Καταπίεση και απελευθέρωση
Εν μέσω πανδημίας στο στόχαστρο γυναίκες, εργαζόμενοι-ες στο σεξ, τρανς

23/11/19, Διαδήλωση ενάντια στη σεξιστική βία. Φωτό: Λένα Βερδέ

Γυναίκες

Η φετινή 25η Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Εξάλειψης της Βίας κατά των Γυναικών, είναι τραγικά επίκαιρη καθώς το “μένουμε σπίτι” για ένα τεράστιο κομμάτι γυναικών σημαίνει ακόμα μεγαλύτερη καταπίεση. Eίτε γιατί αυξάνονται τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, είτε γιατί αυξάνεται η φτώχεια και η ανεργία είτε γιατί το σπίτι μετατρέπεται ταυτόχρονα σε χώρο εργασίας και παράλληλα σε σχολείο, παιδικό σταθμό, νοσοκομείο, γηροκομείο, κάνοντας το το βίο των γυναικών αβίωτο. 

Ακόμα πιο έντονα υπογράμμισε την σημασία της 25Ν η γυναικοκτονία που έγινε στη Μάνη στις 22 Νοέμβρη. Ένας άντρας πυροβόλησε και σκότωσε με καραμπίνα τη γυναίκα του, μπροστά στα μάτια της ανήλικης κόρης τους. Πρόκειται για την ένατη γυναικοκτονία στην Ελλάδα μέσα στο 2020. Ακριβώς μια βδομάδα νωρίτερα ένας αστυνομικός είχε πυροβολήσει τη γυναίκα του σκοτώνοντάς τη.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων, οι κλήσεις στην τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας σχεδόν τετραπλασιάστηκαν τους μήνες της προηγούμενης καραντίνας, σε σύγκριση με την περσινή αντίστοιχη περίοδο. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, τα περισσότερα θύματα βίας ήταν σύζυγοι-σύντροφοι (στο 61% των περιστατικών) ενώ έντονο προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι το 10% των περιστατικών βίας αφορούσε σε παιδιά. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι το 8% των περιστατικών βίας αφορούσε σε πρώην συζύγους -πρώην συντρόφους και 9% σε περιστατικά βίας κατά γονέων και αδελφών.

Η αύξηση της βίας κατά των γυναικών είναι και αυτή αποτέλεσμα μία δολοφονικής πολιτικής της κυβέρνησης της ΝΔ, που το μόνο που ξέρει είναι να μιλά για ατομικές ευθύνες και να εφαρμόζει απαγορεύσεις και καταστολή, όταν έχει καταστρέψει ολόκληρο τον ιστό των κοινωνικών δομών που θα μπορούσαν να ανακουφίσουν και πρακτικά και ψυχολογικά τις γυναίκες μέσα στην περίοδο της πανδημίας. 

Αυτό που χρειάζεται είναι να ενισχυθούν άμεσα οι δημόσιες δομές αλληλεγγύης για τις οικονομικά αδύναμες οικογένειες και ειδικά τις μονογονεϊκές, για δομές πρόληψης, στήριξης περίθαλψης και φροντίδας για τους πάσχοντες και υποστήριξη στις οικογένειες των ατόμων με αναπηρία ή ψυχικές παθήσεις, δημοτικά γηροκομεία με δωρεάν διαμονή γερόντων σε κάθε δήμο. 

Ενδοοικογενειακή βία

Στο ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας, ένα βασικό αίτημα είναι η επίταξη ξενοδοχειακών μονάδων και άλλων χώρων για τη στέγαση των γυναικών που έχουν υποστεί κακοποίηση και είναι αναγκαία η άμεση απομάκρυνση των ίδιων και των παιδιών τους. Και την ίδια στιγμή να ενισχυθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες σε κάθε δήμο, με περισσότερες προσλήψεις εργαζομένων στο “Βοήθεια στο Σπίτι” για να εξυπηρετούν τους ηλικιωμένους και άλλες ευάλωτες ομάδες, με ψυχολογική στήριξη, με ενίσχυση των προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας, προσλήψεις στους παιδικούς σταθμούς και στα σχολεία για να μπορέσουν να παραμείνουν ανοιχτά. 

