Οικονομία και Πολιτική
Μακεδονικό: Η ειρήνη και η φιλία δεν έρχονται με εκβιασμούς

Από τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις του 1999. Το σύνθημα παραμένει επίκαιρο.

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που έγινε την Κυριακή στη Δημοκρατία της Μακεδονίας ήταν μια αναμενόμενη αποδοκιμασία της Συμφωνίας των Πρεσπών. 

Το 91,4% υπέρ του “Ναι” (λίγο παραπάνω από 600.000 ψήφους) στη συμφωνία είναι ένα ψευδεπίγραφο αποτέλεσμα καθώς το ποσοστό της συμμετοχής στο δημοψήφισμα δεν πέρασε το 35%, δηλαδή ψήφισε περίπου το ένα τρίτο των εγγεγραμμένων στους καταλόγους. Ακόμα και στις περιοχές που ψήφιζε η αλβανική μειονότητα και όλοι θεωρούσαν ότι θα ψήφιζε μαζικά υπέρ του “Ναι”, η συμμετοχή ήταν πεσμένη. 

Το ποσοστό της συμμετοχής στο δημοψήφισμα ήταν περίπου στο μισό της συμμετοχής στις τελευταίες βουλευτικές το 2016 όπου είχαν ψηφίσει 1.191.832 πολίτες σε σύνολο 1.784.419 εγγεγραμμένων. Τότε, οι ψήφοι που είχαν πάρει οι Σοσιαλδημοκράτες του Ζάεφ ήταν περίπου 437.000 και όλα τα αλβανόφωνα κόμματα μαζί περίπου 211.000. Δηλαδή, στο δημοψήφισμα οι ψήφοι υπέρ του “Ναι” ήταν λιγότερες από τον αριθμό των περίπου 650.000 ψήφων που είχαν πάρει από κοινού αυτά τα κόμματα στις εκλογές του 2016.

Αποτυχία

Για να έχει πολιτικά κύρος το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η κυβέρνηση του Ζάεφ είχε αρχικά βάλει τον πήχη της συμμετοχής στο νομότυπο 50%+1. Στη συνέχεια, διαβλέποντας τους κινδύνους κατέβασε αυτόν τον πήχη στο 40%, αλλά τελικά  δεν μπόρεσε να πετύχει ούτε αυτόν τον στόχο. Που οφείλεται αυτή η αποτυχία;

Εκ των υστέρων, πολλοί σχολιαστές παραδέχονται ότι οι επίμονες παρεμβάσεις από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ λειτούργησαν αρνητικά. Σε μια παρέλαση δηλώσεων (που θύμιζε έντονα την περίοδο του Δημοψηφίσματος το 2015 στην Ελλάδα και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις έξωθεν “παρεμβάσεων” σε μια σειρά από εκλογές και δημοψηφίσματα) ο Μακρόν, η Μέρκελ, ο γραμματέας του ΝΑΤΟ και οι υπουργοί του Τραμπ, κουνούσαν το δάχτυλο στους γείτονες για να ψηφίσουν “σωστά”.

Αλλά, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, η πλειοψηφία του κόσμου τους αψήφισε, στέλνοντας στην κάλαθο των αχρήστων τις χειριστικές μεθόδους και τους εκβιασμούς τους που συμπυκνώθηκαν στο ερώτημα-πακέτο που καλούσε η κυβέρνηση Ζάεφ τους πολίτες να πάρουν θέση: «Είστε υπέρ της ένταξης της χώρας στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ, αποδεχόμενοι τη συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και της Ελλάδας;» 

Ο απλός κόσμος δικαιολογημένα έδειξε τη δυσφορία του απέναντι σε αυτούς τους εκβιασμούς, εκφράζοντας ίσως και την εύλογη ανησυχία του για την προοπτική να ανοίξει ένας νέος γύρος ανακατατάξεων στα Βαλκάνια, καθώς αμέσως μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών άρχισαν διαπραγματεύσεις -και μαζί τους νέες εντάσεις- στο Κόσοβο για επαναχάραξη των συνόρων με τη Σερβία. Κάνοντας ακόμη και για το αλβανικό στοιχείο τον δρόμο που άνοιξε η Συμφωνία των Πρεσπών να μην φαντάζει πλέον τόσο ειρηνικός.

