Ιστορία
Γαλλία 1936: Από τη φασιστική απειλή στη νίκη του Λαϊκού Μετώπου

Στις 26 Απρίλη 1936 έγινε ο πρώτος γύρος των βουλευτικών εκλογών στην Γαλλία. Όταν μια βδομάδα μετά, στις 3 Μάη, μετρήθηκαν οι ψήφοι του δεύτερου γύρου, το αποτέλεσμα έδειξε ολοκάθαρα θρίαμβο της Αριστεράς, που κατέβηκε στις εκλογές συνασπισμένη στο Λαϊκό Μέτωπο και συγκέντρωσε το 57,2% των ψήφων. Τα κόμματα του Λαϊκού Μετώπου κατέκτησαν τις 386 από τις 608 έδρες της βουλής. 

Ήταν η πρώτη φορά που πρωθυπουργός γινόταν ένας σοσιαλιστής, ο Λεόν Μπλουμ, ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ήταν ένα σοκ για τη γαλλική δεξιά. Ένας βουλευτής της, ο Ξαβιέ Βαλά είπε μέσα στην αίθουσα της βουλής ότι «η αρχαία γη των Γαλατών και των Ρωμαίων για πρώτη φορά στην ιστορία της θα κυβερνηθεί από ένα Εβραίο». Λίγες μέρες μετά ένας όχλος από ακροδεξιά αποβράσματα επιτέθηκε στον Μπλουμ, «τον περιτομημένο ερμαφρόδιτο» όπως τον αποκαλούσε μια δεξιά εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας. 

Στην άλλη, τη δική μας, πλευρά επικρατούσε χαρά και ελπίδα. Τον Φλεβάρη του 1936 άρχισε να προβάλλεται σε εκδηλώσεις μια ταινία που είχε παραγγείλει το Γαλλικό ΚΚ για τις ανάγκες της προεκλογικής εκστρατείας. Με ένα πρωτοποριακό μοντάζ εναλλάσσονταν σκηνές από επίκαιρα, δραματοποιημένοι διάλογοι εργατών, εργατριών αλλά και αφεντικών και ανάμεσά τους παρεμβάλλονταν σύντομες ομιλίες γνωστών στελεχών του κόμματος. Την είχε σκηνοθετήσει ένας από τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες, ο Ζαν Ρενουάρ. Κι ο τίτλος της ήταν “Η ζωή μας ανήκει”. 

Θεσμοί

Στις τελευταίες σκηνές της ταινίας διαφορετικές πορείες ενώνονται τραγουδώντας τη Διεθνή. Όμως, για το Κομμουνιστικό Κόμμα, που είδε τις ψήφους, τις έδρες και τα μέλη του να εκτοξεύονται στα ύψη το Μάη του 1936, η εκλογική νίκη ήταν η επιβεβαίωση της μεγάλης στροφής που είχε κάνει το κόμμα τον προηγούμενο χρόνο. Το Λαϊκό Μέτωπο έδινε κάποιες ασαφείς υποσχέσεις για μετριοπαθείς κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Όμως, το βασικό του γνώρισμα ήταν η υπεράσπιση των θεσμών της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας και η επίκληση του έθνους. Η Ουμανιτέ, η εφημερίδα του κόμματος, σχολίαζε την επόμενη μέρα της εκλογικής νίκης ότι πλέον δεν είναι μόνο η Δεξιά «που μπορεί να μιλάει στο όνομα της Γαλλίας». 

Όμως, η νίκη δεν ήταν ούτε των «θεσμών» ούτε της «Γαλλίας». Ήταν του εργατικού κινήματος που είχε περάσει στην αντεπίθεση από τις αρχές του 1934. Το κέντρισμα το έδωσε η απειλή της ακροδεξιάς και των φασιστών. 

Στις αρχές της χρονιάς η Γαλλία συγκλονιζόταν από την οικονομική και πολιτική κρίση. Από διάφορες πλευρές ακούγονταν σχέδια και ευχές για «ισχυρή εκτελεστική εξουσία». Τα σκάνδαλα που ξεσπούσαν έκαναν ακόμα πιο εκρηκτική την κατάσταση. Η αποκάλυψη του «σκανδάλου Σταβίσκι» τον Γενάρη oδήγησε στην παραίτηση του πρωθυπουργού Καμίλ Σοτέμπ. Τον διαδέχθηκε ο Εντουάρ Νταλαντιέ.

Οι φασίστες κέρδιζαν έδαφος, επιδιδόμενοι σε μια υστερική εκστρατεία ενάντια στην «κλεπτοκρατία» της Δημοκρατίας –το γεγονός ότι ο Σταβίσκι ήταν Εβραίος (από την Ουκρανία) ήταν αιχμή της δημαγωγίας τους. Στις 6 Φλεβάρη οι παραστρατιωτικές οργανώσεις των βετεράνων που ελέγχονταν από την ακροδεξιά κάλεσαν διαδήλωση και πολιόρκησαν το κοινοβούλιο. Συγκρούστηκαν με την αστυνομία και υπήρχαν δεκαπέντε νεκροί. 

Ο Νταλαντιέ, ηγέτης του Ριζοσπαστικού Κόμματος παραιτήθηκε και τη θέση του πήρε ο Γκαστόν Ντουμέρζ, που προσπάθησε να κυβερνήσει με διατάγματα και να περάσει μια Συνταγματική αναθεώρηση όπως την ήθελαν οι υποστηρικτές της «ισχυρής εξουσίας».

Ο Ντουμέρζ δεν τα κατάφερε αλλά ο κίνδυνος ήταν ορατός. Η ακροδεξιά, το φασιστικό «πεζοδρόμιο» μπορούσε να καθορίζει τις πολιτικές εξελίξεις. Η κρίση των «θεσμών» είχε φτάσει στο απόγειό της. 

Αντεπίθεση

Η 12 Φλεβάρη ήταν μια σημαδιακή μέρα. Στις πόλεις της Αυστρίας, την «κόκκινη Βιέννη», το Λιντς, τη Στάγιερ, η πολιτοφυλακή των Σοσιαλιστών συγκρούστηκε με τις παραστρατιωτικές ομάδες, το στρατό και την αστυνομία του Αυστριακών φασιστών που έλεγχαν την κυβέρνηση. Ο «αγώνας του Φλεβάρη» θα κρατούσε τέσσερις μέρες. Οι εργάτες ηττήθηκαν. Όμως, η αντίστασή τους ηλέκτρισε το εργατικό Παρίσι. 

Για την ίδια μέρα, 12 Φλεβάρη, οι δυο εργατικές συνομοσπονδίες η CGT και η CGT-U (του Γαλλικού ΚΚ) είχαν καλέσει απεργία ενάντια στους φασίστες. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα  κάλεσε σε διαδηλώσεις και την τελευταία στιγμή το Κομμουνιστικό Κόμμα κάλεσε κι αυτό. Στο Παρίσι οι δυο πορείες ενώθηκαν και το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «Ενότητα! Ενότητα!». 

Εκείνη την μέρα έγιναν 346 διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα στις οποίες συμμετείχαν περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι. Στις 161 συμμετείχαν από κοινού κομμουνιστές και σοσιαλιστές. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Η βάση επέβαλε στις ηγεσίες την ενότητα. Μέχρι την προηγούμενη μέρα η ηγεσία του ΚΚ κατάγγελλε τους «σοσιαλφασίστες».

Όμως, εκείνη η 12 Φλεβάρη δεν σημαδεύτηκε μόνο από τις επιβλητικές διαδηλώσεις. «Κατέγραψε» την πρώτη επιτυχημένη Γενική Απεργία στην ιστορία της Γαλλίας. Ο συνολικός αριθμός των απεργών έφτασε τα 4,5 εκατομμύρια. Η επιτυχία αναπτέρωσε την αυτοπεποίθηση του εργατικού κινήματος. 

Ένα σημαδιακό επεισόδιο εκτυλίχτηκε στη Ρενό Μπιγιανκούρ. Το εργοστάσιο είχε ξεκινήσει να χτίζεται μόλις το 1929 με τις πιο σύγχρονες προδιαγραφές, την πιο σκληρή εντατικοποίηση στους ρυθμούς δουλειάς και πλήρως απαλλαγμένο από το «μικρόβιο» του συνδικαλισμού. 

Στις 12 Φλεβάρη εκατοντάδες εργάτες έσπασαν τις κινητές καντίνες που είχε φέρει η εργοδοσία στο χώρο μετά τις 6 Φλεβάρη για να «ηρεμήσει τα πνεύματα» και να δείξει πόσο φρόντιζε το αφεντικό την «οικογένεια». 

Και στη συνέχεια εφηύραν μια νέα μορφή απεργίας, την greve tournante, «περιστρεφόμενη απεργία», όπου τα τμήματα απεργούσαν με την σειρά για λίγη ώρα. Δυο χρόνια μετά η Ρενό Μπιγιανκούρ θα γινόταν το σύμβολο των καταλήψεων των εργοστασίων. 

Εν τω μεταξύ η νέα αυτοπεποίθηση της εργατικής τάξης είχε άμεσο πολιτικό αντίκτυπο. Ουσιαστικά έγειρε την πλάστιγγα των πολιτικών συσχετισμών προς τ’ αριστερά. Η ακροδεξιά δεν εξαφανίστηκε αλλά δεν ξανατόλμησε να διεκδικήσει το «πεζοδρόμιο» στα σοβαρά. 

Οι ηγεσίες των δυο αριστερών κομμάτων, αναγκάστηκαν να συνάψουν μια συμφωνία «ενότητας» το καλοκαίρι του 1934. Δεν πρόβλεπε τίποτα συγκεκριμένο: «οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις, οι γεμάτες συναίσθημα ομιλίες, οι χειραψίες, η συμμαχία χωρίς επαναστατικό περιεχόμενο κι η προδοσία των μαζών», επεσήμαινε, και σωστά, ο Τρότσκι. 

Όμως, οι «μάζες» κινούνταν. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις πύκνωναν, κάποιες φορές νικούσαν, άλλες όχι. Αλλά είχαν περάσει πια οι μέρες που ο Ντεβοητέν, ο εργοστασιάρχης-σχεδιαστής αεροπλάνων μπορούσε να τριγυρνάει στο εργοστάσιό του ουρλιάζοντας «απαγορεύονται τα σοβιέτ» όταν έβλεπε δυο εργάτες να συζητάνε. 

Οι τοπικές εκλογές του Οκτώβρη του 1934 και του Μάη του 1935 έδωσαν μια γεύση του που φυσούσε ο άνεμος. Οι ψήφοι του Κομμουνιστικού Κόμματος αυξήθηκαν, σε κάποιες περιπτώσεις θεαματικά. Το ίδιο και των Σοσιαλιστών. Το Ριζοσπαστικό Κόμμα, αντίθετα έχασε ψήφους προς όλες τις κατευθύνσεις: και προς τ’ αριστερά και προς τα δεξιά. 

Κι όμως, με αυτό το κόμμα επέλεξαν να συνεργαστούν οι ηγεσίες της Αριστεράς, με πρωτοβουλία του ΓΚΚ. Η δικαιολογία ήταν ότι οι Ριζοσπάστες ήταν η έκφραση των «μεσαίων στρωμάτων» και άρα επρόκειτο για διεύρυνση του «ενιαίου εργατικού μετώπου». 

Στην πραγματικότητα όλοι γνώριζαν ότι οι Ριζοσπάστες ήταν ένα αστικό κόμμα. Όπως έγραφε ο Τρότσκι, ήταν: «το καλύτερα προσαρμοσμένο στις παραδόσεις και προκαταλήψεις των μικροαστών πολιτικό εργαλείο της μεγάλης αστικής τάξης».

Όμως, αυτές οι προειδοποιήσεις για τις καταστροφικές συνέπειες της ταξικής συνεργασίας με τα κόμματα των αστών, έμοιαζαν υπερβολικές μέσα στο κύμα του ενθουσιασμού που έφερε τελικά τον θρίαμβο του Απρίλη-Μάη του 1936. 

Πριν καν αναλάβει τα καθήκοντά του ο Μπλουμ, η εργατική τάξη μπήκε σε κίνηση. Ένα κύμα απεργιών άρχισε να φουντώνει και στις 28 Μάη «έσκασε η βόμβα»: οι εργάτες στη Ρενό Μπιγιανκούρ απεργούν και έχουν καταλάβει το εργοστάσιο. 

Τις επόμενες μέρες εκατομμύρια κατέβηκαν σε απεργία και οι καταλήψεις απλώθηκαν από τα εργοστάσια στα πολυκαταστήματα. Κόκκινες σημαίες στις πύλες, γιορτές στα προαύλια, αυτές ήταν οι εικόνες εκείνου του Ιούνη. 

Έτσι αναγκάστηκαν οι καπιταλιστές να δώσουν παραχωρήσεις, τις περίφημες Συμφωνίες της Ματινιόν (πρωθυπουργική κατοικία). Η πιο εμβληματική δεν υπήρχε καν στο προεκλογικό πρόγραμμα του Λαϊκού Μετώπου: οι δυο βδομάδες πληρωμένη άδεια. Αλλά οι απεργίες και οι καταλήψεις συνεχίζονταν. «Όλα είναι δυνατά!» έλεγε ένα σύνθημα που άρχισε να αποκτάει απήχηση. 

Φρένο

Εκείνη την στιγμή η ηγεσία  του ΓΚΚ πάτησε φρένο. Ο Μορίς Τορέζ, ο ηγέτης του κόμματος συνόψισε στη φράση «Πρέπει να μάθουμε να σταματάμε μια απεργία». Τα κατάφερε, δεν υπήρχε εναλλακτική ηγεσία ριζωμένη στους χώρους δουλειάς και στις γειτονιές.

Ενάμισι χρόνο μετά οι κατακτήσεις του ’36 είχαν χαθεί μέσα από τις συστηματικές πιέσεις των καπιταλιστών και τους συμβιβασμούς της κυβέρνησης. Ο ενθουσιασμός άρχισε να δίνει τη θέση του στην απογοήτευση. Τελικά, οι «αστοί δημοκράτες» σύμμαχοι, ξεφορτώθηκαν την Αριστερά και από την κυβέρνηση. 

Το Λαϊκό Μέτωπο είχε κάνει τα πρώτα του βήματα σε μια απεργία υπεράσπισης του Νταλαντιέ απέναντι στους φασίστες το '34. Αυτός ο Νταλαντιέ, ο αρχηγός του Ριζοσπαστικού Κόμματος ήταν ξανά πρωθυπουργός τον Νοέμβρη του 1938 όταν η κατάργηση της βδομάδας των 40 ωρών πυροδότησε μια γενική απεργία που απέτυχε. 

Στη Ρενό, οι εργάτες αναγκάστηκαν να βγουν με τα χέρια ψηλά μέσα από τις γραμμές των μπάτσων που τους κλωτσούσαν και τους έβριζαν με έναν αξιωματικό να φωνάζει: «πάρε μια για τον Μπλουμ, μια για τον Τορέζ, μια για τον Τιμπό» (τον πρόεδρο του συνδικάτου).

Τον Ιούλη του 1940 η ίδια βουλή που είχε εκλεγεί το 1936 ψήφιζε να παραχωρήσει τις υπερεξουσίες στο στρατάρχη Πεταίν, στο καθεστώς της συνεργασίας με τους ναζί (το ΓΚΚ είχε τεθεί εκτός νόμου). Αυτή ήταν η πικρή κατάληξη της «μεγάλης ελπίδας» που είχε υποσχεθεί η Αριστερά του κοινοβουλευτικού δρόμου.