Ιστορία
Ροσάνα Ροσάντα 1924-2020: Ένας αιώνας πολέμων και επαναστάσεων μέσα από τα μάτια της Ροσάνα Ροσάντα

Η Ροσάνα Ροσάντα μιλάει για το αντιπολεμικό κίνημα στο Ευρωπαϊκο Κοινωνικό Φόρουμ στη Φλωρεντία το 2002.

Η Ροσάνα Ροσάντα μιλάει για το αντιπολεμικό κίνημα στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ στη Φλωρεντία το 2002. Στο πάνελ της συζήτησης συμμετέχει η Μαρία Στύλλου.

 

Η Ροσάνα Ροσάντα με την Λουτσιάνα Καστελίνα στο συνέδριο του Μανιφέστο το 1974

 

Η Ροσάνα Ροσάντα που πέθανε την Κυριακή σε ηλικία 96 ετών, ήταν ένα από τα κορυφαία στελέχη της Αριστεράς στην Ιταλία και στο διεθνές κίνημα. Η ζωή της, έτσι όπως την παρουσίασε η ίδια με το βιβλίο της με τίτλο «Ένα κορίτσι του περασμένου αιώνα» και όπως τη γνωρίσαμε από τη δράση της, καλύπτει πραγματικά έναν αιώνα πολέμων και επαναστάσεων.

Η Ροσάνα γεννήθηκε το 1924 στην Πόλα, μια πόλη που πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ανήκε στην Αυστρουγγαρία, μετά πέρασε στην Ιταλία μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και στη συνέχεια στη Γιουγκοσλαβία μέχρι τη διάλυσή της που σήμανε ότι η Πόλα ανήκει στην Κροατία. Όπως γράφει στο βιβλίο της:

«Η Άνω Αδριατική είχε βγει πριν από μια δεκαετία από την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και οι δικοί μου μετρούσαν το χρόνο σε ‘πριν από τον πόλεμο’ και ‘μετά τον πόλεμο’… Στο άλμπουμ βρίσκω μικροσκοπικές φωτογραφίες σακατεμένων αεροπλάνων, ξεκοιλιασμένων σπιτιών, ένα βυζαντινό τρούλο να γέρνει από τη μια πλευρά ίσως στη Σερβία, ίσως στην Ουγγαρία». (σελ.12)

Η Ροσάνα έφυγε μαζί με την αδελφή της το 1930 από την Πόλα και πήγαν στη Βενετία να μείνουν με τη θεία τους για να πάνε σχολείο. Ήταν μετά το Κραχ του 1929, όπου οι γονείς της έμειναν άνεργοι, έχασαν το σπίτι και όλη την περιουσία τους και, μη έχοντας πια δυνατότητα να στηρίξουν τα παιδιά τους, τα έστειλαν σε συγγενείς.

Η Ιταλία της δεκαετίας του 1930 ήταν μια κοινωνία χτυπημένη όχι μόνο από την παγκόσμια οικονομική κρίση αλλά και από τον φασισμό. Τα κόμματα της Αριστεράς ήταν στην παρανομία, ο Γκράμσι στη φυλακή. Όπως περιγράφει η Ροσάνα τη ζωή της σαν μαθήτρια «ο φασισμός της δεκαετίας του ’30 σήμαινε μια κοινωνία που μιλούσε με υπονοούμενα, με μισόλογα ή ίσως εκείνοι που μιλούσαν σοβαρά να μιλούσαν μόνο μεταξύ τους». (σελ.41)

Οι εμπειρίες της άλλαξαν δραματικά όταν μετακόμισε στο Μιλάνο μαζί με τους γονείς της το 1937. Τώρα πια ζούσε σε ένα τριάρι απέναντι από ένα γκαράζ της Άλφα Ρομέο και αυτό ίσως συμβόλιζε όλη την αλλαγή. Η Ιταλία στον Α’΄Παγκόσμιο Πόλεμο ξεκίνησε σαν ουδέτερη χώρα, ύστερα πέρασε στο πλευρό των Αγγλογάλλων, αλλά στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μπήκε στον Άξονα με τη ναζιστική Γερμανία. Η μαθήτρια Ροσάνα βίωσε τις συνέπειες:

«Την προηγούμενη χρονιά στο σχολείο (Νοέμβρης 1938), η διπλανή μου στο θρανίο μου είπε ‘από αύριο δεν θα έρθω στο σχολείο’. Γιατί; ‘Γιατί είμαι εβραία’. Την Τζορτζίνα Μολ δεν την ξαναείδα ποτέ». (σελ.56).

«Μια μέρα γκρεμίστηκε το σπίτι μου…ακριβώς από πάνω μας ένα βομβαρδιστικό έριξε τρεις ή τέσσερις βόμβες». (σελ.69)

Και έκανε τις επιλογές της σαν φοιτήτρια πλέον: «Από τον Σεπτέμβρη του 1943 μέχρι τον Οκτώβρη του 1945 ο χρόνος μου φάνηκε πολύ μακρύς. Ήταν απλό να πλησιάσω την Αντίσταση, το δίκτυο γύρω από το Πανεπιστήμιο λειτουργούσε». (σελ.93)

To 1944 οι Ναζί (που είχαν τον έλεγχο της βόρειας Ιταλίας μαζί με τον Μουσολίνι ενώ η κυβέρνηση της Ρώμης είχε περάσει με το μέρος των Συμμάχων) εκτέλεσαν τον θείο της ως “προδότη”. Ήταν αξιωματικός του ιταλικού πολεμικού ναυτικού και υπηρετούσε στη Λέρο όπου αντιστάθηκε στην κατάληψη του νησιού από τους Γερμανούς.

Η Ροσάνα Ροσάντα μπήκε στο ΙΚΚ το 1943 και διαγράφηκε το 1969 όταν μαζί με άλλους συντρόφους ξεκίνησαν το Μανιφέστο. Έζησε από τα μέσα την πορεία προς τον «ιστορικό συμβιβασμό», πρώτα με την ηγεσία του Τολιάτι και ύστερα με του Μπερλιγκουέρ. 

Με την Απελευθέρωση, οι ομάδες της αντίστασης και η εργατική τάξη του Βορρά πίστευαν ότι μπορούν να πάρουν την εξουσία. Αυτή η εικόνα δεν ήταν στα μυαλά τους, αυτό πια ήταν η πραγματική δύναμη. Την Πρωτομαγιά του 1945 η Γερμανία είχε ηττηθεί και η Βόρεια Ιταλία ήταν κάτω από τον έλεγχο των εργατών που είχαν καταλάβει τα εργοστάσια και των οπλισμένων ομάδων που εξασφάλιζαν ότι στις κατειλημμένες πόλεις δεν μπορούσαν να μπουν ούτε φασίστες ούτε κανένας άλλος. Όμως, το 1945, μετά την Απελευθέρωση το Κομμουνιστικό Κόμμα συμμετέχει στην κυβέρνηση με το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα – το κόμμα της κυρίαρχης τάξης στην Ιταλία. Ήταν επιλογές της ηγεσίας Τολιάτι που είχε γυρίσει από τη Μόσχα όπου ήταν στενός συνεργάτης του Στάλιν και είχε διοριστεί αναπληρωματικός γραμματέας της Κομιντέρν. Οι προσδοκίες των παρτιζάνων έμειναν ανεκπλήρωτες.

