“Εμείς οι κομμουνιστές ενωμένοι στην Τρίτη Διεθνή, απορρίπτοντας τη δειλία, τα ψέματα και τη διαφθορά των ξεπερασμένων επίσημων σοσιαλιστικών κομμάτων, διακηρύσουμε ότι είμαστε άμεσοι συνεχιστές των ηρωικών προσπαθειών και θυσιών μιας μακράς σειράς επαναστατικών γενεών από τον Μπαμπέφ μέχρι τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λήμπνεχκτ.
Η σοσιαλιστική κριτική έχει ξεσκεπάσει επαρκώς την αστική εξουσία. Ο σκοπός του διεθνούς κομμουνιστικού κόμματος είναι να ανατρέψει αυτή την εξουσία και να βάλει τα θεμέλια της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Καλούμε τους εργάτες και τις εργάτριες όλου του κόσμου να συσπειρωθούν γύρω από το κομμουνιστικό λάβαρο, κάτω από το οποίο έχουν ήδη κερδηθεί οι πρώτες μεγάλες μάχες.
Προλετάριοι όλου του κόσμου, Ενωθείτε! Ενάντια στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα, στις μοναρχίες, στις προνομιούχες τάξεις, το αστικό κράτος και την αστική ιδιοκτησία, ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικής και εθνικής καταπίεσης!
Ενωθείτε κάτω από το λάβαρο της επαναστατικής πάλης για τη σοβιετική εξουσία και τη δικτατορία του προλεταριάτου, κάτω από το λάβαρο της Τρίτης Διεθνούς!”.
Με αυτές τις φράσεις τέλειωνε η Διακήρυξη στο παγκόσμιο προλεταριάτο της Κομμουνιστικής Διεθνούς στις 6 Μάρτη του 1919. Συγγραφέας της ήταν ο Τρότσκι και το κείμενο υιοθετήθηκε ομόφωνα στην τελευταία συνεδρίαση του ιδρυτικού συνεδρίου της νέας Διεθνούς (που έμεινε γνωστή και σαν Κομιντέρν).
Στο ιδρυτικό συνέδριο, που είχε ξεκινήσει τις εργασίες του στις 2 Μάρτη, συμμετείχαν 34 αντιπρόσωποι με δικαίωμα ψήφου για τις αποφάσεις και 18 με συμβουλευτική ψήφο. Η πρωτοβουλία για την σύγκλησή του -και την ίδρυση της Κομιντέρν- ανήκε στο κόμμα των μπολσεβίκων, που είχε εκατοντάδες χιλιάδες μέλη και το κύρος της νικηφόρας επανάστασης. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας είχε ιδρυθεί τρεις μήνες πριν και είχε μερικές δεκάδες χιλιάδες μέλη. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες εκπροσωπούσαν μικρές επαναστατικές οργανώσεις και ρεύματα.
Σε ένα χρόνο, ωστόσο, η εικόνα είχε αλλάξει εντυπωσιακά. Στο δεύτερο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, το καλοκαίρι του 1920, συμμετείχαν 217 αντιπρόσωποι από 40 χώρες και 67 οργανώσεις και κόμματα που συσπείρωναν εκατοντάδες χιλιάδες μέλη το καθένα. Ήταν ένα πραγματικό “τρεχαλητό προς την Κομμουνιστική Διεθνή” όπως παρατήρησε τότε ο Λένιν. Η Διεθνής είχε γίνει από ιδέα υλική δύναμη.
Το “τρεχαλητό”, που παρέσυρε και ηγεσίες που μόνο επαναστατικές δεν ήταν, αντανακλούσε τις αλλαγές στις ιδέες εκατομμυρίων εργατών και εργατριών στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Οι εμπειρίες του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και κυρίως το παράδειγμα της Ρώσικης Επανάστασης, δημιούργησαν μαζικά ρεύματα ριζοσπαστικοποίησης στην εργατική τάξη σε όλες τις χώρες. Τον Νοέμβρη του 1918 η επανάσταση είχε περάσει από τη Ρωσία στην Γερμανία. Δυο-τρεις βδομάδες μετά το ιδρυτικό συνέδριο της Κομιντέρν, στη Βουδαπέστη ανακηρυσσόταν η Δημοκρατία των Συμβουλίων και στο Τορίνο τα εργοστασιακά συμβούλια έδιναν την πρώτη μεγάλη μάχη της “κόκκινης διετίας”.
