Η αναδιάρθρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που επιχειρεί για ακόμη μια φορά το Υπουργείο Παιδείας βρίσκει απέναντί της το μαθητικό κίνημα. O Γαβρόγλου ενώ ισχυρίζεται ότι στόχος της αλλαγής είναι να ανοίξει η «ελεύθερη πρόσβαση» στα πανεπιστήμια (μια πίεση που έχει ασκηθεί από το πάγιο αίτημα του εκπαιδευτικού κινήματος), στην πραγματικότητα κάνει ένα βήμα μπρος και δύο βήματα πίσω. Σύμφωνα με την εξαγγελία του τον Σεπτέμβριο, «στη Β’ Λυκείου ολοκληρώνονται οι εγκύκλιες σπουδές», ενώ «η Γ’ Λυκείου [θα] παίζει τον ρόλο προπαρασκευαστικής τάξης για εισαγωγή στα ΑΕΙ». Είναι ένα πλήγμα στην έννοια της δωδεκάχρονης παιδείας το γεγονός ότι η Γ΄Λυκείου γίνεται ουσιαστικά ένα εξεταστικό κέντρο με μόνα κοινά μαθήματα τη γλώσσα και τα θρησκευτικά.
Το πιο μεγάλο πισωγύρισμα βέβαια είναι το πώς υλοποιείται η λεγόμενη «ελεύθερη πρόσβαση» στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μετά το τέλος της Β’ Λυκείου όλοι οι μαθητές υποχρεούνται να στείλουν μηχανογραφικά με 10 μόλις επιλογές. Παράλληλα οι σχολές στέλνουν τις διαθέσιμες θέσεις. Διαμορφώνεται έτσι η κατάσταση για την επόμενη χρονιά και προκύπτουν δυο κατηγορίες σχολών: αυτές που έχουν λιγότερη ζήτηση από τις θέσεις που προσφέρουν και αυτές που έχουν περισσότερη. Οι πρώτες ονομάζονται ΤΕΠ (Τμήματα Ελεύθερης Πρόσβασης) και όσοι μαθητές έχουν δηλώσει έστω και μία ΤΕΠ καλούνται, τον Φλεβάρη της Γ’ Λυκείου να δηλώσουν αν θα μπουν σε ΤΕΠ, ή αν θα προχωρήσουν στις πανελλήνιες εξετάσεις για να μπουν σε μία από τις άλλες σχολές που έχουν τυχόν δηλώσει και που έχουν ανταγωνισμό. Η δήλωση αυτή είναι δεσμευτική και δεν αλλάζει ανεξαρτήτως του βαθμού τους στο τέλος, ενώ σε περίπτωση που επιλέξουν ένα ΤΕΠ δεν δικαιούνται μετεγγραφή. Οι μαθητές που δεν έχουν δηλώσει καμία σχολή η οποία να καταλήξει να είναι ΤΕΠ, συμμετέχουν υποχρεωτικά στις πανελλήνιες.
Τζόγος
Η διαμόρφωση των βάσεων και του τι είναι «καλή» σχολή, στην πραγματικότητα δεν διαφεύγει από το γνωστό σχήμα προσφοράς και ζήτησης. Αντίθετα το ρίσκο που ούτως ή άλλως πάντα είχαν οι μαθητές, γίνεται πλέον τζόγος μεγαλύτερου βεληνεκούς: αποφασίζουν για το μέλλον τους χωρίς να ξέρουν τους βαθμούς τους, σε μικρότερη ηλικία και για πρώτη φορά με περιορισμένο αριθμό επιλογών (μέχρι τώρα ο περιορισμός αφορούσε το εύρος των επιλογών, όχι τον αριθμό τους). Με τους νόμους της αγοράς και τις πιέσεις της κρίσης, η «ελεύθερη πρόσβαση» του Γαβρόγλου είναι ένας σκληρός εκβιασμός για ανήλικους μαθητές. Πρόκειται για μια αλλαγή που πάει χέρι χέρι με τις μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια παιδεία, οι οποίες έχει φανεί ότι κάθε άλλο παρά προάγουν την ελευθερία και τη σφαιρική ανάπτυξη νέων επιστημόνων: αντίθετα, σπρώχνουν την αγορά όλο και πιο βαθιά μέσα στα πανεπιστήμια, με όλο τον κατακερματισμό, την εντατικοποίηση και τους περιορισμούς που αυτή φέρνει. Πλέον η προσπάθεια είναι να μπει η αγορά στα σχολεία και στις επιλογές των μαθητών. Η αγάπη για ένα γνωστικό αντικείμενο δεν μπορεί να αναδειχτεί ούτε να στηριχθεί μέσα σε ένα τέτοιο αντίξοο περιβάλλον.
