημερίδας Daily Mail το 1906 και είχε υποτιμητική χροιά. Μέχρι τότε οι οργανώσεις που πάλευαν για το δικαίωμα της ψήφου ήδη από τη δεκαετία του 1870 ονομάζονταν «suffragists». Με το νέο όρο, η εφημερίδα υπονοούσε κοροϊδευτικά, αναπαράγοντας όλα τα σεξιστικά κλισέ, τον «κοριτσίστικο», «επιπόλαιο», «συναισθηματικό» χαρακτήρα της WSPU και των γυναικών που συσπειρώνονταν στις γραμμές της. Οι τελευταίες αποδέχτηκαν με ενθουσιασμό τον χλευασμό, υιοθετώντας το όνομα.

Mαχητικότητα

Οι σουφραζέτες διακρίνονταν για τη μαχητικότητα και τις ριζοσπαστικές μεθόδους δράσης τους. Το σύνθημά τους ήταν «Πράξεις, όχι λόγια». Οι θεαματικές, βίαιες ενέργειές τους κέρδιζαν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων καθώς ήταν πρωτόγνωρες σε σχέση με τις παραδοσιακές μέχρι τότε μεθόδους των «suffragists» που περιορίζονταν κύρια στην άσκηση πίεσης στους πολιτικούς και το κοινοβούλιο.

Ο τρόπος πάλης τους τις έφερνε σε σύγκρουση με ολόκληρο το συντηρητικό κατεστημένο. Οι συγκεντρώσεις και οι συναντήσεις τους δέχονταν επιθέσεις. Τη βία εναντίον τους νομιμοποιούσε η άγρια κρατική καταστολή. Οι σεξουαλικές παρενοχλήσεις και επιθέσεις από τους μπάτσους στις διαδηλώσεις τους ήταν συχνές. Κοντά στις χίλιες σουφραζέτες βρέθηκαν μέχρι και την έναρξη του Α' ΠΠ το 1914 στη φυλακή για τις δράσεις τους. Μία από αυτές, η Μέρι Λέι, σκαρφάλωσε σε μια ταράτσα και πέταξε πέτρες στον πρωθυπουργό Χ. Χ. Άσκουιθ σε επίσκεψή του στο Μπέρμιγχαμ. Ήταν η πρώτη που, όταν ξεκίνησε απεργία πείνας, δέχτηκε αναγκαστική σίτιση. Ήταν μια πρακτική που γενικεύτηκε τα επόμενα χρόνια και για πάρα πολλές σουφραζέτες σήμανε ανεπανόρθωτα προβλήματα υγείας. Παρόλα αυτά, κάποιες την υπέμειναν, όπως και τις φυλακίσεις, εκατοντάδες φορές. Η ίδια η Πάνκχερστ είχε φυλακιστεί και αφεθεί ελεύθερη έντεκα φορές.

Το 1913, η Έμιλι Ντέιβισον έγινε η πρώτη «μάρτυρας» του κινήματος. Πέθανε κάτω από τις οπλές του αλόγου που έτρεχε για τον βασιλιά Γεώργιο Ε' σε κούρσα στις Ιπποδρομίες του Έπσομ στην προσπάθειά της να πετάξει πάνω του ένα πανό. Οι συντρόφισσές της που συνελήφθησαν και έκαναν απεργία πείνας δέχτηκαν επίσης αναγκαστική σίτιση. 

Ο αγώνας για την ψήφο συγκινούσε και κέρδιζε γυναίκες από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Αλλά η επίσημη ηγεσία της WSPU και του κινήματος ήταν σχεδόν αποκλειστικά από τη μεσαία και αστική τάξη. Οι ταξικές αντιθέσεις δεν άργησαν να οδηγήσουν σε διαφωνίες και διασπάσεις για τα αιτήματα, τις μορφές πάλης και τελικά τον πολιτικό προσανατολισμό του κινήματος. 

