Οικονομία και πολιτική
“Αναπτυξιακό” πολυνομοσχέδιο: Μια μαύρη τρύπα με αντεργατικές επιθέσεις και προκλητικά δώρα για τα αφεντικά

Τίποτα το “αναπτυξιακό” δεν έχει το “πολυνομοσχέδιο” που κατέθεσε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή η κυβέρνηση. Το κείμενο είναι κυριολεκτικά ένας αχταρμάς άσχετων μεταξύ τους διατάξεων, χωρίς συνοχή ή σχέδιο. Από τις εκατοντάδες διαφορετικές ρυθμίσεις που περιλαμβάνει, κάποιες έχουν υπαγορευτεί από τις ιδεοληψίες της Νέας Δημοκρατίας για “λιγότερο κράτος”. Αρμοδιότητες, ακόμα και ελεγκτικές, που ανήκαν μέχρι τώρα στο δημόσιο περνούν με το πολυνομοσχέδιο στους ιδιώτες. Κάποιες άλλες αποτελούν φωτογραφικές διατάξεις κομμένες και ραμμένες στα μέτρα των “ημετέρων”, των “βαριών ονομάτων” του ελληνικού καπιταλισμού δηλαδή -των Ελλήνων ολιγαρχών για να χρησιμοποιήσουμε το σωστό όνομα. Οι υπόλοιπες είναι απλά ωμές επιθέσεις στο εργατικό κίνημα, τον συνδικαλισμό και τα εργασιακά δικαιώματα.

Ηλεκτρονικές ψηφοφορίες

Οι μεταρρυθμίσεις της εποχής των μνημονίων κληροδότησαν (με ευθύνη κύρια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ) στο συνδικαλιστικό κίνημα το νόμο που απαιτεί την παρουσία τουλάχιστον του 50% των μελών ενός σωματείου σε μια συνέλευση για να θεωρούνται οι αποφάσεις της έγκυρες. Ο στόχος του νόμου αυτού ήταν να κάνει την κήρυξη απεργίας (που τα δικαστήρια έτσι και αλλιώς κρίνουν σχεδόν πάντα “παράνομες και καταχρηστικές”) νομικά ακόμα πιο δύσκολη. Με το πολυνομοσχέδιο κάνει η κυβέρνηση ένα ακόμα βήμα, εισάγοντας “τη δυνατότητα ψηφοφορίας μέσω ηλεκτρονικής ψήφου για λήψη αποφάσεων των γενικών συνελεύσεων και λοιπών οργάνων διοίκηση Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων... συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων κήρυξης απεργίας”. 

Στην επιτροπή της Βουλής ο Γιάννης Βρούτσης, ο υπουργός Εργασίας, προσπάθησε να παρουσιάσει την ηλεκτρονική ψηφοφορία σαν “επέκταση της δημοκρατίας”. “Είμαστε υπέρ της δημοκρατίας”, είπε. “Οι πολλοί θέλουμε να αποφασίζουν και γι' αυτό εισάγουμε την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Δεν την επιβάλλουμε την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Την παρέχουμε ως εργαλείο. Αν αποφασίσουν οι εργαζόμενοι, τα ίδια τα σωματεία ότι θέλουν να πάρουν μια απόφαση, όχι μόνο για την απεργία αλλά και για άλλα κρίσιμα ζητήματα, τους δίνουμε το εργαλείο της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας”.

Η ηλεκτρονική ψηφοφορία, όμως, δεν είναι εργαλείο στα χέρια των εργαζομένων αλλά όπλο στα χέρια των μηχανισμών απεργοσπασίας. Στο στόχαστρο της κυβέρνησης βρίσκεται η ίδια η συνέλευση, η συλλογική και ελεύθερη συζήτηση και η λήψη αποφάσεων από τους εργάτες πρόσωπο με πρόσωπο, χωρίς την πίεση της εργοδοσίας. Τώρα με την ηλεκτρονική ψηφοφορία η κυβέρνηση “δίνει τη δυνατότητα” στους εργαζόμενους να αποφασίζουν για όλα τα κρίσιμα ζητήματα ακόμα και από το κινητό τους, χωρίς να εγκαταλείψουν ούτε για ένα λεπτό το πόστο τους στη δουλειά -ούτε το άγρυπνο μάτι του επιστάτη φυσικά. Φοβερή διεύρυνση της δημοκρατίας.

