Αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα
«Πατριωτικές» υποκρισίες για τους Κούρδους

Μάρτης 1999, Μεγάλο συλλαλητήριο αλληλεγγύης στον Οτσαλάν στο Σύνταγμα. Φωτό: Αρχείο ΕΑ

Η αυτοκτονία του Ιμπραήμ Εργκιούν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Κορίνθου στις 28 Μάρτη ήταν ένα ακόμα ρατσιστικό έγκλημα της κυβέρνησης της ΝΔ. Όπως και ο θάνατος του Μάκι Ντιαμπάτε από τη Γουινέα στο κολαστήριο της Κω, έχει όλα τα στοιχεία ενός μεθοδευμένου εγκλήματος. 

Στην περίπτωση του Ντιαμπάτε ένας άνθρωπος αφήνεται να πεθάνει από …σκωληκοειδίτιδα. Στην περίπτωση του Ιμπραήμ Εργκιούν, οδηγείται ψυχρά στην αυτοκτονία. Κανονικά, τέτοιοι θάνατοι θα έπρεπε να είναι πρωτοσέλιδα και οι εισαγγελείς να διατάζουν έρευνες για ευθύνες. Η άμεση κινητοποίηση της ΚΕΕΡΦΑ, της Πακιστανικής Κοινότητας, της Κοινότητας της Γουινέας και το πρωτοσέλιδο της Εργατικής Αλληλεγγύης έδωσε στα θύματα αυτών των εγκλημάτων όνομα και πρόσωπο. 

Όμως, η αυτοκτονία του Ιμπραήμ Εργκιούν έχει και μια άλλη διάσταση. Αποκαλύπτει τον κυνισμό και την υποκρισία μιας άρχουσας τάξης και του κράτους της που καταγγέλλουν τον Ερντογάν ως «σουλτάνο», αλλά καταδιώκουν τους Κούρδους. Την υποκρισία αυτών που παριστάνουν τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των «ευρωπαϊκών αξιών» και του «κράτους δικαίου» σε όλη την ανατολική Μεσόγειο. 

Ο Ιμπραήμ Εργκιούν ήταν Κούρδος από την Τουρκία. Ήρθε κυνηγημένος στην Ελλάδα, ελπίζοντας να φτάσει κάποια στιγμή στην Γερμανία για να δουλέψει μαζί με τον αδελφό του. Αντί γι’ αυτό κατέληξε στο στρατόπεδο της Κορίνθου. Το μόνο του έγκλημα ήταν ότι δεν είχε χαρτιά. Και η κράτησή του παρατεινόταν, παράνομα, πέρα από το 18μηνο. Απελπισμένος, αυτοκτόνησε. Είχαν προηγηθεί δυο απόπειρες. 

Ο Εργκιούν δεν είναι ο μόνος Κούρδος που βρέθηκε στα κολαστήρια των στρατοπέδων, Κάθε νέα «ανάφλεξη» -για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία των ΜΜΕ- στην περιοχή δημιουργεί νέα κύματα Κούρδων προσφύγων με πολλούς/ες να γεμίζουν τα «κέντρα υποδοχής» του ελληνικού κράτους. 

Για δεκαετίες η ελληνική άρχουσα τάξη και οι κυβερνήσεις που την υπηρετούν παριστάνουν τους φίλους των Κούρδων. Οι κάθε λογής δηλωμένοι «τουρκοφάγοι» λένε ανοιχτά ότι αυτή η «φιλία» είναι ένα μέσο πίεσης στην Τουρκία. Στην πραγματικότητα αυτό είναι μια επιλογή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής συνολικά. Βέβαια, αυτή η κάλπικη «φιλία» δεν έχει καμιά σχέση με τη γνήσια αλληλεγγύη της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος στον αγώνα του κουρδικού λαού. 

Οτσαλάν

Η ελληνική διπλωματία «ανακάλυψε» τους Κούρδους στη δεκαετία του ’80. Πιο πριν ήταν και για αυτήν «ορεσίβιοι Τούρκοι» όπως τους αποκαλούσε το τουρκικό κράτος. Για την ακρίβεια, στα «βιβλία» της επίσημης ιστορίας ήταν οι «μισθοφόροι του Κεμάλ» που επιδόθηκαν σε αγριότητες εις βάρος των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. 

Όμως, όλα αυτά άλλαξαν όταν από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 άρχισε να φουντώνει το αντάρτικο του ΡΚΚ, με ηγέτη του τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Ο τουρκικός στρατός απάντησε με ένα «βρόμικο πόλεμο» που κλιμακωνόταν στη δεκαετία του ’90 και στη διάρκεια του οποίου ολόκληρα χωριά εξαφανίζονταν από το χάρτη. 

Απέναντι σε αυτή την πίεση η ηγεσία του ΡΚΚ αναζητούσε διεθνή στηρίγματα. Το πρώτο ήταν έτοιμο: ήταν το καθεστώς της Συρίας που είχε εκπαιδεύσει τους πρώτους μαχητές του ΡΚΚ και έδινε άσυλο στον Οτσαλάν. Ως δεύτερο παρουσιάστηκε η ελληνική κυβέρνηση μέσω μιας ολόκληρης σειράς «φίλων» όπως τα ακροδεξιά μπουμπούκια του «Δικτύου 21» και βέβαια την ΕΥΠ. 

Κι όπως έχει γίνει πολλές φορές στην ιστορία, οι «εχθροί του εχθρού» του κούρδικου κινήματος το ξεπούλησαν. Ο Οτσαλάν διώχτηκε από την Συρία. Δέχτηκε τις συμβουλές των ΕΥΠατζήδων να ζητήσει άσυλο στην Ελλάδα. Ήρθε αλλά στην πραγματικότητα ήταν μια παγίδα. Όλο το εθνικιστικό κύκλωμα με όλες τις “κατάλληλες” σχέσεις με την ΕΥΠ, τον στρατό και την αστυνομία, έγινε η θηλιά που φόρεσε γύρω από το λαιμό του ο Οτσαλάν και η βάση που πάνω της στήθηκε το σχέδιο για την παράδοσή του.

Τον Φλεβάρη του 1999 η ελληνική κυβέρνηση τον έστειλε «μυστικά» (με τις διαρροές να ξεχειλίζουν) στην ελληνική πρεσβεία στο …Ναϊρόμπι της Κένυα. Κι οι εντολές που ακολούθησαν από το «κέντρο», τον Πάγκαλο για παράδειγμα, ήταν σαφείς. Ξεκινούσαν από το  «να φύγει, να πάει σαφάρι, ας πάει όπου θέλει, αλλά να φύγει», περνούσαν στο «κλείστε του ένα ξενοδοχείο, δώστε του ένα χαρτζιλίκι και παρατήστε τον», και κατέληξαν «βγάλτε τον με το ζόρι ακόμα και σε ένα σεντόνι».

Τελικά οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες απήγαγαν τον Οτσαλάν. Κι ο ίδιος αργότερα κατέθεσε αγωγή ενάντια στο ελληνικό κράτος για την συνεργασία στην αιχμαλώτισή του. 

«Τρομοκράτες»

Λίγες βδομάδες πριν η κυβέρνηση της ΝΔ χειροκρότησε την λεγόμενη «έκθεση Μπορέλ» για τις ευρωτουρκικές σχέσεις που προειδοποιεί την τουρκική κυβέρνηση να μην συνεχίσει τις «μονομερείς ενέργειες». Στην έκθεση περιλαμβάνεται και ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία. Και το Συμβούλιο της Ευρώπης καταδικάζει την προσπάθεια της κυβέρνησης Ερντογάν να απαγορεύσει το HDP το κόμμα που στηρίζουν οι Κούρδοι κι η Αριστερά στην Τουρκία. Ε.Ε., Μητσοτάκης και Δένδιας παριστάνουν τους υπέρμαχους των πολιτικών δικαιωμάτων. 

Ο κυνισμός και η υποκρισία τους δεν έχει όρια. Γιατί εδώ και χρόνια, οι Κούρδοι που ζητάνε καταφύγιο στην Ελλάδα, αφού κατορθώσουν να γλυτώσουν από τις περιπολίες της Φρόντεξ και του Λιμενικού ή να διασχίσουν τα θανατερά περάσματα του Εβρου, αντιμετωπίζονται σαν «τρομοκράτες».

Είναι χαρακτηριστική η περιπέτεια του Φαρούκ, φοιτητή Ιατρικής στην Κωνσταντινούπολη που στα τέλη του 2015 αναγκάστηκε να φύγει για να γλυτώσει εννιάχρονη φυλάκιση για τη δράση του στη νεολαία του HPD. Πέρασε με τις γνωστές βάρκες από το Τσεσμέ και τον «υποδέχτηκαν» οι ελληνικές αρχές, όπως περιγράφει σε μια συνέντευξή του μερικά χρόνια μετά:

«Ρώτησαν αμέσως αυτές τις γνωστές ερωτήσεις: ‘Ποιος είσαι, γιατί είσαι μέσα;’ Όταν είπα ‘Είμαι Κούρδος, από το κόμμα του HDP, είμαι πολιτικός πρόσφυγας’, άρχισαν να τις απειλές. Είπαν: ‘Δεν θα σε αφήσουμε να ζήσεις εδώ, δεν υπάρχει χώρος για τρομοκράτες εδώ’». Χρειάστηκε να δώσει μια πολύμηνη μάχη για να μην εκδοθεί στην Τουρκία. Και προφανώς δεν είναι η μόνη περίπτωση. 

Αν είσαι Κούρδος, και πολύ περισσότερο μέλος ή υποστηρικτής ενός κόμματος σαν το HDP, κινδυνεύεις να βρεθείς «πακέτο» στις τουρκικές φυλακές ή να σαπίσεις στα στρατόπεδα του Μηταράκη. Αν είσαι πραξικοπηματίας αξιωματικός (όπως οι 8 που κατέφυγαν στην Αλεξανδρούπολη το 2016) τότε ο δρόμος του ασύλου ανοίγει διάπλατα. Δυο μέτρα και δυο σταθμά. 

Έχουμε πρόσφατα παραδείγματα για το πως «αξιοποιεί» το κουρδικό η κυβέρνηση. Πέρσι τον Οκτώβρη, ο Δένδιας επισκέφτηκε την Βαγδάτη για «σύσφιξη» των σχέσεων (με τις «πατριωτικές» φυλλάδες και ιστοσελίδες να πανηγυρίζουν για την υποτιθέμενη ένταξη του Ιράκ στην «αντιτουρκική συμμαχία»). Μετά τη Βαγδάτη το πρόγραμμά του προέβλεπε επίσκεψη στο Αρμπίλ, την πρωτεύουσα της περιφερειακής κυβέρνησης των Κούρδων στο Ιράκ. Εκεί θα έκανε τα επίσημα εγκαίνια του ελληνικού προξενείου. Η απόφαση για το άνοιγμά του ήταν του προκάτοχού του στο ΥΠΕΞ, του Ν. Κοτζιά, από το 2017. 

Τελικά, ο Δένδιας δεν πήγε στο Αρμπίλ, λόγω «τεχνικού προβλήματος του αεροσκάφους». Όμως, οι σχέσεις παραμένουν θερμές. Όταν τον Φλεβάρη φέτος τουρκικές μονάδες εισέβαλαν στο ιρακινό Κουρδιστάν για να καταστρέψουν βάσεις του ΡΚΚ, του αντάρτικου στο τουρκικό Κουρδιστάν, το υπουργείο Εξωτερικών έβγαλε ανακοίνωση υπέρ της «εδαφικής ακεραιότητας» και βέβαια του «διεθνούς δικαίου». 

Κι αυτό ισχύει συνολικά για την Ε.Ε. του «νομικού πολιτισμού» και των «αξιών». Διαμαρτυρίες για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, αλλά αγαστή συνεργασία με τον Ερντογάν για την «αντιμετώπιση των προσφυγικών ροών». Το Μνημόνιο Συνεργασίας ΕΕ-Τουρκίας είναι ο θεμέλιος λίθος της ρατσιστικής πολιτικής της «Ευρώπης-Φρούριο». 

Οι πραγματικοί φίλοι των Κούρδων δεν βρίσκονταν ποτέ στις ευρωπαϊκές ή όποιες άλλες πρωτεύουσες. Φίλοι είναι τα κινήματα που παλεύουν στην Τουρκία και στη Μέση Ανατολή για την ελευθερία των καταπιεσμένων και το κίνημα στην Ελλάδα που παλεύει για να κλείσει τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και να ανοίξει τις πόλεις και τις γειτονιές μας για όλους τους πρόσφυγες.