Ιστορία
30 χρόνια από τον Χειμώνα 1990-91: Το κίνημα που γκρέμισε ΝΔ-Μητσοτάκη τότε

17 Γενάρη 1991. Αντιπολεμικό συλλαλητήριο ενάντια στην ελληνική συμμετοχή στην αμερικάνικη επίθεση στον Περσικό Κόλπο

«Ο Νίκος Τεμπονέρας ήταν ένας αγωνιστής καθηγητής που βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στην καταστολή της Νέας Δημοκρατίας. Ήταν οργανωμένος αριστερός, μέλος του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ) και είχε παίξει ενεργό ρόλο στις απεργίες των καθηγητών το ’88 και το ‘90. Σκοτώθηκε για τις ιδέες του και την πάλη ενάντια στην κυβέρνηση και το σύστημα που γεννά τραμπούκους σαν αυτούς που τον δολοφόνησαν. Θα βρίσκεται ζωντανός δίπλα μας σε κάθε απεργιακή φρουρά, σε κάθε διαδήλωση, σε κάθε μικρή ή μεγάλη μάχη που δίνουν οι εργάτες και η νεολαία για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση».

Με αυτήν τη φράση αποχαιρετούσαν τον καθηγητή Νίκο Τεμπονέρα οι σύντροφοι του τοπικού πυρήνα της Οργάνωσης Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Πάτρα,(ΟΣΕ, οργάνωση από την οποία προήλθε το ΣΕΚ) στις στήλες του φύλλου της εργατικής αλληλεγγύης που ακολούθησε την δολοφονία του στις 9 Γενάρη του 1991. 

Τριάντα ακριβώς χρόνια μετά, απέναντι ξανά σε μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον γιο του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, οι αγώνες που δώσαμε εκείνη την περίοδο ενάντια σε μια κυβέρνηση άγριας λιτότητας, καταστολής και πολέμου, παραμένουν επίκαιροι. Ταυτόχρονα αποτελούν ακόμη και σημερα μια πολύτιμη εμπειρία για το πως η κινητοποίηση της εργατικής τάξης και της νεολαίας μπορεί να γκρεμίζει «παντοδύναμες» κυβερνήσεις. Αλλά και για την ανάγκη αυτοί οι αγώνες να μη μένουν στα μισά του δρόμου αλλά να φτάσουν στην πραγματική τους δικαίωση - με τη δύναμη και την αυτοοργάνωση της εργατικής τάξης και της νεολαίας, ξεπερνώντας τις αυταπάτες μιας «αλλαγής» από τα πάνω που όλο έρχεται και ποτέ δεν φτάνει. 

Σε αυτό το δισέλιδο θα θυμηθούμε κάποιες από τις στιγμές αυτού του ιστορικού αγώνα μέσα από άρθρα και ανταποκρίσεις που δημοσιεύθηκαν στη μηνιάτικη τότε Εργατική Αλληλεγγύη εκείνους τους φοβερούς μήνες του φθινοπώρου 1990–χειμώνα 1991. Όταν μετά από ένα μπαράζ εργατικών απεργιών και καταλήψεων τη σκυτάλη του αγώνα πήραν οι φοιτητές και οι μαθητές σε ένα συγκλονιστικό κίνημα καταλήψεων -που επιπλέον τροφοδότησε το αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στη συμμετοχή του ελληνικού στρατού στον πόλεμο του Κόλπου το 1991. Για να την ξαναδώσουν το 1992-93 στην εργατική τάξη, που με πρωτοπόρους τους απεργούς των λεωφορείων της Αθήνας, γκρέμισαν πριν της ώρας της εκείνη την κυβέρνηση στέλνοντάς την στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας».


Ο ερχομός της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη μετά από τρεις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις το 1989-90 θεωρήθηκε τότε το τέλος μιας περιόδου πολιτικής κρίσης αλλά αυτό που αναμενόταν να ακολουθήσει δεν ήταν απλά μια περίοδος «σταθερότητας».

Μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον που κυριαρχούσαν οι ιδέες του «τέλους της ιστορίας» και του «θρίαμβου της αγοράς», που ακολούθησε την κατάρρευση των καθεστώτων του κρατικού καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, η ελληνική άρχουσα τάξη θεωρούσε ότι έχει έρθει η στιγμή να πάρει τη ρεβάνς απέναντι στην εργατική τάξη και τη νεολαία, να πάρει πίσω όλες τις σημαντικές κατακτήσεις που κερδήθηκαν στην περίοδο της μεταπολίτευσης. Απέναντί της είχε ένα ΠΑΣΟΚ, αδύναμο, με τον κόσμο του απογοητευμένο μετά την κρίση του σκανδάλου Κοσκωτά αλλά και έχοντας βιώσει μια γενικότερη διάψευση προσδοκιών. Σε ακόμη χειρότερη κατάσταση ήταν η Αριστερά (ο ενιαίος ακόμη Συνασπισμός, στον οποίο συμμετείχε το ΚΚΕ). Είχε χαραμίσει την εκλογική της επιτυχία το 1989 συμμετέχοντας αρχικά σε μια κυβέρνηση συνεργασίας με τον Μητσοτάκη (για να φέρουν μαζί την «κάθαρση» στην ελληνική κοινωνία) και στη συνέχεια μια οικουμενική κυβέρνηση  με την ΝΔ και με το ΠΑΣΟΚ. 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αισθανόταν αρκετά δυνατή για να ξεκινήσει μια κατά μέτωπο επίθεση στην εργατική τάξη με το καλημέρα. Αλλά με το καλημέρα ξεκίνησε και η εργατική αντίσταση, με τους εκπαιδευτικούς αρχικά και ύστερα τους εργαζόμενους σε μια σειρά χώρους όταν στα τέλη του Αυγούστου του 1990 προχώρησε σε μαζικές απολύσεις στις λεγόμενες «προβληματικές επιχειρήσεις» και κατέβασε ένα ασφαλιστικό νομοσχέδιο-λαιμητόμο στις ΔΕΚΟ. Το αποτέλεσμα ήταν ένα απεργιακό τσουνάμι με μια σειρά χώρους να περνάνε σε απεργίες και καταλήψεις διαρκείας. H πιο δυνατή κατάληψη οργανώνεται στην Πειραϊκή Πατραϊκή που ξεσηκώνει με το ραδιοσταθμό της ολόκληρη την Πάτρα. 

Το μήνυμα δεν έγινε αντιληπτό από την κυβέρνηση που αποφάσισε να διευρύνει το μέτωπο της σύγκρουσης. Τον Νοέμβρη του 1990 ο τότε υπουργός Παιδείας Κοντογιαννόπουλος αφήνει να διαρρεύσουν ειδήσεις για το περιεχόμενο ενός «πολυνομοσχεδίου» που πρόβλεπε κατάργηση της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων, κατάργηση σε σίτιση-στέγαση, περιορισμό της φοιτητικής συμμετοχής στην ανάδειξη των πανεπιστημιακών οργάνων, ιδιωτικά ΑΕΙ, χτύπημα στο άσυλο. Στο μεταξύ ο Κοντογιαννόπουλος είχε ήδη δημοσιεύσει δυο υπουργικά διατάγματα για τα γυμνάσια και τα λύκεια με τα οποία η «φιλελεύθερη» ΝΔ επέβαλε: επαναφορά της ποδιάς στα γυμνάσια, επαναφορά της καθημερινής προσευχής, του ομαδικού εκκλησιασμού και της έπαρσης της σημαίας, κατάργηση των αδικαιολόγητων απουσιών, και επιβολή ενός point system στη διαγωγή των μαθητών. Λογάριαζαν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Αυτός δεν ήταν οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ που καλούσαν ανοιχτά σε «αυτοσυγκράτηση». Το μεν ΠΑΣΟΚ καλλιεργούσε την αναμονή μέχρι η κυβέρνηση να πέσει σαν «ώριμο φρούτο», ενώ ο τότε γγ. του ΚΚΕ Φαράκος δήλωνε ανοιχτά ότι «τα σχολεία πρέπει να λειτουργούν». 

Η πρωτοβουλία για συνελεύσεις και κινητοποιήσεις στις σχολές ήρθε από τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής και επαναστατικής αριστεράς, δηλαδή: την «ΚΝΕ Γράψα» (που ένα χρόνο πριν είχε αποχωρήσει μαζικά από το ΚΚΕ για να συγκροτήσει το ΝΑΡ) σε συνεργασία με τα διάφορα προϋπάρχοντα σχήματα των Συσπειρώσεων, τις Αγωνιστικές Κινήσεις και τις Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες Φοιτητών-Σπουδαστών (ΕΣΟΦ-Σ) που είχαν δημιουργηθεί με πρωτοβουλία της ΟΣΕ ένα χρόνο πριν. 

