Εργατικό κίνημα
Δέκα χρόνια από το “κίνημα των πλατειών”: Κίνημα ενάντια στα μνημόνια και τους φασίστες

25 Μάη 2011. Φωτό: Αρχείο Εργατική Αλληλεγγύη

Το κίνημα των πλατειών του 2011 αποτελεί ίσως το πιο κατασυκοφαντημένο κίνημα της τελευταίας δεκαετίας. Η άρχουσα τάξη και οι εκπρόσωποί της στην Ελλάδα ακόμα το φυσάνε και δεν κρυώνει για εκείνες τις 40 μέρες που δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι καταλάμβαναν καθημερινά το Σύνταγμα, τον Λευκό Πύργο και τις άλλες πλατείες σε ολόκληρη τη χώρα, ενάντια στα μέτρα του πρώτου μνημονίου που είχε ψηφίσει κι εφάρμοζε η τότε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου.

Το υπόβαθρό του βρισκόταν στους σκληρούς αγώνες που έδινε ήδη το εργατικό κίνημα. Ολόκληρο το 2010 είχε σημαδευτεί από μεγάλες πανεργατικές απεργίες με κορυφαία αυτής της 5ης Μάη -όταν εκατοντάδες χιλιάδες απεργοί έφτασαν έξω από τα σκαλιά του κοινοβουλίου- αλλά και απεργίες, πολλές διαρκείας, σε μια σειρά κλάδους. Το ίδιο το 2011 είχε ξεκινήσει με ένα απεργιακό μπαράζ που δεν είχε αφήσει κανέναν χώρο του δημοσίου και των ΔΕΚΟ απ’ έξω: συγκοινωνίες, τρένα, μέσα μαζικής ενημέρωσης, λιμάνια, αεροδρόμια, νοσοκομεία, σχολεία, δήμοι, ταχυδρομεία, τράπεζες, ΔΕΗ, παντού υπήρχε απεργιακός ξεσηκωμός. Στο δήμο της Αθήνας αυτή η έκρηξη είχε φτάσει σε κατάληψη του Δημαρχείου που διήρκεσε 26 ημέρες.

Όσο κι αν οι από πάνω και τα παπαγαλάκια τους θέλησαν αρχικά να το ενστερνιστούν με άρθρα φιλικά προς αυτό, αξιοποιώντας τα πρώτα καλέσματα για μια κινητοποίηση χωρίς κομματικό πανό, σημαίες οργανώσεων ή συνδικάτων, το κίνημα των πλατειών ήταν από το ξέσπασμά του καθορισμένο και επηρεασμένο από αυτό το παρελθόν. Στην πραγματικότητα, ήταν το αποτέλεσμα και το συμπλήρωμα αυτών των αγώνων. Αυτό που έκφρασε ήταν την ανάγκη πολύ μεγαλύτερων τμημάτων της εργατικής τάξης, της νεολαίας και ευρύτερων κομματιών κόσμου να μπουν στη μάχη.

Σύνδεση

Παρά τις απόπειρες να το παρουσιάσουν ως “διαφορετικό” και σε σύγκρουση με τις “παλιομοδίτικες” μεθόδους πάλης των συνδικάτων και της Αριστεράς, η σύνδεση των καταλήψεων των πλατειών με το απεργιακό κίνημα έγινε πράξη από την πρώτη μέρα της εμφάνισής τους στις 25 Μάη. Η είσοδος των εργατών της ΔΕΗ που πραγματοποιούσαν πανελλαδικό συλλαλητήριο την ίδια μέρα στο Σύνταγμα έγινε κάτω από δυνατά χειροκροτήματα των συγκεντρωμένων της πλατείας. Ήταν μια συνάντηση που θα άνοιγε το δρόμο για να σπάσουν οι όποιοι ενδοιασμοί για την ανάγκη της παρουσίας των συνδικάτων στις πλατείες. Έτσι ώστε στις πανεργατικές απεργίες που θα ακολουθούσαν, τόσο στην 24ωρη στις 15 Ιούνη όσο και στη 48ωρη στις 28-29 Ιούνη, απεργοί και καταληψίες πλατειών να ενωθούν σε μια δύναμη και να αντιμετωπίζουν όλη μέρα από κοινού την άγρια καταστολή της αστυνομίας. Και να γεμίζουν το Σύνταγμα για τουλάχιστον ένα μήνα μετά.