Ρίζες
Η Τρίτη Διεθνής δεν χρωστούσε τις επιτυχίες της απλά στη διάθεση «να το κάνουμε όπως οι Ρώσοι» (σύνθημα των απεργιών στη Βιέννη του 1918) που είχε απλωθεί σε όλη τη αιματοβαμμένη και εξαντλημένη Ευρώπη. Τα θεμέλιά της μπήκαν στις πολιτικές και θεωρητικές αντιπαραθέσεις και συζητήσεις του 1914-1916 και τα οργανωτικά αποκρυσταλλώματά τους.
Οταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, τα μεγάλα κόμματα της Σοσιαλιστικής Διεθνούς πρόδωσαν τις αντιπολεμικές διακηρύξεις τους και τις διεθνιστικές αρχές τους και έσπευσαν να “υπερασπίσουν την πατρίδα”, δηλαδή τις άρχουσες τάξεις στην ιμπεριαλιστική σφαγή. Γι’ αυτό το λόγο ο Λένιν από το φθινόπωρο του 1914 έγραφε: «η Δεύτερη Διεθνής είναι νεκρή, ζήτω η Τρίτη Διεθνής!»
Ενα βήμα σε αυτή την κατεύθυνση έγινε τον Σεπτέμβρη του 1915 στη Συνδιάσκεψη του Τσίμερβαλντ (μια ελβετική κωμόπολη). Εκεί συγκεντρώθηκαν οι αντιπρόσωποι κομμάτων και ρευμάτων της αντιπολεμικής αριστεράς. Ήταν λίγοι -κάποιοι αστειεύονταν ότι μισό αιώνα από την ίδρυση της Πρώτης Διεθνούς οι διεθνιστές της Ευρώπης γέμιζαν με το ζόρι τέσσερις άμαξες. Ομως, η επίδραση του Τσίμερβαλντ στο αντιπολεμικό κίνημα και την Αριστερά ήταν τεράστια.
Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι ήταν ο κορμός της “αριστεράς του Τσίμερβαλντ” που υποστήριζε ότι το τέλος του πολέμου μπορεί να έρθει μόνο με την εργατική επανάσταση. Η “αριστερά του Τσίμερβαλντ”, έβαζε επίσης στόχο τη δημιουργία επαναστατικών κομμάτων και μιας νέας επαναστατικής διεθνούς.
Η απόφαση για τη σύγκληση του ιδρυτικού συνεδρίου της Κομιντέρν πάρθηκε τον Δεκέμβρη του 1918, όταν στη Μόσχα κατέφθασε μετά από πολλές περιπέτειες ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Σπάρτακου, της οργάνωσης της Λούξεμπουργκ και του Λήμπνεχκτ στην Γερμανία. Η επανάσταση είχε ξεσπάσει τον Νοέμβρη και είχε βάλει τέλος στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο αντιπρόσωπος, ο Έντουαρντ Φουκς, μετέφερε και το κείμενο που είχε γράψει η Λούξεμπουργκ “τι ζητά η Ενωση Σπάρτακος” που θα υιοθετούσε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς το ιδρυτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας. Αυτό το ντοκουμέντο μαζί με το πρόγραμμα του κομμουνιστικού κόμματος Ρωσίας (μπολσεβίκοι) θα αποτελούσαν την προγραμματική βάση της νέας Διεθνούς.
Επιλογές
Η Κομμουνιστική Διεθνής έγινε σχολείο στρατηγικής και τακτικής για τα νέα επαναστατικά κόμματα που διαμορφώνονταν με ταχείς ρυθμούς στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο.
