Τα φετινά Pride είναι αφιερωμένα στον Ζακ Κωστόπουλο, απαιτώντας δικαιοσύνη για τη δολοφονία του.
Η Άννυ Παπαρρούσου, δικηγόρος της οικογένειας του Ζακ, μίλησε στην Εργατική Αλληλεγγύη και τη Λένα Βερδέ, για τη μεγάλη αυτή μάχη.
Το περιστατικό της βίαιης ανθρωποκτονίας του Ζαχαρία Κωστόπουλου στις 21 Σεπτεμβρίου του 2018 δεν θα το γνωρίζαμε καν αν δεν υπήρχε ένα βίντεο από μία αυτόπτη μάρτυρα που με το κινητό της τραβούσε τις σκηνές. Έτσι μάθαμε την ιστορία, το πώς εκτυλίχτηκε. Πριν από τη δημοσιοποίηση του βίντεο σχηματίστηκε μια δικογραφία η οποία βασίστηκε στο αφήγημα ότι ένας ληστής μπήκε μέσα στο κοσμηματοπωλείο, επιχείρησε να βγει, κόπηκε στα τζάμια και πέθανε. Δηλαδή είχε ήδη αποκρυφτεί το γεγονός της άσκησης της ακραίας σωματικής βίας του ιδιοκτήτη του καταστήματος και του μεσίτη που προσέτρεξε να τον βοηθήσει στις κλωτσιές, αλλά επίσης και το γεγονός της κακοποίησης και των βασανιστηρίων που υπέστη ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος, στη τελευταία φάση που βρίσκεται πεσμένος στο έδαφος, από τους αστυνομικούς της ομάδας Ζήτα και Δέλτα που έχουν λάβει σήμα για έναν ληστή και έρχονται να επιχειρήσουν τη σύλληψή του.
Αυτά τα περιστατικά λοιπόν, στην πρώτη δικογραφία δεν αποτυπώνονται σε καμία περίπτωση. Έτσι ο κοσμηματοπώλης είναι ελεύθερος να σκουπίσει τα τζάμια, να δώσει συνεντεύξεις στην τηλεόραση, να πει παντού όσα ξέρουμε ότι είπε. Μόνο όταν δημοσιοποιήθηκε το βίντεο, κινητοποιήθηκαν οι αστυνομικοί και τον συνέλαβαν με τα χίλια βάσανα. Μετά από λίγες μέρες ταυτοποιήθηκε και ο μεσίτης. Ως προς αυτούς τώρα, ασκήθηκε από τον ανακριτή δίωξη για θανατηφόρα σωματική βλάβη και όχι για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, όπως ήταν το σωστό. Σε αυτή τη βάση, απολογήθηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους. Και άρχισε η ανάκριση χωρίς στην πραγματικότητα να υπάρχει ουσιαστική συνδρομή της αστυνομίας ως όφειλε.
Συγκεκριμένα, δεν απέκλεισε το χώρο έτσι ώστε να μείνουν αλώβητα τα πειστήρια –αυτό έγινε πολύ αργότερα, αφού είχε σκουπίσει ο κοσμηματοπώλης, αφού πέρασε ο κρίσιμος χρόνος. Δεν ελήφθη υλικό από τις κάμερες που υπήρχαν πολλές γύρω -με αποτέλεσμα το υλικό που κατέληξε στην ανάκριση να είναι από δύο μόνο κάμερες, που είχαν τη σημασία τους εν τέλει αλλά παρόλα αυτά δεν έχουμε το υλικό που θα μπορούσαμε να έχουμε. Επίσης δεν αναζητήθηκαν αυτόπτες μάρτυρες ενώ υπήρχαν πάρα πολλοί διότι ήταν Παρασκευή, μέρα μεσημέρι, πολύς κόσμος ήταν έξω στους δρόμους, τα καφενεία ήταν γεμάτα. Συν τοις άλλοις, όλη η ανάκριση εκτυλίχθηκε στη βάση του ότι διερευνούμε μία «ληστεία».
Να σημειωθεί εδώ ότι το βίντεο με την ακραία βία των αστυνομικών εμφανίστηκε τέσσερις μέρες μετά, δηλαδή το ρόλο της αστυνομίας τον μάθαμε αργότερα. Αυτό που ξέραμε μέχρι τότε ήταν πως ο Ζαχαρίας διακομίστηκε νεκρός στο νοσοκομείο και πιστεύαμε ότι αυτό οφειλόταν στις αρχικές βλάβες. Αν υπήρχε δηλαδή μια δυνατότητα να σωθεί, δεν του δόθηκε. Απόλυτα αρνητικός ήταν και ο ρόλος του ΕΚΑΒίτη που ήταν παρών στο περιστατικό και απαξίωσε να δώσει οποιαδήποτε βοήθεια σύμφωνα με τα πρωτόκολλα διάσωσης, δεν έκανε καν τεχνική ανάνηψης, δεν διασφάλισε ένα περιβάλλον που ο άνθρωπος θα αισθανόταν ασφαλής και δεν απέτρεψε τους αστυνομικούς από το να ασκήσουν μια τέτοια ακραία βία, γνωρίζοντας ο ίδιος ή τουλάχιστον έχοντας μια άποψη ότι ο άνθρωπος αυτός δεν μπορούσε να αντισταθεί.
