Οικονομία και πολιτική
“Διάλογοι” πολεμοκαπηλείας

“Πράσινη ανάπτυξη” με φρεγάτες

Ο Μακρόν μπορεί να έχασε την τεράστια παραγγελία της Αυστραλίας για υποβρύχια, αλλά βρήκε καινούργιο πελάτη. Το κόστος της παραγγελίας για μαχητικά αεροπλάνα Raffale και για φρεγάτες Belh@ra συνεχώς ανεβαίνει καθώς στη συνάντηση τους στο Παρίσι Μητσοτάκης και Μακρόν συμφώνησαν να αναβαθμίσουν την πολεμική συνεργασία τους. Στην προηγούμενη συνάντηση στην Αθήνα μιλούσαν για το ενδιαφέρον τους για το κλίμα. Τώρα ξέρουμε ότι θα καταπολεμήσουν την κλιματική αλλαγή με κανόνια...


Σε θερμοκήπιο προκλήσεων, ανταγωνισμών και ψυχροπολεμικών επεισοδίων έχει μετατραπεί ο ελληνοτουρκικός διάλογος. Και ο πρωταγωνιστής αυτής της έντασης δεν είναι ο «νέος Σουλτάνος» -όπως έχει βαφτίσει η εθνικιστική προπαγάνδα τον Ταγίπ Ερντογάν. Οι τρικλοποδιές στον διάλογο έρχονται και από τις δυο πλευρές.

Την περασμένη εβδομάδα οι ηγεσίες και των δυο χωρών βρέθηκαν στη Νέα Υόρκη στα πλαίσια της 76ης γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ. Ο Μητσοτάκης, ο Δένδιας και ο Παναγιωτόπουλος συναντήθηκαν επίσημα και ανεπίσημα με τους πρωθυπουργούς, τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας δεκάδων χωρών – από τη «παραδοσιακή φίλη και σύμμαχο» Αίγυπτο του δικτάτορα Σίσι, ως την Γκάμπια της Αφρικής και την Κόστα Ρίκα της Λατινικής Αμερικής. Αλλά με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου, τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας, ο Δένδιας «δεν αντάλλαξε ούτε χειραψία παρότι συνέπεσαν στην ίδια αμερικανική πόλη για 72 ώρες», όπως γράφουν με εθνική υπερηφάνεια οι εφημερίδες. Ούτε η συνάντηση ανάμεσα στον Μητσοτάκη και τον Ερντογάν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Άλλωστε, όπως έτρεξαν και πάλι με εθνική υπερηφάνεια να μας ενημερώσουν οι εφημερίδες, την συνάντηση είχε ανακοινώσει η τουρκική πλευρά μονομερώς, χωρίς ποτέ να λάβει κάποια επιβεβαίωση από την Αθήνα.

Ανταγωνισμοί και εξοπλισμοί

Η εθνικιστική προπαγάνδα προσπαθεί να ερμηνεύσει την ψυχρότητα και την ένταση που υπάρχει ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία με βάση το «προαιώνιο μίσος», τα «400 χρόνια σκλαβιάς» και τον «επεκτατισμό της Τουρκίας». Πρόκειται για ένα τεράστιο ψέμα. Ο ψυχρός πόλεμος που μαίνεται ανάμεσα στις δυο χώρες εδώ και δεκαετίες είναι το αποτέλεσμα του ανταγωνισμού ανάμεσα στις δυο άρχουσες τάξεις για τον έλεγχο και την εκμετάλλευση της «γειτονιάς» μας -των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής. Είναι το αποτέλεσμα των φιλοδοξιών των ηγεσιών (πολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών) των δύο χωρών να μετατραπούν σε κυρίαρχη δύναμη στην ευρύτερη περιοχή.  Σε αυτόν το ανταγωνισμό δεν υπάρχουν επιτιθέμενοι και αμυνόμενοι. Οι προκλήσεις δεν έρχονται από την Άγκυρα, έρχονται και από τις δυο πλευρές. 