Η επίθεση στον συνδικαλισμό συμπληρώνεται στο πολυνομοσχέδιο και από μια επίθεση στις συλλογικές συμβάσεις –ή σε ότι έχει απομείνει ύστερα από δέκα χρόνια μνημονίων από αυτές. Πρώτον, το νομοσχέδιο δίνει “τη δυνατότητα” στους εργαζόμενους και τους εργοδότες μιας επιχείρησης “που βρίσκεται στο χείλος της καταστροφής” να “συναποφασίσουν ότι εξαιρούνται από το μισθολόγιο της κλαδικής (σύμβασης)”. Φυσικά όλα αυτά νόμιμα και δημοκρατικά: οι εργαζόμενοι θα καθίσουν στο τραπέζι μαζί με τα αφεντικά σαν ίσοι προς ίσους και θα αποφασίσουν από κοινού για τις θυσίες που θα κάνουν. “Εγώ δεν θα πάρω καινούργιο αυτοκίνητο στον γιόκα μου φέτος. Και εσείς θα κόψετε το γάλα στα δικά σας”.

Οι εργαζόμενοι στα εμπορικά καταστήματα έχουν δώσει τα τελευταία χρόνια μεγάλες μάχες ενάντια στο άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές. Με το πολυνομοσχέδιο καταργείται η “υποχρεωτική αργία” της Κυριακής με μια μονοκοντυλιά για τους “απασχολούμενους σε κέντρα διανομής εμπορευμάτων προς καταστήματα λιανικής πώλησης”. 

Κύμα “κινήτρων”

Για την άλλη πλευρά, την πλευρά των εργοδοτών, το νομοσχέδιο προβλέπει μια ολόκληρη σειρά από δώρα που θα προσελκύσουν νέες επενδύσεις, υποτίθεται. “Σύμφωνα με την κυβέρνηση”, γράφει η Ναυτεμπορική, “το υφιστάμενο επιχειρηματικό περιβάλλον υπονομεύει την ικανότητα της χώρας να παράξει νέο πλούτο και θέσεις απασχόλησης και συνεπώς επιτάσσει άμεσες και αποφασιστικές πρωτοβουλίες για την ταχεία βελτίωσή του και κατά προέκταση για την προσέλκυση νέων επενδύσεων”. 

Οι “βελτιώσεις” στο επιχειρηματικό περιβάλλον που προβλέπει το πολυνομοσχέδιο μπορούν να χωριστούν σε δυο μεγάλες κατηγορίες: επιδοτήσεις για τις επιχειρήσεις και ασυδοσία για τους επιχειρηματίες. 

Πρώτον, ο κατάλογος των επιχειρήσεων που μπορούν να ενταχθούν στα προγράμματα επενδύσεων επεκτείνεται σε κλάδους που είχαν παλαιότερα, για διάφορους λόγους εξαιρεθεί: “Υπάγονται εφεξής στο καθεστώς ενισχύσεων του ν/4399/2016 επενδυτικά σχέδια που αφορούν σε ταχυδρομικές και ταχυμεταφορικές δραστηριότητες καθώς και σε δραστηριότητες προγραμματισμού και ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών... Αίρεται η προϋπόθεση υπαγωγής στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων για τις επενδύσεις του ν.3389/2005... προκειμένου αυτές να χαρακτηριστούν αυτοδίκαια εντασσόμενες Στρατηγικές Επενδύσεις...”. 

Δεύτερον στο καθεστώς των επιδοτήσεων και φοροαπαλλαγών προστίθενται τώρα και νέες.

Το πρώτο και πιο κραυγαλέο παράδειγμα είναι η αύξηση του συντελεστή δόμησης για τις πολύ μεγάλες “στρατηγικές” επενδύσεις (βλέπε Ελληνικό) στο 0,6. Το δεύτερο παράδειγμα είναι τα “βιομηχανικά πάρκα”. Το πολυνομοσχέδιο προβλέπει τη δημιουργία ιδιωτικών επιχειρήσεων ανάπτυξης και διαχείρισης βιομηχανικών πάρκων οι οποίες θα αναλαμβάνουν εντός της περιοχής τους όλα τα καθήκοντα των δήμων (καθαριότητα, φωτισμός κλπ) και θα εισπράττουν φυσικά και τα αντίστοιχα έσοδα από το δημόσιο. Όσο για την σύστασή τους, η αγορά της γης θα εξαιρείται από κάθε φόρο. Πανηγύρι για τους καταστροφείς των δασών που στήνουν “αιολικά βιομηχανικά πάρκα”.