Αλλά και εδώ το περιεχόμενο και τα μέσα που θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει το κίνημα δεν ήταν ξεκάθαρα. Σε ένα μεγάλο μέρος του πιο πρωτοπόρου κομματιού κυριαρχούσε η ανάλυση ενός επερχομενου «βαριού νεοσυντηρητικού χειμώνα». Έτσι, ενώ πχ στην επαρχία, με δική τους πρωτοβουλία, οι σχολές ήταν ήδη σε κατάληψη απο το Νοέμβρη, στις περισσότερες σχολές της Αθήνας προτείνονταν απλά διαδηλώσεις γιατί “το κλίμα δεν ήταν «ώριμο» για καταλήψεις”. Ενώ το σύνθημα να φύγει η Νέα Δημοκρατία χαρακτηριζόταν «πρόωρο» ή ακόμη και λάθος γιατί «αν έφευγε θα ακολουθούσε το ΠΑΣΟΚ».     

Πάνω σε αυτά τα ζητήματα καθώς και στη σύνδεση με τους εργατικούς αγώνες εστίαζε η πρόταση των ΕΣΟΦ. Όπως διαβάζουμε στην έκτακτη έκδοση της Εργατικής Αλληλεγγύης στις 19 Νοεμβρη του 1990: «Οι ΕΣΟΦ προτείνουν κλιμάκωση του αγώνα με καταλήψεις, εκλογή επιτροπών αγώνα από τις γενικές συνελεύσεις, πάλη ενάντια στον προϋπολογισμό λιτότητας και περικοπών. Καλούμε τις συναγωνίστριες και τους συναγωνιστές που απορρίπτουν τη «ρεαλιστική πολιτική» του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ, που υποστηρίζουν τους αγώνες για την ανατροπή της ΝΔ, που προβάλλουν την σοσιαλιστική διέξοδο από την κρίση του κεφαλαίου, να παλέψουμε μαζί χτίζοντας μια οργανωμένη δύναμη που θα στηρίζει αυτήν την προοπτική».

Καθοριστικό ρόλο στην κλιμάκωση και καθολική επικράτηση των καταλήψεων τον Δεκέμβρη στις σχολές έπαιξαν οι ίδιες οι επιλογές της κυβέρνησης όπως η άγρια αστυνομική βία στις διαδηλώσεις αλλά πάνω απ’ όλα το αυθόρμητο ξέσπασμα των μαθητών στα σχολεία. Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν το σχέδιο «ανακατάληψης» των σχολείων από τους «αγανακτισμένους» των τοπικών της ΝΔ και της ΟΝΝΕΔ με την ανοχή της αστυνομίας που οδήγησε τελικά στη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα. 

Με την πόλη της Πάτρας να βρίσκεται σε κατάσταση εξέγερσης, ο Κοντογιαννόπουλος παραιτείται και αναλαμβάνει ο Σουφλιάς. Στις 9 Γενάρη διαδηλώνουν 40 χιλιάδες μετά από κάλεσμα της ΟΛΜΕ και στις 10 Γενάρη η πρωτεύουσα κατακλύζεται από 150 χιλιάδες οργισμένου κόσμου που βροντοφωνάζει: «Κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων». Η αστυνομία χτυπάει βάναυσα την πορεία με δακρυγόνα και καπνογόνα. Ένα από αυτά προκαλεί πυρκαγιά στο κατάστημα «Κ. Μαρούσης» και τέσσερις άνθρωποι που βρίσκονται μέσα χάνουν τη ζωή τους. Επί τρεις μέρες το κέντρο της Αθήνας φλέγεται. 