Η μεγαλύτερη συνεισφορά του κινήματος ήταν ότι διέλυε το μύθο της «σιωπηλής κοινωνικής πλειοψηφίας» που πάντα χρησιμοποιούν οι κυβερνήσεις απέναντι στους απεργούς για να περνούν τις επιθέσεις τους. Για πρώτη φορά τότε, όταν οι εργάτες της ΔΕΗ ξεκίνησαν απεργία διαρκείας, δεν ακούστηκε η κλασική προπαγάνδα για τους «αναίσθητους απεργούς που αφήνουν τον κόσμο στο σκοτάδι», για πρώτη φορά δεν υπήρξαν ρεπορτάζ με «αγανακτισμένους» πολίτες που επιτίθονται στους «βολεμένους  συνδικαλιστές που υπερασπίζονται τα προνόμια των ρετιρέ». Αυτή τη φορά οι «αγανακτισμένοι» ήταν έξω από τη Βουλή και διαδήλωναν μαζί με τους απεργούς που υπερασπίζονταν το δημόσιο αγαθό της ηλεκτρικής ενέργειας. Η αλληλεγγύη στις απεργίες κερδήθηκε βήμα βήμα.

Αυτή η δυναμική εκφραζόταν στις ίδιες τις συζητήσεις που άνοιξαν καθόλη τη διάρκειά του. Ο κόσμος των πλατειών ήταν εκεί, όχι μόνο για να διαμαρτυρηθεί και να φωνάξει, αλλά και για να μιλήσει πολιτικά, να ακούσει και να μάθει για τις αιτίες της οικονομικής κρίσης που έφερνε τα μνημόνια, για να αναζητήσει τις εναλλακτικές στη θηλιά του χρέους και τους αποτελεσματικότερους τρόπους πάλης για την επιβολή τους. Αντίστοιχη απήχηση είχε η μάχη ενάντια στο ρατσισμό, η πρόταση να απομονωθούν οι φασίστες της Χρυσής Αυγής και η ανάγκη της συνολίκευσης του αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό. Η παρέμβαση της Αριστεράς, συγκεκριμένα όσων τμημάτων της επέλεξαν να δώσουν το παρών στο κίνημα, ήταν πολύτιμη για να γίνουν πολιτικά βήματα μπροστά.

«Το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποδείχθηκε ότι μπορεί να ηγεμονεύσει και να γίνει το κέντρο όχι μόνο στο εσωτερικό της Αριστεράς αλλά στο ευρύτερο κίνημα», έγραφε τότε το περιοδικό Σοσιαλισμός από τα κάτω (Νο 87, Ιούλης-Αύγουστος 2011). «Οι συζητήσεις που οργανώθηκαν στο Σύνταγμα με θέμα το χρέος είχαν τεράστια ανταπόκριση και φάνηκε πως η αντιμετώπιση της ρήξης, η κρατικοποίηση των τραπεζών με εργατικό έλεγχο, η σύγκρουση με την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρούνται πλέον δεδομένος προσανατολισμός για δυνάμεις πολύ ευρύτερες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η παρέμβαση των συντρόφων της Εργατικής Αλληλεγγύης που έκαναν εξόρμηση με την εφημερίδα και μάζευαν υπογραφές για το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα αλλά και για άλλες πολιτικές πρωτοβουλίες έπαιξε ρόλο σ'αυτήν την κατεύθυνση».

Στους χώρους δουλειάς

Το ίδιο ισχύει για την αγωνιστική συνέχεια του κινήματος. Από πολύ νωρίς οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς έβαλαν τον προσανατολισμό ότι χρειάζεται να περάσουμε «από τις καταλήψεις των πλατειών στις καταλήψεις των χώρων δουλειάς». Σε αντίθεση με την προοπτική της αναμονής των εκλογών, αυτός ήταν ο τρόπος, επέμεναν, για να πετύχουμε το γκρέμισμα της κυβέρνησης αλλά και να ανοίξουμε το δρόμο της συνολικής ανατροπής των μνημονίων και του συστήματος που τα στηρίζει. Η πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου τον Οκτώβρη του 2011, τέσσερις μόλις μήνες μετά το άδειασμα του Συντάγματος από τις δυνάμεις καταστολής, οφείλεται κατά κύριο λόγο σε αυτό το προχώρημα.