Οι πιο συντηρητικές φωνές μιλούσαν για ψήφο στις γυναίκες με τους ίδιους όρους με τους άντρες. Όμως, την περίοδο εκείνη, για να ψηφίσει ένας άντρας έπρεπε να έχει περιουσία ή να πληρώνει 10 λίρες σε νοίκι, να είναι απόφοιτος πανεπιστημίου και να ζει στο ίδιο μέρος για δώδεκα μήνες. Με άλλα λόγια, το 40% περίπου των αντρών, της εργατικής τάξης προφανώς, εξαιρούνταν επίσης από το δικαίωμα της ψήφου. Με αυτούς τους όρους, μόνο ένα 5% των γυναικών θα μπορούσε να κερδίσει τη ψήφο κι αυτό αποκλειστικά από τις ανώτερες τάξεις. Οι γυναίκες της εργατικής τάξης θα έμεναν εκτός.

Η αντιπαράθεση πάνω στο αίτημα συνδυαζόταν με τις διαφωνίες πάνω στις μεθόδους πάλης. Ο αγώνας για την ψήφο είχε ριζοσπαστικοποιήσει μεγάλα στρώματα από γυναίκες της μικροαστικής και αστικής τάξης που έφταναν στις πιο ακραίες ενέργειες, όμως για τις γυναίκες της εργατικής τάξης, το δικαίωμα στην ψήφο ήταν συνδεδεμένο με την πάλη ενάντια στα αφεντικά, με τον αγώνα για καλύτερες συνθήκες δουλειάς. Αυτή η διάσταση, της επιλογής ανάμεσα στις βίαιες αλλά απομονωμένες ενέργειες και τη μαζική δράση, ενισχύθηκε από την είσοδο του εργατικού κινήματος στο προσκήνιο.

Μεταξύ του 1900 και του 1912, οι μισθοί έπεσαν 10%. Αλλά το ίδιο διάστημα τα μέλη των συνδικάτων τριπλασιάστηκαν. Μια σειρά μαζικών και συχνά ανεπίσημων απεργιών ξέσπασαν από το 1911 έως το 1914, περίοδο που έμεινε γνωστή ως η Μεγάλη Αναταραχή. Δέκα εκατομμύρια εργάσιμες μέρες χάθηκαν μόνο το 1911, ενώ μεγάλοι εργατικοί χώροι βγήκαν σε απεργίες για αυξήσεις και καλύτερες συνθήκες εργασίας τα επόμενα χρόνια.

Η ηγεσία της WSPU αρνήθηκε να υποστηρίξει τις απεργίες. Η Έμελιν Πάνκχερστ πίστευε ότι το αίτημα της ψήφου ήταν άσχετο με τις απεργιακές συγκεντρώσεις και περιφρουρήσεις. Αντίθετα, σουφραζέτες που προέρχονταν από την εργατική τάξη έριξαν περισσότερο βάρος στις απεργίες μιλώντας σε συγκεντρώσεις και δηλώνοντάς τη συμπαράστασή τους στους απεργούς.

Η Έμα Λόιντ Σπρόσον, που έμεινε στην ιστορία σαν η “Κόκκινη Έμα”, ήταν εργάτρια από 11 χρονών στο Γούλβερχάμπτον. Την συνέλαβαν δυο φορές μέσα στην ίδια μέρα σε μεγάλη διαδήλωση γυναικών έξω από το Κοινοβούλιο στο Λονδίνο. Το 1921 έγινε η πρώτη γυναίκα δημοτική σύμβουλος. Η Σελίνα Κούπερ ήταν και αυτή εργάτρια από τα 11 της σε λαναριστήριο. Οργάνωσε απεργία για καλύτερες συνθήκες δουλειάς όπου ανάμεσα στα αιτήματα ήταν να μπουν πόρτες στις τουαλέτες που χρησιμοποιούσαν οι εργάτριες. Πάλεψε με τις σουφραζέτες και καταδιώχθηκε με βίαιο τρόπο.