Η ένταση, που είχε πάρει εκρηκτικές διαστάσεις την περασμένη χρονιά μετά την υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου, έχει σχετικά υποχωρήσει. Υποχώρησε, όχι γιατί έχουν αμβλυνθεί με οποιονδήποτε τρόπο οι φιλοδοξίες των αρχουσών τάξεων αλλά γιατί τα σχέδια και των δυο πλευρών αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες. Η Τουρκία είχε (και έχει) να αντιμετωπίσει κύρια την ψυχρότητα στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ που πυροδότησε ο πόλεμος στη Συρία – με τη συμμαχία αρχικά ανάμεσα στους Κούρδους και τις ΗΠΑ, τη συμφωνία στη συνέχεια ανάμεσα στη Μόσχα και την Άγκυρα για τη προμήθεια των πυραύλων S-400 και το μπλοκάρισμα από την Ουάσιγκτον της παράδοσης των μαχητικών F-35, για τα οποία η κυβέρνηση του Ερντογάν έχει ήδη πληρώσει 1,4 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η Ελλάδα έχει ίσως ακόμα σημαντικότερες δυσκολίες. «Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια περίοδο όπου αναζητεί έναν ιδανικό συνδυασμό», παραδεχόταν πριν από λίγες μέρες ο Αλέξης Παπαχελάς στην Καθημερινή. «Την κάλυψη του εξοπλιστικού χάσματος με την Τουρκία μέσα σε λογικά πλαίσια και την ταυτόχρονη εξασφάλιση κάποιου είδους στρατηγικής δέσμευσης από τους συμμάχους της που θα αποτρέψουν μία ανεξέλεγκτη κρίση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εξίσωση  είναι δύσκολη». Η Τουρκία είναι μια από τις ισχυρότερες στρατιωτικά χώρες του κόσμου. Παλαιότερα η ελληνική διπλωματία είχε καταφέρει να επιβάλλει το περιβόητο σύμφωνο «επτά προς δέκα» - δηλαδή να μοιράζεται η στρατιωτική «βοήθεια» των ΗΠΑ προς τις δυο χώρες σε μια σταθερή αναλογία, όπου για κάθε πχ 10 τανκς, υποβρύχια ή μαχητικά αεροπλάνα που θα ελάμβανε η Τουρκία η Ελλάδα θα έπαιρνε 7. Από τότε που εξέπνευσε η συμφωνία αυτή το «εξοπλιστικό χάσμα» πήρε εκρηκτικές διαστάσεις. Η παραγγελία των Rafalle και των νέων φρεγατών από τη Γαλλία είναι μια άγρια προσπάθεια της κυβέρνησης του Μητσοτάκη να μικρύνει αυτό το χάσμα. Αλλά η Τουρκία εκτός από στρατιωτικά ισχυρή χώρα είναι και οικονομικά ισχυρή: το ΑΕΠ της είναι περίπου τέσσερις φορές μεγαλύτερο από το ελληνικό. Για να καλύψει το «εξοπλιστικό χάσμα» η κυβέρνηση του Μητσοτάκη θα έπρεπε να δαπανήσει δεκάδες δισεκατομμύρια Ευρώ – τα οποία απλά δεν έχει.

Το κενό αυτό ο Δένδιας και ο Μητσοτάκης προσπαθούν να το καλύψουν με τις συμμαχίες με τις μικρές ή μεγάλες δυνάμεις, μέσα και έξω από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι επίσημες επαφές με τις 17 αντιπροσωπείες χωρών και οι δεκάδες ανεπίσημες συνομιλίες της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Νέα Υόρκη έχουν στην πραγματικότητα ένα και μοναδικό στόχο: την απομόνωση τηςζΤουρκίας. Οι «σταθεροί» και «μόνιμοι» φίλοι και σύμμαχοι της Ελλάδας -καθόλου τυχαία- είναι οι χώρες που έχουν κακές σχέσεις με την Τουρκία: η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Αρμενία, η Σαουδική Αραβία. Η Ελλάδα, όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Δένδιας, έχει βάλει σαν στόχο να κερδίσει μια (μη μόνιμη) έδρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όχι για να υπηρετήσει φυσικά την υπόθεση της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και τις άλλες αρχές (υποτίθεται) της διεθνούς κοινότητας, αλλά για να χρησιμοποιήσει τη θέση της αυτή σαν ένα ακόμα όπλο στον ανταγωνισμό της με την Τουρκία.

