Ιστορία
100 χρόνια από τη σφαγή στην Τούλσα, Οκλαχόμα: Τα εγκλήματα του ρατσισμού

Η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ πριν ένα χρόνο έβαλε φωτιά στις ΗΠΑ και όχι μόνο. Μια αντιρατσιστική εξέγερση απλώθηκε στις αμερικάνικες πόλεις και εκατομμύρια διαδήλωσαν την αλληλεγγύη τους σε όλο τον κόσμο. Τα ζητήματα που άνοιξε το ξέσπασμα του Black Lives Matter ήταν πολλά. Ένα από αυτά ήταν η επανεξέταση της ιστορίας. Αγάλματα δουλοκτητών και δουλεμπόρων γκρεμίστηκαν, δρόμοι άλλαξαν όνομα και ξεχασμένα γεγονότα ήρθαν ξανά στην επιφάνεια. Η σφαγή της Τούλσα στην Οκλαχόμα -ή η σφαγή της Μαύρης Wall Street- από την οποία μόλις συμπληρώθηκαν 100 χρόνια, ήταν ένα από αυτά. 

Στις αρχές του περασμένου αιώνα χιλιάδες Μαύροι μετανάστευσαν στην Οκλαχόμα προκειμένου να βρουν δουλειά στα ορυχεία της ή στην πετρελαϊκή της βιομηχανία. Μέσα σε δέκα χρόνια, από το 1910 έως το 1920 ο πληθυσμός της αυξήθηκε από τις 10 χιλιάδες στις 100 χιλιάδες. Τα αφεντικά ήταν αντιμέτωπα με μια διπλή απειλή.

Από τη μια ήταν η ριζοσπαστικοποίηση και η έμπνευση που γεννούσε στην αμερικάνικη εργατική τάξη η Ρώσικη Επανάσταση και το διεθνές επαναστατικό κύμα που ακολούθησε. Ήδη από το 1914 τo Σοσιαλιστικό Κόμμα είχε ξεπεράσει το 20% στις εκλογές για τον τοπικό κυβερνήτη. Τα ριζοσπαστικά συνδικάτα Ιndustrial Workers of the World (IWW) και Working Class Union (WCU) κέρδιζαν χιλιάδες μέλη από τα εργοστάσια και τα χωράφια της πολιτείας. Μια απεργία εργατών σε εταιρία πετρελαίου τον Νοέμβρη του 1917 κέρδισε 50% αύξηση στο μεροκάματο μέσα σε μόλις τρεις ώρες. Τρεις μήνες πριν, τον Αύγουστο, εκατοντάδες φτωχοί αγρότες της Οκλαχόμα -λευκοί, αφροαμερικάνοι κι αυτόχθονες- είχαν εξεγερθεί εναντίον των πλούσιων γαιοκτημόνων και του «πολέμου που κάνουν οι πλούσιοι αλλά σκοτώνονται οι φτωχοί» όπως χαρακτήριζαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Διαχωρισμός

Η άλλη απειλή ήταν η αναπτυσσόμενη μαύρη κοινότητα. Πολλοί από αυτούς, Μαύροι βετεράνοι του πολέμου, που «πολέμησαν για την πατρίδα» κι επιστρέφοντας, αντί για τιμή και δικαιώματα, έρχονταν αντιμέτωποι με τον ρατσισμό, τον διαχωρισμό και τα λιντσαρίσματα. Η Οκλαχόμα λειτουργούσε υπό τους νόμους Jim Crow που προέβλεπαν τον ρατσιστικό διαχωρισμό των Μαύρων από τους λευκούς. Στην Τούλσα μάλιστα είχε περάσει νόμος που απαγόρευε ακόμα και τις φυλετικά μεικτές γειτονιές. H γειτονιά του Γκρίνγουντ ήταν μια αποκλειστικά Μαύρη γειτονιά στα βόρεια της Τούλσα. Μια γειτονιά που, εμπνευσμένη από τις ομιλίες του Μαύρου διανοούμενου Μπούκερ Τ. Ουάσινγκτον για συνεργασία και οικονομική ανεξαρτησία των Μαύρων, γνώριζε μεγάλη ανάπτυξη, στο σημείο να αποκτήσει το προσωνύμιο «Μαύρη Wall Street».