Ο Μητσοτάκης μπορεί να έδωσε συγχαρητήρια στις νοσηλεύτριες από την Κρήτη που πήγαν εθελοντικά στις εντατικές της Θεσσαλονίκης να σώσουν ανθρώπινες ζωές, όμως αυτό δεν μπορεί να συγκαλύψει τις δολοφονικές ευθύνες μίας κυβέρνησης που βάζει τα κέρδη πάνω από τις ζωές μας. Ενάντια στην κυβέρνηση της φτώχειας και της πανδημίας ο μόνος δρόμος είναι οι αγώνες για την ανατροπή της και η πάλη για μία κοινωνία χωρίς σεξιστική βία και καταπίεση.     

Κατερίνα Θωίδου
μέλος της Κίνησης για την Απεργιακή 8 Μάρτη


Εργαζόμενες/οι στο σεξ

Οι εργαζόμενες/οι στο σεξ είναι από τα πιο χτυπημένα κομμάτια της εργατικής τάξης μέσα στην κρίση και ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας. Το καθεστώς της μη νόμιμης εργασίας είναι κυρίαρχο. Το περιοριστικό νομικό πλαίσιο πετάει εκτός νομιμότητας τη συντριπτική πλειονότητα των εργαζόμενων στο σεξ. Σύμφωνα με παλιότερη έρευνα του Red Umbrella, το 88% του δείγματος δεν είχε νόμιμη άδεια εργασίας. Από το μικρό ποσοστό όσων δούλευαν νόμιμα, το επίδομα δικαιούνταν μόνο όσοι/όσες δούλευαν σε κλειστούς χώρους, δηλαδή ένα ακόμη μικρότερο κομμάτι.

Οι υπόλοιποι εργαζόμενοι και εργαζόμενες στο σεξ αναγκάστηκαν είτε να ρισκάρουν είτε να πεινάσουν. Κι αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Οι κανόνες της καραντίνας ή του “ανοίγματος” της οικονομίας σε μια σειρά χώρες κάνουν, τόσο την επιλογή της εργασίας, όσο και την επιλογή της αποστασιοποίησης, επικίνδυνες. Κάνουν τους/τις εργαζόμενους/ες στο σεξ ακόμη πιο ευάλωτους/ες στην αστυνομική αυθαιρεσία, στη φτώχεια και, τελικά, στην COVID-19.

Όπως αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της, το αποτέλεσμα των μέτρων στις περισσότερες χώρες ήταν η ποινικοποίηση της σεξεργασίας, ενώ μια από τις παράπλευρες συνέπειες είναι η αυξανόμενη υγειονομική στοχοποίηση τόσο των σεξεργατών/τριών, όσο και των υπόλοιπων κοινωνικών ομάδων που έχουν ιστορικά κατηγορηθεί για τη διάδοση ασθενειών (ΛΟΑΤΚΙ+, οροθετικοί/ες, τοξικοεξαρτημένοι/ες). Μέχρι και αύξηση των τιμωρήσεων για τη μετάδοση του HIV έχει παρατηρηθεί. “Η υπερ-αστυνόμευση και η ποινικοποίηση αποτρέπει τους εργαζόμενους/ες στο σεξ από το να έχουν πρόσβαση σε τεστ και φροντίδα για τον κορονοϊό, καθώς και από το να έχουν πρόσβαση ακόμη και σε στοιχειώδη υγειονομική περίθαλψη ή υπηρεσίες περιορισμού της βλάβης”, τονίζει στην αναφορά της η Διεθνής Αμνηστία, ζητώντας ταυτόχρονα από όλες τις κυβερνήσεις να συμπεριληφθούν οι σεξεργάτες/τριες στα μέτρα στήριξης.


