Ιστορία
Απάντηση στους μύθους για το 1821

Γιορτάσαμε φέτος τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 με όλη τη μυθοπλασία που περιβάλλει ένα τόσο σημαντικό γεγονός. Το κυρίαρχο αφήγημα το ξέρουμε ήδη: σύσσωμος ο ελληνικός λαός, μαζί με τον κλήρο, πάλεψαν ενάντια στον Οθωμανό κατακτητή με κίνητρο την αγάπη για την πατρίδα και την ελευθερία. Έτσι η επανάσταση παρουσιάζεται σαν καθαρά εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, που είχε επιπλέον και μία θρησκευτική διάσταση: Έλληνες/ίδες εναντίον Τούρκων αλλά συγχρόνως χριστιανές/οί εναντίον μουσουλμάνων. 

Η εικόνα αυτή συνοψίζεται στην πλαστή αφήγηση σχετικά με το λάβαρο της Αγίας Λαύρας που υποτίθεται ότι ευλόγησε ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός, στις 25 Μάρτη – συμβολική ημερομηνία, ανήμερα του Ευαγγελισμού της Παναγίας. Αυτή υποτίθεται ότι ήταν η έναρξη της επανάστασης αλλά, για κάποιο περίεργο λόγο, ο μητροπολίτης «ξέχασε» ένα τόσο σημαντικό γεγονός να το αναφέρει στα απομνημονεύματά του. 

Το κυρίαρχο αφήγημα εστιάζεται μόνο στον εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα του ’21 και αποσιωπάει τον κοινωνικό χαρακτήρα της επανάστασης. Αν πάμε, όμως, στις πηγές της εποχής, θα δούμε ότι δεν υπήρχε μόνο η σύγκρουση ανάμεσα στο ελληνικό στοιχείο και την οθωμανική εξουσία. Υπήρχαν και συγκρούσεις κοινωνικές ανάμεσα σε Ρωμιούς και… Ρωμιούς. Για παράδειγμα, από τη μια πλευρά ήταν οι άνθρωποι (χριστιανοί ως επί το πλείστον) που ξεσηκώθηκαν κι έκαναν την επανάσταση, ενώ από την άλλη ήταν η επίσημη Εκκλησία (το πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης), που ακολούθησε τις εντολές του σουλτάνου και… τους αφόρισε. 

Αιτίες

Γιατί συνέβη αυτό; Την απάντηση μας τη δίνει ένα σατιρικό ποίημα που γράφτηκε στα τέλη του 18ου αι. Εκεί παρουσιάζεται να μιλάει ένας δεσπότης και να λέει τα εξής: (…) Εγώ τον ζυγόν δεν τον γνωρίζω, Ούτε ξεύρω να τον νομίζω. Τρώγω, πίνω, ψάλλω με ευθυμίαν. (…) Αυτή του Τούρκου η τυραννία σ’ εμέ είναι ζωή μακαρία. Αφού το ράσον τούτο εφόρεσα, πλέον τινά ζυγόν δεν εγνώρισα. Δύο ποθών, ναι μα τας εικόνας, άσπρα [σ.σ. χρήματα] πολλά και καλάς κοκκώνας [σ.σ. ωραίες κυρίες της αριστοκρατίας]. Περί της Ελλάδος, που λέτε, δεν με μέλει κι ας τυραννιέται. Μ’ αν βαστάζη χωρίς να στενάζη, όλας τας αμαρτίας ευγάζει. Ημείς πάντα ξομολογούμεν Και ψυχικά τους νο[υ]θετούμεν. Πίστιν να έχουν στον Βασιλέα (=Σουλτάνον) και σέβας εις τον Αρχιερέα (…)”. 

