Τα «εργαστήρια δεξιοτήτων» τα οποία εισάγει το ΥΠΑΙΘ στο πρόγραμμα των δημοτικών και των νηπιαγωγείων, με την πολυτροπολογία που κατέθεσε η Κεραμέως, αποτελούν μια ακόμη προσπάθεια προσαρμογής των κατώτερων βαθμίδων της εκπαίδευσης στην «Παιδεία των startups». Επιχειρούν να προσαρμόσουν την εκπαίδευση στις ανάγκες ενός συστήματος κερδοσκοπίας σε συνθήκες κρίσης.
Πρόκειται για «εργαστήρια» τα οποία εντάσσονται στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα των σχολείων (αντικαθιστώντας ώρες μαθημάτων όπως η Γεωγραφία στην Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού) και στα οποία οι μαθητές θα διαπραγματεύονται ζητήματα όπως η επιχειρηματικότητα, ο εθελοντισμός, η ρομποτική, η προσαρμοστικότητα, η ανθεκτικότητα, η κυκλοφοριακή αγωγή, η σεξουαλική αγωγή κ.α. Στο νηπιαγωγείο στα πλαίσια αυτών των «εργαστηρίων» εισάγονται τα αγγλικά. Δίνεται η δυνατότητα τα «εργαστήρια» αυτά να γίνονται με τη συνδρομή της αστυνομίας, επιχειρήσεων, αυτόδιοικητικών αρχών, ΜΚΟ κλπ.
Ο ιδεολογικός – προπαγανδιστικός χαρακτήρας των συγκεκριμένων προγραμμάτων είναι εμφανής. Όμως αποπειρώνται να κάνουν κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Εισάγουν μια λογική περεταίρω κατάτμησης και υποβάθμισης του μαθήματος. Το σχολείο απομακρύνεται ακόμη περισσότερο από τις ανάγκες και τα βιώματα των παιδιών. Το περιεχόμενο των «εργαστηρίων» καθορίζεται από τα πάνω. Μαθήματα όπως η «εργαστηριακή δημιουργία εικονικής επιχείρησης» δεν έχει τίποτε να κάνει με τις εμπειρίες χιλιάδων παιδιών, όσο και να προσπαθεί να πείσει το ΥΠΑΙΘ για το αντίθετο.
Αποκλεισμός
Η ικανότητα θεωρητικής γενίκευσης και η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης υποκαθίστανται από την παροχή σκόρπιων «δεξιοτήτων». Η γνώση μετατρέπεται σε ένα μωσαϊκό «πλίνθων κεράμων ατάκτως ερριμμένων». Για να ερμηνεύσουμε τη σκοπιμότητα της εισαγωγής των συγκεκριμένων «εργαστηρίων» πρέπει να το συνδυάσουμε με τη σκλήρυνση του συστήματος εισαγωγής στα πανεπιστήμια και τον αποκλεισμό χιλιάδων παιδιών από την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Επιχειρούν να διαμορφώσουν ένα εργατικό δυναμικό το οποίο δεν θα έχει ανάγκη τη συνολική εικόνα για τον κόσμο, και είτε έχει υψηλή ειδίκευση είτε όχι, θα έχει αποκτήσει την ικανότητα να προσαρμόζεται διαρκώς στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων των καπιταλιστών και των επιχειρήσεών τους. Ένα εργατικό δυναμικό που θα μπορεί να προσαρμόζεται σε συνθήκες απόλυτου ανταγωνισμού, ελαστικών σχέσεων εργασίας, πλήρους έλλειψης κρατικής μέριμνας και ανά πάσα στιγμή θα αναμένεται να μπορεί να χρησιμοποιήσει τις όποιες ξεχωριστές δεξιότητές του για να παράγει και να επιβιώσει.
Η εισαγωγή αγγλικών και γενικότερα ξεχωριστών μαθησιακών αντικειμένων στο νηπιαγωγείο δεν έχει τίποτε το θετικό καθώς δεν ανταποκρίνεται στη γνωστικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά της νηπιακής ηλικίας. Αντιβαίνει στο ρόλο του νηπιαγωγείου και αποθαρρύνει την κοινωνική και σχολική ένταξη των νηπίων. Τους μόνους που διευκολύνει είναι τον ιδιωτικό τομέα της Παιδείας, διαμορφώνοντας μία ακόμη δεξαμενή πελατείας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το ΥΠΑΙΘ εισάγει τέτοια προγράμματα. Παλιότερα είχε επιχειρήσει παρόμοια αντιμεταρρύθμιση με την εισαγωγή της «Ευέλικτης Ζώνης». Οι αντιστάσεις των εκπαιδευτικών την εμπόδισαν και κατέστησαν τους στόχους του υπουργείου κενό γράμμα. Το ίδιο πρέπει να πράξουμε και με τα «εργαστήρια δεξιοτήτων».
Σεραφείμ Ρίζος, δάσκαλος, μέλος Δ.Σ ΣΕΠΕ Χανίων