Τι 30, τι 40, τι 50... Αυτό μοιάζει να είναι το σλόγκαν της κυβέρνησης απέναντι στο χειρότερο κύμα της πανδημίας που πλήττει τη χώρα. Τι κι αν έφτασαν τις 30 και τις 40 χιλιάδες τα κρούσματα καθημερινά την τελευταία βδομάδα, τι κι αν πάνε στις 50, τις 60 ή ακόμα και τις 80 χιλιάδες όπως αναμένεται μέσα στο Γενάρη, για τον Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του δεν έχει καμιά απολύτως σημασία.
Η πολιτική της συνεχίζει να είναι το ίδιο εγκληματική όπως δυο χρόνια τώρα έχοντας ήδη οδηγήσει πάνω από 20.000 ανθρώπους στο θάνατο. Ούτε ένα από τα μέτρα που θα μπορούσαν να ανακόψουν την επέλαση της νέας υπερμεταδοτικής μετάλλαξης Όμικρον δεν τέθηκε στο τραπέζι της κυβέρνησης και των «ειδικών» της, αφήνοντας κυριολεκτικά τον κόσμο στο έλεος της νόσου.
Όλες τους οι επιλογές ακολουθούν την ίδια αποτυχημένη συνταγή με τα προηγούμενα κύματα. Είναι γελοίο να υποστηρίζουν ακόμα ότι το κλείσιμο των κέντρων διασκέδασης και της εστίασης στις 12 το βράδυ ή η απαγόρευση της μουσικής θα περιορίσουν τη μετάδοση, όταν στους χώρους δουλειάς δεν υπάρχει κανένας έλεγχος και οι εργοδότες αναγκάζουν τους εργαζόμενους να δουλεύουν ακόμα και αν νοσούν.
Είναι γελοίο να προσπαθούν να πείσουν ότι η επιβολή διπλής ή υψηλής προστασίας μάσκα στα ΜΜΜ αρκεί από μόνη της για να σταματήσουν οι συγκοινωνίες να αποτελούν υγειονομική βόμβα, όταν ο κόσμος συνεχίζει να είναι ο ένας πάνω στον άλλο στα τρένα και τα λεωφορεία που περνούν κάθε τέταρτο. Είναι γελοίο να λένε ότι η αλλαγή πρωτοκόλλου στα σχολεία θα μπορέσει από μόνη της να εξασφαλίσει το ασφαλές άνοιγμά τους, όταν οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί θα συνεχίσουν να στοιβάζονται σε αίθουσες λίγων τετραγωνικών 25 και 30 άτομα μαζί.
Αντίστοιχα είναι πρόκληση να μιλάνε με ικανοποίηση για σταθεροποίηση των διασωληνωμένων ή των νεκρών, λες και οι 600 με 650 που βρίσκονται εντός και εκτός ΜΕΘ είναι λίγοι ή οι 70 με 80 που πεθαίνουν καθημερινά είναι αμελητέος αριθμός. Τα νοσοκομεία συνεχίζουν να στενάζουν από τις τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό, ΜΕΘ, υποδομές και να βρίσκονται κάτω από τεράστια πίεση με ένα προσωπικό που έχει ξεπεράσει προ πολλού τα όριά του.
Και είναι ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση, στην πιο μεταδοτική μετάλλαξη που γνώριζαν πολύ καλά ότι έρχεται και ότι θα κυριαρχήσει, να μην αποφασίζουν τη δωρεάν μαζική ιχνηλάτηση, με μονάδες ελέγχου παντού, με διάθεση ράπιντ τεστ σε όλους, με συνταγογράφηση των μοριακών σε όλους. Αλλά αντίθετα να αφήνουν τον κόσμο να ξεροσταλιάζει για ώρες στις ουρές στα ελάχιστα σημεία δωρεάν ελέγχου ή αλλιώς στα φαρμακεία και τα ιδιωτικά κέντρα όπου πληρώνουν υπέρογκα ποσά το κεφάλι. Και να παρουσιάζουν σαν λύση στις πολύωρες αναμονές και την οικονομική αυτή επιβάρυνση τη σύσταση να μην γίνεται μοριακό τεστ αν το ράπιντ έχει βγει θετικό -παρά μόνο αν κάποιος δεν έχει εμβολιαστεί και χρειάζεται να βγάλει πιστοποιητικό νόσησης- γεγονός που έχει δημιουργήσει χάος στις άδειες καραντίνας των εργαζόμενων τις οποίες δεν μπορούν να πληρωθούν.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση ποντάρει στο ότι η νέα μετάλλαξη μοιάζει να είναι πιο ήπια τόσο από τη Δέλτα όσο και από το αρχικό στέλεχος. Και ελπίζει ότι αυτό θα περιορίσει τις συνέπειες από τη συνεχιζόμενη άρνησή της να διαθέσει κονδύλια για το οποιοδήποτε ουσιαστικό μέτρο προστασίας.
Όμως η οργή για τις επιλογές της φουντώνει. Όχι μόνο για τις χριστουγεννιάτικες διακοπές του Μητσοτάκη, τα πρωτοχρονιάτικα κεράσματά του στους μπάτσους της ΔΙΑΣ και τις στημένες επισκέψεις του στα νοσοκομεία. Αλλά και για όλες τις αποφάσεις της που είναι ξανά κομμένες και ραμμένες στα μέτρα των αφεντικών. Από την μείωση της καραντίνας στις πέντε μέρες μέχρι την νέα πριμοδότηση των κλινικαρχών με τα τεστ και από το νέο χαράτσι με τις μάσκες μέχρι την κατάρρευση του ΕΣΥ. Και από αυτή την οργή δεν θα μπορέσει να ξεφύγει.