«Στο επίκεντρο βρέθηκαν οι εργαζόμενοι στα υπουργεία που κατέλαβαν το ένα μετά το άλλο τα κτίρια από το Οικονομικών, το Εσωτερικών και το Εμπορίου μέχρι το Ανάπτυξης, το Αγροτικής Ανάπτυξης, το Υγείας, το Παιδείας και το Δικαιοσύνης παραλύοντας τον κρατικό μηχανισμό», περιγράφει για εκείνο το μήνα η μπροσούρα «Η εργατική αντίσταση στα μνημόνια - Χρονικό των αγώνων μιας εξαετίας» από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο. «Το παράδειγμά τους ακολούθησαν χιλιάδες ακόμα εργαζόμενοι με απεργίες, περιφρουρήσεις και καταλήψεις στο ΙΓΜΕ, στον ΟΣΚ, στον ΟΔΥΥ και δεκάδες ακόμα “υπό κατάργηση” Οργανισμούς αλλά και στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, στον ΟΣΕ στην Καρόλου και υπηρεσίες. Εκείνες τις μέρες, σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων στο κέντρο της Αθήνας, τα περισσότερα δημόσια κτίρια ήταν κατειλημμένα». Μαζί με τις πολυήμερες απεργίες στα νοσοκομεία, τους δήμους, τις εφορίες, τα τελωνεία, τα πλοία το ίδιο διάστημα, αυτό το κίνημα έκανε την κυβέρνηση Παπανδρέου παρελθόν κάνοντας από τότε το ΠΑΣΟΚ ένα κόμμα του κάτω του 10%.

Η πολιτική κρίση που δημιούργησε ο συνδυασμός του κινήματος των πλατειών και του απεργιακού κινήματος συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια ενάντια σε όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις, πρώτα του Παπαδήμου και ύστερα των Σαμαροβενιζέλων. Και συγκρούστηκε με  την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, που καρπώθηκε εκλογικά αυτό το κίνημα με υποσχέσεις για ανατροπή των μνημονίων αλλά συνέχισε την ίδια πολιτική.

Δέκα χρόνια μετά, το εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα συγκρούεται ξανά με τις επιθέσεις όχι μόνο της οικονομικής κρίσης που συνεχίζεται αλλά και της υγειονομικής με την πανδημία, αναζητώντας συνολική διέξοδο. Το μήνυμα του κινήματος των πλατειών, το μήνυμα της κλιμάκωσης των αγώνων ενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ και το σύστημα της φτώχειας, του θανάτου και της καταστροφής που υπηρετεί, συνεχίζει να εκπέμπει.

Λένα Βερδέ


Το κίνημα των πλατειών δεν ήταν μια ελληνική ιδιομορφία. Ήταν κομμάτι ενός διεθνούς κύματος αγώνων και εξεγέρσεων. Η ίδια η μορφή κινητοποίησης, η διαρκής κατάληψη ενός δημόσιου χώρου με συμβολική σημασία που είδαμε στο Σύνταγμα και αλλού ανήκε στο ρεπερτόριο αυτού του διεθνούς κύματος. 

Στις αρχές του 2011 η Μέση Ανατολή ζει στο ρυθμό αυτού που θα ονομαζόταν Αραβική Άνοιξη, οι επαναστάσεις που γκρέμισαν πρώτα το καθεστώς του Μπεν Αλί στην Τυνησία και στην συνέχεια τη φαινομενικά ακλόνητη δικτατορία του Μουμπάρακ στην Αίγυπτο. 

Στην Τυνησία τη σπίθα που έβαλε φωτιά την άναψε κυριολεκτικά ένας νέος άνεργος όταν αυτοπυρπολήθηκε σε μια μικρή επαρχιακή πόλη. Σε λιγότερο από ένα μήνα ο Μπεν Αλί έφευγε κυνηγημένος από τις διαδηλώσεις και μια συγκλονιστική γενική απεργία που είχαν καλέσει τα συνδικάτα. 

