Το μήνα που διανύουμε συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης στον κόσμο. Πρόκειται για τους Arditi del Popolo (ADP), μιας οργάνωσης που βγήκε μέσα από τα σπλάχνα της ιταλικής εργατικής τάξης με στόχο να σταματήσει την άνοδο του Μουσολίνι.
Το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου βρήκε τους εργάτες της Ιταλίας ξεσηκωμένους. Τη διετία 1919 – 20, την Κόκκινη Διετία όπως έμεινε να αποκαλείται, η Ιταλία έφτασε στο χείλος της σοσιαλιστικής επανάστασης. Εκατομμύρια συμμετείχαν στις απεργίες και τις καταλήψεις των εργοστασίων, σε πολλά από αυτά η παραγωγή μπήκε κάτω από τον έλεγχο των εργατών. Συγκροτήθηκαν εργατικά συμβούλια. Κατειλημμένες βιομηχανίες άρχισαν να παράγουν όπλα για την αυτοάμυνα του εργατικού ξεσηκωμού. Αλλά αντί για την επανάσταση, οι ηγεσίες των συνδικάτων και της Αριστεράς οδήγησαν το κίνημα σε συμβιβασμό.
Η άρχουσα τάξη της Ιταλίας, τρομαγμένη από την εμπειρία της Κόκκινης Διετίας ήθελε να ξεμπερδέψει από την πιθανότητα επιστροφής του επαναστατικού αναβρασμού. Αυτή την υπηρεσία πρόσφερε ο Φασισμός, το νέο αντιδραστικό κίνημα που ξεπήδησε υπό την ηγεσία του Μουσολίνι. Οι φασιστικές συμμορίες είχαν στο στόχαστρό τους τα συνδικάτα και την Αριστερά. Mε τις δολοφονικές επιθέσεις τους επιχειρούσαν να τσακίσουν κάθε τι που αντιπροσώπευε τη συλλογική δύναμη των εργατών και των αγροτών. Στους πρώτους έξι μήνες του 1921 κατέστρεψαν εκατοντάδες εργατικά κέντρα, ενώσεις αγροτών, γραφεία της Αριστεράς, συνεταιρισμούς, γραφεία σωματείων κλπ. Δεκάδες ήταν οι δολοφονημένοι σοσιαλιστές και κομμουνιστές.
Οι βετεράνοι του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου βρέθηκαν στον πυρήνα της ταξικής πόλωσης. Οι Arditi («γενναίοι») ήταν επίλεκτο σώμα του Ιταλικού στρατού, το πιο διαβόητο για την αποτελεσματικότητα και την τόλμη του. Και οι δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος προσπάθησαν να επηρεάσουν και να κερδίσουν τους βετεράνους. Ένα μέρος των Arditi αποτέλεσαν τον κορμό των φασιστικών συμμοριών. Ένα άλλο όμως συγκρότησε τους Arditi Del Popolo, τους «Γενναίους του Λαού», μια μαζική οργάνωση ένοπλης αυτοάμυνας της εργατικής τάξης απέναντι στη φασιστική τρομοκρατία.
Αντιφασιστική απεργία
Οι Arditi Del Popolo έκαναν την εμφάνισή τους τον Ιούνιο του 1921 στη Ρώμη. Ο υπολοχαγός Άργκο Σεκοντάρι, ένας πρώην Arditο, ενεργός στο απεργιακό κίνημα ήδη από το 1919, κάλεσε μια συγκέντρωση στις 20 Ιούνη που κατέληξε στη συγκρότηση των ADP. Ένας χαφιές της αστυνομίας ανέφερε: «ότι ο προγραμματικός στόχος ήταν να παλέψουν ενάντια στο φασισμό, και με μια δυνατή οργάνωση να υπερασπιστούν και να προστατέψουν τα κόμματα, τα γραφεία και τις τοπικές οργανώσεις της εργατικής τάξης ενάντια στη βία και τις επιθέσεις του εχθρού». Γρήγορα ακολούθησαν συγκεντρώσεις και σε άλλες πόλεις.