Εδωσε μια σαφή απάντηση στο δίλημμα μεταρρύθμιση ή επανάσταση. Από την αρχή, η Κομιντέρν ξεκαθάρισε ότι ο σοσιαλισμός δεν θα έρθει από τα κοινοβουλευτικά έδρανα και τα υπουργικά γραφεία, αλλά θα είναι έργο της ίδιας της εργατικής τάξης που θα συντρίψει το αστικό κράτος και θα χτίσει τη δικιά της δημοκρατία, των εργατικών συμβουλίων. Αυτό ήταν το νόημα της φράσης «δικτατορία του προλεταριάτου» που υπάρχει στα κείμενά της. Οπως ανέφερε ο Λένιν στο κείμενο για τον “κοινοβουλευτισμό και τη δικτατορία του προλεταριάτου” που υιοθέτησε το ιδρυτικό συνέδριο της Κομιντέρν:
“Η ουσία της σοβιετικής εξουσίας είναι ότι η μόνιμη και μοναδική βάση όλης της κρατικής εξουσίας, όλου του κρατικού μηχανισμού είναι η μαζική οργάνωση εκείνων των τάξεων που καταπίεζαν οι καπιταλιστές, δηλαδή της εργατικής τάξης και των μισοπρολετάριων... Οι μάζες, που ακόμα και στις πιο ελεύθερες αστικές δημοκρατίες στις οποίες είχαν ίσα δικαιώματα σύμφωνα με το νόμο, αλλά που στην πράξη παρεμποδίζονταν με χίλιους τρόπους και κόλπα να παίρνουν μέρος στην πολιτική ζωή και να κάνουν χρήση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, τώρα τραβιούνται σε μια συνεχή, ανεμπόδιστη και αποφασιστική συμμετοχή στη δημοκρατική διαχείριση του κράτους”.
Οταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας στην Γερμανία, κατακεραύνωνε την “μπολσεβίκικη δικτατορία”. Αυτή είναι δικτατορία μιας μειοψηφίας έλεγε, η “πραγματική δημοκρατία” είναι η εθνοσυνέλευση και το -αστικό- κοινοβούλιο. Γι' αυτό έστειλε τις αντεπαναστατικές συμμορίες των Φραικορπς για να δολοφονήσουν την Λούξεμπουργκ και τον Λήμπνεχκτ και να τσακίσουν τα εργατικά συμβούλια. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, που στήριξε η σοσιαλδημοκρατία με τόση επιμονή, παραδιδόταν αμαχητί στους ναζί του Χίτλερ.
Ο διεθνισμός βρισκόταν στην καρδιά της επαναστατικής στρατηγικής που ενσάρκωνε η Κομμουνιστική Διεθνής. Το 1920 το Δεύτερο Συνέδριο της Διεθνούς ενέκρινε τους περίφημους «21 όρους» για την εισδοχή κομμάτων στις τάξεις της. Ένας από αυτούς υποχρέωνε τα κόμματα-μέλη να υποστηρίξουν έμπρακτα κάθε κίνημα αποικιακού λαού ή καταπιεσμένης μειονότητας μέχρι και του αποχωρισμού από το κράτος «του». Το 1923, όταν τα Γαλλικά στρατεύματα κατέλαβαν την περιοχή του Ρουρ στη δυτική Γερμανία, το Γερμανικό κόμμα αρνήθηκε να στηρίξει την «εθνική αντίσταση» και κάλεσε τους εργάτες σε Γερμανία και Γαλλία να στραφούν ενάντια στις κυβερνήσεις τους.
Μια από τις λιγότερο γνωστές αποφάσεις του ιδρυτικού συνέδριου της Κομμουνιστικής Διεθνούς ήταν εκείνη που πρότεινε η Αλεξάντρα Κολοντάι. Η πρώτη φράση της απόφασης διακήρυτε ότι: “Το συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς δηλώνει ότι η επιτυχία όλων των σκοπών τους οποίους θέτει όπως και η τελική νίκη του παγκόσμιου προλεταριάτου και η ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος μπορούν να έρθουν μόνο με τον κοινό, ενωμένο αγώνα των εργατριών και των εργατών”.
