Ο Μάης του 1936 δεν ήταν εθνικό φαινόμενο, αλλά κρίκος μιας μεγάλης αλυσίδας επαναστάσεων και μαχητικών εργατικών κινημάτων που συγκλόνισε τον καπιταλισμό εκείνη τη σημαδιακή χρονιά.
Στις αρχές του 1936 το απεργιακό κύμα είχε φουντώσει. Υπολογίζεται ότι στους τρεις πρώτους μήνες εκείνης της χρονιάς περίπου 300.000 εργάτες και εργάτριες κατέβηκαν σε απεργίες. Η πιο κοινή αιτία που έσπρωχνε τους εργάτες να απεργήσουν ήταν οι μεγάλες αυξήσεις στο κόστος της ζωής. Ο πληθωρισμός κατέτρωγε τα μεροκάματα και οι εργάτες χρησιμοποιούσαν τη συλλογική τους δύναμη για να επιβάλλουν μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς τους, την “τιμαριθμοποίηση των μεροκάματων”. Ομως, ένα απεργιακό κίνημα τέτοιας έκτασης και έντασης δεν ήταν αποκλειστικά “οικονομικό”.
Η παγκόσμια κρίση είχε χτυπήσει σχετικά καθυστερημένα τον ελληνικό καπιταλισμό, το 1932 ο Βενιζέλος έχασε τη “μάχη της δραχμής”. Η αποσταθεροποίηση που σήμαιναν τέτοια πλήγματα για την άρχουσα τάξη έφτασε τα επόμενα χρόνια σε παροξυσμικά ύψη: τα δυο αστικά στρατόπεδα, γύρω από τους Φιλελεύθερους και τους Λαϊκούς, αναμετρήθηκαν με τα όπλα, σε πραξικοπήματα και κόντρα-πραξικοπήματα. Η άρχουσα τάξη αναζητούσε απεγνωσμένα μια “ισχυρή εξουσία”. Μπορεί το εργατικό κίνημα να μπήκε αδυνατισμένο και διασπασμένο σε αυτή την περίοδο. Όμως, μάχες υπήρξαν, και μαζί μ' αυτές η στροφή στ' αριστερά για μεγάλα τμήματα των εργαζόμενων και των φτωχών των πόλεων. Γι' αυτό παρόλο που η οικονομία μπήκε σε φάση ανάπτυξης -ιδιαίτερα από το 1934 και μετά- ούτε η πολιτική κρίση, ούτε οι ταξικοί αγώνες μετριάστηκαν. Τουναντίον οξύνθηκαν.
Τα γεγονότα
Οι καπνεργάτες αποτελούσαν τη δεκαετία του '20 το πιο ριζοσπαστικό πολιτικά και μαχητικό κομμάτι του εργατικού κινήματος. Είχαν δεχθεί σκληρές ήττες. Όμως το 1936 είχαν ανακάμψει. Το τι έκανε αυτός ο κλάδος, το “βαρύ πυροβολικό” του κινήματος εκείνη την εποχή, θα καθόριζε τις εξελίξεις.
Η πίεση για συνδικαλιστική ενότητα ήταν προϊόν της ανόδου του εργατικού κινήματος στη δεκαετία του '30. Στις αρχές του Απρίλη, οι δυο καπνεργατικές συνομοσπονδίες -η “κίτρινη” της ΓΣΕΕ και η “κόκκινη” της Ενωτικής ΓΣΕΕ του ΚΚΕ- ενοποιήθηκαν σε ένα συνέδριο. Το ίδιο συνέδριο διατύπωσε μια σειρά φλέγοντα αιτήματα σε κυβέρνηση και καπνεμπόρους. Όταν τα απέρριψαν, ξεκίνησαν οι ετοιμασίες για απεργία. Δίπλα στην Εκτελεστική Επιτροπή συγκροτήθηκε μια Απεργιακή Επιτροπή. Ο σκοπός της ήταν να μεταφέρει πιο γρήγορα τις κατευθύνσεις της ηγεσίας στη “βάση”, στα καπνομάγαζα. Όμως επειδή αποτελιόταν από εκπροσώπους της βάσης, εν τέλει μεταβίβαζε τις μαχητικές από τα κάτω προς τα πάνω, προς μια ηγεσία που έμπαινε σε μια μάχη έτοιμη να υποχωρήσει.
Η απεργία ξεκίνησε 29 Απρίλη στη Θεσσαλονίκη. Τις επόμενες μέρες απλώθηκε σε πολλές πόλεις. Και γινόταν όλο και πιο μαχητική, ιδιαίτερα όταν η αστυνομία χτύπησε τις απεργιακές φρουρές έξω από τα καπνομάγαζα. Και επειδή αυτοί που απεργούσαν ήταν οι καπνεργάτες, οι δονήσεις της μάχης προκαλούν απεργίες συμπαράστασης σε εργοστάσια και κλάδους.