Η πρώτη τους πανεθνική διαδήλωση έγινε στις 6 Ιούλη του 1921 στο Βοτανικό Κήπο της Ρώμης. Το Εργατικό Κέντρο της Ρώμης και οι οργανώσεις της Αριστεράς κάλεσαν σε γενική απεργία για να συμμετέχουν οι εργάτες/τριες στη διαδήλωση. Περισσότεροι από 50.000 έδωσαν το παρών. Όπως σημειώνει ο Τομ Μπίαν στο βιβλίο για τους ADP που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο: «Το μήνυμά τους ήταν απλό. Οι ADP ήταν μια στρατιωτική οργάνωση που είχε στόχο να κατατροπώσει τη φασιστική βία. Αλλά δεν επρόκειτο για μια μικρή ομάδα που επιδίδονταν σε ατομικές τρομοκρατικές ενέργειες ενάντια στους φασίστες. Ήταν ένα κίνημα που είχε τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε κάτι μεγάλο, που οργάνωνε δημόσιες συγκεντρώσεις και κατά διαστήματα κυκλοφορούσε και μια εφημερίδα».
Μια από τις πρώτες πράξεις αντίστασης που οργάνωσαν οι ADP έλαβε χώρα στη Σαρτσάνα, μια πόλη με ισχυρή την Αριστερά και τους αναρχικούς. Στις 17 Ιουλίου του 1921 μέλη των τοπικών ADP συγκρούστηκαν με τρία φορτηγά φασιστών στην άκρη της πόλης. Την επόμενη ημέρα κηρύχθηκε γενική απεργία στην πόλη. Οι τοπικοί φασίστες ηγέτες ανακοίνωσαν ότι ξεκινούσαν μια «εκστρατεία αντιποίνων» ενάντια στην πόλη. Η φασιστική επίθεση ξεκίνησε στις 21 Ιουλίου, όταν 600 με 1000 μελανοχίτωνες έφτασαν στη Σαρτσάνα με τρένο. Όμως, στην πόλη είχε ήδη σημάνει συναγερμός. Πάνω από 100 φασίστες προσπάθησαν να ανοίξουν δρόμο μέσα απ’ τα χωράφια αλλά αναχαιτίστηκαν από οπλισμένους ADP και αγρότες με δίκρανα και δρεπάνια.
Αντίστοιχα, τον Νοέμβρη η Πρώτη Πορεία του Μουσολίνι προς τη Ρώμη κατέληξε σε φιάσκο. Στη Ρώμη ήταν προγραμματισμένο το τρίτο πανεθνικό συνέδριο των φασιστών. Ο Μουσολίνι σχεδίαζε να κάνει μια ξεκάθαρη επίδειξη δύναμης του κινήματός του. Για να διευκολύνει την άφιξή τους η κυβέρνηση είχε συμφωνήσει ότι οι φασίστες θα ταξίδευαν δωρεάν. Μπροστά στην αποφασιστική σύγκρουση που ερχόταν, η ηγεσία των ADP κάλεσε όλα τα μέλη από την γύρω περιοχή του Λάτσιο να έρθουν στην πόλη. Ένας ανταρτοπόλεμος θα ξεσπούσε για τέσσερις ημέρες, με κατάληξη την ήττα των φασιστών και την αποχώρησή τους από την πόλη. Ο σπινθήρας άναψε με τη δολοφονία ενός σιδηροδρομικού εργάτη. Μια γενική απεργία άρχισε τότε να απλώνεται. Οι φασίστες που έφταναν στη Ρώμη βρίσκονταν αντιμέτωποι με μια πόλη παραλυμένη από την απεργία. Οι επιθέσεις των φασιστών στις εργατογειτονιές αποκρούονταν. Οπλισμένες ομάδες αντιφασιστών είχαν τοποθετηθεί στους κύριους δρόμους και οι γυναίκες είχαν ήδη πάρει θέσεις στις ταράτσες και τα παράθυρα, με πέτρες, γλάστρες και κεραμίδια έτοιμες να τα πετάξουν στους φασίστες. Ο Μουσολίνι αναγκάστηκε τελικά να φύγει προς το σιδηροδρομικό σταθμό με την προστασία δύο τεθωρακισμένων που του παρείχε η κυβέρνηση.