Η φωτιά απλώθηκε στην Αίγυπτο. Στις 25 Γενάρη οι τηλεοράσεις σε όλον τον κόσμο μετέδιδαν τις εικόνες από την πλατεία Ταχρίρ στο κέντρο του Κάιρου. Ήταν η «μέρα της οργής» με δεκάδες χιλιάδες να διαδηλώνουν και να συγκρούονται με την αστυνομία και τους παρακρατικούς τραμπούκους. Την Τρίτη 1 Φλεβάρη η διαδήλωση του «ενός εκατομμυρίου» προς την πλατεία Ταχρίρ ήταν τουλάχιστον δύο εκατομμύρια και έμελλε να μετατραπεί στην κατάληψη διαρκείας πάνω στην πλατεία που έληξε μόνο αφού παραιτήθηκε ο Μουμπάρακ.

Η κατάληψη ήταν ένας άθλος οργάνωσης και συλλογικότητας. Επιτροπές οργάνωναν την τροφοδοσία, την υγιεινή και την καθαριότητα, την περιφρούρησή της από τις συνεχείς επιθέσεις των δυνάμεων καταστολής. 

Την Παρασκευή 4 Φλεβάρη μια μεγάλη μουσουλμανική προσευχή γίνεται με ανθρώπινη αλυσίδα που σχημάτισαν Χριστιανοί διαδηλωτές, δίνοντας απάντηση στα διεθνή ΜΜΕ που ακόμη ήθελαν να ζωγραφίσουν το κίνημα ως “ισλαμικό”. Την Κυριακή, γίνεται χριστιανική λειτουργία με αντίστοιχη αλυσίδα από μουσουλμάνους. Πιστοί και άθεοι, αριστεροί, νασερικοί και ισλαμιστές, άντρες, γυναίκες με μαντήλα ή χωρίς έσπασαν σε λίγες μέρες τα κλισέ δεκαετιών.

Μια βδομάδα μετά ο Μουμπάρακ την κοπανούσε με ελικόπτερο από την ταράτσα του Προεδρικού Μεγάρου. Η Αιγυπτιακή Επανάσταση είχε πετύχει μια μεγάλη νίκη. 

Απ’ τη Μαδρίτη στη Γουόλ Στριτ

Στις 15 Μάη του 2011 αυτό το κίνημα πλημμύρισε τα κέντρα μεγάλων και μικρών πόλεων. Την επόμενη μέρα ξεκίνησε η κατάληψη της Πουέρτα ντελ Σολ, στην Μαδρίτη. Και σύντομα τέτοιες καταλήψεις απλώθηκαν σε 120 πόλεις. Τις κινητοποιήσεις τις είχαν καλέσει μια σειρά συλλογικότητες και οργανώσεις αλλά ο κόσμος που συμμετείχε έδωσε ένα κοινό όνομα στο κίνημα: οι indignados οι «αγανακτισμένοι». Κι αυτή η ονομασία ταξίδεψε από τη Μαδρίτη και τη Βαρκελώνη στην Αθήνα. 

Επίσης κυρίαρχη ήταν η αίσθηση ότι οι «πλατείες» στο ισπανικό κράτος είναι κομμάτι ενός διεθνούς κινήματος. Στον «καταυλισμό» στη Μαδρίτη κυμάτιζε η αιγυπτιακή σημαία σε ένδειξη αλληλεγγύης στο κίνημα της Ταχρίρ και στην Αιγυπτιακή Επανάσταση. Στη Βαρκελώνη ο καταυλισμός είχε χωριστεί σε τρία μέρη: το ένα ονομαζόταν Ισλανδία (που είχε κάνει στάση πληρωμών) το άλλο Ταχρίρ και το τρίτο Παλαιστίνη. Στην ίδια πόλη τις επόμενες μέρες οι διαδηλώσεις απεργών πυροσβεστών, υγειονομικών και εκπαιδευτικών κατέληγαν στον καταυλισμό της πλατείας. 

Στις 15 Ιούνη 2011 κι ενώ η πλατεία Συντάγματος γέμιζε από απεργούς και τους καπνούς από τα χημικά των ΜΑΤ, δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές περικύκλωσαν το κοινοβούλιο της Καταλονίας. Ο πρόεδρος της περιφερειακής κυβέρνησης μπόρεσε να μπει στο κτίριο από τον ελικόπτερο που τον άφησε στην ταράτσα. Και τέσσερις μέρες μετά, στις 19 Ιούνη, περισσότεροι από 1 εκατομμύριο διαδηλωτές πλημμύρισαν τους δρόμους.