Προκλήσεις

Στο μεταξύ οι «προκλήσεις» και οι «αντι-προκλήσεις» διαδέχονται η μια την άλλη. Και το ίδιο και οι αλληλοκαταγγελίες για «παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου». Πριν από δυο εβδομάδες τουρκικά πολεμικά παρενόχλησαν το γαλλικό πλοίο Nautical Geo που διενεργούσε έρευνες στα ανατολικά παράλια της Κρήτης. Η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε έντονα για αυτή την «παραβίαση των χωρικών μας υδάτων». Οι έρευνες που πραγματοποιούσε το Nautical Geo αφορούσαν τον East Med, τον αγωγό που θα μεταφέρει τα τεράστια (υποτίθεται) κοιτάσματα του φυσικού αερίου των «κυπριακών οικοπέδων» στις αγορές της Δύσης. Η περιοχή όπου γίνονται οι έρευνες, λένε οι ελληνικές καταγγελίες, ανήκουν στην ελληνική ΑΟΖ -την οποία έχει συμφωνήσει η Ελλάδα με την Αίγυπτο. Αυτό που ξέχασε να πει είναι ότι δεν την έχει συμφωνήσει με καμιά από τις υπόλοιπες γειτονικές και ενδιαφερόμενες χώρες. Δηλαδή η χάραξη είναι παρόμοιας αξίας με την χάραξη των θαλασσίων συνόρων Τουρκίας – Λιβύης -την οποία η Ελλάδα καταγγέλλει συνεχώς ως «παράνομη».

Η ψυχροπολεμική ένταση απείλησε προς στιγμήν ακόμα και τις σχέσεις της Ελλάδας (και της Κύπρου) με την Αρχιεπισκοπή Αμερικής. Η αιτία: η επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Ελπιδοφόρου στα εγκαίνια του «Σπιτιού της Τουρκίας» στις ΗΠΑ στα οποία παρευρέθηκε όχι μόνο ο Ερντογάν αλλά και ο Ερσίν Τατάρ, ο πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου. Πως τολμάει ο Αρχιεπίσκοπος να συναντιέται με τον Ερντογάν και το Τατάρ όταν ο Δένδιας «δεν ανταλλάσσει ούτε μια χειραψία με τον Τούρκο ομόλογό του»; Ο Αναστασιάδης ακύρωσε αιφνιδιαστικά τη συνάντηση που είχε προγραμματίσει με τον Ελπιδοφόρο στη Νέα  Υόρκη. Και ο Μητσοτάκης αρνήθηκε να επισκεφθεί την έδρα της Αρχιεπισκοπής. Η συνάντησή του με τον Ελπιδοφόρο -για να κουκουλωθεί το επεισόδιο- έγινε στον ΟΗΕ!

Ανακατατάξεις

Οι εντάσεις αυτές δεν σημαίνουν ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν επιστρέψει στο «θερμό» σημείο όπου είχαν βρεθεί το 2020. Αλλά αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό τις δυσκολίες και τις αβεβαιότητες που αντιμετωπίζει σήμερα ολόκληρος ο πλανήτης. Η παγκόσμια ιμπεριαλιστική «τάξη» έχει κλονιστεί τις τελευταίες εβδομάδες από δυο μεγάλα γεγονότα: την εσπευσμένη αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν -με τα ελικόπτερα να εκκενώνουν την Αμερικανική πρεσβεία στην Καμπούλ όπως ακριβώς είχαν κάνει πριν από 45 χρόνια στο Βιετνάμ. Και την αιφνιδιαστική αμυντική συμφωνία ΗΠΑ-Αυστραλίας-Βρετανίας που «εξόργισε» τη Γαλλία και πρόσθεσε ένα ακόμα «αγκάθι» στις σχέσεις ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλες και φούντωσε ξανά τη συζήτηση για την «αμυντική αυτονομία της Ευρώπης».

Οι συμμαχίες τόσο της Ελλάδας όσο και της Τουρκίας έχουν ρευστοποιηθεί από αυτές τις ανακατατάξεις. Μέχρις ότου αποκρυσταλλωθούν οι νέες ισορροπίες ο ελληνοτουρκικός «διάλογος» βαδίζει από τη μια πρόκληση στην άλλη.