Τη μεγαλύτερη κοινωνική έκρηξη της «μετά - απαρτχάιντ» εποχής γνωρίζει τις τελευταίες ημέρες η Νότια Αφρική. Την περασμένη εβδομάδα η κυβέρνηση του προέδρου Σίριλ Ραμαφόσα αποφάσισε να κατεβάσει τον στρατό για να καταστείλει τις «ταραχές» - που η αστυνομία ήταν ανίκανη να ελέγξει. Διακόσιοι περίπου άνθρωποι έχουν χάσει μέχρι αυτή την ώρα τη ζωή τους ενώ οι τραυματίες και οι συλληφθέντες μετριούνται σε χιλιάδες. Εκατοντάδες εμπορικά κέντρα, καταστήματα και αποθήκες έχουν λεηλατηθεί, αυτοκινητόδρομοι και σιδηροδρομικές γραμμές έχουν μπλοκαριστεί και στους δρόμους κυριαρχεί το χάος.
Η αφορμή για το ξέσπασμα της βίας ήταν η σύλληψη, στις 7 Ιούλη, του Τζέικομπ Ζούμα. Ο Ζούμα ήταν μέχρι πριν από τρία χρόνια ο ηγέτης του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου (ANC) -του κόμματος του Νέλσον Μαντέλα, του ιστορικού ηγέτη του αγώνα ενάντια στο καθεστώς του απαρτχάιντ και των φυλετικών διακρίσεων- και πρόεδρος της χώρας. Ο Ζούμα -που είναι βυθισμένος στα σκάνδαλα και τη διαφθορά- εκδιώχθηκε, ουσιαστικά και από το κόμμα και από την εξουσία το 2008 από τον τότε εσωκομματικό του αντίπαλο, τον σημερινό πρόεδρο Ραμαφόσα. Αλλά συνεχίζει μέχρι σήμερα να έχει μεγάλες διασυνδέσεις με τον κρατικό μηχανισμό -και ειδικότερα με τις δυνάμεις «ασφαλείας».
Η κυβέρνηση έσπευσε να συνδέσει τις «ταραχές» με τον Ζούμα. Εν μέρει έχει δίκιο. Οι δημοσιογράφοι έχουν καταγγείλει πολλές περιπτώσεις βιαιοπραγιών όπου η αστυνομία, αν και παρούσα, δεν έκανε την παραμικρή προσπάθεια να τις εμποδίσει. Οι διασυνδέσεις του Ζούμα, όμως, με την αστυνομία και τον κρατικό μηχανισμό δεν αρκούν για να εξηγήσουν το ξέσπασμα της οργής που βλέπουμε αυτές τις μέρες στους δρόμους της Νότιας Αφρικής.
Ο πραγματικός υποκινητής των ταραχών είναι η φτώχεια. Ο πραγματικός υποκινητής είναι η προδοσίες των κυβερνήσεων του ANC, η αποτυχία τους να ξεριζώσουν την κληρονομία του απαρτχάιντ. Τυπικά το καθεστώς της Νότιας Αφρικής είναι ένα από τα πιο δημοκρατικά και προοδευτικά στον κόσμο. Οι νομικοί και πολιτικοί περιορισμοί της εποχής του απαρτχάιντ έχουν ξηλωθεί εδώ και τρεις σχεδόν δεκαετίες. Η οικονομική ανισότητα, όμως, όχι απλά ζει και βασιλεύει – οργιάζει. Οι διάδοχοι του Νέλσον Μαντέλα στην εξουσία συμβιβάστηκαν με τις μεγάλες επιχειρήσεις (που ελέγχονταν και ελέγχονται από τη μειοψηφία των λευκών εποίκων που στήριζε το απαρτχάιντ). Η φτώχια σαρώνει στις συνοικίες της μαύρης πλειοψηφίας όχι πλέον στο όνομα των φυλετικών διακρίσεων αλλά στο όνομα του νεοφιλελευθερισμού. Η ανεργία, με βάση τις επίσημες στατιστικές, βρίσκεται σήμερα στο 32%. Το πραγματικό νούμερο, αν συνυπολογίσει κανείς και τους εργάτες που έχουν πάψει πλέον ακόμα και να ψάχνουν για δουλειά, είναι κοντά στο 43%.
Η πραγματική αιτία για το ξέσπασμα των ταραχών δεν ήταν η σύλληψη του Ζούμα. Ήταν η κατάργηση, στις αρχές Απριλίου, του επιδόματος «κόβιντ» - ενός μηδαμινού στην πραγματικότητα επιδόματος 20 περίπου ευρώ το μήνα, που όμως ήταν για χιλιάδες οικογένειες το μοναδικό τους εισόδημα τους τελευταίους μήνες. Αυτή η «επιστροφή στην κανονικότητα» -που επιβλήθηκε ενώ τα ποσοστά εμβολιασμού παραμένουν κοντά στο 2% και η οικονομία δεν έχει ανοίξει πλήρως ακόμα- συνοδεύτηκε από μια σειρά από νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις (ιδιωτικοποίηση του εθνικού αερομεταφορέα, ιδιωτικοποίηση της παραγωγής ενέργειας) στο όνομα της πάταξης του πληθωρισμού και της διολίσθησης του νομίσματος που χτυπάνε ακόμα χειρότερα το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης και των φτωχών.
Οι «ταραχοποιοί» που εισέβαλλαν στα σούπερ μάρκετ και λεηλάτησαν τις αποθήκες δεν ζητούσαν εκδίκηση για την φυλάκιση του Ζούμα. Έψαχναν για τρόφιμα, ρούχα και σκεπάσματα, προσπαθούσαν να αρπάξουν αυτά που είναι αναγκαία για τη ζωή αλλά δεν έχουν καμιά ελπίδα να τα αποκτήσουν.