Βασικός λόγος της έκδοσης ήταν ότι ψάχναμε να βρούμε ένα σύνολο από κείμενα που να είναι ενδεικτικά της σκέψης του Μαρξ και συγχρόνως να είναι σύντομα και σε ένα σχετικά χαμηλό επίπεδο αφαίρεσης έτσι ώστε να μπορούμε να εισάγουμε έναν κόσμο στη σκέψη του. Στην πορεία προέκυψαν 22 πολύ επίκαιρα κείμενα που παρουσιάζουν τη βάση της εξέλιξης της σκέψης του Μαρξ, δηλαδή την πορεία από το Μανιφέστο στο Κεφάλαιο.
Ο Μαρξ γράφει σε μια περίοδο στην οποία έχει συμβεί το βασικό πολιτικό γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του: οι επαναστάσεις που συντάραξαν την Ευρώπη το 1848.
Αυτό το αποπνέει το σύνολο των άρθρων, παρόλο που γράφτηκαν για βιοπορισμό. Ο Μαρξ από αυτά ζούσε ένα πολυμελές σπιτικό, σε δύσκολες συνθήκες στο Λονδίνο, μελετώντας παράλληλα πολιτική οικονομία και προετοιμάζοντας τα μετέπειτα πολιτικά του βήματα. Το πρώτο ήταν φυσικά η Πρώτη Διεθνής το 1864 και το κυριότερο ήταν η έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου το 1867. Με αυτή την έννοια έχουν και μια επιστημολογική αξία αυτά τα άρθρα γιατί δείχνουν ότι ο Μαρξ είναι ένας και μοναδικός. Δηλαδή αντίθετα με τις απόψεις του Αλτουσέρ που μιλά για έναν άλλο Μαρξ πριν το 1844 και έναν άλλο μετά, αυτό το βιβλίο δείχνει το ενιαίο της σκέψης του. Δηλαδή πώς φτιάχνει μια θεωρία τάξεων που παρουσιάζει στο Κεφάλαιο και πώς συνδυάζει αυτή τη θεωρία των τάξεων και της δυναμικής του καπιταλισμού που παρουσιάζει στο Μανιφέστο, στη συνέχεια, στη θεμελίωσή τους με βάση τη μεθοδολογία της πολιτικής οικονομίας. Άρα δεν έχουμε μια μέθοδο, έχουμε μία πολιτική θεωρία και το κυριότερο μία πολιτική ατζέντα κοινωνικής απελευθέρωσης που την αποπνέει το σύνολο του έργου του Μαρξ.
Γιατί είναι επίκαιρα αυτά τα άρθρα σήμερα;
Ο Μαρξ είναι ένας έφηβος, διακοσίων ετών βέβαια, αλλά παραμένει έφηβος. Η βασική σύλληψή του, που μετά αναπτύσσεται παραπέρα στο Κεφάλαιο, είναι ότι ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που περιλαμβάνει τη μεγέθυνση και την καταστροφή και που και τα δύο μαζί αποτελούν στοιχεία της εξέλιξής του. Αυτό είναι ακριβώς που τον κάνει τόσο επίκαιρο. Ο καπιταλισμός, ό,τι κι αν έχει γίνει, σε όλη την πορεία της ιστορίας του, όποιες κι αν ήταν οι πολιτικές συνθήκες και η τρέχουσα κατάσταση της ταξικής πάλης, κάθε σαράντα χρόνια οδηγείται σε μια μεγάλη κρίση. Την πρώτη κρίση στο νέο αιώνα, 200 χρόνια μετά τη γέννηση του Μαρξ, τη ζούμε σήμερα. Αυτό είναι που τον κάνει τόσο συνταρακτικά επίκαιρο και αποτέλεσε και την αφορμή αυτής της έκδοσης.