Τη δέκατη μέρα της απεργίας, ο Θέος, επικεφαλής της “Ενωτικής” ΓΣΕΕ και ο Καλομοίρης της ΓΣΕΕ αναλαμβάνουν να βρουν συμβιβαστική λύση με την κυβέρνηση στην Αθήνα. Ομως, ακριβώς την ίδια μέρα, χάνουν προς στιγμή τον έλεγχο. Στη Θεσσαλονίκη η κυβέρνηση χτυπά τους απεργούς καπνεργάτες στην Εγνατία. Οχι μόνο δεν υποχώρησαν, αλλά ενώθηκαν με τη διαδήλωση των απεργών της νηματουργίας -ένας καινούργιος κλάδος που έμπαινε στη μάχη. Την επόμενη μέρα, 9 Μάη, η χωροφυλακή άνοιξε ξανά πυρ, στο ψαχνό και δολοφόνησε 12 εργάτες και εργάτριες.
Η απεργία πλέον έγινε απόλυτη. Η χωροφυλακή κλείστηκε φοβισμένη στα τμήματά της, ύστερα από διαταγή του Ζέπου, του διοικητή του Γ' Σώματος Στρατού. Η Κεντρική Απεργιακή Επιτροπή ήταν η μόνη “αρχή” που υπάκουε ο πληθυσμός της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης στην Ελλάδα. Η απεργία από “οικονομική” γίνεται πολιτική: το σύνθημα Κάτω ο Δολοφόνος Μεταξάς! (που είχε ορκίσει πρωθυπουργό τον Απρίλη ο βασιλιάς) δονεί όλη την Ελλάδα.
Όμως, αυτό ακριβώς τον πολιτικό χαρακτήρα φοβήθηκε η ηγεσία του ΚΚΕ. Εκ πρώτης όψεως, αυτό φαίνεται παράξενο. Η ηγεσία του ΚΚΕ, με πρώτο τον “αρχηγό” Ζαχαριάδη, δήλωνε σε όλους τους τόνους, και σε αποφάσεις των συνεδρίων και της Κεντρικής Επιτροπής, ότι το καθήκον ήταν η απόκρουση του “φασιστικού κινδύνου”, της δικτατορίας. Τι μεγαλύτερη ευκαιρία για αυτό, από ένα κίνημα που θα γκρέμιζε την κυβέρνηση του βασιλιά-Μεταξά;
Κι όμως. Στη Θεσσαλονίκη, η Κεντρική Απεργιακή Επιτροπή δέχεται τις διαβεβαιώσεις του Ζέπου ύστερα από μεσολάβηση του βουλευτή του ΚΚΕ Σινάκου και Φιλελεύθερων πολιτευτών και δεν παίρνει μέτρα κλιμάκωσης και επέκτασης του αγώνα όπως θα ήταν το αίτημα της ανατροπής της κυβέρνησης. Στις 11 Μάη, οι ηγεσίες των συνομοσπονδιών σπεύδουν να κλείσουν την καπνεργατική απεργία. Κηρύσσουν βέβαια μια απεργία στις 13 Μάη ενάντια στις δολοφονίες, αλλά δηλώνουν ότι δεν έχει πολιτικούς σκοπούς!
Λαϊκά Μέτωπα
Αυτή η στάση δεν οφειλόταν σε μια λάθος εκτίμηση της στιγμής, σε ένα φόβο μη μπει το κίνημα σε πρόωρες “περιπέτειες”. Το ΚΚΕ εκείνη την εποχή είχε κάνει ήδη μια μεγάλη στρατηγική στροφή. Στις αρχές του 1934, στην περίφημη 6η Ολομέλεια, είχε εγκαταλείψει το στόχο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Η Ελλάδα δεν ήταν ώριμη για τον σοσιαλισμό υποστήριζε. Χρειαζόταν ένα ενδιάμεσο στάδιο, που θα απάλλασε την ελληνική κοινωνία από τα δεσμά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και τα “μισο-φεουδαρχικά υπολλείμματα”. Κι αυτός ήταν ένας στόχος που χωρούσε και τα “πατριωτικά”, “προοδευτικά” τμήματα της αστικής τάξης.