Ο ρατσισμός πρόσφερε την απάντηση και στις δύο αυτές απειλές. Αφενός θα βοηθούσε στη διάσπαση της εργατικής τάξης, αφετέρου θα αποτελούσε τη βάση ώστε με μια “αφορμή” να τσακιστεί κάθε παράδειγμα συγκρότησης κι ανάπτυξης της αφροαμερικάνικης κοινότητας. Η Μαύρη Wall Street έπρεπε να ισοπεδωθεί.

Στις 30 Μάη του 1921, ένας 19χρονος αφροαμερικάνος λούστρος, ο Ντικ Ρόουλαντ κατηγορείται για παρενόχληση της Σάρα Πέιτζ, μιας 17χρονης λευκής, μέσα σε ένα ασανσέρ. Η ίδια η Πέιτζ θα κατέθετε στην αστυνομία ότι φώναξε γιατί τρόμαξε όταν ο Ρόουλαντ την ακούμπησε στο μπράτσο και κατόπιν ο Ρόουλαντ, τρομαγμένος με τη σειρά του από τις φωνές της Πέιτζ, έφυγε τρέχοντας όταν άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ. Δεν κατέθεσε καν μήνυση εναντίον του. Ωστόσο ο Ρόουλαντ θα συλλαμβανόταν την επόμενη ημέρα. Μια από τις βασικές εφημερίδες της πόλης, η Tulsa Tribune, κυκλοφορεί με τίτλο «Νέγρος επιτίθεται σε κορίτσι μέσα σε ασανσέρ» και με άρθρο γεμάτο ψεύτικες μεν, γλαφυρές δε, περιγραφές της επίθεσης. Το δημοσίευμα λειτούργησε σαν κάλεσμα για αυτό που ακολούθησε.

Ένας οπλισμένος όχλος λευκών ρατσιστών, πολλοί από αυτούς μέλη της Κου Κλουξ Κλαν, συγκεντρώνεται έξω από το δικαστήριο στο οποίο είχε παραπεμφθεί ο Ρόουλαντ, διεκδικώντας να τον λιντσάρει. Η συγκέντρωση γρήγορα εξελίσσεται σε μαζικό ρατσιστικό πογκρόμ που έσφαζε κι έκαιγε τις μαύρες γειτονιές για ώρες. Οι προσπάθειες των Μαύρων να υπερασπιστούν τις ζωές και τη γειτονιά τους σκόνταψαν πάνω στη ενεργή συμμετοχή της αστυνομίας στο πλευρό του ρατσιστικού όχλου. Μαρτυρίες λένε ότι οι ίδιοι οι αστυνομικοί όπλιζαν τους ρατσιστές με τη φράση «πάρε ένα όπλο – ρίξε σε έναν νέγρο». Ακόμα κι από αέρος έγιναν επιθέσεις με ιδιωτικά αεροπλάνα να πυροβολούν και να βομβαρδίζουν το Γκρίνγουντ. Μια από τις τελευταίες πράξεις του πογκρόμ ήταν η ισοπέδωση με ριπές από βαρύ οπλοπολυβόλο μιας μαύρης εκκλησίας Βαπτιστών. Τη σκανδάλη τράβαγαν άντρες της Εθνοφρουράς.

Πογκρόμ

 Το πογκρόμ κράτησε δυο μέρες. Κατά τη διάρκειά του δολοφονήθηκαν τουλάχιστον 300 αφροαμερικάνοι. Ολόκληρη η γειτονιά του Γκρίνγουντ κάηκε. Οι πυροσβέστες που πήγαιναν να σβήσουν τη φωτιά διώχνονταν με πυροβολισμούς. Άλλοι λένε ότι δεν έγιναν καν προσπάθειες για να σβηστεί η φωτιά, κατηγορώντας συνολικά τον κρατικό μηχανισμό για αδράνεια εις βάρος των αφροαμερικάνων. Περισσότερα από 1000 σπίτια, μαγαζιά, σχολεία, εκκλησίες, ακόμα και το νοσοκομείο της περιοχής, έγιναν στάχτη. Η μεγάλη πλειοψηφία του μαύρου πληθυσμού έμεινε άστεγη.