Είναι πρακτικά, πρακτικότατα κείμενα. Σε ένα καθεστώς επιστροφής στις μεγάλες δυνάμεις που ζούμε σήμερα μετά την πτώση του τείχους και την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, τα άρθρα αυτά είναι εξαιρετικά επίκαιρα για τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις πολιτικές εξελίξεις, τους εθνικισμούς και τη χειραφέτηση των λαών στα Βαλκάνια, που είναι πρώτο θέμα για το εργατικό κίνημα.
Μετά υπάρχει μια δεύτερη ενότητα που αφορά στην κατάσταση της εργατικής τάξης. Εξηγεί πώς η μετανάστευση είναι αποτέλεσμα του ίδιου του κινήτρου του κέρδους και γιατί όλη αυτή η φιλολογία περί των μεταναστών που μας παίρνουν τις δουλειές, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού, πόσο έξω από την αναλυτική πραγματικότητα της εξέλιξης του καπιταλισμού είναι. Και αυτό το κάνει 150 χρόνια πριν, δηλαδή είναι σαν να μιλά και για την μετανάστευση της ελληνικής νεολαίας προς τη δυτική Ευρώπη και αντίστοιχα για τις μεταναστευτικές ροές που υποδεχόμαστε σαν χώρα από τις υπόλοιπες περιοχές που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση όπως η Συρία κλπ.
Και υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία που είναι το κομμάτι της οικονομίας όπου μιλά για όλα αυτά τα φαινόμενα της καπιταλιστικής κρίσης με έμφαση στις τράπεζες. Χαρακτηριστικά μιλά για την Κρεντί Μομπιλιέ, μια Λήμαν Μπράδερς του 19ου αιώνα, ένα αποτέλεσμα μιας διαπλοκής του καθεστώτος του Λουδοβίκου Βοναπάρτη με δύο κερδοσκόπους της εποχής, τους αδελφούς Περιέρ, που τί έκαναν; Έφτιαξαν μια τράπεζα η οποία συγχώνευε εταιρίες και τις έγραφε στο χρηματιστήριο και είχε γίνει περίπου συνώνυμο του κέρδους. Η εταιρία βέβαια κατέρρευσε το 1867 και εκκαθαρίστηκε το 1871 με την αρχή της μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης που κάλυψε την περίοδο 1870-93. Και το εντυπωσιακό είναι η ανάλυση του Μαρξ η οποία διαβλέπει ότι οι κερδοσκοπικές κινήσεις δεν είναι ένα επιφαινόμενο του συστήματος -όπως λένε σήμερα διάφορες θεωρίες χρηματιστικοποίησης, αν ήταν έτσι η κοινωνία θα είχε βρει τρόπους να τις αντιμετωπίσει- αλλά συστατικό στοιχείο που απορρέει από το ίδιο το κίνητρο του κέρδους και με αυτή την έννοια έχει σημαντική αναλυτική αξία και επικαιρότητα ο τρόπος με το οποίο το βλέπει.
Στην έκδοση έχουμε φυσικά επιμεληθεί τα ιστορικά γεγονότα να τα συμπληρώσουμε, είτε με εισαγωγικά κείμενα είτε με υποσημειώσεις, έτσι ώστε να μη χάνει την ιστορική αναλογία ο αναγνώστης.
Πώς βλέπεις την πολιτική κατάσταση σήμερα και πώς χρειάζεται η αντικαπιταλιστική αριστερά να την αντιμετωπίσει;
Τα σύννεφα της καπιταλιστικής κρίσης ξαναμαζεύονται. Μοιάζει κάπως με τη λεγόμενη μακρά κρίση 1970-93, όπου η καταστροφή κεφαλαίου καθυστερεί γιατί ακριβώς σημαίνει νέες ζημιές για τις τράπεζες και νέα χρέη για τα κράτη που θα τις διασώσουν. Οπότε στο οικονομικό επίπεδο έχουμε την όξυνση της κρίσης.
