Πολιτισμός
Chick Corea: Μια αδιάκοπη μουσική αναζήτηση

Ένας εκπληκτικός πιανίστας (και όχι μόνο), ένας καινοτόμος που διεύρυνε τα όρια της τζαζ και της σύγχρονης μουσικής γενικότερα τα τελευταία 55 χρόνια, ένας καλλιτέχνης που επηρέασε εκατοντάδες μουσικούς από όλα τα μουσικά είδη σε όλον τον κόσμο και κατάφερε να κερδίσει 23 Grammy (ενώ προτάθηκε 60 φορές για να βραβευθεί). Αυτός ήταν ο Armando Anthony "Chick" Corea, που πέθανε την περασμένη βδομάδα. 

Μεγάλωσε με τα ακούσματα των «κλασσικών» της τζαζ του ’40 και του ’50 καθώς ο πατέρας του ήταν τρομπετίστας, ενώ μάθαινε παράλληλα κλασσικό πιάνο. Έκανε μουσικές σπουδές αλλά σύντομά τις εγκατέλειψε και άρχισε να διακρίνεται παίζοντας με ονόματα όπως οι Getz, Mann και Blue Mitchell.

Στα τέλη του ’60 ο κόσμος ολόκληρος άλλαζε, το ίδιο και η μουσική. Δίπλα στη «νέα» τζαζ που ανέδειξε κορυφές σαν τον Τζον Κολτρέιν και έκφραζε την ριζοσπαστικοποίηση και την εξέγερση των μαύρων στις ΗΠΑ, ήρθε η Αρίθα Φράνκλιν να διεκδικήσει «Respect» και ο Τζέιμς Μπράουν που τραγουδούσε «Say it loud – I’m black and I’m proud». Πρωτοπόροι μουσικοί, όπως ο Μάιλς Ντέιβις, άρχισαν να συνδυάζουν την τζαζ με το funk, την soul, τον Τζίμι Χέντριξ και την ροκ, ψάχνοντας τρόπους να συνδεθούν με την νεολαία που χόρευε στους δρόμους και γέμιζε τα πάρκα και τα στάδια στις συναυλίες. 

Το 1968, ο Chick Corea μπαίνει στην μπάντα του Ντέιβις. «Η ιδέα της επικοινωνίας με το κοινό, έγινε σημαντική για μένα εκείνη την εποχή… Μέχρι τότε διασκέδαζα παίζοντας απλά πιάνο χωρίς να παρατηρώ ότι αυτό που έκανα είχε επιπτώσεις στους άλλους», δήλωνε χρόνια μετά. Και η επικοινωνία έγινε εκρηκτική. Το ηλεκτρικό πιάνο αντικαθιστά το ακουστικό, ο ήχος γίνεται πιο ηλεκτρικός, περιοδείες και συναυλίες που συγκεντρώνουν χιλιάδες και άλμπουμ σαν το Bitches Brew που εγκαινιάζουν τη στροφή στις νέες μορφές της τζαζ που θα κυριαρχήσουν το ‘70.  

Το 1972, μέσα από το σχήμα Retu to Forever o Corea και οι συνεργάτες του δημιουργούν το fusion (σύντηξη), με κομμάτια όπως το «Spain» και το «500 miles high» να αποτελούν έκτοτε τζαζ-στάνταρντς. Το συγκρότημα ξεκίνησε παίζοντας latin κυρίως φόρμες αλλά γρήγορα αγκάλιασε και τη ροκ.  

Αυτή η διαρκής κίνηση, η συγχώνευση διαφορετικών μουσικών ειδών, η εναλλαγή ακουστικού και ηλεκτρικού ήχου, χαρακτήριζε τον Chick Corea σ’ όλη του τη διαδρομή. Από το Now he sings, now he sobs του 1968, ένα σημείο αναφοράς για το σύγχρονο τρίο τζαζ πιάνο, μέχρι τις πιο avant-garde αναζητήσεις του με τους Circle στις αρχές του ’70. Από τις σόλο προσπάθειες του λίγο αργότερα (Improvisations Vols 1 και 2) μέχρι τις ηχογραφήσεις του ως session μουσικός με πολλά μεγάλα ονόματα. Από τους Elektrik Band το ’80 (αλλά και το Akoustic Trio σαν αντίβαρο) μέχρι τις αναζητήσεις του στην κλασική μουσική. Στο πιο πρόσφατο άλμπουμ του, το live σόλο δίσκο του 2020 αναδεικνύει το μεγαλείο ενός μουσικού που μπορεί να κάνει τους Mozart, Scarlatti και Chopin να ακούγονται όπως οι Monk, Evans και Jobim, να συνδυάζει την κλασική με την bebop, το latin, την ατονική. 

H ανοιχτή και ισότιμη συνεργασία με πλήθος άλλων μουσικών, αξίζει ιδιαίτερη αναφορά. Τα «έυκολα» ντουέτα μαζί με τον βιμπραφωνίστα Gary Burton ή τον Herbie Hancock, αλλά και τα πιο ασυνήθιστα με τον Bobby McFerrin (πιάνο – φωνή) ή τον Bela Fleck (πιάνο – μπάντζο). 

Ο Chick Corea άλλαξε το τοπίο, αξίζει να τον θυμόμαστε με τα δικά του λόγια: «Η μουσική και η τέχνη είναι ένα είδος αντίδοτου στην σκοτεινή πλευρά της ζωής, είναι χαρά μου να το παραδίδω κάθε φορά που παίζω».