Το κίνημα έχει πετύχει μια μεγάλη νίκη απέναντι στην κυβέρνηση με τον Σουφλιά να αποσύρει το «πολυνομοσχέδιο» και τα «διατάγματα» και να ζητάει διάλογο. Αλλά οι καταλήψεις στις περισσότερες σχολές συνεχίστηκαν -με τους Δαπίτες να αποβάλλονται από τις συνελεύσεις- παίρνοντας μάλιστα και αντιπολεμικό περιεχόμενο. Στις 17 και στις 24 Γενάρη διαδηλώνουν δεκάδες χιλιάδες ενάντια στον πόλεμο και στη συμμετοχή της Ελλάδας με τις φρεγάτες «ΕΛΛΗ» και «ΛΗΜΝΟΣ». Στο κεφάλι των διαδηλώσεων είναι οι μητέρες των ναυτών από το «ΛΗΜΝΟΣ» και ακολουθούν τα μπλοκ των καταλήψεων. Το αίτημα να πέσει η κυβέρνηση των δολοφόνων και του πολέμου ήταν πλέον κυρίαρχο παντού. Μέσα σε μόλις τέσσερις μήνες η ριζοσπαστικοποίηση έκανε άλματα: από τις διαδηλώσεις μόνο για φοιτητικά αιτήματα σε καταλήψεις που αποφάσιζαν ότι δεν φτάνει που έφυγε ο Κοντογιαννόπουλος, χρειάζεται να φύγει όλη η κυβέρνηση.

Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν έπεσε αμέσως. Αλλά για δύο ολόκληρα χρόνια βρέθηκε κολλημένη στα σχοινιά από το εργατικό κίνημα και τη νεολαία. Ούτε οι φυλακίσεις απεργών και αγωνιστών ούτε οι αντιτρομοκρατικοί νόμοι που πέρασε ούτε η εθνικιστική εκστρατεία για το Μακεδονικό μπόρεσαν να αναστρέψουν αυτό το κλίμα που οδήγησε στην κατάρρευσή της. 

Στις εκλογές που ακολούθησαν το 1993, το  ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου πήρε ξανά την κυβέρνηση. Όμως οι κυβερνήσεις Σημίτη και ακόμη περισσότερο οι μνημονιακές κυβερνήσεις στις οποίες συμμετείχε το ΠΑΣΟΚ διάψευσαν ξανά και ξανά τις προσδοκίες της βάσης του οδηγώντας τελικά στην συρρίκνωσή του (από την οποία σήμερα έχει απομείνει σαν κακό του φάντασμα το ΚΙΝΑΛ) με κύριο κληρονόμο της αδιέξοδης αυτής ρεφορμιστικής παράδοσης τον Αλέξη Τσίπρα και τον  ΣΥΡΙΖΑ.

Στο πέρασμα αυτών των 30 χρόνων, το πνεύμα των καταλήψεων του 1990-91 παρέμεινε ζωντανό στους αγώνες. Αλλά παρέμεινε ζωντανό και μέσα σε εκείνα τα κομμάτια της επαναστατικής αριστεράς (όπως η ΟΣΕ που φέτος κλείνουν και τα 50 χρόνια από την ίδρυσή της) που πρωτοστατώντας σε αυτό το κίνημα μπόρεσαν όχι μόνο να βρουν τον βηματισμό τους μέσα στη νέα συγκυρία αλλά και να μεγαλώσουν και να συγκροτηθούν, σφραγίζοντας με την παρουσία και τις πρωτοβουλίες τους τις εξελίξεις τα επόμενα χρόνια.  


Πανό της ΟΣΕ στην πορεία της κηδείας Τεμπονέρα στην Πάτρα.

 

Πάτρα

Στο παρακάτω κείμενο, (το υπογράφει ο Γιάννης Μαραβελάκης, φοιτητής τότε στο Μαθηματικό Πάτρας και δημοσιεύθηκε στην Εργατική Αλληλεγγύη νο51, Φλεβάρης 1991), μπορεί κανείς να βρει μια συνοπτική περιγραφή των γεγονότων που συγκλόνισαν την Πάτρα μετά την δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα, στον απόηχο του μαζικού ξεσηκωμού που είχε σημαδέψει την πόλη με την κατάληψη της κλωστοϋφαντουργίας της Πειραϊκής Πατραϊκής, λίγους μήνες πριν.   