Παρά το μέγεθός της, η σφαγή της Τούλσα έμεινε στην αφάνεια της επίσημης ιστορίας των ΗΠΑ, μέχρι πρόσφατα. To αντίτυπο της Tulsa Tribune βρίσκεται στα επίσημα αρχεία με κομμένο το επίμαχο άρθρο. Σε κανέναν δεν αποδόθηκαν κατηγορίες, πολύ περισσότερο κανείς δεν τιμωρήθηκε για τη σφαγή. Ακόμα και οι νεκροί παραμένει άγνωστο το πού θάφτηκαν. Μόλις το 1997 συγκροτήθηκε μια επιτροπή για αποζημιώσεις των θυμάτων και των οικογενειών τους.

Η εξέγερση του BLM της τελευταίας χρονιάς όμως την ξαναέφερε στην επιφάνεια. Πριν λίγες ημέρες τρεις υπεραιωνόβιοι/ες επιζήσαντες κατέθεσαν ενόπιων μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής, τις μνήμες τους από τη σφαγή, προκειμένου να αναγνωριστεί επίσημα από το αμερικάνικο κράτος έναν αιώνα μετά (βλ. δίπλα). Την 1η Ιούνη ο Μπάιντεν επισκέφτηκε την Τούλσα δηλώνοντας ότι «μερικές αδικίες είναι τόσο τρομερές που δεν μπορούν να θαφτούν». Δεν πρόκειται για «μερικές αδικίες» όμως. Η σφαγή της Τούλσα, όπως και δεκάδες ακόμα, είναι καρποί του συστημικού ρατσισμού που τρέχει μέσα στις φλέβες του αμερικάνικου κράτους και οι οποίες παρέμειναν θαμένες για δεκαετίες. Μόνο εξεγέρσεις σαν αυτή που είδαν οι αμερικάνικες πόλεις την τελευταία χρονιά, μπορούν να εξασφαλίσουν τόσο το τσάκισμα του ρατσισμού όσο και την αποκατάσταση της ιστορικής μνήμης.


Eίμαι επιζήσασα από τη ρατσιστική σφαγή της Τούλσα. Πριν δυο βδομάδες έγινα 107 ετών. Σήμερα επισκέπτομαι την Ουάσιγκτον για πρώτη φορά στη ζωή μου. Είμαι εδώ διεκδικώντας δικαιοσύνη και ζητώ από τη χώρα να αναγνωρίσει τι έγινε στην Τούλσα το 1921. 

Τη νύχτα της σφαγής, με ξύπνησε η οικογένειά μου. Οι γονείς και τα πέντε αδέρφια μου ήταν εκεί. Μου είπαν ότι έπρεπε να φύγουμε. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη βία του λευκού όχλου όταν φύγαμε από το σπίτι μας. Ακόμα έχω την εικόνα Μαύρων να πυροβολούνται, Μαύρα κορμιά να είναι νεκρά στο δρόμο. Ακόμα μου έρχεται η μυρωδιά του καπνού και η εικόνα της φωτιάς. Ακόμα βλέπω τα Μαύρα μαγαζιά να καίγονται. Ακόμα ακούω τον ήχο των αεροπλάνων να πετάνε. Ακούω τα ουρλιαχτά. Ζω με τη σφαγή κάθε μέρα. Η χώρα μπορεί να ξεχάσει την αυτή την ιστορία, αλλά εγώ όχι. Ούτε οι άλλοι επιζήσαντες. Ούτε τα παιδιά και τα εγγόνια μας. 

Βαϊόλα Φλέτσερ, επιζώσα από τη σφαγή της Τούλσα

Ζούμε με αυτό κάθε μέρα σε όλη μας τη ζωή και με τη σκέψη τιήταν και τι θα μπορούσε να γίνει το Γκρίνγουντ. Δεν είμαστε απλά ασπρόμαυρες εικόνες σε ένα φιλμ. Έχουμε σάρκα και οστά. Ήμουν εκεί όταν έγινε η σφαγή. Και είμαι ακόμα εδώ.

Χιου Βαν Έλις, επιζών από τη σφαγή της Τούλσα

Φαίνεται ότι η δικαιοσύνη στην Αμερική είναι πάντα πολύ αργή ή και ανύπαρκτη για τους Μαύρους αυτής της χώρας.

Λέσι Μπένιγκφιλντ Ραντλ, επιζών από τη σφαγή της Τούλσα