Ιστορία
Εργατική επανασταση και Δημόσια Υγεία

Ο Κόκκινος Στρατός έδινε τη μάχη ενάντια στην αντεπανάσταση των “Λευκών” ταυτόχρονα με τη μάχη ενάντια στον τύφο

Ο Μαρξ έγραφε το 1875 σε ένα κείμενό του με τίτλο Κριτική του Προγράμματος της Γκότα ότι η νέα κοινωνία που θα αρχίζει να χτίζει η εργατική τάξη όταν πάρει την εξουσία «οικονομικά, ηθικά, πνευματικά, είναι γεμάτη με τα σημάδια της παλιάς κοινωνίας, που από τους κόλπους της βγήκε». Για την εξουσία των σοβιέτ στην Ρωσία του 1918 δεν ήταν μια γενικόλογη θεωρητική πρόβλεψη. Οι μπολσεβίκοι οργάνωσαν τη νίκη των εργατικών συμβουλίων τον Οκτώβρη του 1917 σε συνθήκες επιτάχυνσης της κοινωνικής κατάρρευσης. 

Εκδήλωση αυτής της κατάρρευσης ήταν η εξάπλωση θανατηφόρων επιδημιών. Ο τύφος ήταν ο μαζικότερος δολοφόνος αλλά όχι ο μοναδικός: η «ισπανική γρίπη» μεταδόθηκε σε εκατοντάδες χιλιάδες ενώ η ευλογιά και η χολέρα είχαν τη δικιά τους σοδειά. Η επανάσταση πάλεψε με τον τύφο και παρά τις τεράστιες θυσίες βγήκε νικήτρια. 

Το 1913 ένας Βρετανός δημοσιογράφος έγραφε ότι η Πετρούπολη ήταν η «πιο ανθυγιεινή πρωτεύουσα στον κόσμο». Η αφορμή ήταν οι επιδημίες του τύφου που την χτυπούσαν με συχνότητα. Κι από τα τέλη του 19ου αιώνα δεν υπήρχε αμφιβολία στους ιατρικούς κύκλους ότι ο συνωστισμός και η φτώχεια στις εργατογειτονιές λειτουργούσαν σαν θερμοκήπιο του τύφου. 

Το 1909 οι μελέτες του Σαρλ Νικόλ, Γάλλου γιατρού στην Τυνησία, είχαν επιβεβαιώσει τις υποψίες ότι η ψείρα ήταν ο πιο αποτελεσματικός τρόπος μετάδοσης του μικροβίου. Όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος η ψείρα ήταν καθημερινότητα για τα εκατομμύρια των φαντάρων στα χαρακώματα, στα τρένα και στα λιμάνια. 

Επιδημία

Στο Ανατολικό Μέτωπο η επιδημία του τύφου ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Τσάκισε τα σερβικά στρατεύματα το 1915, μετακινήθηκε στο ρουμανικό μέτωπο και στις γραμμές των ρωσικών μονάδων τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, ο πόλεμος προκαλούσε κύματα προσφύγων που κατέφευγαν στις πόλεις στοιβαγμένοι σε άθλιες συνθήκες, ελλείψεις τροφίμων ακόμα και σε φάρμακα, ιατρικά εργαλεία, στοιχειώδη όπως επιδέσμους (προπολεμικά προέρχονταν κυρίως από την Γερμανία). Σε αυτές τις συνθήκες οι επιδημίες άρχισαν να καλπάζουν. 

Το φθινόπωρο του 1918 έφτασε η «ισπανική γρίπη» που θα θέριζε εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο την επόμενη χρονιά. Και στη συνέχεια η επιδημία του τύφου άρχισε να γιγαντώνεται σε διαδοχικά κύματα: την άνοιξη του 1919 ήρθε μια πρώτη κορύφωση και έπειτα στα τέλη του ίδιου έτους και στις αρχές του 1920. 

Ήταν η περίοδος της κορύφωσης του εμφυλίου πολέμου. Στρατεύματα από 14 χώρες στήριζαν τις αντεπαναστατικές στρατιές των «Λευκών» που προσπαθούσαν να πνίξουν το νεαρό εργατικό κράτος. Υπήρχαν στιγμές που η εξουσία του περιοριζόταν σε μερικές περιοχές γύρω από τη Μόσχα και την Πετρούπολη. Ο οικονομικός αποκλεισμός που είχαν επιβάλει οι ιμπεριαλιστές στραγγάλιζε την οικονομία και σε συνδυασμό με τις καταστροφές του πολέμου έφερναν οικονομική κατάρρευση. 

Ο Κόκκινος Στρατός, με την ηγεσία του Τρότσκι, έκανε μια τεράστια προσπάθεια να αντιμετωπίσει την αντεπανάσταση. Δεν έπρεπε να εξασφαλίσει μόνο τροφή, πυρομαχικά, όπλα αλλά και να αντιμετωπίσει τον τύφο που αποδεκάτιζε ολόκληρες μονάδες. 