Πάτρα, 2 Οκτώβρη 1990. Χιλιάδες εργαζόμενοι σταματούν τα ΜΑΤ έξω από τις πύλες της Πειραϊκής Πατραϊκής. Πάτρα, 10 Γενάρη 1991. 70.000 κόσμος, πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού, τιμά τον δολοφονημένο καθηγητή Νίκο Τεμπονέρα. Τα ΜΑΤ, που για μέρες ξυλοκοπούν μαθητες, φοιτητές και εργάτες, δεν τολμούν να εμφανιστούν. 

Πάτρα. Από το Μολών Λαβέ της Πειραϊκής Πατραϊκής μέχρι το «κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων» των χιλιάδων διαδηλωτών του Γενάρη, οι αγώνες των εργατών και της νεολαίας της αχαϊκής πρωτεύουσας έχουν γίνει συνώνυμο του εφιάλτη για τον Μητσοτάκη.

Η Πάτρα μετατρέπεται σε μια εξεγερμένη πόλη. Τη νύχτα, μετά την δολοφονία, γίνεται πορεία από το νοσοκομείο προς την πόλη με 2.500 κόσμο. Σε καθε σχολείο μαθητές, γονείς και σπουδαστές αναλαμβάνουν από κοινού την περιφρούρηση. Την επόμενη μέρα Τετάρτη 9 Γενάρη, γίνεται πορεία το πρωί με χιλιάδες μαθητές, φοιτητές και εργάτες και το απόγευμα νέα διαδήλωση με πάνω από 20.000 κόσμο. Για τέσσερις ώρες οι δρόμοι γύρω από τη Νομαρχία μετατρεπονται σε πεδίο μάχης όπου συγκρούεται ο λαός της Πάτρας με τα ΜΑΤ. Κανείς δεν υποχωρεί και στους δρόμους μαθητές, σπουδαστές, εργάτες της Πειραϊκής Πατραϊκής, οικοδόμοι, καθηγητές, ανάβουν φωτιές για να προστατευτούν από τα δακρυγόνα, πετούν πέτρες, φωνάζουν συνεχώς συνθήματα ενάντια στους δολοφόνους της κυβέρνησης.

10 Γενάρη. Πάνω από 70.000 κόσμος δίνει το παρών στην πορεία της κηδείας του Νίκου Τεμπονέρα. Τιμά τον δολοφονημένο αγωνιστή, όχι με δάκρυα αλλά με συνθήματα. Η κραυγή «Τεμπονέρα ζεις εσύ μας οδηγείς» συνοδεύει την οργή του πλήθους, που κουρελιάζει το στεφάνι που τόλμησε να στείλει ο Σουφλιάς (σ.σ. διαδέχτηκε στο υπουργείο Παιδείας τον μόλις παραιτηθέντα Κοντογιαννόπουλο) και πετάει καρέκλες στην υφυπουργό Παιδείας.

Μέσα στις σχολές, η πρόταση για κατάληψη δεν μπαίνει καν σε ψηφοφορία, καθώς οι Δαπίτες πετάγονται έξω από τις συνελεύσεις. Οι συλληφθέντες διαδηλωτές αφήνονται ελεύθεροι όταν μια πορεία 3000 φοιτητών και μαθητών αποκλείει για πέντε ώρες τα δικαστήρια. Η τοπική ΕΛΜΕ κηρύσσει απεργία διαρκείας. Το Εργατικό Κέντρο Πάτρας καλεί σε 24ωρη απεργία και πορεία. Νέα διαδήλωση την Παρασκευή με αίτημα την σύλληψη του αρχιτραμπούκου δημοτικού σύμβουλου της ΝΔ και φυσικού αυτουργού της δολοφονίας Καλαμπόκα. Τα συνθήματα «κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων» και «Ο Καλαμπόκας είναι το τσιράκι του αρχιτρομοκράτη  Μητσοτάκη» αντηχούν σε όλη την πόλη...


Δεκέμβρης 1990. Οι μαθητές διαδηλώνουν στην Αθήνα. 

