Διεθνή
Μπάιντεν και πατέντες: Η λύση δεν είναι οι εμπορικοί πόλεμοι αλλά ο εργατικός έλεγχος στις φαρμακοβιομηχανίες

18/7/16, Διαδήλωση στο Ντέρμπαν της Ν. Αφρικής στο 21ο συνέδριο για το AIDS

Οι πατέντες των φαρμάκων είναι ένας από τους μεγαλύτερους δολοφόνους του πλανήτη. Ο πρόεδρος Μπάιντεν δεν κατάργησε τις πατέντες των εμβολίων κατά του κορονοϊού. Αυτό που έκανε, ήταν να στηρίξει την πρόταση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την εξαίρεση των εμβολίων κατά του κορονοϊού από την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η διαφορά ανάμεσα στα δυο είναι τεράστια.

Τα πνευματικά δικαιώματα είναι πράγματι ένα τεράστιο πρόβλημα για την παγκόσμια υγεία. Στην Αφρική, για να φέρουμε μόνο το πιο γνωστό παράδειγμα, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πεθάνει από το AIDS γιατί δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν τα προστατευμένα από πατέντες ακριβά φάρμακα των μεγάλων πολυεθνικών. Το 2001 σαράντα μεγάλες πολυεθνικές του φαρμάκου ζήτησαν κυρώσεις σε βάρος της Νότιας Αφρικής για την «παράνομη» παραγωγή γενοσήμων φαρμάκων κατά του AIDS/HIV. Η κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής -όπου το AIDS είχε πάρει διαστάσεις επιδημίας- είχε αποφασίσει το 1997 να αγνοήσει τις πατέντες και να αρχίσει την παραγωγή φτηνών αντιγράφων που θα ήταν προσιτά στον πληθυσμό. Η θεραπεία με τα «πρωτότυπα» γνήσια φάρμακα κατά του AIDS στοίχιζε πάνω από 10 χιλιάδες δολάρια για κάθε ασθενή την εποχή εκείνη -ένα ποσό που ξεπερνούσε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Νότιας Αφρικής. Η διεθνής κατακραυγή ανάγκασε τις εταιρίες να υποχωρήσουν.

Αλλά το πρόβλημα με τις πατέντες δεν μπορεί να λυθεί με μια «προσωρινή εξαίρεση».

 Για να μπει σε εφαρμογή αυτή η εξαίρεση θα χρειαστούν μήνες, στην καλύτερη περίπτωση, διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις χώρες που συμμετέχουν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ). Ο «γύρος διαπραγματεύσεων» της Ντόχα, που είχε σαν στόχο να διευκολύνει την πρόσβαση των αναπτυσσόμενων οικονομιών στο παγκόσμιο εμπόριο, ξεκίνησε το 2001 και τυπικά δεν έχει τελειώσει ακόμα. Ο ΠΟΕ περιλαμβάνει αυτή τη στιγμή 164 κράτη. Οι αποφάσεις παίρνονται τυπικά με «ομοφωνία» και «συναίνεση». Στην πράξη οι αποφάσεις υπαγορεύονται από τις πλούσιες και ισχυρές χώρες. Ο «γύρος της Ντόχα» σκόνταψε στις διαφωνίες ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις επιδοτήσεις της αγροτικής παραγωγής. Η Άνγκελα Μέρκελ, η καγκελάριος της Γερμανίας, έχει ήδη απορρίψει με δηλώσεις της την πρόταση της εξαίρεσης του ΠΟΥ. Το ίδιο και η φον ντερ Λάιεν, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κομισιόν. Οι πιθανότητες να καταλήξει η πρόταση της «εξαίρεσης» σε κάποια συμφωνία είναι από ελάχιστες ως μηδενικές.

Άμεσες ανάγκες

Ο πλανήτης χρειάζεται δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την πανδημία. Σήμερα μόνο ένα μικρό κλάσμα του παγκόσμιου πληθυσμού (κατά κανόνα οι πλούσιες χώρες) έχει πρόσβαση στα εμβόλια. Αυτό που εμποδίζει τη μαζική παραγωγή (στην κλίμακα που απαιτείται) είναι οι απαγορεύσεις εξαγωγών των πλούσιων χωρών, είναι οι εμπορικοί πόλεμοι των πιο πλούσιων ιμπεριαλιστικών κρατών.

Η Αφρική (που έχει ελάχιστα εμβολιαστεί) δεν διαθέτει ούτε τεχνολογία mRNA, ούτε εργοστάσια παραγωγής φαρμακευτικών πρώτων υλών, ούτε δίκτυο μεταφοράς βαθιά κατεψυγμένων εμβολίων γιατί οι ισχυρές οικονομίες, οι πολυεθνικές του φαρμάκου και ο ΠΟΕ δεν τους επέτρεψαν ποτέ να αναπτύξουν αυτές τις τεχνολογίες και αυτές τις βιομηχανίες. Οι ασθενείς είναι πελάτες για τις πολυεθνικές του φαρμάκου, όχι άνθρωποι που πρέπει να θεραπευτούν. Και την πελατεία τους οι καπιταλιστές την «προστατεύουν» με τους πιο επιθετικούς τρόπους.

Η πρόταση για άρση της πατέντας για τα εμβόλια κατά του κορονοϊού υπεβλήθη αρχικά στον ΠΟΕ από την Ινδία και τη Νότια Αφρική. Το πόσο νοιάζεται η κυβέρνηση της Ινδίας για τον πληθυσμό της το βλέπουμε με δραματικό τρόπο αυτές τις μέρες. Αλλά νοιάζεται και με το παραπάνω για τη φαρμακοβιομηχανία της. 

Η Ινδία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός γενοσήμων φαρμάκων στον κόσμο. Ο τζίρος της φαρμακευτικής της βιομηχανίας μετριέται σε δισεκατομμύρια δολάρια -μόνο η αμερικανική φαρμακευτική βιομηχανία την ξεπερνάει. Η επιτυχία της στηρίζεται κύρια στα φτηνά μεροκάματα, που κάνουν τα προϊόντα τους ανταγωνιστικά στη διεθνή αγορά.  Η Ινδία παράγει ήδη δυο εμβόλια κατά του κορονοϊού, το Covishield και το Covaxin. Το Covisheld είναι στην πραγματικότητα «γενόσημο» του Astra Zeneca. Παράγεται με την άδειά της από το εργοστάσιο της Serum Institute of India (SII), της μεγαλύτερης εταιρίας παραγωγής εμβολίων της Ινδίας. Η SII εξάγει μεγάλες ποσότητες από τα εμβόλια που παράγει σε άλλες χώρες. Το Covaxin αναπτύχθηκε από την εταιρία Bharat Biotech σε συνεργασία με το κρατικό Ινδικό Συμβούλιο Ιατρικής Έρευνας. Αυτή τη στιγμή είναι το πιο φτηνό από τα εμβόλια που διατίθενται στην αγορά. Τα αφεντικά της Bharat Biotech «ποντάρουν» σε εξαγωγές δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα στα επόμενα χρόνια. 

Η πρόταση Μπάιντεν δεν λύνει το πρόβλημα, χρειάζονται πολύ πιο ριζικά μέτρα, όπως η κατάργηση της πατέντας και η κρατικοποίση της φαρμακευτικής βιομηχανίας κάτω από εργατικό έλεγχο.