Οι αστυνομικοί κλήθηκαν αργότερα κι αυτοί από τον ανακριτή και κατά τεσσάρων από αυτούς ασκήθηκε δίωξη επίσης για θανατηφόρα σωματική βλάβη, και όχι για ανθρωποκτονία. Η οικογένεια και εμείς οι πληρεξούσιοι της Πολιτικής Αγωγής πιστεύουμε ότι αυτή η κατηγορία δεν είναι ορθή. Είναι μεν κακούργημα αλλά είναι στον κατώτερο βαθμό του ποινικού κολασμού σε σχέση με αυτό τον κύκλο των αδικημάτων και γι' αυτό και είναι όλοι ελεύθεροι. Γι’ αυτό το λόγο έχουμε ασκήσει μήνυση κατά κατά του κοσμηματοπώλη και του μεσίτη για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, κατά όλων των αστυνομικών -των τεσσάρων για αυτουργία γιατί είναι αυτοί που έρχονται σε σωματική επαφή με το Ζαχαρία και των πέντε για απλή συνέργεια στην ανθρωποκτονία- και κατά του ΕΚΑΒίτη για έκθεση σε κακουργηματικό βαθμό.
Ποιος ήταν ο ρόλος του κινήματος σε όλες αυτές τις αποκαλύψεις;
Αυτή η δολοφονία ανέδειξε πολύ εμφατικά την εχθρική στάση μίας μερίδας την κοινωνίας, συντηρητικής βεβαίως, απέναντι στο «άλλο», το «διαφορετικό». Και ήταν επόμενο ότι αμέσως θα συστρατευόταν το κομμάτι της κοινωνίας που δεν θέλει να το επιτρέψει αυτό. Από την πρώτη στιγμή δημιουργήθηκε ένα κίνημα, υπήρξε μια τεράστια κινητοποίηση και από τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα αλλά και από την ευρύτερη κοινωνία, από όλες τις μεριές που μπορεί να φανταστεί κανείς, από όλους όσους έχουν έστω και μία ελάχιστη δημοκρατική ευαισθησία. Φυσικά, οι πυρήνες οι κοινωνικοί και πολιτικοί που βοήθησαν ήταν πολύ συγκεκριμένοι, ήταν κομμάτι της αριστεράς, της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, της αναρχίας. Στήριξαν πάρα πολύ την προσπάθεια που έγινε να μην θαφτεί αυτό το γεγονός, να συνεχίσει να υπάρχει στη μνήμη των ανθρώπων, να μην ξεχαστεί η φρίκη.
Έτσι, αν αυτή η δικογραφία έρχεται με κάποια στοιχεία -όχι πλήρη, αρκετά ωστόσο για να αποδοθούν κατηγορίες και να φτάσει στο δικαστήριο- είναι λόγω των δικών μας ενεργειών, της πολιτικής αγωγής, αλλά και των οργανώσεων, των φίλων, της κοινωνίας ολόκληρης που προσέτρεξε να βοηθήσει. Έπρεπε να πιεστεί η αστυνομία για να προσκομίσει βασικά στοιχεία που πρέπει να υπάρχουν σε μια παρόμοια δικογραφία, όπως για παράδειγμα τις διαβιβάσεις. Έπρεπε να παρέμβει η ερευνητική ομάδα Forensic Architecture για να βρεθεί πολύ αργότερα ένας άνθρωπος που φαινόταν σε όλα τα βίντεο να παίζει κύριο ρόλο από την αρχή και που ενώ είχε ζητηθεί από τον ανακριτή να ανευρεθεί και να προσέλθει στην ανάκριση, η αστυνομία είχε απαντήσει ότι δεν είναι δυνατόν να ανευρεθεί.
Έπρεπε να βουίξει ο τόπος για να διαταχθεί ΕΔΕ για τους αστυνομικούς, τη στιγμή που ΕΔΕ διατάσσεται για το παραμικρό. Γι' αυτό το περιστατικό, όμως, όχι, εκτός από μία υποδεέστερη διαδικασία η οποία διερευνά το ενδεχόμενο αν χρειάζεται τελικά να γίνει ΕΔΕ. Και παρότι τελικά διατάχτηκε ΕΔΕ, ακόμα δεν έχουμε πόρισμα. Από δημοσιεύματα μάθαμε ότι η εισήγηση ήταν να αποταχτούν οι τέσσερις αστυνομικοί από το σώμα και οι υπόλοιποι να υποβληθούν σε πειθαρχικές ποινές.