 

Καταλήψεις

Το παρακάτω κείμενο, του Γιάννη Σηφακάκη, φοιτητή τότε στο τμήμα Μεταλλειολόγων του ΕΜΠ (στην Εργατική Αλληλεγγύη τεύχος 50 που κυκλοφόρησε λίγο πριν την δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα τον Γενάρη του 1991) δίνει την εικόνα της αγωνιστικής κλιμάκωσης και της ριζοσπαστικοποίησης του αγώνα: Από τις πρώτες μεμονωμένες καταλήψεις στο Παιδαγωγικό Αθήνας, την ΑΣΚΤ και το Χημικό Ιωαννίνων τον Οκτώβρη του 1990 σε ένα διογκούμενο κύμα καταλήψεων σε σχολεία και σχολές των Ιωαννίνων και της Πάτρας τον Νοέμβρη -και από τον Δεκέμβρη και μετά, πρακτικά σε όλα τα σχολεία και τις σχολές ΑΕΙ-ΤΕΙ πανελλαδικά.  

Όταν οι καταλήψεις του Παιδαγωγικού και της Καλών Τεχνών διαδήλωναν στο κέντρο της Αθήνας στις 8 Νοέμβρη λίγοι ήταν εκείνοι που πίστευαν ότι οι καταλήψεις μπορούν να απλωθούν σε όλες τις σχολές. Κι όμως! 

Οι καταλήψεις επεκτάθηκαν σε όλη την επαρχία ενώ στις 22 Νοέμβρη οι σπουδαστές των ΤΕΙ διαδήλωσαν μαζί με τους φοιτητές των ΑΕΙ με σύνθημα «φοιτητές-σπουδαστές, ενωμένοι νικητές». Στον αγώνα δεν άργησαν να μπουν και οι μαθητές. Στις αρχές του Δεκέμβρη σε όλη την Ελλάδα, τα σχολεία ήταν κατειλλημένα και οι μαθητές πλημμύριζαν τους δρόμους με τις μαζικότατες πορείες τους, όπως έγινε στην Αθήνα στις 6,13 και 14 Δεκέμβρη. 

Εκτός όμως από την μαζκότητα, και η πολιτικοποίηση αυτού του κινήματος είναι εκπληκτική. Με συνθήματα ενάντια στις περικοπές των δαπανών, ενάντια στον προϋπολογισμό συνολικά, δόθηκε η απάντηση στην κυβερνητική πολιτική της λιτότητας. «Όχι άλλες περικοπες την κρίση δεν πληρώνουν οι σπουδαστές» έγραφε το πανό των ΤΕΙ Πάτρας. Λίγο παραπέρα, το πανό των μαθητών από την Γκράβα απαιτούσε: «Δώστε λεφτά για την Παιδεία και όχι για φρεγάτες στην Αραβία». Μαζί με το σύνθημα «ο υπουργός να φύγει από εδώ να πάει πεζοναύτης στον Περσικό» έδιναν την απάντηση στην πολεμοκάπηλη πολιτική της Ν.Δ.

Μετά το χτύπημα της πορείας στις 14 Δεκέμβρη, αυτή η συνολική αντικυβερνητική διάθεση βρήκε την ευκαιρία να εκφραστεί πολύ πιο συγκεκριμένα: «Λιτότητα, ανεργία τρομοκρατία, κάτω η Νέα Δημοκρατία» φώναζαν μαθητές και φοιτητές.

Η ενότητα του κινήματος ήταν άλλο ένα χαρακτηριστικό του. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, μαθητές μιλούσαν στις γενικές συνελεύσεις των φοιτητών ζητώντας τη συμπαράστασή τους. Μαθητές, φοιτητές και σπουδαστές οργάνωναν κοινές συζητήσεις και εκδηλώσεις. Η δυναμική του κινήματος εκφράστηκε και με τις μορφές οργάνωσής του. Οι μαζικές γενικές συνελεύσεις που εκλέξανε συντονιστικές επιτροπές αγώνα ξεπέρασαν τις γραφειοκρατίες της ΕΦΕΕ και των ΔΣ των σχολών και προσπαθούν να καλύψουν την ανάγκη συντονισμού των αγώνων. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι μαθητές. 

Η φανταστική εξάπλωση των καταλήψεων και η μαζικότητά τους, η οργάνωση και η ζωντάνια τους, το αντικυβερνητικό περιεχόμενό τους, έδειξαν ότι η πολιτική της σύγκρουσης με την κυβέρνηση και το κεφάλαιο έχει επιστρέψει στς σχολές και τα σχολεία. Οι νέοι αγωνιστές που με αυθόρμη τρόπο μπήκαν στον αγώνα θα είναι εδώ και στις μάχες του μέλλοντος.