Όπως έχουμε γράψει και στο περιοδικό Σοσιαλισμός από τα κάτω Νο 97 όταν κυκλοφόρησε στα ελληνικά το βιβλίο της Ροσάντα: «τα προβλήματα μέσα στο Κ.Κ. (και οι αμφισβητήσεις από τη Ροσάνα και τους συντρόφους της) δεν δημιουργήθηκαν μόνο από τις δεξιές προσαρμογές στο εσωτερικό, αλλά και από τη θέση που πήρε στις επαναστάσεις που έγιναν στο ανατολικό μπλοκ, στην Ουγγαρία, στην Πολωνία, στην Τσεχοσλοβακία.

«Μέχρι τέλους η ΕΣΣΔ ήταν για το ΙΚΚ ένας ξάδελφος όχι πολύ ευπαρουσίαστος αλλά ισχυρός με τον οποίο δεν ήταν σωστό να ανοίξει μια μετωπική σύγκρουση. Κάποια προσπάθεια του Τολιάτι να αρπάξει τον ταύρο από τα κέρατα, μεταξύ 1963 και 1964, έσβησε με τον θάνατο του… η αποδέσμευση του Μπερλιγκουέρ ήταν αργή και επιφυλακτική, και έτσι το ΙΚΚ πήγε τυφλό και βουβό μέχρι το 1991, όταν η κόκκινη σημαία κατέβηκε από το Κρεμλίνο» (σελ. 215).

Ένα τέταρτο του αιώνα μετά την Απελευθέρωση, ήρθε μια νέα ευκαιρία για την εργατική τάξη και την Αριστερά με τη διετία των φοιτητικών καταλήψεων και του καυτού εργατικού φθινόπωρου το 1968-1969. Οι εργάτες στα μεγάλα εργοστάσια της Φίατ και της Πιρέλι  δεν άφηναν καμιά αμφιβολία για την προοπτική που άνοιγαν όταν φώναζαν «Ανιέλι την Ινδοκίνα την έχεις μέσα στο εργοστάσιο». Όμως η θέση της ηγεσίας του ΚΚ ήταν ξανά εχθρική. Ο Αμέντολα μιλούσε για ανεύθυνους φοιτητές και ο Μπερλιγκουέρ για επικίνδυνους εργάτες. Αυτό ήταν η αρχή του τέλους της σχέσης όχι μόνο της Ροσάνα Ροσάντα αλλά και χιλιάδων που εγκατέλειψαν το Κ.Κ. για να ενταχτούν στις επαναστατικές οργανώσεις. Έτσι ξεκίνησε και η έκδοση του Μανιφέστο:

«…Χάσαμε πολλές ώρες για να βρούμε το όνομα που θα δίναμε στο μηνιαίο έντυπο… και καταλήξαμε στο ‘Μανιφέστο’. Αυτό του 1848. Θέλαμε την αναφορά στον Μαρξ, μολονότι γνωρίζαμε ότι κάθε τίτλος εντύπου, αν δεν αποτύχει αμέσως, γίνεται ένα σύμβολο που για το νόημα του δεν αναρωτιέται κανείς». (σελ. 425)

Οι οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς δεν κατάφεραν να δώσουν συνέχεια σε εκείνη τη ρήξη με τον ρεφορμισμό του ΙΚΚ. Ο Κρις Χάρμαν στο βιβλίο του για τον Μάη του 68 δίνει τις εικόνες από εκείνες τις μάχες. Αλλά η Ροσάνα Ροσάντα κατάφερε να επιβιώσει και να συναντηθεί με μια νέα γενιά αντικαπιταλιστών μετά τη Γένοβα το 2001 και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ της Φλωρεντίας το 2002. Η Ροσάνα δεν ήταν “κορίτσι του περασμένου αιώνα”.

Οι αγώνες της εργατικής τάξης, των γυναικών, της νεολαίας για μια κοινωνία όπως τη διακήρυξε το αρχικό Μανιφέστο του Μαρξ και του Ένγκελς, σημάδεψαν τα 96 χρόνια που έζησε και αγωνίστηκε η Ροσάνα. Και ένας νέος αιώνας πολέμων και επαναστάσεων έχει ήδη ξεκινήσει.