Τον Δεκέμβρη του 1919 ο Λένιν δήλωνε στο Έβδομο Συνέδριο των Σοβιέτ: «Όλη η προσοχή σε αυτό σύντροφοι. Είτε η ψείρα θα νικήσει τον σοσιαλισμό είτε ο σοσιαλισμός την ψείρα». 

 Το στοίβαγμα των ανθρώπων σε μικρά, βρόμικα δωμάτια (το διαμέρισμα ήταν πολυτέλεια) ήταν βασική αιτία για μια σειρά ασθένειες και για την εξάπλωση του τύφου. Απ’ τις αρχές του 1918 τα συνοικιακά και το κεντρικό σοβιέτ της Πετρούπολης άρχισαν να συζητάνε και να παίρνουν μέτρα για να αλλάξουν αυτή την κατάσταση. 

Κατέγραψαν τα άδεια διαμερίσματα, τον Μάη-Ιούνη, και εντόπισαν 8.259 που έμεναν κλειστά. Με αποφάσεις τους, εργατικές οικογένειες και άστεγοι άρχισαν να μεταφέρονται σε αυτά. Όπως και σε σπίτια αστών και πρώην αριστοκρατών που διέθεταν πολύ χώρο. Ένα σύνθημα που κυριαρχούσε σε συνελεύσεις και συγκεντρώσεις στα εργοστάσια το καλοκαίρι του 1918 ήταν: «Οι εργάτες στα παλάτια, οι αστοί στα υπόγεια». 

Τον Αύγουστο η σοβιετική κυβέρνηση ενέκρινε ένα ριζοσπαστικό διάταγμα. Στις πόλεις από 10 χιλιάδες κατοίκους και πάνω η γη εθνικοποιήθηκε και μαζί όλα τα κτίρια με πέντε και περισσότερα δωμάτια. Αυτό έδωσε τη δυνατότητα για μια μαζική επανεγκατάσταση εργατικών οικογενειών στις συνοικίες και τα ωραία διαμερίσματα των πλουσίων στο κέντρο. Ένας υπολογισμός μιλάει για 65 χιλιάδες οικογένειες το 1918-19. Οι εργοστασιακές επιτροπές οργάνωναν τις προτεραιότητες. Όμως, τα πρώτα κτίρια που επιτάχθηκαν ήταν ξενοδοχεία, όπως το Σεβέρναγια και το Εβροπέσκαγια, που έμεναν κλειστά μιας και η «υψηλή πελατεία» είχε στερέψει. 

Κι επειδή τα περισσότερα εργοστάσια ήταν μακριά από το κέντρο όπου βρίσκονταν τα περισσότερα επιταγμένα κτίρια, το Σοβιέτ της Πετρούπολης καθιέρωσε τον Οκτώβρη του 1918 τη δωρεάν μετακίνηση από και προς τη δουλειά. 

Υγεία

Το καλοκαίρι του 1918 ένα συνέδριο «ιατρικών τμημάτων» από σοβιέτ όλης της χώρας αποφάσισε την ίδρυση ενός κεντρικού Λαϊκού Κομισαριάτου Προστασίας της Υγείας, το Ναρκομζντράβ (τα αρχικά των ρωσικών λέξεων). Ο στόχος του ήταν να οργανώσει, να συντονίσει και να επιβλέψει όλες τις πλευρές που αφορούσαν την δημόσια υγεία και φυσικά την αντιμετώπιση των επιδημιών. 

Το Ναρκομζντράβ ήταν ένας πρωτοποριακός θεσμός. Ήταν το πρώτο «υπουργείο» δημόσιας υγείας που ιδρύθηκε στον κόσμο. Είναι χαρακτηριστικό ότι χρειάστηκε να φτάσει το 1953 για να ιδρυθεί ένα ανάλογο υπουργείο στις ΗΠΑ. 

Επικεφαλής του τέθηκε ο Νικολάι Σεμάσκο. Επαναστάτης από το 1893, ανιψιός του Πλεχάνοφ, του θεμελιωτή του μαρξισμού στην Ρωσία, ο Σεμάσκο εντάχτηκε στους μπολσεβίκους το 1905, και ήταν από αυτούς που συνόδευσαν τον Λένιν στο περίφημο «σφραγισμένο τρένο» τον Απρίλη του 1917. Ήταν όμως και γιατρός με μεγάλη εμπειρία και σπουδές. 

Το πρώτο πράγμα που έκανε το Ναρκομζντράβ ήταν να κρατικοποιήσει ολόκληρο τον τομέα υγείας, από τα νοσοκομεία μέχρι τα φαρμακεία. Αυτό εξασφάλισε δυο δυνατότητες: την ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση όλων και την αξιοποίηση όλων των πόρων. Το 1919 ο Σεμάσκο έγραφε ότι η κρατικοποίηση των νοσηλευτικών ιδρυμάτων που μέχρι τότε ήταν ιδιωτικά ή «φιλανθρωπικά» στη Μόσχα αποκάλυψε:

«Μια εντυπωσιακή εικόνα… Είχαν τεράστια πλούτη και ήταν θαυμάσια εξοπλισμένα. Κι όμως, είτε έμεναν κλειστά ή δεν χρησιμοποιούνταν προς όφελος του πληθυσμού. H αναδιοργάνωσή τους άνοιξε στον πληθυσμό της Μόσχας υπηρεσίες που μόνο να ονειρεύεται μέχρι τότε μπορούσε». Και μόνο η κατάσχεση των αποθηκών φαρμάκων που διατηρούσαν οι ιδιώτες κερδοσκόποι έδωσε μια μεγάλη ανάσα. Κι όπως υπογράμμιζε σε ένα άλλο άρθρο του ο Σεμάσκο -το 1920- «Ποτέ τόσοι ασθενείς δεν εισήχθησαν σε νοσοκομεία τόσο σύντομα μετά την μόλυνσή τους».

Ο δεύτερος άξονας του Κομισαριάτου ήταν να αλλάξει τις προτεραιότητες. Μέχρι τότε το 80% των δαπανών υγείας στην Ρωσία πήγαινε στη θεραπεία και η θεραπεία ήταν προνόμιο μόνο όσων είχαν να πληρώσουν (η κοινωνική ασφάλιση ήταν στα σπάργανα στις αρχές του αιώνα). Αντίθετα, το εργατικό κράτος έριξε το βάρος -και τους πόρους που μπορούσε να συγκεντρώσει- στην πρόληψη και στην προσπάθεια να οργανωθεί αυτό που σήμερα λέγεται πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. 

Αυτό σήμαινε μια συστηματική εκστρατεία ενημέρωσης και βασικών μέτρων υγιεινής για να περιοριστεί η μετάδοση του τύφου. Με απλά λόγια κηρύχτηκε πόλεμος στη βρόμα και στην ψείρα. Όπως αναφέρει ο Κ. Ντέηβιντ Πάτερσον σε άρθρο του 1993 στο περιοδικό Medical History:

«Οι αρχές προσπάθησαν να ελέγξουν τους επιβάτες των σιδηροδρόμων και στις 6 Δεκέμβρη του 1919 κήρυξαν μια ‘βδομάδα καθαριότητας’ στους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Η επικέντρωση στους σιδηροδρομικούς σταθμούς ήταν ένα βασικό χαρακτηριστικό της εκστρατείας ενάντια στο τύφο. Για παράδειγμα, μέχρι τον Νοέμβρη του 1919 ομάδες απολύμανσης είχαν κατορθώσει να φροντίζουν καθημερινά 40 με 50 χιλιάδες επιβάτες στους σταθμούς της Μόσχας. Συνολικά, η σοβιετική κυβέρνηση κατόρθωσε να οργανώσει 250 χιλιάδες κρεβάτια για ασθενείς από τον τύφο και να στήσει περίπου 300 σταθμούς απολύμανσης και απομόνωσης σε σιδηροδρομικούς σταθμούς και άλλους συγκοινωνιακούς κόμβους όπως σε ποτάμια. Παράλληλα είχαν συγκροτηθεί εκατοντάδες αποσπάσματα απολύμανσης στο στρατό». 

Ο Πάτερσον καταλήγει στο συμπέρασμα: «Αναμφίβολα, το ξεψείρισμα, η απομόνωση και η εκπαίδευση συνέβαλαν στον τελικό περιορισμό της επιδημίας». 

Επίσης υπογράμμιζε και κάτι άλλο. Το σύνθημα του Κομισαριάτου ήταν «οι εργάτες οι ίδιοι θα εξασφαλίσουν την υγεία τους». Αυτό στην πράξη σήμαινε την ίδρυση και λειτουργία εκατοντάδων Εργατικών Επιτροπών για την Καταπολέμηση των Επιδημιών. Λειτουργούσαν σε πόλεις, γειτονιές, χώρους δουλειάς αλλά και στην ύπαιθρο. Ενημέρωναν, εξασφάλιζαν την προμήθεια σαπουνιού και απολυμαντικών, την υγιεινή σε δημόσια λουτρά, σπίτια και εργοστάσια. 

Αυτά δεν σήμαναν ότι ο τύφος και οι άλλες επιδημίες εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας ή δεν είχαν τεράστιο ανθρώπινο κόστος. Σήμαναν όμως ότι εκατομμύρια ζωές, ιδιαίτερα παιδιών, σώθηκαν από τις προσπάθειες μιας εργατικής τάξης που είχε πάρει στα χέρια της τον έλεγχο της κοινωνίας. Είναι μια κληρονομιά που τη χρειαζόμαστε στους αγώνες μας σήμερα.