Φέτος συμπληρώνονται ακριβώς τρεις δεκαετίες από την κομβική χρονιά που σηματοδοτήθηκε συμβολικά από τις εικόνες του γκρεμίσματος του τείχους του Βερολίνου. Το ημερολόγιο έγραφε 9 Νοεμβρίου 1989 κι ανάμεσα στους πανηγυρίζοντες για την επανένωση της Γερμανίας, βρέθηκαν οι αυτόκλητοι προφήτες οι οποίοι υιοθέτησαν την προοπτική του τέλους της Ιστορίας, πρόβλεψη που συγκυριακά την «άρπαξαν» από το φιλελεύθερο Αμερικανό διανοούμενο Φράνσις Φουκουγιάμα.
Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Λέανδρος Μπόλαρης στο πρόλογο της νέας έκδοσης της «Ανοιχτής Επιστολής», «τέτοιου είδους πανηγυρισμοί έχουν μπει στο συρτάρι. Αν τότε οι προβλέψεις για το μέλλον υπόσχονταν ευημερία και δικαιώματα για όλους σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία, αυτό που κυριαρχεί σήμερα στις άρχουσες τάξεις είναι ο φόβος και η απαισιοδοξία για την αστάθεια και την κρίση που συγκλονίζει το σύστημά τους». Από την πλευρά του, ο Κάρολ Μοτζελέφσκι θα σχολιάσει σε συνέντευξή του στον Ζαν-Ιβ Ποτέλ: «Η δημοκρατία υποφέρει από την παγκοσμιοποίηση. Αυτή ενισχύει τις ανισότητες και αυξάνει τον αριθμό των ανθρώπων που δεν μετράνε πλέον, οι οποίοι θεωρούνται, αδίκως, ως αμελητέες ποσότητες.
Και κυρίως, μετατρέπει τη δημοκρατία σε μια μορφή χωρίς περιεχόμενο, όπως τα σλάβικα πασχαλινά αυγά που τα έχουν αδειάσει. Δημοκρατία δεν υπάρχει πλέον παρά μόνο στο επίπεδο του κεντρικού κράτους, αλλά ούτε κι εκεί! Οι οικονομικές αποφάσεις από τις οποίες εξαρτώνται οι συνθήκες ζωής όλων μας παίρνονται από την κίνηση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Αυτό είναι που εξηγεί την αδυναμία, αν όχι την κατάρρευση, της δημοκρατίας».
Εργατικές επαναστάσεις
Η «Ανοιχτή Επιστολή», μια επαναστατική μαρξιστική ανάλυση του υπαρκτού πολωνικού κομμουνιστικού συστήματος, είναι αποτέλεσμα σημαινόντων και σημαντικών εργατικών εξεγέρσεων και επαναστάσεων στις πρώην κατ' όνομα λαϊκές δημοκρατίες, με τις δύο κορυφώσεις τους, την Ουγγρική Επανάσταση το 1956 και την Άνοιξη της Πράγας το 1968. Και στις δύο περιπτώσεις, τα σοβιετικά τανκ εισέβαλλαν στις εν λόγω χώρες-δορυφόρους και εν όπλοις κατέστειλαν την κομματική «ανορθοδοξία» των επαναστατών. Στο ίδιο αμφισβητησιακό και ανατρεπτικό περιβάλλον, εντάσσεται και η Πολωνία με τα κινήματα, τις εξεγέρσεις και τις απεργίες του 1956, του 1968, της διετίας 1970-1971 και του διεθνοποιημένου εργατικού κινήματος της Αλληλεγγύης (1980-1981), με ονοματοδότη τον Κάρολ Μοτζελέφσκι.
Ο ιστορικός του Μεσαίωνα και ο καθηγητής Παιδαγωγικής είχαν συνδεθεί με τους δεσμούς της φιλίας και της συντροφικότητας, ήδη από το 1956, όταν ο κατά τρία χρόνια μεγαλύτερος Κουρόν διήγε βίο φοιτητή της Παιδαγωγικής στο πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, όμως μοιραζόταν με το νεοεισαχθέντα φοιτητή Ιστορίας Μοτζελέφσκι, την ίδια αγωνία για το μέλλον του σοσιαλισμού με εργατικό δημοκρατικό πρόσωπο επί κυριαρχίας του τότε γενικού γραμματέα του Πολωνικού Εργατικού Κόμματος Βλάντισλαβ Γκομούλκα. Η συμμετοχή τους ως φοιτητών στα εξεγερσιακά τεκταινόμενα τους ένωσε διά βίου -δύο σύντροφοι με μία φωνή-, ώσπου τους συναντάμε εκ νέου να συμμετέχουν το 1964 σε κοινούς αγώνες.