Έπρεπε να έρθει η ιατροδικαστική έκθεση για να διαψεύσει το αφήγημα και την εδραιωμένη πεποίθηση που ξέραμε ότι είχαν οι δράστες ότι επρόκειτο για ένα τοξικομανή, ένα παραβατικό άτομο που έπρεπε να πεθάνει με αυτό τον τρόπο γιατί δεν άξιζε να ζει. Οι ιστολογικές και όλες οι άλλες εξετάσεις απέδειξαν ότι ο Ζακ δεν είχε πάρει καμία ουσία, δεν ήταν τοξικομανής, δεν είχε άλλη νόσο. Πέθανε μετά από μισή ώρα συνεχούς και ακραίας κακοποίησης και φόβου, όπως ενδέχεται κάθε άνθρωπος στη θέση του να πέθαινε, και μάλιστα άντεξε και πολύ γιατί ήταν και νέος άνθρωπος.
Φυσικά, όλη αυτή η κινητοποίηση έχει σχέση με την προσωπικότητα και του ίδιου του Ζακ που ήταν ένας καλός άνθρωπος, ένας ακτιβιστής που τοποθετήθηκε πολλές φορές ανοιχτά στην κοινωνία για τα δικαιώματα τα δικά του και των άλλων, μία ανοιχτή προσωπικότητα που ο χαμός του και με αυτό τον τρόπο συγκίνησε και συντάραξε όχι μόνο τους ανθρώπους που τον είχαν γνωρίσει είτε προσωπικά είτε μέσω της δημόσιας δράσης του, αλλά πολύ περισσότερους. Αυτή η βούληση, της κινητοποίησης και δράσης για να μην ξεχαστεί η υπόθεση, εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα.
Ποια θα είναι, κατά τη γνώμη σου, η σημασία αυτής της δίκης;
Έχει τεράστια πολιτική και κοινωνική σημασία η αναγνώριση της σπουδαιότητας που έχει η υπόθεση σε σχέση με την κίνηση της κοινωνίας προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, με το αν δηλαδή αυτού του τύπου οι συμπεριφορές θα είναι αποδεκτές ή όχι. Δεν είναι ανάγκη να έχει κανείς κάποια πολιτική ένταξη για να το αναγνωρίσει αυτό. Μια τιμωρία των ενόχων έχει σημασία γιατί τότε θα αρχίσει να γίνεται σεβαστή η κοινωνική αναγκαιότητα ότι πρέπει να σέβεσαι τον άλλο, ότι δεν υπάρχει χώρος για τέτοια βία.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία επίσης γιατί πιστεύουμε ότι με τον τρόπο που πέθανε ο Ζακ έχουν πεθάνει και άλλοι, τοξικομανείς, «περιθωριακοί», άνθρωποι που θεωρούνται ότι η ζωή τους είναι ανάξια να βιωθεί. Μας το δείχνει το γεγονός ότι υπήρχε μια τεχνογνωσία που οδήγησε στην απόκρυψη του περιστατικού, στην πρώτη φάση τουλάχιστον. Αυτή η ακραία τοποθέτηση θα διαρραγεί από τη στιγμή που θα επιβληθούν σοβαρές ποινές στους δράστες.
Η στήριξη της κοινωνίας σε κάθε στάδιο είναι απολύτως απαραίτητη όπως ακριβώς έγινε μέχρι σήμερα. Ξέρουμε ότι οι κατηγορούμενοι θα υπερασπιστούν τον εαυτό τους στη βάση ότι δέχτηκαν επίθεση από έναν «τρομερό ληστή», από έναν «απροσδιόριστο τύπο» σε «κατάσταση αμόκ» από τον οποίο αισθάνθηκαν ότι κινδυνεύουν και βέβαια με το αφήγημα της διαφορετικότητας του άλλου που δεν χωράει στην «υγιή κοινωνία» που οι ίδιοι εκπροσωπούν. Οι αστυνομικοί από τη μεριά τους θα πουν ότι τήρησαν απαρέγκλιτα τα πρωτόκολλα που έχουν. Υπάρχουν διάφοροι νομικοί ισχυρισμοί οι οποίοι βέβαια βασίζονται σε κοινωνικού και πολιτικού τύπου αφηγήματα. Άρα θα έχει ενδιαφέρον γιατί ναι, σε αυτή τη δίκη θα συγκρουστούν δύο κόσμοι.