Καταπίεση και απελευθέρωση
Σύστημα σεξιστικό ως το μεδούλι

Συλλαλητήριο γυναικών στην Αυστραλία (βλ. σελ. 14)

Ένα σύστημα σεξιστικό ως το μεδούλι. Αυτό καταγράφουν (ακόμα κι αν δεν το θέλουν) όλες οι επίσημες εκθέσεις που δημοσιεύτηκαν τις τελευταίες μέρες, με αφορμή τη φετινή Παγκόσμια Ημέρα Γυναικών στις 8 Μάρτη. Η εικόνα των διακρίσεων, των ανισοτήτων και της βίας κατά των γυναικών, ιδιαίτερα μετά τη χρονιά της πανδημίας, είναι αποκαλυπτική.

Η εργασιακή θέση (και σχέση) είναι στοιχείο αφετηρίας. «Η υπεραντιπροσώπευση των γυναικών σε χαμηλότερα αμειβόμενους κλάδους και επαγγέλματα, όπως η φιλοξενία, το λιανικό εμπόριο ή οι προσωπικές υπηρεσίες, τις καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτες στις αγορές εργασίας που επλήγησαν από την κρίση της COVID-19», αναφέρει η ετήσια έκθεση της ΕΕ για την ισότητα των φύλων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ, οι γυναίκες αποτελούν τo 76% των 49 εκατομμυρίων εργαζομένων στον τομέα της περίθαλψης που έχουν εκτεθεί περισσότερο στον ιό. Αποτελούν το 95% των οικιακών βοηθών και του προσωπικού καθαριότητας, το 93% των παιδοκόμων και βοηθών δασκάλων, το 86% των παρόχων προσωπικής φροντίδας σε υπηρεσίες υγείας, το 82% των υπαλλήλων σε ταμεία. Περίπου το 84% των εργαζόμενων γυναικών μεταξύ 15 και 64 ετών απασχολείται στον τομέα των υπηρεσιών (φύλαξη παιδιών, πωλήσεις, ξενοδοχειακός τομέας και τουρισμός), δηλαδή σε κλάδους που έχουν δεχθεί ιδιαίτερα ισχυρό πλήγμα από την πανδημία με αυξημένο τον κίνδυνο της απώλειας των θέσεων εργασίας.

Συνολικά, πάνω από το 30% των γυναικών στην ΕΕ εργάζεται σε θέσεις μερικής απασχόλησης, συχνά χωρίς καθόλου εργασιακά δικαιώματα και κοινωνική προστασία, καθώς και με απουσία υγειονομικής περίθαλψης, αναρρωτικής άδειας ή επιδομάτων ανεργίας. Η απασχόλησή τους μειώθηκε περισσότερο από αυτή των αντρών την περίοδο της πανδημίας, ενώ αντιμετωπίζουν πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες για να βρουν εκ νέου δουλειά. Είναι τάσεις που, όπως προειδοποιεί η παραπάνω έκθεση, μπορεί να οδηγήσουν σε χαμηλότερες συντάξεις για τις γυναίκες, διευρύνοντας το χάσμα που τις χωρίζει από τους άντρες. Το ίδιο ισχύει και για όλες τις άλλες ανισότητες «για τις επόμενες δεκαετίες».

Βία

Τα λοκντάουν φόρτωσαν στις πλάτες τους ακόμα περισσότερα βάρη και πιέσεις. Αυτό που η έκθεση αναφέρει κομψά ως αυξημένες «προκλήσεις στην ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής» δεν είναι τίποτα άλλο από το ότι η φροντίδα των παιδιών και όλης της οικογένειας έπεσε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό πάνω τους, ενώ ο συνδυασμός με τις εργασιακές υποχρεώσεις αποδείχτηκε από εξοντωτικός ως αδύνατος. Και βέβαια οι καραντίνες τις έκαναν ακόμα πιο ευάλωτες στη βία. 

Όπως αναφέρεται, περίπου 50 γυναίκες χάνουν τις ζωές τους λόγω ενδοοικογενειακής βίας κάθε εβδομάδα στην ΕΕ, με τον αριθμό των θυμάτων να έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ενώ επιβεβαιώνεται ότι πάρα πολλές δυσκολεύονται, λόγω των περιοριστικών μέτρων και της απουσίας υποστήριξης, να ζητήσουν βοήθεια. Από αυτά δεν είναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς τι γίνεται με τα περιστατικά παρενοχλήσεων και βίας στους χώρους δουλειάς. Η σιωπή των θυμάτων πατάει πάνω στις επισφαλείς εργασιακές τους συνθήκες.

Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα σε παγκόσμιο επίπεδο. Πάνω από 47 εκατομμύρια περισσότερες γυναίκες και κορίτσια οδηγούνται παγκοσμίως, λόγω των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της πανδημίας, κάτω από το όριο της φτώχειας. Η βία εναντίον τους εκτινάσσεται. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σχεδόν μία στις τρεις γυναίκες του πλανήτη υπόκειται σε σωματική ή σεξουαλική βία κατά τη διάρκεια της ζωής της. Περίπου το 31% των γυναικών ηλικίας 15-49, δηλαδή 852 εκατομμύρια γυναίκες, έχουν βιώσει σωματική ή σεξουαλική βία, ενώ σε ορισμένες περιοχές αυτό αφορά το 50% και άνω των γυναικών. Η βία ξεκινά σε «ανησυχητικά μικρή» ηλικία, συνεχίζει ο ΠΟΥ, με ένα στα 4 ανήλικα κορίτσια, ηλικίας 15-19 ετών να έχει πέσει θύμα είτε σωματικής είτε σεξουαλικής βίας.

Δεν είναι τυχαίο που όλες οι εκθέσεις χαρακτηρίζουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τις γυναίκες ως τον «μεγάλο χαμένο» της πανδημίας. «Η πανδημία της COVID-19 έχει επηρεάσει δυσανάλογα τη ζωή των γυναικών», αναφέρει συγκεκριμένα η έκθεση της ΕΕ. «Υπάρχουν ήδη επαρκή στοιχεία ότι επιτεύγματα των περασμένων ετών, που έγιναν με κόπο, έχουν ‘αντιστραφεί’ ... η πρόοδος για τα δικαιώματα των γυναικών κερδίζεται δύσκολα αλλά χάνεται εύκολα». 

Λένα Βερδέ


Κίνηση για την Απεργιακή 8 Μάρτη

Eκδήλωση-συζήτηση
ΣΑΒΒΑΤΟ 27 Μάρτη, 6μμ
“Η πάλη τώρα συνεχίζεται”

Ο σεξισμός της καραντίνας

Εργάζομαι στο Υπουργείο Πολιτισμού. Ως μητέρα ενός παιδιού 6,5 χρονών, σε τηλεργασία, νομίζω ότι μόνο μια λέξη μπορεί να χαρακτηρίσει την κατάσταση στην οποία βρίσκομαι τόσο εγώ όσο και χιλιάδες άλλοι εργαζόμενοι σήμερα. Eίναι η λέξη ΠΑΓΙΔΑ.

Κι αυτό γιατί ναι μπορεί να είσαι μια από τους “τυχερούς” που έχουν ακόμη τη δουλειά τους, όταν χιλιάδες άλλοι την χάνουν καθημερινά ή ζουν με επιδόματα. Όμως ο εργαζόμενος σε τηλεργασία με μικρό παιδί (ή παιδιά) στο σπίτι βρίσκεται καθημερινά σε μια διαρκή μάχη με το χρόνο και το άγχος που μπορεί άνετα να τον γονατίσει. Βλέπεις με την τηλεργασία το οκτάωρο επί της ουσίας καταργείται. Δεν υπάρχει εργασιακό πλαίσιο με αρχή, μέση και τέλος και ο προσωπικός χρόνος συγχέεται με τον εργασιακό, γεγονός που μόνο προβλήματα και δυσλειτουργίες προκαλεί.

Για να περιγράψω τη δική μου καθημερινότητα: Το πρόγραμμα ξεκινά πολύ νωρίς το πρωί, με εμένα να εργάζομαι στον υπολογιστή μου από τις 6-6.15 πριν προλάβει το παιδί να ξυπνήσει. Και τελειώνει μετά τα μεσάνυχτα όταν πια εκείνο έχει πάει για ύπνο, με εμένα στην ίδια θέση να συνεχίζω να εργάζομαι εντελώς εξαντλημένη. Κι αυτό γιατί στο ενδιάμεσο έχω να καλύψω όλες τις ανάγκες τόσο της δουλειάς μου όσο και της φροντίδας του. Το φαγητό του ανά τακτά χρονικά διαστήματα, το παιχνίδι του που θα με διακόπτει ανά μισάωρο από τη δουλειά μου, την τηλεκπαίδευσή του (κατά την οποία θα πρέπει φυσικά να διακόψω ξανά, να του παραδώσω τον υπολογιστή μου και να μείνω δίπλα του για να το βοηθήσω), τις δουλειές του σπιτιού. Μέχρι να έρθει ο σύζυγος από τη δουλειά και να το αναλάβει, για να συνεχίσω εγώ με το βραδυνό, τις υπόλοιπες οικιακές δουλειές και την εργασία μου.

Εννοείται ότι για να καλύψω τα κενά που δημιουργούνται, πολλές φορές πρέπει να εργαστώ και σαββατοκύριακα. Όπως καταλαβαίνετε ένα διαρκές άγχος πλανάται διαρκώς τόσο σε εμένα όσο και στο παιδί. Το παιδί αισθάνεται ότι το παραμελώ κι εγώ ως εργαζόμενη νιώθω ένα διαρκές αίσθημα ανεπάρκειας απέναντι στη δουλειά μου και στην προϊσταμένή μου, η οποία φυσικά έχει απαιτήσεις και τις διατυπώνει με κάθε ευκαιρία. Ο εργαζόμενος και η εργαζόμενη με την τηλε-εργασία απομονώνεται από το εργασιακό πλαίσιο και τους συναδέλφους. Βρίσκεται διαρκώς μόνος/μόνη απέναντι στην προϊστάμενη αρχή με ενδιάμεσο μόνο ένα λάπτοπ και χωρίς υποστήριξη από τους συναδέλφους και εντελώς ανίκανος/η να διεκδικήσει τα δικαιώματά του/της, τα οποία η κυβέρνηση στην παρούσα συνθήκη βρήκε την ιδανική ευκαιρία και τα καταπατά με κάθε μέσο.

Όταν θα τελειώσει ετούτη η κατάσταση δεν θα πρέπει να βρεθούμε σε ένα τόπο με μειωμένα εργασιακά δικαιώματα, με μικρότερο δημόσιο χώρο, με ξεπουλημένες δημόσιες δομές, με καταστραμμένη οικονομία και ακραία καταστολή που σπέρνει τρόμο. Ειδάλλως θα πρέπει να βρούμε τη δύναμη να τα διεκδικήσουμε όλα πάλι από την αρχή, τόσο για εμάς όσο και για τα παιδιά μας. 

Σοφία Βασάλου


ΥΠ.ΠΟ.
Απόλυση εγκύου

Καταγγελία για την απόλυση εγκύου εργαζόμενης στην Εφορία Αρχαιοτήτων Λέσβου, έκανε την περασμένη εβδομάδα το Πανελλήνιο Σωματείο Εκτάκτου Προσωπικού του ΥΠ.ΠΟ. Όπως ανέφερε η Ομάδα για θέματα γυναικών και μητρότητας του Σωματείου:

«Η Συνάδελφος συντηρήτρια έργων τέχνης και ζωγραφικής Δ.Ε. εργάζεται από τις 27-4-2020 με σχέση εργασίας ΙΔΟΧ … με δίμηνες ή μηνιαίες (!) ανανεούμενες συμβάσεις. Όταν έμεινε έγκυος -και έχοντας ιστορικό αποβολών-, ζήτησε να τοποθετηθεί σε πόστο που δεν εκθέτει σε κίνδυνο την ίδια και το έμβρυο, σύμφωνα με τις διατάξεις των Προεδρικών Διαταγμάτων 176/1997 και 41/2003 για την προστασία των εγκύων στην εργασία. Λίγο πριν από τη λήξη της τελευταίας μηνιαίας σύμβασής της ενημερώθηκε ότι δε θα ανανεωθεί, σε αντίθεση με το υπόλοιπο προσωπικό. 

Ευάλωτες

«Οι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου, ακριβώς λόγω της ελαστικής συνθήκης “ορισμένου χρόνου”, στην οποία αναγκαζόμαστε να εργαστούμε, είμαστε ιδιαίτερα ευάλωτοι και εξαιρετικά εκτεθειμένοι στην αυθαιρεσία και την αλαζονεία των εκάστοτε προϊσταμένων μας. 

Ειδικά, ως γυναίκες συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου, παρακολουθούμε την υποτίμηση της εργασίας μας να συμβαίνει όχι μόνο μπροστά στα μάτια μας, αλλά και πάνω στα σώματά μας, όταν η ελαστικοποίηση της εργασίας μας φτάνει σε σημείο να μας υποχρεώνει να απορροφούμε μόνες μας το κόστος της αναπαραγωγής. Το ότι τη βλέπουμε και τη βιώνουμε, δε σημαίνει ότι τη δεχόμαστε... Όπως στο παρελθόν, έτσι και τώρα, το σωματείο μας θα σταθεί δίπλα στη συνάδελφο μέχρι την πλήρη δικαίωσή της και ενάντια σε κάθε εκδικητική δυσμενή μεταχείρισή της!».