Ταυτόχρονα, με το πρόσχημα της καταπολέμησης της γραφειοκρατίας “που διώχνει τους επενδυτές” η κυβέρνηση καταργεί δεκάδες ελέγχους πάνω στις επιχειρήσεις: “Προβλέπεται ότι, η λειτουργία των εγκαταστάσεων μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, υπόκειται σε καθεστώς γνωστοποίησης και όχι έγκρισης λειτουργίας που ισχύει σήμερα”. Δηλαδή για να μεταφερθεί μια επιχείρηση που κάνει θόρυβο σε μια γειτονιά δεν θα χρειάζεται άδεια –το μόνο που θα χρειάζεται είναι να ενημερωθούν οι αρμόδιες αρχές. Και για να μην υπάρχουν ενδοιασμοί για το τι εννοεί ο νομοθέτης, το πολυνομοσχέδιο προβλέπει ρητά την κατάργηση της “ξεπερασμένης” κατηγοριοποίησης των επιχειρήσεων με βάση την “όχληση”. Οι μόνες πραγματικά υποχρεώσεις που θα έχουν οι επιχειρήσεις θα είναι να πληρώνουν τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές. Όσο για τη συμμόρφωση με τους υπόλοιπους τυχόν όρους, οι έλεγχοι θα μπορούν πλέον να πραγματοποιούνται από ιδιωτικές εταιρείες.

Το πολυνομοσχέδιο προβλέπει και ένα ειδικό “κερασάκι” για τους (γνωστούς και μη εξαιρετέους) μηντιάρχες: την κατάργηση της ονομαστικοποίησης των μετοχών για τις εταιρείες του κλάδου. “Αυτό σημαίνει”, όπως έγραφε η Αυγή, “ότι οποιοσδήποτε επιχειρηματίας θα έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει σε εταιρείες ΜΜΕ χωρίς να φαίνεται... (μια ρύθμιση που) ξηλώνει ακόμα και το νόμο Βενιζέλου του 1995...”

Ανάπτυξη;

Η κυβέρνηση αυταπατάται αν πιστεύει πραγματικά, όπως διαλαλεί, ότι το πολυνομοσχέδιο “θα φέρει την ανάπτυξη”. Πρώτα απ' όλα οι επιθέσεις στους εργαζομένους είναι εύκολο να ψηφιστούν από μια δεξιά πλειοψηφία στη Βουλή αλλά πολύ δύσκολο να επιβληθούν πάνω στο ίδιο το εργατικό κίνημα και να εφαρμοστούν. Τα μνημόνια δεν κατάφεραν, παρά τις λυσσασμένες επιθέσεις, να διαλύσουν το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα. Η “εργασιακή ειρήνη” στη χώρα μας απέχει πολύ από αυτό που θέλει ο ελληνικός καπιταλισμός, αλλά και εξακολουθεί να στηρίζεται κύρια στην αδράνεια και τα ξεπουλήματα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Η κυβέρνηση είναι βαθιά γελασμένη αν πιστεύει ότι μπορεί να νικήσει το εργατικό κίνημα απλά και μόνο με ένα νόμο. Η ιστορία είναι γεμάτη από αντίστοιχες επιθέσεις που γύρισαν για την κυβέρνηση και την άρχουσα τάξη μπούμερανγκ –αν ζούσε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης θα είχε να πει στο γιο του ένα δυο πράγματα πάνω σε αυτό. 

Δεύτερον, είναι αφέλεια (τουλάχιστον) να πιστεύει κανείς ότι τα κίνητρα, οι επιδοτήσεις και το καθεστώς ασυδοσίας που δημιουργεί το πολυνομοσχέδιο για το κεφάλαιο θα “εκτινάξει τις επενδύσεις”. Το μόνο που θα εκτινάξει είναι η κερδοσκοπία. Οι επενδύσεις δεν βρίσκονται σε τέλμα ούτε επειδή το εργατικό κόστος είναι μεγάλο (στην πραγματικότητα είναι, σε σχέση με το επίπεδο και την εξειδίκευση της εργατικής τάξης στη χώρας μας, πολύ χαμηλό) ούτε επειδή η γραφειοκρατία έχει τα χάλια της (οι στρατηγικοί επενδυτές ξεπερνούσαν πάντα με ευκολία όλα τα εμπόδια) ούτε επειδή δεν υπάρχουν αρκετά κίνητρα. Αυτό που φρενάρει τις επενδύσεις είναι η παγκόσμια οικονομική κρίση – που δεν μπορεί να αντισταθμιστεί με “ασπιρίνες”. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μοιράζει χρόνια τώρα κυριολεκτικά δωρεάν χρήμα στις τράπεζες με την ελπίδα ότι αυτό θα φτάσει στην “πραγματική οικονομία” -χωρίς αποτέλεσμα. 

Η άρχουσα τάξη περιμένει με ανυπομονησία τα “δώρα” του πολυνομοσχεδίου. Αλλά αυτό που θα της μείνει στο τέλος θα είναι μόνο η οργή μας. Και η ανταρσία μας.