Διεθνή
ΗΠΑ-ΕΕ μετά το Αφγανιστάν - Υπεροψία, αυταπάτες και πανικός

Φωτό: Reuters

Οι αντιδράσεις των Δυτικών αρχουσών τάξεων στην εντελώς προβλέψιμη νίκη των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν είναι απίστευτες. Συνδυάζουν υπεροψία, αυταπάτες και πανικό. Μέσα στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα πράγματα είναι κάπως πιο ήσυχα για λόγους κομματικού πατριωτισμού. Τα φιλελεύθερα γεράκια του Δημοκρατικού Κόμματος δεν θέλουν να αποδυναμώσουν τον Τζο Μπάιντεν επειδή ταυτόχρονα δέχεται ενορχηστρωμένη επίθεση από τους Ρεπουμπλικάνους (αν και ήταν ο Ντόναλντ Τραμπ που, το 2018, συμφώνησε με τους Ταλιμπάν την απομάκρυνση των αμερικανικών στρατευμάτων).

Είναι στη Δυτική Ευρώπη που οι καταγγελίες για την αμερικάνικη αποχώρηση έχουν ξεφύγει από κάθε λογική. Μια τέλεια συμπύκνωση της υπεροψίας του φιλελεύθερου ιμπεριαλισμού μάς πρόσφερε η Κονστάντσε Στεντσενμίλερ από το ίδρυμα Brooking: “όλη η προσπάθεια δεν ήταν μάταιη. Η Αλ-Κάιντα εκδιώχθηκε. Οι ζωές πολλών ανθρώπων βελτιώθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό, ιδιαίτερα των γυναικών. Υπάρχει πλέον μια αφγανική κοινωνία των πολιτών που είναι πιο μορφωμένη και πιο συνδεδεμένη με τον κόσμο από οποτεδήποτε στο παρελθόν. Και αυτοί οι άνθρωποι έχουν τους αριθμούς των κινητών μας”.

Λες και οι Αφγανοί είχαν ανάγκη την ευγενή καθοδήγηση του ΝΑΤΟ (που πλέον φαίνεται πως συνεχίζεται μέσω Whatsapp) για να αποκτήσουν κοινωνική και πολιτική ζωή.

Η Στέντσενμίλερ εκθειάζει την πανηλίθια ομιλία στη Βουλή του δεξιού βουλευτή Τομ Τάγκεντχατ. Ο Τάγκεντχαντ απαίτησε επανειλημμένα να μάθει γιατί η Βρετανία, μαζί με άλλες ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, δεν προσπάθησαν να συνεχίσουν την κατοχή του Αφγανιστάν. Ο Μπόρις Τζόνσον και η Άνγκελα Μέρκελ σπάνια συμφωνούν μεταξύ τους, αλλά ξεκαθάρισαν κι οι δυο τους πως η συνέχιση της ευρωπαϊκής στρατιωτικής παρουσίας στο Αφγανιστάν ήταν αδύνατη χωρίς αμερικάνικη υποστήριξη. Η Γαλλία και η Βρετανία ξεκίνησαν την επέμβαση στη Λιβύη το 2001, αλλά ξέμειναν γρήγορα από εξοπλισμό και χρειάστηκαν την παρέμβαση του Πεντάγωνου που ανέλαβε τη βαριά δουλειά.

Όπως έγραψε στο τουίτερ ο, εντελώς συστημικός, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Λόρενς Φρίντμαν: “Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία εξαπέλυσαν μια κοινή επιχείρηση στη Μέση Ανατολή το 1956 (για να επανακαταλάβουν τη Διώρυγα του Σουέζ) την οποία τελικά χρειάστηκε να εγκαταλείψουν επειδή οι ΗΠΑ δεν ήρθαν να τους υποστηρίξουν. Από τότε δεν έχουμε γίνει μάρτυρες καμιάς καινούργιας στρατηγικής πραγματικότητας”.