Εδώ ο ποιητής μας λέει με τον τρόπο του ότι δεν στέναζαν όλοι οι Ρωμιοί και οι Ρωμιές κάτω απ’ τον τουρκικό ζυγό. Υπήρχε ένα κομμάτι που ζούσε «ζωή μακαρία» και που είχε «άσπρα πολλά και καλάς κοκκώνας». Ας δούμε λοιπόν τι συνέβαινε μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από κοινωνικής απόψεως. Ποιοι ήταν οι πλούσιοι και ποιοι οι φτωχοί και τι ρόλο έπαιξαν σε σχέση με την επανάσταση; 

Εδώ αξίζει να πάμε στο βιβλίο του Γιάνη Κορδάτου “Η κοινωνική σημασία της ελληνικής επαναστάσεως του 1821”. Αυτό το βιβλίο γράφτηκε πριν από έναν περίπου αιώνα αλλά παραμένει αξεπέραστο, τουλάχιστον κατά τη γνώμη μου. Τότε τάραξε τα νερά της ιστοριογραφίας γιατί έβγαλε πολλά άπλυτα στη φόρα. Η Εκκλησία της Ελλάδας παραλίγο να αφορίσει τον συγγραφέα γι’ αυτό τον λόγο. Το άρθρο αυτό βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο έργο του Κορδάτου. 

Επισημαίνει, λοιπόν, ο συγγραφέας ότι η μεγάλη μάζα του λαού ήταν είτε φτωχοί αγρότες, είτε ακτήμονες που δούλευαν ως εργάτες στα κτήματα των πλουσίων. Η φτωχή αγροτιά συχνά ζούσε σε άθλιες συνθήκες, μέσα σε καλύβες μαζί με τα ζώα τους, σε πρωτόγονη κατάσταση. Αναφέρω εδώ τα ίδια λόγια του Κορδάτου: “Η Εκκλησία έπαιρνε μάλιστα από κάθε χριστιανό ραγιά ειδικό φόρο, που λεγόταν ρόγα ή ζητεία. Πολλές φορές με ασπλαχνία Σάυλωκ έκανε κατάσχεση στο αλέτρι ή τα άλλα γεωργικά εργαλεία του αγρότη, αν τύχαινε και δεν πλήρωνε τον παραπάνω φόρο. Γενικά μάλιστα ο κάθε χριστιανός ραγιάς ήταν υποχρεωμένος το 1/3 από το εισόδημά του και την περιουσία του να το δίνει διά τας ανάγκας της Εκκλησίας, δηλαδή των μητροπολιτών”. 

Ο ίδιος συγγραφέας προσθέτει τα εξής: “Μ’ όλον τον αγώνα και τον τυραγνισμό του [μικροαγρότη] τίποτε δεν του απόμεινε, επειδή ερχόταν ο φορατζής, ο δεσπότης, ο κοτζάμπασης κι ο τσορμπατζής [σ.σ. ο πρόκριτος] και του το έπαιρναν. Δεν ήταν τόσο ο Τούρκος αγάς που ερχόταν σε επαφή με τον αγρότη, ούτε ο σούμπασης [σ.σ. ο Τούρκος επιστάτης], ήταν ο χριστιανός προύχοντας και ο δεσπότης που, με το να είναι με την τουρκικήν εξουσίαν, με χίλιους δυο τρόπους έγδυναν τον ραγιά γεωργό και δουλευτή”. 

Η νέα αστική τάξη

Γιατί συνέβαιναν όλα αυτά; Το οικονομικό και κοινωνικό σύστημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν η φεουδαρχία. Οι φεουδάρχες ήταν αυτοί στους οποίους ο σουλτάνος είχε παραχωρήσει μεγάλες εκτάσεις γης. Εισέπρατταν φόρους από τους φτωχούς και έδιναν ένα μέρος απ’ αυτούς στον σουλτάνο. Οι φεουδάρχες όμως δεν ήταν μόνο Τούρκοι. Πολλοί απ’ αυτούς ήταν Ρωμιοί. Στα τούρκικα ονομάζονταν κοτζαμπάσηδες και στα ελληνικά προεστοί, δημογέροντες και πρόκριτοι. Είχαν τεράστια εξουσία πάνω στους ραγιάδες – εξουσία πολιτική, οικονομική και δικαστική. Ένας μεγάλος φεουδάρχης ήταν και η Εκκλησία. Τα μοναστήρια είχαν στην κατοχή τους μεγάλο μέρος της γης, και μάλιστα το πιο εύφορο. Σ’ αυτά τα κτήματα δούλευαν σαν σκλάβοι χιλιάδες αγρότες. 