Συνήθως οι αναφορές στο «κίνημα των πλατειών» περιλαμβάνουν την Ταχρίρ, το Σύνταγμα τη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη. Όμως, ο απόηχός του πέρασε τον Ατλαντικό και τον Οκτώβρη του 2011 έφτασε στην Νέα Υόρκη με το κίνημα Occupy Wall Street. Το σύνθημα «είμαστε το 99%» απέναντι στο 1% των καπιταλιστών καθρέφτιζε τη ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας και των εργαζόμενων που θα εκφραζόταν με πολλούς τρόπους τα επόμενα χρόνια. 

Παρά τις πολύ διαφορετικές συνθήκες, υπήρχε ένα κοινό υπόβαθρο. Η Μεγάλη Ύφεση που είχε χτυπήσει το παγκόσμιο καπιταλισμό το 2009, τροφοδοτούσε την αποσταθεροποίηση των «από πάνω» και την οργή των «από κάτω». 

Στην Αίγυπτο η αφορμή ήταν η βαρβαρότητα της αστυνομίας του Μουμπάρακ, στην Ελλάδα και το ισπανικό κράτος τα μνημόνια, στις ΗΠΑ οι ταξικές ανισότητες που γιγαντώνονταν. Όμως, οι αφορμές από μόνες τους δεν θα αρκούσαν αν δεν είχαν προηγηθεί κύματα αγώνων που είχαν αφήσει το χνάρι τους στη πολιτικοποίηση και την οργάνωση των εργαζόμενων και της νεολαίας. 

Εδώ, η νεολαία που εξεγέρθηκε τον Δεκέμβρη του 2008 «συναντήθηκε» με τις απεργίες που συγκρούονταν με τα μνημόνια της τρόικας και την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου. Στην Αίγυπτο το κίνημα της Ταχρίρ «έμαθε» από το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη αλλά και από τις μορφές οργάνωσης των απεργιών που ξεσπούσαν από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας. 

Κάθε φορά που η συλλογική δύναμη της εργατικής τάξης έπεφτε στην πλάστιγγα το κίνημα είχε νίκες: έτσι ανατράπηκε ο Μουμπάρακ. Αυτό είναι ένα δίδαγμα για σήμερα. Τότε και στην Αριστερά αφθονούσαν οι αναλύσεις για το «νέο υποκείμενο» που προχωρούσε πέρα από τα «παραδοσιακά» όπλα της ταξικής πάλης. Κάπως έτσι στήθηκαν οι Ποδέμος στο ισπανικό κράτος και δυνάμωσε ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ. Δέκα χρόνια μετά, σε συνθήκες πολλαπλής κρίσης του καπιταλισμού, η δύναμη της οργανωμένης εργατικής τάξης με μια δυνατή επαναστατική Αριστερά είναι η προοπτική.


Η ομάδα κρίκετ της Πακιστανικής Κοινότητας και η ΚΕΕΡΦΑ στο κατειλημμένο Σύνταγμα, μετά από αγώνα στην πάνω μεριά της πλατείας. Φωτό: Αρχείο Εργατική Αλληλεγγύη

Όταν ξεκινούσε το κίνημα των πλατειών, τα κυρίαρχα ΜΜΕ της εποχής έκαναν μια ολόκληρη προσπάθεια να το «γλύψουν». Ο Πρετεντέρης -στις δόξες του στο κραταιό τότε Μέγκα Τσάνελ- ανακάλυπτε τη φρεσκάδα του κινήματος των πλατειών που οργανώνεται από το Facebook και είναι «ακηδεμόνευτο», δηλαδή μακριά και εχθρικό στην Αριστερά και τα συνδικάτα. 

Όπως έγραφε ο ίδιος στη συνέχεια στα ΝΕΑ, οι πλατείες: «απέδειξαν πως η κοινωνική δράση στην Ελλάδα, ακόμη κι η διαμαρτυρία ή η αμφισβήτηση, μπορεί να εκδηλωθεί χωρίς τους λόχους του ΠΑΜΕ, χωρίς τα κρατικοδίαιτα συνδικάτα, χωρίς την ξύλινη αργκό του Τσίπρα, χωρίς κουκουλοφόρους, επεισόδια και µολότοφ».