Εξάρτηση

Είναι ακριβώς η στρατιωτική εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ που αυξάνει τον πανικό στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Οι ευρωπαϊκές ελίτ ανησυχούν πως αν οι ΗΠΑ είναι απασχολημένες μόνο με τα εσωτερικά τους προβλήματα και με την άνοδο της Κίνας, δεν θα μπορούν να τους προσφέρουν στρατιωτική ασφάλεια, ιδιαίτερα απέναντι στη Ρωσία.

Αυτό το άγχος υπάρχει με διάφορες εκδοχές από τα τέλη της δεκαετίας του ‘40. Η δημιουργία του ΝΑΤΟ δεν είχε στόχο μόνο να κινητοποιήσει από κοινού την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της απέναντι στη Σοβιετική Ένωση και τους ευρωπαϊκούς δορυφόρους της, αλλά και να δεσμεύσει τις ΗΠΑ στη διατήρηση στρατιωτικής παρουσίας στη Δυτική Ευρώπη.

Είναι αλήθεια ότι ο στρατιωτικός ανταγωνισμός με την Κίνα είναι η πρώτη προτεραιότητα στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Αλλά αυτό ισχύει από τότε που ο ήρωας των φιλελεύθερων, Μπαράκ Ομπάμα άρχισε να “γέρνει” προς την Ασία, πριν από μια δεκαετία. Μια ακόμη “στρατηγική πραγματικότητα” που δεν έχει αλλάξει, είναι ότι η παγκόσμια κυριαρχία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού έχει σαν προϋπόθεση ότι ελέγχει τα υπόλοιπα ανεπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη στη Δυτική Ευρώπη και την Ανατολική Ασία. Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να διατηρούν στρατιωτικές βάσεις στη Βρετανία, τη Γερμανία, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.

Στην αντιπαράθεση με τη Ρωσία σχετικά με την Ουκρανία, ήταν οι ΗΠΑ που πίεσαν τους Ευρωπαίους να επιβάλουν σκληρότερες κυρώσεις στη Μόσχα. Οργανώνουν ΝΑΤΟϊκές ασκήσεις κοντά στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Ρωσία. Αντίστοιχα, η Ουάσιγκτον, και επί Τραμπ και επί Μπάιντεν, σπρώχνει τα ευρωπαϊκά κράτη που δίσταζαν περισσότερο να χαλαρώσουν τους κερδοφόρους οικονομικούς τους δεσμούς με την Κίνα, να ακολουθήσουν την δική της, όλο και σκληρότερη γραμμή εναντίον του Πεκίνου.

Η πανωλεθρία στο Αφγανιστάν -και ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο Μπάιντεν δεν είχε κρατήσει ενημερωμένους τους Ευρωπαίους- έχει προκαλέσει περισσότερη συζήτηση σχετικά με την αναπτυσσόμενη μεγαλύτερη “στρατηγική αυτονομία” της ΕΕ. Ο ευρωπαίος επίτροπος Τιερί Μπρετόν είπε στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς πως “η ΕΕ κατάλαβε ‘με το δύσκολο τρόπο’ μέσα από την κρίση του Αφγανιστάν την ανάγκη να αναπτύξει τις αμυντικές της δυνατότητες και να προωθήσει “χαρακτηριστικά σκληρής ισχύος”.

Αυτό που συζητάνε είναι η δημιουργία μιας ευρωπαϊκής “δύναμης ταχείας επέμβασης” με 5.000 ένστολους. Αυτό δεν πρόκειται να τρομάξει τη Ρωσία, τη δεύτερη μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη του κόσμου, με στρατό ενός εκατομμυρίου εφοδιασμένο με υψηλής ποιότητας εξοπλιστικά συστήματα.

Η αλήθεια είναι πως, παρά τις τριβές μεταξύ τους, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη χρειάζονται ο ένας τον άλλο. Το πρόβλημά τους είναι ότι τους αναλογεί ένα όλο και μικρότερο τμήμα του παγκόσμιου οικονομικού προϊόντος. Οι ΗΠΑ παραμένουν μακράν η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη, όμως η πτώση της Καμπούλ υπενθύμισε σε όλους ότι είναι και ευάλωτες.

Άλεξ Καλλίνικος