Ωστόσο, μέσα στον 18ο αιώνα είχε αναδυθεί και μια άλλη τάξη πλουσίων: ήταν οι έμποροι της εποχής, που μαζί με τους εφοπλιστές και τους μεγαλοβιοτέχνες αποτελούσαν την αστική τάξη. Ο όρος αστική προέρχεται βέβαια από το άστυ, την πόλη, γιατί η τάξη αυτή ήταν συγκεντρωμένη στις πόλεις, ειδικά στις παροικίες της δυτικής και ανατολικής Ευρώπης. Ο Λέανδρος Μπόλαρης στο συλλογικό βιβλίο “Το 1821 και οι αστικές επαναστάσεις” γράφει τα εξής: “Αυτή η τάξη ίδρυσε σχολεία (καθόλου κρυφά), έστειλε τους γιους της να σπουδάσουν στα πανεπιστήμια της Ευρώπης, ζυμώθηκε με τις ιδέες του Διαφωτισμού και τα μηνύματα της Γαλλικής Επανάστασης. Στους κόλπους της διαμορφώθηκαν ο Ρήγας Φεραίος και οι σύντροφοί του, οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας που έγινε η οργανωτική και πολιτική ραχοκοκαλιά της Επανάστασης”.  

Η αστική τάξη της εποχής είχε αποκτήσει οικονομική δύναμη, όμως έβλεπε ότι για να μπορέσει να αναπτύξει ευρύτερα τις δραστηριότητές της έπρεπε να συγκρουστεί με το παλιό καθεστώς, δηλαδή τη φεουδαρχία. Έπρεπε επίσης να συγκρουστεί και με την Εκκλησία, η οποία αποτελούσε βασικό ιδεολογικό στήριγμα του παλιού καθεστώτος. Αυτές οι διεργασίες δεν έγιναν μόνο στην Ελλάδα. Στην Ευρώπη η αστική τάξη διέδωσε τις ιδέες του Διαφωτισμού που υπέσκαπταν το κύρος της Εκκλησίας. Εκεί έγινε και μια σειρά από αστικές επαναστάσεις: στην Ολλανδία και στην Αγγλία τον 16ο και 17ο αιώνα και στη Γαλλία τον 18ο. 

Η Γαλλική Επανάσταση και οι ναπολεόντειοι πόλεμοι έδωσαν ώθηση ώστε να διαδοθούν οι επαναστατικές ιδέες και στην Ελλάδα. Ωστόσο, η αστική τάξη δεν θα μπορούσε μόνη της να κάνει τη μεγάλη ανατροπή. Χρειαζόταν να μπει σε κίνηση και το πλήθος των φτωχών: οι χιλιάδες μικροί αγρότες και αγρότισσες, οι ακτήμονες, οι ναύτες, οι δουλευτές που στέναζαν κάτω από την καταπίεση και την εκμετάλλευση. Υπήρχαν λοιπόν και ταξικές συγκρούσεις μέσα στην Επανάσταση του ’21, πράγμα που εξηγεί γιατί έγιναν και εμφύλιοι πόλεμοι στη διάρκειά της, καθώς και κινήματα αστικά και αγροτικά, όπως αυτά της Σάμου και της Άνδρου. 

Επίσης, ο κοινωνικός χαρακτήρας της επανάστασης εξηγεί γιατί ο κατώτερος κλήρος, δηλαδή οι φτωχοί παπάδες των χωριών, συχνά αψηφούσαν την επίσημη γραμμή της Εκκλησίας και συντάσσονταν με τον εξεγερμένο λαό. 

• Το κείμενο αυτό συνοψίζει την ομιλία που έκανε η Χαρίτα Μήνη στο πλαίσιο του διαδικτυακού αφιερώματος της Ένωσης Αθέων, με τίτλο “1821, ο ρόλος της εκκλησίας στην επανάσταση” στις 26/3.