Είχε προηγηθεί η ομιλία της στο συνέδριο όπου τόνιζε: “Αντί οι γυναίκες να κάνουν τις δουλειές του σπιτιού, θα μπορούσαν να παίζουν έναν τεράστιο ρόλο στο να οργανώνουν την κοινωνία. Αντί να μορφώνουν την οικογένεια, οι γυναίκες θα μπορούσαν να συμμετέχουν στην ενίσχυση και την ανάπτυξη της καινούργιας σοσιαλιστικής δημόσιας Παιδείας. Η νέα Κομμουνιστική Διεθνής πρέπει να βάλει στον εαυτό της το καθήκον να αξιοποιήσει τις γυναίκες προλετάριες για να τραβήξουμε και να κερδίσουμε όλες τις εργαζόμενες στο στόχο για ένα καινούργιο τρόπο ζωής, να αναπτύξουμε μια νέα στάση, μια νέα σχέση ανάμεσα στα φύλα” .
Ο αντιρατσισμός έγινε το “σήμα κατατεθέν” της δράσης των επαναστατικών κομμάτων της Κομιντέρν, ακόμα και αν χρειάστηκε επίμονη δουλειά και πολιτικές μάχες στο εσωτερικό τους για να αποκτήσουν αυτό τον προσανατολισμό.
Το 1922 στο τέταρτο συνέδριό της, μίλησε ο μαύρος ποιητής Κλοντ Μακί. Ηταν μέλος μιας ριζοσπαστικής μαύρης οργάνωσης της African Blood Brotherhood που υποστήριζε την ένοπλη αυτοάμυνα στα ρατσιστικά πογκρόμ. Κι ο Μακί εξήγησε ότι “όταν το 1919 η Κομμουνιστική Διεθνής δημοσίευσε το μανιφέστο της που περιείχε ένα απόσπασμα για την απελευθέρωση των αποικιών, πολλές ριζοσπαστικές ομάδες μαύρων το κυκλοφόρησαν στις ΗΠΑ”. Σύντομα αυτή η οργάνωση εντάχτηκε στο κομμουνιστικό κίνημα των ΗΠΑ.
Κόμμα
Η ίδια η ανάγκη ύπαρξης ενός ξεχωριστού επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης ήταν η τρίτη στρατηγικού χαρακτήρα επιλογή που σημάδεψε τη γέννηση της Κομιντέρν.
Η επανάσταση δεν ήταν «προνόμιο» της Ρωσίας. Ξέσπασε και στην Γερμανία, και στην Ουγγαρία, στην Ιταλία η εργατική τάξη έφτασε στα πρόθυρά της στη διάρκεια της «κόκκινης διετίας» του 1919-20. Όμως, πουθενά δεν υπήρξε ένα επαναστατικό κόμμα που να συσπειρώνει τμήματα των πρωτοπόρων αγωνιστών της τάξης, και με την εμπειρία της παρέμβασης στους αγώνες της πριν ξεσπάσει η επανάσταση. Αυτό έκανε τη διαφορά.
Οπως επισήμανε η απόφαση του Δεύτερου Συνέδρίου της: “Η Κομμουνιστική Διεθνής είναι αποφασιστικά αντίθετη στις απόψεις ότι το προλεταριάτο μπορεί να νικήσει στην επανάσταση χωρίς να είναι οργανωμένο σε ένα δικό του επαναστατικό κόμμα. Κάθε ταξικός αγώνας είναι μια πολιτική μάχη. Ο στόχος μιας τέτοιας μάχης που αναπόφευκτα θα μετατραπεί σε εμφύλιο πόλεμο είναι η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Το προλεταριάτο δεν μπορεί να πάρει την εξουσία, να την οργανώσει και να την κάνει να λειτουργήσει εάν δεν είναι οργανωμένο σε πολιτικό κόμμα”.
Η Κομμουνιστική Διεθνής επεδίωκε να μην είναι ένα απλό φόρουμ επαναστατών, αλλά το παγκόσμιο κόμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτό το αντανακλούσαν οι κανόνες λειτουργίας της και η δομή της. Ένα κόμμα και συγκεντρωτικό στη δράση –όσο το επέτρεπε ο διεθνής χαρακτήρας του- και δημοκρατικό στη συζήτηση.