Στη συνέχεια το τροπάρι άλλαξε και άλλαξε απότομα. Το κίνημα έγινε «απειλή για τη δημοκρατία» (όταν ο Χατζηδάκης έφαγε κάποιες σφαλιάρες) οι αποδοκιμασίες των βουλευτών «θυμίζουν Ζιμπάμπουε» έγραφε πάλι ο Πρετεντέρης. Ο λόγος για αυτή τη μεταστροφή ήταν ότι το κίνημα αναζητούσε πολιτικές απαντήσεις στ’ αριστερά και συγχωνευόταν με τις “μισητές” απεργίες. 

Από την αίγλη του κινήματος προσπάθησε να ωφεληθεί και ο Σαμαράς, τότε αρχηγός της ΝΔ που παρίστανε την αντιμνημονιακή. Στις 30 Μάη μιλώντας στην Κ.Ο ο Σαμαράς είπε ότι «είναι κάτι παραπάνω από αγανακτισμένοι είναι απελπισμένοι!» Και συμπλήρωσε κατασυγκινημένος: «Αλλά το κίνημα τους είναι ειρηνικό, ακομμάτιστο, ενωτικό και πανεθνικό». 

Σύντομα και η ΝΔ άλλαξε τροπάρι. Πώς να συμβίβαζε άλλωστε το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, των φοροαπαλλαγών για το κεφάλαιο, των περικοπών, με τα αιτήματα και τις ελπίδες του κόσμου που θα γκρέμιζε την κυβέρνηση Παπανδρέου και αργότερα την «υπερκομματική» κυβέρνηση του τραπεζίτη Παπαδήμου;

Δέκα χρόνια μετά, η ΝΔ και τα ΜΜΕ της κατηγορούν το κίνημα των πλατειών ως εκκολαπτήριο της… Χρυσής Αυγής που τάχα κυνήγησε ο Σαμαράς και καταδίκασε ο Μητσοτάκης. Αυτό έλεγαν τα στελέχη της πέρσι τον Οκτώβρη όταν καταδικάστηκε η εγκληματική ναζιστική συμμορία. Το θράσος δεν έλειψε ποτέ από τη Δεξιά. 

Η αλήθεια είναι ότι η Χρυσή Αυγή κατάγγελνε τις Πλατείες σαν το «πανηγυράκι με αφρικανούς λαθρομετανάστες» που βέβαια τις οργάνωναν «οι Εβραίοι» σύμφωνα με τα λόγια του «φύρερ» Μιχαλολιάκου. 

Δυο βδομάδες πριν, στις 11, 12 Μάη οι ναζί δολοφόνοι είχαν οργανώσει ένα κανονικό πογκρόμ σε βάρος μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας δολοφονώντας ένα μετανάστη και στέλνοντας δεκάδες άλλους στο νοσοκομείο, με την υψηλή εποπτεία της Αστυνομίας. 

Ένα χρόνο μετά η κυβέρνηση Σαμαρά και Δένδια εξαπέλυε το κρατικό πογκρόμ με το όνομα Ξένιος Δίας που θα έδινε νέα ώθηση στην ναζιστική συμμορία. Δεν ήταν οι «πλατείες» που έθρεψαν τους ναζί, ήταν η ρατσιστική πολιτική των κυβερνήσεων και της άρχουσας τάξης. Και αυτός που την τσάκισε δεν ήταν οι «θεσμοί» αλλά το αντιρατσιστικό και αντιφασιστικό κίνημα που συμμετείχε και στις πλατείες. 

Δέκα χρόνια μετά χρειάζεται να υπερασπίσουμε το κίνημα των πλατειών από τις συκοφαντίες ότι για παράδειγμα ήταν προάγγελος των «αρνητών της πανδημίας». Όχι για να μείνουμε στην νοσταλγία για εκείνες τις μέρες του Μάη και του Ιούνη με την προσμονή ότι κάποτε κάπως θα «ξαναγεμίσουν οι πλατείες». Αλλά για να πάμε τις μάχες μας μπροστά με την κλιμάκωση και την γενίκευση των εργατικών αγώνων, μέχρι τη νίκη και την ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος. 

Λέανδρος Μπόλαρης