Είναι η χρονιά που οι πρώην φοιτητές -έχουν παρέλθει οκτώ χρόνια από την πρώτη τους ένωση- πλέον εργάζονται ως διδάσκοντες στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας. Το κείμενο της «Ανοιχτής Επιστολής στο Πολωνικό Εργατικό Κόμμα» αρχικά συντάχθηκε με αποδέκτες μια μικρή ομάδα φοιτητών, διανοούμενων και εργατών, όμως η μυστική αστυνομία του καθεστώτος κατάσχει τα πρώτα αντίτυπα τυπωμένα σε πολύγραφο και συλλαμβάνει τους συντάκτες τους με τις κατηγορίες για «υπονομευτικές δραστηριότητες» και «διασπορά ψευδών ειδήσεων». Κουρόν και Μοτζελέφσκι θα οδηγηθούν σε δίκη και θα καταδικαστούν ο πρώτος σε τρία χρόνια φυλάκισης και ο δεύτερος σε έξι μήνες περισσότερους.
Σ' αυτό το σημείο, αξίζει τον κόπο να δώσουμε τον λόγο στον Κάρολ Μοτζελέφσκι, ο οποίος στην αυτοβιογραφία του προβαίνει σε μία εκ των υστέρων αποτίμηση της «Ανοιχτής Επιστολής»: «Ήταν η εποχή της νεανικής εξέγερσης στην Ευρώπη και στην Αμερική. Φούντωνε το κίνημα ενάντια στο μεσοαστικό κομφορμισμό των δυτικών κοινωνιών όσο και ενάντια στον αυταρχικό κομφορμισμό των γραφειοκρατικών κομμουνιστικών κομμάτων και της μοσχοβίτικης Μέκκας τους». Μέσα σε μία τριετία από το 1966 έως το 1969 -και αν αναλογιστούμε την καταδίκη των Κουρόν - Μοτζελέφσκι, γεγονός που απαγόρευε την κυκλοφορία του εντός της Πολωνίας-, το αιρετικό και ανορθόδοξο αυτό κείμενο ανάγνωσης του επικρατούντος κομμουνισμού, μεταφράστηκε (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, τσέχικα, ιαπωνικά) και κυκλοφόρησε από αριστερούς προοδευτικούς οίκους χωρίς τις παρωπίδες του σοβιετικού μοντέλου.
Στα ένδεκα μέρη αυτής της μαστιγωτικής κριτικής στον υπαρκτό σοσιαλισμό, διαμορφώνεται με επιχειρήματα ότι οι κοινωνίες οι οποίες διαμορφώθηκαν μεταπολεμικά βρέθηκαν μακριά από τα ιδεώδη του σοσιαλισμού. Κι ας έχει το κράτος στην ιδιοκτησία του τον εθνικό πλούτο, κι ας είναι ο κεντρικός διαχειριστής όλων των επιχειρήσεων και σύμπασας της οικονομικής πολιτικής. Το κεντρικό ζήτημα το οποίο επισημαίνει το δίδυμο των πανεπιστημιακών είναι ότι η εργατική τάξη δεν ελέγχει το κράτος και την οικονομία και στερείται της χρεώδους αυτοάμυνας, της απεργίας.
«Το κράτος», γράφουν επικριτικά οι Κουρόν - Μοτζελέφσκι, «βρίσκεται στα χέρια της κεντρικής πολιτικής γραφειοκρατίας, που συλλογικά εξουσιάζει τα μέσα παραγωγής και εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη, το σύνολο των μέσων παραγωγής και τα μέσα συντήρησης και διατήρησης της παραγωγής μετατρέπεται σε συγκεντροποιημένο εθνικό “κεφάλαιο”. Η υλική δύναμη της γραφειοκρατίας, η εξουσία της πάνω στην παραγωγή, η διεθνής θέση της (ένας σπουδαίος παράγοντας για μια τάξη που ταυτίζεται με το κράτος) εξαρτάται από το μέγεθος του εθνικού κεφαλαίου. Η γραφειοκρατία έχει την τάση να διευρύνει τον παραγωγικό μηχανισμό και τη συσσώρευση».