Αν η Μεγάλη Αναταραχή είχε αντίκτυπο μέσα στο γυναικείο κίνημα, το ξέσπασμα του Α' ΠΠ το 1914 το διέσπασε. Με απόφαση της Έμελιν Πάνκχερστ, η WSPU ανέστειλε τη δράση της και στρατεύτηκε πίσω από τα πολεμικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Την ίδια χρονιά, το όνομα του περιοδικού της οργάνωσης άλλαξε από «Suffragette» σε «Britannia». Αντίθετα, άλλα κομμάτια αγωνιστριών αντιτάχθηκαν στον πόλεμο και τραβήχτηκαν ακόμη πιο αριστερά. Αυτό εκφράστηκε μέσα στην ίδια την οικογένεια Πάνκχερστ. Η Έμελιν κατέληξε στο κόμμα των Τόριδων και μαζί με τις κόρες της Κρίσταμπελ και Αντέλα υιοθέτησε τις πιο συντηρητικές απόψεις. Αντίθετα, η άλλη κόρη, η Σύλβια Πάνκχερστ μετέτρεψε το παράρτημα της Ένωσης στις εργατογειτονιές του ανατολικού Λονδίνου σε σοσιαλιστική οργάνωση. 

Πόλεμος

Ο πόλεμος είχε τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή των γυναικών. Ελλείψει εργατικών χεριών λόγω της επιστράτευσης, εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες εγκατέλειψαν τις δουλειές του σπιτιού και μπήκαν στα εργοστάσια κερδίζοντας ως εργάτριες ανεξαρτησία και αναγνώριση. Μεταξύ του 1914 και του 1918, ο αριθμός των εργατριών αυξήθηκε σε 1.345.000 και μάλιστα σε θέσεις κλειδιά, όπως η πολεμική βιομηχανία. Η κυρίαρχη προπαγάνδα υποστήριξε -και συνεχίζει μέχρι σήμερα- ότι ο νόμος για το δικαίωμα ψήφου των γυναικών ήταν περισσότερο μια ανταμοιβή για το ρόλο τους κατά τη διάρκεια του Πολέμου και τη στήριξη από μεριάς τους της πολεμικής προσπάθειας -και λιγότερο ως αποτέλεσμα της δράσης των σουφραζετών και του εργατικού κινήματος. Η πραγματικότητα βέβαια είναι διαφορετική. 

Παρότι είχε διακοπεί από τον πόλεμο, η Μεγάλη Αναταραχή είχε ήδη ανησυχήσει την άρχουσα τάξη. Η Εξέγερση του Πάσχα το 1916 στην Ιρλανδία, σε μία από τις πιο παλιές αποικίες της Βρετανίας, ήταν ακόμα ένα καμπανάκι. Το ίδιο μια σειρά ανταρσιών στις ένοπλες δυνάμεις στο δεύτερο μισό του Πολέμου. Το ξέσπασμα της Ρώσικης Επανάστασης την τρομοκράτησε. Η επανάσταση είχε τεράστιο αντίκτυπο στη Βρετανία όπως και σε όλο τον κόσμο, όχι μόνο πάνω στους ακτιβιστές και τις ακτιβίστριες για το δικαίωμα στην ψήφο που είδαν τις γυναίκες της Ρωσίας να αποκτούν αυτομάτως το εκλογικό δικαίωμα, αλλά σε όλη την εργατική τάξη για τις συγκλονιστικές κοινωνικές αλλαγές που σήμανε. Σε μία από τις εκδηλώσεις εορτασμού της επανάστασης που οργάνωσε η Σύλβια Πάνκχερστ συμμετείχαν 7.000 άνθρωποι. 

Αυτές οι εξελίξεις ανάγκασαν το βρετανικό κοινοβούλιο να παραχωρήσει το δικαίωμα της ψήφου στις γυναίκες το 1918, έστω και περιορισμένα. Και άνοιξαν το δρόμο για να το κερδίσουν όλες δέκα χρόνια μετά. Το κουράγιο και η αποφασιστικότητα που έδειξαν οι σουφραζέτες σε συνδυασμό με τις μάχες του εργατικού κινήματος ήταν καθοριστικά στοιχεία σε αυτή την πορεία. Αξίζει να ξαναθυμηθούμε την ιστορία τους σήμερα, που μπορεί να έχουμε την ψήφο, αλλά έχουμε τόσα ζητήματα να παλέψουμε ενάντια στο σεξισμό και την καταπίεση.

* Το κείμενο αυτό στηρίχτηκε σε άρθρο της εφημερίδας “Σοσιαλιστής Εργάτης” του Λονδίνου.