Η κρίση δεν μπορεί να ξεπεραστεί πλέον με τη συμπίεση των μισθών ή των επιτοκίων. Αυτό φάνηκε και με τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης που τέλειωσαν. Χρειάζεται λοιπόν να καταστραφεί κεφάλαιο. Για να γίνει αυτό όμως σημαίνει ότι μεγαλώνουν αυτό που ονομάζουμε ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί.
Και το τρίτο και κυριότερο στοιχείο είναι ότι αυτή η κρίση δεν έχει αφήγημα. Δηλαδή η κρίση του '30 είχε το αφήγημα ότι χρειαζόμαστε το κράτος για να ξεπεράσουμε την κρίση, το κεϋνσιανό αφήγημα. Η κρίση του '70 είχε το νεοφιλελεύθερο, χρειαζόμαστε λιγότερο κράτος αυτή τη φορά για να ξεπεραστεί η κρίση. Η κρίση αυτή, παρόλο που έχει μια συνεχιζόμενη λιτότητα, δεν έχει κάποιο κυρίαρχο αφήγημα για το ξεπέρασμά της από την πλευρά της αστικής τάξης. Και αυτό την κάνει και επικίνδυνη από τη σκοπιά των ακροδεξιών αντανακλαστικών που διεγείρει, αλλά από την άλλη δίνει και μια τεράστια δυνατότητα για την αντικαπιταλιστική αριστερά η οποία δεν βλέπει την αστική δημοκρατία ως το τέλος της ιστορίας.
Ο κόσμος χρειάζεται άμεσα αιτήματα ρήξης και ανατροπής. Αυτό που κάποτε ο Τρότσκι είχε ονομάσει μεταβατικό πρόγραμμα. Η δική μας αριστερά στην προσπάθεια να εντάξει αιτήματα, σκέψεις, δράσεις στη λογική της κοινωνικής απελευθέρωσης, στο τέλος της μέρας φτάνει να μην έχει αιτήματα. Χρειαζόμαστε άμεσα αιτήματα, για την κοινωνία, για την εργατική τάξη και χρειαζόμαστε άμεσα μία κοινωνική κινητικότητα, μία κίνηση της τάξης που στην ουσία θα συνδιαμορφώσει αυτό το μεταβατικό πρόγραμμα. Εκεί πάνω πρέπει να δουλέψουμε γιατί έχουμε μείνει πίσω δίνοντας πλεονεκτήματα στην πλευρά του ρεφορμισμού και του ΣΥΡΙΖΑ που γι' αυτό το λόγο νομίζω ότι στις συνθήκες του 2010-12 κατάφερε να κυριαρχήσει -για μικρό χρονικό διάστημα βέβαια πριν τις κωλοτούμπες του- στην αριστερά.
Χρειάζονται πρωτοβουλίες στο μέτωπο της αναδιανομής, δηλαδή το μέτωπο της συνδικαλιστικής δράσης που να απαιτεί μια αναδιανομή σε όφελος των πολλών. Αυτό είναι το πρώτο. Το δεύτερο είναι ότι υπάρχει μια τεράστια κοινωνικοποίηση των ιδιωτικών ζημιών που φέρνει τρομακτικούς όρους κοινωνικής αδικίας. Δηλαδή, δεν είναι δυνατόν να πάμε σε τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών που πλέον ανήκουν σε άλλους, δηλαδή εμείς να χρωστάμε τα λεφτά και άλλοι να έχουν τις τράπεζες. Άμεση κρατικοποίηση των τραπεζών και εργατικός έλεγχος. Είναι ένας δεύτερος άξονας πολιτικής απέναντι σε ένα οικονομικό σκάνδαλο.