Κρατικός καπιταλισμός
Η συγκεκριμένη ανάλυση δεν ήταν καινούργια υπόθεση για διανοητές της Αριστεράς, αφού ήδη από τη δεκαετία του '40, ο Βρετανός Τόνι Κλιφ (1917-2000), ιδρυτικό μέλος του Socialist Workers Party [Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος], έχοντας ως θεμέλιο λίθο την ανάλυση του Λέοντα Τρότσκι για τον σταλινισμό, διατύπωσε τη θεωρία του κρατικού καπιταλισμού για τα σταλινικά καθεστώτα. Το έργο του «Κρατικός καπιταλισμός στη Ρωσία», το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε το 1955, αντιμετωπίζει τη Ρωσία του Στάλιν και των επιγόνων του όχι ως ένα σοσιαλιστικό πείραμα υπέρ της εργατικής δημοκρατίας, αλλά ως ένα μέρος του παγκόσμιου συστήματος με την μορφή του κρατικού καπιταλισμού.
Όμως, πρέπει να σταθούμε σ' ένα κύριο σημείο αυτής της πολιτικής ανάλυσης: ότι ήταν μία κριτική από «τ' αριστερά» και «από τα κάτω». Η καταδίκη της σταλινικής δικτατορίας, δεν είχε δώσει το σήμα, ώστε να περάσουν ο δυτικός Κλιφ και οι ανατολικοί Κουρόν - Μοτζελέφσκι, στο στρατόπεδο των κυρίαρχων και των επικυρίαρχων του δυτικού αστικού φιλελευθερισμού, αλλά παρέμειναν υποστηρικτές της εναλλακτικής λύσης για τον εμπεδωμένο σοσιαλισμό, που δεν ήταν άλλη από την εργατική επανάσταση και εξουσία στον ανατολικό και δυτικό κόσμο.
Στα «Αντεπιχειρήματα», με τα οποία κλείνει η «Ανοιχτή Επιστολή», ανεβαίνουν και πάλι οι καταγγελτικοί τόνοι εναντίον πρακτικών του Πολωνικού Εργατικού Κόμματος και γίνεται ένα ξεκαθάρισμα θέσεων αναφορικά με τις επιλογές της Δεξιάς: «Η κυρίαρχη γραφειοκρατία είναι αντεργατική και γι' αυτό είναι αντισοσιαλιστική. Είναι η ισχυρότερη αντιδραστική δύναμη γιατί διαθέτει και την κρατική και την οικονομική εξουσία».
Η Εκκλησία θα παίξει τον ρόλο που της αναλογούσε κατά τον αμφίρροπο αγώνα του αυτοδιαχειριζόμενου συνδικάτου «Αλληλεγγύη», στον απόηχο τον Ιούλιο του 1980, της απόλυσης μιας αγωνίστριας στα ναυπηγεία του Γκντανσκ. Το συνδικάτο κατάφερε να συσπειρώσει, σε εθνικό επίπεδο, περί το ογδόντα τοις εκατό των εργατών/τριών και να βρει σεβαστά ερείσματα στα πανεπιστήμια και στην αγροτιά.
Φαίνεται, όμως, ότι οι δισταγμοί, οι αυταπάτες και η αναποφασιστικότητα της «Αλληλεγγύης», κινητοποίησε τον κρατικό μηχανισμό, επιβάλλοντας πραξικόπημα που έφερε την υπογραφή του στρατηγού Γιαρουζέλσκι, ο οποίος στο πρόσωπό του συγκέντρωσε τις εξουσίες του υπουργού Άμυνας, του πρωθυπουργού και του γενικού γραμματέα του Πολωνικού Ενωμένου Εργατικού Κόμματος. «Η “Αλληλεγγύη” ήταν το μεγαλύτερο εργατικό κίνημα στην ιστορία της Πολωνίας και ίσως και όλης της ιστορίας στην Ευρώπη. Ήμουν ήδη τότε ώριμης ηλικίας και προσεκτικός, όμως στα μάτια μου το κίνημα εκείνο ήταν η ενσάρκωση του μύθου στον οποίο είχα πιστέψει από τα νιάτα μου», έχει καταθέσει στον απομνημονευτικό του λόγο ο Κάρολ Μοτζελέφσκι.
Βασισμένο στην εισήγηση του Βασίλη Καλαμαρά στην εκδήλωση παρουσίασης της νέας έκδοσης του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου «Ανοιχτή επιστολή στο Πολωνικό Εργατικό Κόμμα – Μια μαρξιστική κριτική στα καθεστώτα του κρατικού καπιταλισμού», στο Ζάππειο, 12/9.
Ο Βασίλης Καλαμαράς