Οι έξωθεν παρεμβάσεις προφανώς έπαιξαν τον ρόλο τους στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αλλά είναι παραπλανητικές οι αναλύσεις που εκ των υστέρων προσπαθούν να εξηγήσουν το αποτέλεσμα με όρους εθνικιστικής έξαρσης στη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Ο δρόμος προς το δημοψήφισμα στη γειτονική χώρα δεν σημαδεύτηκε από εθνικιστικό πυρετό αλλά χαμηλούς τόνους.  Tο “σκληρό” VMRO-DPMNE, το κόμμα του πρώην πρωθυπουργού Γκρουέφκσι, που βρίσκεται στην αντιπολίτευση, επισήμως δεν τόλμησε καν να καλέσει υπέρ του ΟΧΙ ή υπέρ της αποχής, αλλά κάλεσε τους πολίτες “να πράξουν κατά συνείδηση”, μην θέλοντας να έρθει σε άμεση ρήξη με τις επιταγές της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ο τωρινός ηγέτης του Μίτσκοσκι αμέσως μετά το δημοψήφισμα το χαρακτήρισε ανεπιτυχές τονίζοντας ωστόσο ότι η ένταξη της Δημοκρατίας της Μακεδονίας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ αποτελεί “άμεση προτεραιότητα” του κόμματός του. 

Το πραγματικό πρόβλημα για την κυβέρνηση Ζάεφ ή την οποιαδήποτε κυβέρνηση πάρει την θέση της στη Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι ότι η οποιαδήποτε ένταξη της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς αυτούς οργανισμούς περνάει μέσα από την έγκριση της Ελλάδας. Οι επανειλημμένες παρεμβάσεις του γ.γ του ΝΑΤΟ και των Ευρωπαίων ηγετών υπέρ της Συμφωνίας δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να ασκούν πίεση στην κυβέρνηση της γειτονικής χώρας ότι θα είναι ευπρόσδεκτη σε αυτούς τους οργανισμούς μόνο με τον “κηδεμόνα” της. Δηλαδή, το ελληνικό κράτος και τους όρους που αυτό επιβάλει και δεν είναι άλλοι από την απαίτηση να αλλάξει το όνομά της και το σύνταγμά της.

Υπεροπλία

Πρόκειται για μια καθαρή επιβολή της βούλησης ενός ισχυρότερου κράτους πάνω σε ένα μικρότερο γειτονικό του, με εργαλεία την περίοπτη διπλωματικά θέση που το πρώτο κατέχει εδώ και δεκαετίες σαν μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, την οικονομική του διείσδυση στη γειτονική χώρα και την απόλυτη στρατιωτική του υπεροπλία απέναντι σε μια χώρα που δεν έχει ούτε ένα μαχητικό αεροσκάφος. Στα μάτια της πλειοψηφίας του κόσμου στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, η έγκριση της Συμφωνίας σήμανε να υποκύψει σε έναν ωμό εκβιασμό: για να μην βάλει βέτο η Ελλάδα στην ένταξή σας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ πρέπει να αλλάξετε όνομα και σύνταγμα.  

Είναι αυτός ο “ελέφαντας μέσα στο δωμάτιο”, για τον οποίο ελάχιστοι μιλάνε στην από εδώ πλευρά των συνόρων, πόσο δηλαδή εκβιαστική είναι η στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτήν την στάση, εξυπηρετώντας και εντάσσοντας στα δικά τους σχέδια για την περιοχή, στήριξαν και στηρίζουν η Μέρκελ, ο Μακρόν και ο Τραμπ.

Αυτόν τον ελέφαντα όλοι προσπαθούν να τον κρύψουν: Από τη μια, ο Τσίπρας και ο Ζάεφ, ζωγραφίζοντάς τον με όμορφα λόγια περί ειρηνικής συνύπαρξης και συμφιλίωσης των λαών. Και από την άλλη, οι Μητσοτάκηδες και οι Καμμένοι, ξαναγράφοντας την ιστορία εντελώς από την ανάποδη, καταγγέλλοντας τον Τσίπρα για τάχα υπερβολικές υποχωρήσεις και καλύπτοντας τα ουρλιαχτά των ακροδεξιών και των φασιστών περί “προδοσίας”. 

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ανατρέπει τους ισχυρισμούς και των μεν και των δε. Όσον αφορά στους μεν, στην πλειοψηφία τους οι κάτοικοι της Δημοκρατίας της Μακεδονίας δεν αναγνώρισαν -και ορθά- στη συμφωνία και όλους τους υποστηρικτές της μια αυθεντική διάθεση συνύπαρξης. Όσον αφορά στους δε, Καμένους και Μητσοτάκηδες, αν ίσχυαν οι ισχυρισμοί τους ότι με τη Συμφωνία των Πρεσπών “τα Σκόπια τα παίρνουν όλα”, τότε γιατί οι κάτοικοι της Δημοκρατίας της Μακεδονίας δεν την στήριξαν; 

Στην πραγματικότητα, οι εξελίξεις δικαιώνουν -αυξάνοντας τα περιθώρια να δυναμώσουμε και να απλώσουμε- τη διεθνιστική στάση που κράτησαν το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ: Λέγοντας ΟΧΙ στα εθνικιστικά συλλαλητήρια που οργάνωνε στην Ελλάδα η δεξιά και η ακροδεξιά ενώ ταυτόχρονα εξηγούσαμε τη διαφωνία μας με την επιθετική διπλωματία του Τσίπρα και του Κοτζιά. 