Ενάμισι χρόνο μετά, αυτή η στροφή ολοκληρώθηκε με τη γραμμή των “Λαϊκών Μετώπων” που επέβαλε ο Στάλιν σε όλα τα κομμουνιστικά κόμματα: τη συμμαχία με αστικά κόμματα, για συγκρότηση κυβερνήσεων που θα αντιτάσσονταν στην ναζιστική Γερμανία και τη φασιστική Ιταλία. Υποτίθεται ότι αυτά τα “πλατιά μέτωπα” ήταν συνέχεια της πολιτικής του “ενιαίου μετώπου” που είχε χαράξει στα πρώτα χρόνια της η Κομμουνιστική Διεθνής του Λένιν-Τρότσκι. Όμως, βρίσκονταν στον αντίποδά της: δεν ήταν μια τακτική που στόχο είχε να ενώσει την εργατική τάξη στη δράση και να κερδίσει την πλειοψηφία της στην ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά μια πολιτική που υπέτασσε τη δράση των εργατών στις κοινοβουλευτικές μανούβρες με τα αστικά κόμματα.
Στην Ελλάδα αυτή η πολιτική πήρε τη μορφή του “Συμφώνου Σοφούλη-Σκλάβαινα”. Τον Γενάρη του 1936 οι εκλογές δεν είχαν δώσει κοινοβουλετική αυτοδυναμία, και το “Παλλαϊκό Μέτωπο”, δηλαδή το ΚΚΕ, έκανε μια συμφωνία με τους Φιλελεύθερους.
Το ΚΚΕ θα ψήφιζε το βενιζελικό υποψήφιο για πρόεδρο και την κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν κατόπιν με αντάλλαγμα την υλοποίηση από την κυβέρνησή του ενός «μίνιμουμ» προγράμματος: την κατάργηση του νόμου του Ιδιώνυμου, να χορηγήσει γενική πολιτική αμνηστία, να θέσει εκτός νόμου τις φασιστικές οργανώσεις και «να καταπολεμήσει κάθε φασιστική τάση». Επίσης η συμφωνία προέβλεπε ότι η κυβέρνηση Φιλελευθέρων και λοιπών «μικρών δημοκρατικών κομμάτων» θα εφάρμοζε κάποια φιλολαϊκά μέτρα, όπως την ελάττωση της τιμής του ψωμιού ή την κατάργηση της προσωποκράτησης για χρέη προς το δημόσιο.
Ηταν ένα «ρεαλιστικό» πρόγραμμα, όπως όλα τα κυβερνητικά προγράμματα της ρεφορμιστικής αριστεράς από τότε μέχρι σήμερα, που όπως δήλωσε μάλιστα αργότερα ο Σοφούλης δεν έλεγε κάτι περισσότερο από ότι το πρόγραμμα του κόμματός του. Το ΚΚΕ στήριξε την εκλογή Φιλελεύθερου προέδρου στη Βουλή, ο ίδιος ο Σοφούλης κατέλαβε τη περίοπτη αυτή θέση. Όμως το Φιλελεύθερο Κόμμα δεν υλοποίησε το δικό του κομμάτι της συμφωνίας.
Τελικά, το αποτέλεσμα της ελληνικής εκδοχής του «Λαϊκού Μετώπου» ήταν μια κυβέρνηση με τον Μεταξά αντιπρόεδρο και υπουργό Στρατιωτικών και με τη στήριξη των…Φιλελευθέρων. Τον Απρίλη ο Μεταξάς έγινε πρωυπουργός. Όμως, ακόμα και τον Ιούνη, δηλαδή μετά τις μέρες του Μάη, ο Ζαχαριάδης υμνούσε το “Σύμφωνο” ως μια πολύ θετική εμπειρία που δείχνει το δρόμο για να μην έρθει δικτατορία. Όμως, τέτοιες “συμμαχίες” το μόνο που κατάφερναν ήταν να στομώσουν τη δυναμική του εργατικού κινήματος, της μόνης δύναμης που μπορούσε να φράξει το δρόμο στη δικτατορία.
Εργατικοί αγώνες και κινήματα που “αυτοσυγκρατούνται” στις μορφές αγώνα και οργάνωσης και στην συνολικότερη προοπτική τους, δεν κερδίζουν σε ευρύτητα, δεν προσθέτουν δυνάμεις στις δικές τους, αντίθετα χάνουν την πρωτοβουλία από τα χέρια τους, και τη δίνουν στον ταξικό αντίπαλο. Το τεράστιο κίνημα της Αντίστασης στην Κατοχή συντρίφτηκε ακριβώς γιατί κυριαρχήθηκε από μια τέτοια στρατηγική. Αυτά ήταν τα αποτελέσματα της στρατηγικής που έφερε ο σταλινισμός στην Ελλάδα, του Ζαχαριάδη που υμνεί σαν μεγάλο ηγέτη η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ.