Οικονομία και πολιτική
STOP στις εξορύξεις και τους ανταγωνισμούς

“Η Ελλάδα πιστεύει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Δεν πρόκειται να αρχίσουμε να σκάβουμε τον βυθό της Μεσογείου για να βρούμε αέριο ή πετρέλαιο για έναν απλούστατο λόγο: χρειαζόμαστε 10 με 20 χρόνια να το βρούμε και να το εκμεταλλευτούμε. Και από άποψη κόστους θα αποδειχθεί πολύ ακριβότερη διαδικασία για εμάς απ' ό,τι για την Σαουδική Αραβία που κοστίζει λιγότερο από ένα δολάριο να εξαχθεί το πετρέλαιο. Οικονομικά, δεν οραματίζομαι την Ελλάδα ως μια πετρελαιοπαραγωγό χώρα. Και με όλο τον σεβασμό, το Αιγαίο είναι ένας επίγειος παράδεισος, δεν σκοπεύουμε να το μετατρέψουμε σε Κόλπο του Μεξικού. Η Ελλάδα επιθυμεί να έχει ενεργειακά αποθέματα, να έχει μια καλή σχέση με το σαουδικό βασίλειο. Αλλά δεν σκοπεύει στο άμεσο μέλλον να γίνει μια χώρα παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου”.

Τάδε έφη ο Δένδιας σε συνέντευξή του στο Arab News κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία, όπου βρέθηκε για να υπογράψει τη νέα “αμυντική” συμφωνία αποστολής πυραύλων και αξιωματικών. Η δήλωσή του στο Arab News δείχνει να είναι μια ακόμη κολοτούμπα της κυβέρνησης: η πάγια επεκτατική πολιτική της Ελλάδας για εξορύξεις έχει οδηγήσει σε όξυνση τους ανταγωνισμούς για τις ΑΟΖ και τα κοιτάσματα, αλλά και επέκτασή τους με το χτίσιμο “αξόνων”. Τώρα ξαφνικά ο Δένδιας δηλώνει ότι δεν θα εξορύξουμε ούτε φυσικό αέριο ούτε πετρέλαιο.

Οι δηλώσεις αυτές, πέρα από καλόπιασμα του νέου επίδοξου συμμάχου που έρχεται να προστεθεί στα διάφορα αιματοβαμμένα χέρια που σφίγγει η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας στο πλαίσιο της κόντρας με την Τουρκία, είναι ένδειξη μιας αναγκαστικής στροφής. Τον Απρίλη του 2020 το πετρέλαιο των ΗΠΑ είχε πέσει σε αρνητική τιμή για πρώτη φορά στην ιστορία. Λόγω της πανδημίας η ζήτηση ήταν τόσο χαμηλή που έφτασε να υπάρχει έλλειψη αποθηκευτικού χώρου. Η ExxonMobil, η μεγαλύτερη εταιρία παραγωγής πετρελαίου των ΗΠΑ, έκλεισε το 2020 με 20 δισεκατομμύρια δολάρια ζημιές. Είναι η πρώτη χρονιά που κατέγραψε απώλειες. Η ΒΡ έχασε 5.7 δισεκατομμύρια. Ο Φατίχ Μπιρόλ, διευθυντής της Διεθνούς Αρχής Ενέργειας (Inteational Energy Agency) σημειώνει ότι η πτώση της ζήτησης είναι εφτά φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη πτώση της κρίσης το 2009.

Όμως η “στροφή” δεν οφείλεται στην πανδημία. Με την επέκταση των ΑΠΕ και την πτώση του κόστους παραγωγής ενέργειας από αυτές, σε συνδυασμό με τις πιέσεις του περιβαλλοντικού κινήματος διεθνώς, επενδυτές και εταιρίες παραγωγής ορυκτών καυσίμων διαβλέπουν ένα όλο και αυξανόμενο ρίσκο στην απόλυτη αφοσίωση στα πετρέλαια.

Το ρίσκο αυτό δεν απουσιάζει στην Ελλάδα. Η Repsol προχωράει να ματαιώσει τα σχέδιά της στα τρία θαλάσσια οικόπεδα για τα οποία έχει κλείσει συμφωνία. Η Total έδωσε το μερίδιό της από το οικόπεδο 2 στο Ιόνιο στην Energean. Η ExxonMobil δήλωσε ότι θα επικεντρωθεί στην Αίγυπτο, κάτι που πολλοί στον κλάδο της ενέργειας ερμηνεύουν ως υποβάθμιση της δραστηριότητάς της στην Ελλάδα -όπου είχε συμφωνήσει για δυο οικόπεδα νότια και δυτικά της Κρήτης. Και είναι ένα ρίσκο με επιπλέον παραμέτρους που έρχονται να προστεθούν στις διεθνείς οικονομικές συνθήκες: ο Γιάννης Μπασιάς, πρώην διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων δήλωσε στο Αλ Τζαζίρα ότι πέρα από το σύνηθες ρίσκο μιας επένδυσης, στην Ελλάδα οι επενδυτές διστάζουν και εξ αιτίας της γεωπολιτικής αστάθειας.

Kαμία παραίτηση

Ωστόσο κανείς δεν παραιτείται εντελώς από τα πετρέλαια ούτε οι πολυεθνικές, ούτε οι κυβερνήσεις. Σε εφημερίδες όπως οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς οι αναλυτές επιμένουν ότι όσο μεγάλη και να είναι η στροφή προς τις ΑΠΕ, το πετρέλαιο θα συνεχίσει να είναι η ραχοκοκαλιά της παραγωγής ενέργειας για πολλά χρόνια ακόμα. Προειδοποιούν δε ότι μια οικονομική καταστροφή στον κλάδο θα συμπαρασύρει ολόκληρη την οικονομία. 

Αμέσως μετά τη συνέντευξη του Δένδια στη Σαουδική Αραβία, το υπουργείο Εξωτερικών έκανε διευκρινιστικές δηλώσεις λέγοντας ότι αυτά τα οποία είπε ο Δένδιας δεν αφορούν το υπάρχον ενεργειακό πρόγραμμα της χώρας. Η “συνεισφορά μας στην ευρύτερη ασφάλεια των ενεργειακών πηγών της Δύσης”, όπως χαρακτήρισε ο Δένδιας την “αμυντική” συμφωνία με την Σαουδική Αραβία, είναι ένα ακόμα βήμα στο χτίσιμο συνεργασιών με τους ανταγωνιστές της Τουρκίας και στο άπλωμα του ανταγωνισμού από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τον Περσικό Κόλπο.

Οι αντιφατικές δηλώσεις και οι κολοτούμπες είναι αντανάκλαση των αντιφάσεων στις οποίες είναι μπλεγμένος ο ελληνικός καπιταλισμός, αλλά και του αδιεξόδου στο οποίο έχει βρεθεί η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας -στο ίδιο της το εσωτερικό έχουμε δει το προηγούμενο διάστημα να διατυπώνονται ανοιχτές κόντρες, με άλλους να ζητούν κλιμάκωση και άλλους «διάλογο» με την Τουρκία.

Ο ανταγωνισμός για τα πετρέλαια, το φυσικό αέριο, τους αγωγούς και τις ΑΟΖ δεν έχει την παραμικρή σχέση με τις ανάγκες των εργατών. Ούτε όμως και το “όλα για τον τουρισμό” που υπονόησε ο Δένδιας. Οι εργαζόμενοι στο κάτεργο του τουρισμού θα διαφωνήσουν ηχηρά ότι το Αιγαίο είναι ένας “επίγειος παράδεισος”. Χώρια που, ακόμα και με τις δικές τους εκτιμήσεις, τα πράγματα στον τουρισμό αναμένονται και φέτος ζοφερά -κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορούν να κρύψουν με επικοινωνιακούς χειρισμούς.

Μετά την τελευταία όξυνση των ανταγωνισμών, τον Σεπτέμβρη του 2020 πάνω από εξήντα περιβαλλοντικές οργανώσεις σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο υπέγραψαν κοινή ανακοίνωση όπου ανάμεσα στα άλλα τόνιζαν: “Οι λαοί των περιοχών της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας έχουν κοινό συμφέρον. Δεν έχουμε ανάγκη να πολεμήσουμε ο ένας τον άλλο για αυτά τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πρέπει να συνεργαστούμε για να διαμορφώσουμε μια βιώσιμη ενεργειακή πολιτική για την περιοχή και να αποτρέψουμε τις κυβερνήσεις μας από το να πολεμούν ο ένας τον άλλον για πόρους που θα πρέπει, σε τελική ανάλυση, να παραμείνουν στο έδαφος.” Οι οργανώσεις της Διεθνιστικής Σοσιαλιστικής Τάσης σε Τουρκία, Ελλάδα, Κύπρο, Αίγυπτο και Συρία είχαν βγάλει την ίδια περίοδο κοινή αντιπολεμική διακήρυξη που απαιτούσε να σταματήσουν οι πολεμικές κραυγές και οι εξορύξεις.

Σε όσους ελιγμούς και να οδηγεί τη ΝΔ η κρίση της και τα αδιέξοδα της διακυβέρνησής της, είναι μια καταστροφή για την εργατική τάξη και τη νεολαία. Το ζούμε καθημερινά, είτε με την αύξηση της στρατιωτικής θητείας και τα δισεκατομμύρια στους εξοπλισμούς, είτε με τις άθλιες συνθήκες εργασίας στον τουρισμό και την προσπάθεια του Χατζηδάκη να τσακίσει τον συνδικαλισμό για να γίνουν κανόνας αυτές οι συνθήκες παντού. Η εργατική εναλλακτική είναι να γκρεμίσουμε όλους αυτούς που παίζουν επικίνδυνα παιχνίδια με τις ζωές μας.