Προσέγγιση

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, σαν το πρώτο πολιτικό απότοκο της Συμφωνίας των Πρεσπών, αποδεικνύει ότι αυτή δεν είναι μέσο για μια πραγματική ειρηνική προσέγγιση ανάμεσα στην εργατική τάξη και τον λαό των δύο χωρών. Πόσο μάλλον η στάση που κρατάνε η ελληνική κυβέρνηση, οι Ευρωπαίοι και Αμερικάνοι σύμμαχοί της καθώς και η ίδια η κυβέρνηση Ζάεφ περιφρονώντας το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.

Γράφοντας στα παλιά του τα παπούτσια το σαφές μήνυμα του δημοψηφίσματος (στο οποίο έτσι κι αλλιώς είχε δώσει συμβουλευτικό χαρακτήρα) ο Ζάεφ δήλωσε ότι δεν θα παρεκκλίνει από τον κυβερνητικό σχεδιασμό για κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από τη Βουλή της Δημοκρατίας της Μακεδονίας – με ό,τι πολιτική κρίση συνεπάγεται: Για να επιτευχθεί η απαραίτητη πλειοψηφία στη Βουλή για την αλλαγή του Συντάγματος, χρειάζεται να ψηφίσουν θετικά και τουλάχιστον πέντε, ίσως και περισσότεροι, βουλευτές του VMRO. Ο Ζάεφ κάλεσε το VMRO “να σεβαστεί τη φωνή της πλειοψηφίας» (!) και έδωσε στην αντιπολίτευση δέκα με δεκαπέντε ημέρες προθεσμία για να αποφασίσει εάν θα ψηφίσει για τις συνταγματικές αλλαγές στη Βουλή- “αλλιώς θα ακολουθήσουνε νέες εκλογές με πιθανή ημερομηνία τις 25 Νοέμβρη”.

Ο Τσίπρας σε τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τον Ζάεφ τον επαίνεσε “για την αποφασιστικότητα και τη γενναιότητά του να συνεχίσει στην εφαρμογή της συμφωνίας”. Σε δηλώσεις του ο αναπληρωτής υπ. Εξωτερικών, Γ. Κατρούγκαλος, δήλωσε (με απίστευτο κυνισμό) ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν προέβλεπε δημοψήφισμα, αυτό ήταν κάτι που αποφάσισε η κυβέρνηση Ζάεφ και επομένως η διαδικασία της συμφωνίας δεν επηρεάζεται από το δημοψήφισμα. 

Στο ίδιο πνεύμα, “συνεχίζουμε σαν να μην έγινε τίποτε”, ο επίτροπος για την διεύρυνση της ΕΕ, Γιοχάνες Χαν δήλωσε: «Με την πολύ σημαντική ψήφο στο "Ναι" υπάρχει σημαντική στήριξη στη συμφωνία των Πρεσπών και το Ευρωατλαντικό μονοπάτι της χώρας». Είναι σαφές, ότι το επόμενο διάστημα, οι πιέσεις προς το λαό της γειτονικής χώρας, είτε Μακεδόνες είναι αυτοί, είτε Αλβανοί είτε οποιαδήποτε άλλη μειονότητα, θα ενταθούν περαιτέρω προκειμένου να αποδεχθούν τη συμφωνία.   

Πρόκειται για επικίνδυνες εξελίξεις, που κάνουν ακόμη περισσότερο επιτακτική την ανάγκη να ειπωθεί η αλήθεια από την πλευρά της Αριστεράς στην Ελλάδα και να διατυπωθεί καθαρά η διέξοδος: Πραγματική αλληλεγγύη και ειρηνική συνύπαρξη σημαίνει σεβασμό στο δικαίωμα της εθνικής αυτοδιάθεσης και συγκεκριμένα σημαίνει αναγνώριση του δικαιώματος στους γείτονές μας να κρατήσουν το όνομα τους. 

Έτσι ανοίγει ο δρόμος για να αντισταθούμε όλοι μαζί, από κοινού σαν εργάτες απέναντι σε όλους τους εκβιαστές στα Σκόπια, στην Αθήνα, στην Ουάσιγκτον και στις Βρυξέλλες καθώς και στα σχέδια και τις συμφωνίες που, με μόνο άξονα τα καπιταλιστικά τους συμφέροντα, απεργάζονται, προκαλώντας διαχρονικά ατελείωτες δυστυχίες στους λαούς των Βαλκανίων.