Ο Γαβρόγλου ισχυρίζεται ότι η ύπαρξη μιας προπαρασκευαστικής τάξης θα χτυπήσει την παραπαιδεία. Μόνο που την παραπαιδεία δεν την γιγαντώνει ο «αντιπερισπασμός» από άλλα μαθήματα ή οι λίγες διδακτικές ώρες των μαθημάτων προσανατολισμού. Τη γιγαντώνει ο ίδιος ο θεσμός των εξετάσεων. Η ύπαρξη μερικών ΤΕΠ δεν αναιρεί τον υπέρμετρο ανταγωνισμό στον οποίο ρίχνονται για δυο χρόνια οι μαθητές. Η μπάλα παίρνει όλους τους μαθητές, είτε θέλουν «ανταγωνιστικές» σχολές, είτε ΤΕΠ. Μπορεί ένα ΤΕΠ να βρεθεί την επόμενη χρονιά να έχει ζήτηση αν αρκετοί μαθητές το δηλώσουν θεωρώντας ότι θα μπουν χωρίς πανελλήνιες εξετάσεις. Η μπάλα παίρνει όλους τους μαθητές και για έναν επιπλέον λόγο: κάθε Υπουργείο Παιδείας υπόσχεται αναδιάρθρωση, χωρίς ποτέ να έχει πραγματικά σκοπό να καταργήσει τις πανελλήνιες. Αυτό οδηγεί σε αποτυχίες και συχνές αλλαγές, πράγμα που κάνει ακόμα πιο ανελεύθερη την όποια επιλογή κάνουν οι μαθητές σχετικά με το αν θα δώσουν πανελλήνιες ή όχι, καθώς αν δεν δώσουν, μπορεί την επόμενη χρονιά να βρεθούν ξεκρέμαστοι. Η πίεση για τη «σωστή» επιλογή σχολής φυσικά δεν μένει ανεπηρέαστη ούτε από τη μόνιμη δαμόκλειο σπάθη της συγχώνευσης/κατάργησης πάνω από τις σχολές με χαμηλή ζήτηση.
Πέρα από τις εξετάσεις, είναι διπλά υποκριτικό να κάνει λόγο το υπουργείο για «χτύπημα» της παραπαιδείας ενώ η υποχρηματοδότηση και διάλυση σχολείων και σχολών συνεχίζεται. Όταν οι σχολές δεν μπορούν να ανοίξουν τα ίδια τους τα εργαστήρια λόγω έλλειψης καθηγητών, τι διαθεσιμότητες θα δώσουν στο υπουργείο; Πώς θα ανταπεξέλθει ένας καθηγητής στο εξοντωτικό πρόγραμμα της προπαρασκευαστικής τάξης; Πώς θα ανταπεξέλθουν τα σχολεία χωρίς προσλήψεις, χωρίς κατάλληλα κτίρια, χωρίς εξοπλισμό; Οι μαθητές συγκρούονται με το «νέο Λύκειο» γιατί διεκδικούν ένα σύστημα Παιδείας που δε θα εξοντώνει τους ίδιους, τους καθηγητές και τους γονείς τους, διεκδικούν να μη διαλυθούν τα σχολεία τους, διεκδικούν δωρεάν και συνολική Παιδεία και πραγματικά ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια.