Συνεντεύξεις
Οζάν Τεκίν: “Ο εχθρός είναι μέσα στη χώρα”

Οζάν Τεκίν

Ο Οζάν Τεκίν, στέλεχος του DSiP, μίλησε στον Στέλιο Μιχαηλίδη
 

Πες μας λίγα λόγια για την κρίση της τουρκικής οικονομίας. 

Η σημερινή κυβέρνηση του ΑΚP ήρθε στην εξουσία το 2002 αφού μια σοβαρή οικονομική κρίση τσάκισε όλα τα άλλα κόμματα της άρχουσας τάξης εκείνη την εποχή. Καθόλη την πρώτη δεκαετία της διακυβέρνησής της, η κυβέρνηση του Ερντογάν, πάντα προέβαλε τον ισχυρισμό ότι είχε πετύχει μια εξαιρετική ανάκαμψη. Είναι αλήθεια ότι παράλληλα με την ανάπτυξη του τούρκικου κεφαλαίου, η εργατική τάξη είδε μια μικρή βελτίωση στο βιοτικό της επίπεδο μετά από δεκαετίες αστάθειας και υψηλών ποσοστών φτώχειας κι ανέχειας.

Παρ' όλα αυτά είναι πλέον ξεκάθαρο σε όλους ότι αυτή η οικονομική “ανάπτυξη” κι “ανάκαμψη” χτίστηκε πάνω σε τεράστια χρέη και πιστωτικές επεκτάσεις που προσέλκυσαν ισχυρές εισροές κεφαλαίων τα χρόνια που το AKP ήταν δυνατό και σταθερό. Τα δομικά προβλήματα της τούρκικης οικονομίας, οι διαρκείς ανάγκες για επενδύσεις και ενέσεις ζεστού χρήματος ξαναχτύπησαν την τελευταία διετία.

Η απολυταρχική στροφή και το προεδρικό σύστημα που καθιέρωσε ο Ερντογάν επιδείνωσαν αυτά τα προβλήματα. Ο Ερντογάν είναι σε μια μακρόσυρτη διαμάχη με διαδοχικούς προέδρους της Τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας, ζητώντας τους απότομες μειώσεις των επιτοκίων. Η πρώτη κατάρρευση της Τούρκικης Λίρας πυροδοτήθηκε όταν ο Ερντογάν είπε στους διεθνείς επενδυτές στο Λονδίνο ότι θα παρεμβαίνει απευθείας στα ζητήματα της Κεντρικής Τράπεζας, όταν επανεκλεγεί. 

Τα επόμενα χρόνια παρόμοιες κρίσεις ξέσπασαν ξανά και ξανά.  Ο Ερντογάν –για χάρη της τούρκικης άρχουσας τάξης– χώθηκε σε πολεμικές περιπέτειες στη Συρία και τη Λιβύη, επιδιώκοντας να κάνει την Τουρκία μεγαλύτερη υπο-ιμπεριαλιστική δύναμη στην περιοχή προκαλώντας εντάσεις με διάφορες διεθνείς δυνάμεις. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνεται το AKP μια όλο και πιο ασταθής κυβέρνηση.

Ποιές είναι οι συνέπειες αυτής της κρίσης για την εργατική τάξη της Τουρκίας;

Οι συνέπειες αυτής της κρίσης είναι καταστροφικές για τους λαούς της Τουρκίας. Το Μάρτη του 2018 η ισοτιμία Αμερικάνικου Δολαρίου/Τούρκικης Λίρας ήταν 3.75. Δύο χρόνια μετά έφτασε 7.30. Αυτό σήμανε μια τεράστια υποτίμηση του εισοδήματος της εργατικής τάξης. Σαν να μην έφτανε αυτό ήρθαν οι συνέπειες της πανδημίας του κορονοϊού. Σύμφωνα με στοιχεία της εργατικής συνομοσπονδίας DISΚ, 8.6 εκατομμύρια εργάτες κι εργάτριες έχασαν τη δουλειά τους αυτή την περίοδο. Ο Ερντογάν και η κυβέρνησή του ετοίμασαν γενναία πακέτα ενίσχυσης για το κεφάλαιο λόγω πανδημίας. Αντίθετα, έδωσε μόλις 1000 λίρες (σχεδόν 114 ευρώ) σε λιγότερους από 10 εκατομμύρια φτωχούς, ως ενίσχυση για τις συνέπειες του κορονοϊού. Με λίγα λόγια, το ΑΚΡ την ίδια ώρα που επιδιώκει με κάθε τρόπο την ενίσχυση της άρχουσας τάξης και την οικονομικής της ανάκαμψη, φέρνει δυστυχία, φτώχεια κι ανεργία για τα εκατομμύρια της εργατικής τάξης στην Τουρκία.

Το τελευταίο διάστημα υπάρχει κλιμάκωση της έντασης μεταξύ της ελληνικής και της τούρκικης κυβέρνησης. Ποιά είναι η εικόνα στην Τουρκία σχετικά με την ελληνοτουρκική διαμάχη; 

Ο ιδιαίτερα αντιδημοφιλής υπουργός οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ πρόσφατα δήλωσε στον Τύπο ότι “οι πρόγονοί μας πλήρωσαν βαρύ τίμημα για την οικονομική ανεξαρτησία. Στον ίδιο δρόμο θα βαδίσουμε κι εμείς”. Παρότι τόσα χρόνια ήταν σε κόντρα με τον κεμαλισμό, το ΑΚΡ τώρα υιοθετεί το αφήγημα της “εθνικής σωτηρίας”. Η κυβέρνηση προσπαθεί να παρουσιάσει την ένταση στην ανατολική Μεσόγειο ως τον “δεύτερο πόλεμο της ανεξαρτησίας”. Αυτό συνοδεύτηκε από την κίνηση να μετατρέψει την Αγ.Σοφιά σε τζαμί, θυμίζοντας το “δίκαιο της κατάκτησης” - γυρνώντας ακόμα πιο πίσω, στον 15ο αιώνα για να αναβιώσει το πνεύμα του Οθωμανικού επεκτατισμού.

Προκειμένου να πάρει μερίδιο από τη συμφωνία για τον αγωγό EastMed, η Τουρκία έχτισε συνεργασία με την πολύ εύθραυστη κι αμφισβητήσιμη κυβέρνηση του Σάρατζ της Λιβύης, ισχυριζόμενη ότι οι δυο χώρες είναι γειτόνισσες με βάση τα θαλάσσια σύνορα και ο αγωγός δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς την άδειά τους. 

Προκειμένου να διασφαλίσει την ισχύ των κατά φαντασία αυτών συνόρων, η Τουρκία παρενέβη στρατιωτικά στον πόλεμο στη Λιβύη, στηρίζοντας την κυβέρνηση Σάρατζ με στρατιωτικό εξοπλισμό και μερικούς Σύριους μαχητές υπό τον έλεγχο του τούρκικου στρατού. 

Όσο η Τουρκία μανουβράρει επικίνδυνα πέρα από τις οικονομικές και στρατιωτικές της δυνατότητες, η κυβέρνηση του ΑΚΡ στηρίζεται στις εντάσεις μεταξύ μεγαλύτερων διεθνών δυνάμεων. Είναι ευρέως γνωστό ότι η Γερμανία έχει προβλήματα σχετικά με τη συμφωνία για τον αγωγό Nord Stream με τη Ρωσία, εξαιτίας των απειλών του Τραμπ ότι θα επιβάλει κυρώσεις σε όσους συμμετέχουν στο έργο. Η κυβέρνηση της Μέρκελ αξιοποιεί τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η συμφωνία για τον αγωγό στη Μεσόγειο και παριστάνει τον “μεσολαβητή” ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Αλλά υπάρχουν και διαφωνίες με τις προθέσεις άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων. 

Τελικά, το ΑΚΡ χρησιμοποιεί την παραδοσιακή ανθελληνική φιλολογία για να δικαιολογήσει όλες του τις κινήσεις. Καθώς αυτή η φιλολογία κανονικά ανήκει στους κεμαλιστές  Ρεπουμπλικάνους, η κυβέρνηση προσπαθεί να ψαρέψει υποστηρικτές από τους κόλπους της αντιπολίτευσης. Σε αυτό το επίπεδο έχει επιτυχίες. Το 2019 ένα ηγετικό στέλεχος του Καλού Κόμματος (αντίΑΚΡ διάσπαση από το φασιστικό ΜΗΡ) δήλωσε δημόσια ότι παρότι αντιπολιτεύονται το ΑΚΡ σε πολλά μέτωπα, υποστηρίζουν ολόψυχα την πολιτική του στη Μεσόγειο.

Ποια νομίζεις πρέπει να είναι η στάση των διεθνιστών επαναστατών στις δυο χώρες;

Για μας στην Τουρκία το βασικό είναι να απορρίψουμε τα περί “εθνικής ενότητας”. Δεν είμαστε μέρος αυτής της συμμαχίας. Απορρίπτουμε την ιδέα ότι τα συμφέροντα των Ελλήνων και Τούρκων εργατών είναι διαφορετικά κι ότι τα χωρίζουν κάποια φανταστικά θαλάσσια σύνορα. Όπως έλεγαν οι επαναστάτες σοσιαλιστές του προηγούμενου αιώνα “ο εχθρός είναι μέσα στην ίδια μας τη χώρα”. Ως DSiP απορρίπτουμε επίσης το επιχείρημα ότι όλα τα κόμματα πρέπει να ενωθούν απέναντι στο ΑΚΡ. Αντί να γίνουμε ουρά στα εθνικιστικά κόμματα της αντιπολίτευσης προσπαθούμε να χτίσουμε ένα Αντικαπιταλιστικό Μπλοκ που θα ενώνει εργάτες/τριες κι ακτιβιστές/τριες από διαφορετικούς αγώνες και κοινωνικά κινήματα.

Οι οργανώσεις της Διεθνιστικής Σοσιαλιστικής Τάσης σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο ακολουθούμε την ίδια γραμμή. Όλοι μας θεωρούμε ότι “η δική μας άρχουσα τάξη” είναι η αφετηρία των προβλημάτων. Ουσιαστικά αυτό είναι το πραγματικό πνεύμα του διεθνισμού που μας ενώνει. Απορρίπτουμε τους εθνικιστικούς μύθους και παλεύουμε ενάντια στους δικούς μας καταπιεστές σε κάθε χώρα. Αυτή είναι μια βασική διαφορά από τους σταλινικούς και τους ρεφορμιστές, στις γραμμές των οποίων μπορείς να δεις σωβινιστικές προσεγγίσεις απέναντι στην ελληνοτουρκική διαμάχη και το κυπριακό ζήτημα.

Το Αιγαίο και η Μεσόγειος δεν πρέπει να είναι ούτε πεδίο μάχης μεταξύ Τούρκων κι Ελλήνων εργατών, ούτε νεκροταφείο για τους πρόσφυγες. Το DSiP και το ΣΕΚ έχουν αδελφική αλληλεγγύη μεταξύ τους και παλεύουν από κοινού το ρατσισμό, τον πόλεμο και τη φτώχεια στις δύο χώρες.