Τρανς

Τα στοιχεία που ανέδειξε το ΣΥΔ για την τρανσφοβική βία, με αφορμή την παγκόσμια ημέρα τρανς μνήμης 20 Νοέμβρη, είναι για ακόμη μια χρονιά συγκλονιστικά. Από την 1η Οκτώβρη 2019 μέχρι τις 30 Σεπτέμβρη 2020, έχουν καταγραφεί παγκοσμίως 350 δολοφονίες τρανς ατόμων, σχεδόν μία κάθε μέρα. Το μικρότερο θύμα δολοφονίας ήταν 15 ετών. Το 62% των θυμάτων ήταν τρανς γυναίκες εργαζόμενες στο σεξ, ενώ το 50% ήταν τρανς πρόσφυγες/προσφύγισσες ή μετανάστες/τριες. Στην Ευρώπη, 11 ήταν οι δολοφονίες τρανς μεταναστών/τριών. 

Οι αριθμοί αυτοί πιθανότατα είναι αρκετά χαμηλότεροι από τους πραγματικούς, δεδομένου ότι σε πολλές χώρες δεν γίνεται επίσημη καταγραφή της ρατσιστικής βίας ή δεν υπάρχει καν η έννοια, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δολοφονιών η αστυνομία δεν παίρνει υπόψη της το κοινωνικό φύλο του θύματος.

Στην Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο καταγράφτηκαν συνολικά 102 ρατσιστικές επιθέσεις από το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας. Τα 44 περιστατικά αφορούσαν ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, κι από αυτά τα 25 αφορούσαν τρανς άτομα. Είναι γνωστό ότι στην πλειονότητά τους τα θύματα φοβούνται να καταγγείλουν την επίθεση στις αρχές. Αυτό είναι αναμενόμενο: τουλάχιστον τρεις επιθέσεις σε βάρος ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων από αστυνομικούς έχουν γίνει γνωστές τον τελευταίο χρόνο, ενώ γενικά η κακή μεταχείριση που έχουν κατά κανόνα τα θύματα των ρατσιστικών επιθέσεων από την αστυνομία είναι διαβόητη.

Λόγω της πανδημίας η κατάσταση των τρανς ατόμων γίνεται ακόμα πιο δύσκολη. Το 30% ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας ή και αστεγίας, ένα συντριπτικό ποσοστό που εξηγείται από την εργασιακή επισφάλεια και την απομόνωση λόγω των διακρίσεων. Πολλά τρανς άτομα έχουν χάσει τη στέγη τους, που συνήθως λόγω απόρριψης από την οικογένεια και ανεργίας είναι επισφαλής, ανεξαρτήτως πανδημίας. Άλλα ζουν χωρίς ρεύμα, άλλα δυσκολεύονται ακόμα και να καλύψουν τη διατροφή τους.

Παρά τις κατακτήσεις που έχει καταφέρει το κίνημα και το γεγονός ότι η συζήτηση για τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα και την ισότητα έχει ανοίξει πια σε μαζικά ακροατήρια, τα περιστατικά βίας σε βάρος τρανς και συνολικότερα ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων είναι πολλά. Η ιδεολογική επίθεση της δεξιάς, ήδη ξεκινημένη από την εποχή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ -με την ανοχή που έδειχνε στην δεξιά αλλά και τις υποχωρήσεις του- κλιμακώθηκε από την πρώτη μέρα της διακυβέρνησης ΝΔ. Φέτος, μέσα στην κρίση του κορονοϊού έχει πάρει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις -το καραγκιοζιλίκι “Πατρίς- Θρησκεία-Οικογένεια” στην πρόσοψη της Βουλής σε συνδυασμό με τα ΜΑΤ να προελαύνουν σαν στρατός στην Πανεπιστημίου την ημέρα του Πολυτεχνείου, είναι δυο εικόνες που δείχνουν προς τα πού θέλουν να το πάνε, αν τους αφήσουμε. Και φυσικά η ιδεολογική επίθεση συνδυάζεται με μια ολόπλευρη υλική επίθεση, καθώς τα πιο καταπιεσμένα κομμάτια τις κοινωνίας είναι αυτά που πετιούνται πρώτα έξω από το διαλυμένο κοινωνικό κράτος. Οι πολιτικές αυτές στρώνουν τον δρόμο στις δολοφονικές ομο-τρανσφοβικές επιθέσεις και πρέπει να τις τσακίσουμε.

Αφροδίτη Φράγκου