Η Πάρμα είναι ένα ακόμα διάσημο παράδειγμα αντίστασης που περιγράφεται εξαιρετικά στο βιβλίο του Πίνο Κακούτσι, Ολτρετορέντε, που κυκλοφορεί από τις Απρόβλεπτες Εκδόσεις. Λίγο πριν την τελική παράδοση της εξουσίας στον Μουσολίνι, οι εργάτες/τριες και οι αγρότες/τριες της Πάρμα, υπό την ηγεσία των Arditi Del Popolo, απέκρουσαν με επιτυχία τους φασίστες του πρωτοπαλίκαρου του Μουσολίνι, Ίταλο Μπάλμπο.
Ενιαίο μέτωπο
Στην ηγεσία τους οι ADP της Πάρμα είχαν τον σοσιαλιστή Γκουίντο Πιτσέλι και τον αναρχικό Αντόνιο Τσιέρι. Η λογική του Ενιαίου Μετώπου εκφράζεται στην αντίληψη των ίδιων των Πιτσέλι και Τσιέρι όπως και συνολικά των ADP. Η φασιστική απειλή έπρεπε να βρει μπροστά της την ενωμένη αντίσταση της εργατικής τάξης και της αριστεράς.
Ωστόσο ούτε το Σοσιαλιστικό Κόμμα, ούτε το νεοϊδρυθέν Κομμουνιστικό Κόμμα στήριξαν τους Arditi Del Popolo, παρά την ενεργή συμμετοχή χιλιάδων μελών τους στο πλευρό τους. Το μεν Σοσιαλιστικό Κόμμα ξεκαθάριζε ότι δεν έχει καμία σχέση με τους ADP και τη δράση τους, μένοντας στις επικλήσεις προς το αστικό κράτος για μπλοκάρισμα της φασιστικής επέλασης. Το δε Κομμουνιστικό Κόμμα, υπό την ηγεσία του Μπορντίγκα καλούσε τα μέλη του να μη συμμετέχουν στους ADP, κινούμενο με τη σεχταριστική αντίληψη που κατηγορούσε τους ADP για έλλειψη ιδεολογικής καθαρότητας. Ο Γκράμσι με την ομάδα του L’Ordine Nuovo, είχε διαφορετική στάση από την ηγεσία του Μπορντίγκα, αλλά δεν είχε τη δύναμη για να κερδίσει το κόμμα στην υποστήριξη των ADP.
Πολιτικά οι Arditi Del Popolo έμειναν ακέφαλοι κι απομονωμένοι σε κρίσιμες στιγμές. Το αποτέλεσμα ήταν να το πληρώσει συνολικά η εργατική τάξη και η Αριστερά της Ιταλίας με τη φασιστική δικτατορία που ακολούθησε. Όπως τονίζει ο Μπίαν: «Δύο είναι τα διδάγματα αυτής της ιστορίας για τους αντιφασίστες και την Αριστερά σήμερα: Η ανάγκη να μην βάζουν την ιδεολογική καθαρότητα σαν προϋπόθεση για τη συμμετοχή τους σε έναν αντιφασιστικό αγώνα και να μην έχουν καμιά εμπιστοσύνη ότι το κοινοβούλιο και η αστυνομία θα σταματήσουν την άνοδο του φασισμού.
Οι συνέπειες από μια ήττα του φασισμού στην Ιταλία θα ήταν τεράστιες. Χωρίς τη νίκη του Μουσολίνι, οι δυνάμεις της απόλυτης αντίδρασης και ονόματα όπως αυτά του Χίτλερ και του Χίμλερ, μπορεί να μην γίνονταν ποτέ γνωστά και η πόλη του Άουσβιτς μπορεί να μην γινόταν ποτέ συνώνυμο της βαρβαρότητας…».