Η πλατιά συζήτηση και η ελεύθερη έκφραση των απόψεων και των διαφωνιών ήταν απαραίτητες γιατί τα νεαρά κομμουνιστικά κόμματα έπρεπε να προσανατολιστούν σε συνθήκες που άλλαζαν, διατηρώντας και τον επαναστατικό χαρακτήρα τους, αλλά και τη σχέση τους με την εργατική τάξη.
Η συζήτηση και η αντιπαράθεση για τη συμμετοχή των κομμουνιστών στα συνδικάτα ή στις εκλογές για το αστικό κοινοβούλιο κυριάρχησε για παράδειγμα στο Δεύτερο Συνέδριο –γι’ αυτή την συζήτηση έγραψε ο Λένιν το κλασσικό βιβλίο «Αριστερισμός, η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού».
Στο Τρίτο και το Τέταρτο Συνέδριο της Κομιντέρν, το 1921 και το 1922 αντίστοιχα, κυριάρχησε η συζήτηση για το Ενιαίο Μέτωπο. Οπως εξηγούσε η απόφαση του Τρίτου Συνεδρίου: “Το πιο σημαντικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Κομμουνιστική Διεθνής σήμερα είναι πώς να κερδίσει την κυρίαρχη επιρροή στην πλειοψηφία της εργατικής τάξης και να φέρει τα πιο αποφασιστικά τμήματα της στις γραμμές του αγώνα. Γιατί είναι αλήθεια ότι παρά την αντικειμενικά επαναστατική κατάσταση… η πλειοψηφία των εργατών δεν βρίσκεται ακόμα κάτω από την επιρροή των κομμουνιστών”.
Είναι μια συζήτηση που είναι πολύ χρήσιμη και για την επαναστατική αριστερά σήμερα. Τα συμπεράσματά της συμπυκνώνονται στη φράση του Λένιν «χτυπάμε μαζί, βαδίζουμε χωριστά». Τα επαναστατικά κόμματα πρέπει να πρωτοστατούν στη κοινή δράση όλης της εργατικής τάξης ακόμα και αν αυτό σημαίνει συνεργασίες με ρεφορμιστικές ηγεσίες και γραφειοκράτες που είναι πράκτορες της αστικής τάξης στις γραμμές του εργατικού κινήματος. Στην κοινή δράση, για τις οικονομικές και πολιτικές διεκδικήσεις, επαναστατικά κόμματα θα κερδίσουν τα πιο πρωτοπόρα τμήματα της τάξης στην προοπτική της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού.
Σε αυτά τα πρώτα χρόνια της δράσης της, που σχηματικά καλύπτουν τα τέσσερα πρώτα συνέδριά της, η Κομιντέρν κατάφερνε να δράσει σαν πυξίδα για τα νέα επαναστατικά κόμματα που διαμορφώνονταν μέσα από τις ταξικές μάχες σε όλο τον κόσμο.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, την πορεία της την καθόρισε η τύχη της Ρώσικης Επανάστασης. Η επικράτηση του σταλινισμού στέρησε τη Διεθνή από το επαναστατικό της περιεχόμενο και τη διεθνιστική στρατηγική της. Μετατράπηκε σε μια γραφειοκρατική δομή που ακολουθούσε πιστά τις επιλογές της νέας άρχουσας τάξης στην Ρωσία και τις στροφές της εξωτερικής της πολιτικής, μέχρι τη διάλυσή της το 1943.
Εκατό χρόνια μετά την ίδρυσή της, όμως, καμιά προσπάθεια να οικοδομήσουμε την εναλλακτική απέναντι στον καπιταλισμό και τη χρεοκοπία του ρεφορμισμού δεν μπορεί να έχει επιτυχία, αν δεν στηρίζεται στην εμπειρία και τα διδάγματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Διαβάστε επίσης
Θα τα βρείτε στο Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο
Φειδίου 14 πίσω από Τιτάνια-ΡΕΞ
τηλ. 2105247584 www.marxistiko.gr