Το τρίτο είναι η αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και οι κοινωνικές συμμαχίες με τους λαούς των Βαλκανίων ακριβώς στην κατεύθυνση της στήριξης πολιτικών όπως αυτές που περιέγραψα. Το δικό μας αφήγημα πρέπει να είναι η συμμαχία με τα κοινωνικά κινήματα και τους λαούς που θέλουν να χειραφετηθούν. Εκεί έγκειται και το κουμπί των πολιτικών εξελίξεων και της διαφορετικής φυσιογνωμίας της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που έχει ανάγκη ο κόσμος.
Θα είσαι υποψήφιος στις δημοτικές εκλογές με την Ανταρσία στις γειτονιές της Αθήνας. Μίλησέ μας για αυτή τη μάχη.
Ενα κομμάτι της πολιτικής της αντικαπιταλιστικής αριστεράς είναι η επαναδιεκδίκηση των πόλεων. Ότι δηλαδή οι πόλεις μας ανήκουν, όλες τις ώρες, σε όλους μας. Στη δική μου γενιά ήταν ανήκουστο να πεις ότι μια κοπέλα δεν μπορεί να κυκλοφορήσει ό,τι ώρα ήθελε, να διασκεδάσει, να χαρεί κλπ σε οποιοδήποτε δρόμο της Αθήνας. Πλέον αυτό σήμερα είναι υπό αμφισβήτηση, όχι όπως προσπαθούν να πουν διάφορες καθεστωτικές δυνάμεις που μιλούν για “ασφάλεια”, για “άβατο των Εξαρχείων”. Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι θέλουμε πόλεις ενιαίες. Οι μετανάστες είναι κομμάτι του κοινωνικού ιστού αυτής της πόλης, του πολιτισμού της. Και το τρίτο ότι θέλουμε πόλεις που να μην είναι διχοτομημένες, τριχοτομημένες και γενικά σε τομές. Θέλουμε πόλεις που να μην απέχουν οι συνοικίες και οι περιοχές με βάση την ταξική σύνθεση, να είναι ανοιχτές σε όλους. Θέλουμε πόλεις και αστικό ιστό που να είναι ενιαίος και προσβάσιμος από όλους. Θέλουμε πόλεις που δεν είναι μέσα στον κοινωνικό αποκλεισμό. Αυτή είναι η έννοια της Ανταρσίας στις γειτονιές της Αθήνας, που είναι μια ανταρσία απέναντι στις ταξικές, τις κοινωνικές διαφορές επαναδιεκδικώντας την ίδια μας την πόλη.
Είναι δεδομένο ότι το 2019 θα είναι χρονιά κρίσιμων πολιτικών εξελίξεων για την αντικαπιταλιστική αριστερά. Υπάρχει ήδη ένας κόσμος που νιώθει πολιτικά άστεγος. Υπάρχουν ήδη σπινθήρες επαναδραστηριοποίησης του εργατικού κινήματος. Πρέπει η αντικαπιταλιστική αριστερά να βγει μπροστά και να μη φοβηθεί αυτή την κίνηση. Το βασικό μας πρόβλημα είναι ότι είναι πάρα πολύ χαμηλά η αυτοπεποίθηση του κόσμου μετά την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ. Απέναντι σε αυτό πρέπει να δώσουμε μία αξιόπιστη εναλλακτική που μέσα από το κίνημα θα κάνει τον κόσμο να ανακτήσει την αυτοπεποίθησή του. Το αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ ότι μέσα από τη λιτότητα θα καταργήσει τη λιτότητα και ότι μέσα από τη βαλκανική επέκταση θα λύσει το πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας -στην πραγματικότητα της ελληνικής αστικής τάξης- το επόμενο χρονικό διάστημα, έχει καταρρεύσει. Και το ίδιο ισχύει και για το αφήγημα της δεξιάς που δεν είναι κατά πολύ διαφορετικό. Με αυτή την έννοια νομίζω, το 2019 πρέπει να μας βρει σε μια εγρήγορση και σε έναν προβληματισμό, να επανασυστήσουμε έναν έφηβο 200 χρόνων στην κοινωνία του καινούργιου αιώνα.