Αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα
Δεν υπάρχει “οπαδική βία” χωρίς πλάτες από ΠΑΕ, ΕΛ.ΑΣ και φασιστικές συνδέσεις

Πλήθος κόσμου τιμά τον Άλκη στο σημείο της δολοφονίας του

Σε όλη τη χώρα απλώνεται το κύμα καταδίκης της δολοφονίας του Άλκη Καμπανού που έγινε στη Θεσσαλονίκη στη Χαριλάου τα ξημερώματα της 1ης  Φλεβάρη. Στα γήπεδα, στις γειτονιές, στα σχολεία, στο ίδιο το σημείο της δολοφονίας του 19χρονου, πλήθος κόσμου δείχνει με χίλιους-δyο τρόπους την αλληλεγγύη του στους γονείς του Άλκη ζητώντας να υπάρξει δικαιοσύνη για τον ίδιο αλλά και να μπει τέλος στη βία και τις δολοφονικές επιθέσεις. Οι ίδιοι οι γονείς του Άλκη με ψυχραιμία ζητούν να πέσει άπλετο φως στην δολοφονία.

Αυτό δεν φάνηκε να συμβαίνει μέσα στην προηγούμενη εβδομάδα καθώς γίναμε μάρτυρες καθυστερήσεων και παραπληροφόρησης που αφορούν στην ίδια την ΕΛ.ΑΣ και στον ίδιο τον υπουργό Προ.Πο Θεοδωρικάκο. Μόλις την επόμενη της δολοφονίας και ενώ με ανακοίνωσή της η ΕΛ.ΑΣ ενημέρωνε για τη σύλληψη ενός «23χρονου αλλοδαπού που εμπλέκεται σε υπόθεση ανθρωποκτονίας», ο Θεοδωρικάκος έσπευσε να τουϊτάρει ότι «ενημέρωσε τον πρωθυπουργό ότι συνελήφθη ο φερόμενος ως δράστης» με την είδηση να παίζει σε όλα τα κανάλια έχοντας τη «βούλα» του υπουργού. 

Τις αμέσως επόμενες μέρες ο «εμπλεκόμενος αλλοδαπός» που έγινε «φερόμενος ως δράστης», κατέληξε τελικά στο «23χρονος Αλβανός δράστης». Αυτό μαθαίναμε από τα ΜΜΕ και η ΕΛ.ΑΣ ουδέποτε τα διέψευσε.  Οι μέρες κυλούσαν, μια σειρά «πληροφορίες» συνέχισαν να έρχονται στη δημοσιότητα κυρίως μέσω των ανεπίσημων «πηγών της αστυνομίας» που εστίαζαν ξανά σε δεύτερο «20χρονο Αλβανό που έχει διαφύγει στην Αλβανία». Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι από τα 11-12 άτομα που συμμετείχαν άμεσα ή έμμεσα στη δολοφονική επίθεση οι πληροφορίες που διοχετεύονταν και προβάλλονταν από τα ΜΜΕ αφορούσαν δύο «αλβανούς» (στην πραγματικότητα δύο νεαρούς αλβανικής καταγωγής). Για τους υπόλοιπους «ημεδαπούς» δράστες η ενημέρωση της αστυνομίας ήταν από καθόλου ως ελάχιστη.

Χαρακτηριστική ήταν η στάση του πατέρα του Άλκη πάνω στο θέμα που δήλωσε: «Όχι φυλετικούς ρατσισμούς, να μην βάζουμε ταμπέλες», προσθέτοντας ότι «ήθελε ένας άνθρωπος από την Αλβανία να μου ζητήσει συγγνώμη γιατί ένας Αλβανός συμμετείχε σε αυτό εδώ πέρα το γεγονός». Αλλά δεν ήταν μόνο η ρατσιστική παραπληροφόρηση το πρόβλημα στην ΕΛ.ΑΣ, ήταν και η καθυστέρηση. Ενώ χρειάστηκε μια μόλις μέρα για να φτάσει στην σύλληψη του 23χρονου μέσω της ταυτοποίησης του αυτοκινήτου, καθυστέρησε σχεδόν μια εβδομάδα να φτάσει στους υπόλοιπους συμμετέχοντες παρά το γεγονός ότι είχε ήδη  τον ένα συλληφθέντα, είχε βίντεο από την επίθεση και με τους δράστες και τα αυτοκίνητα καθώς και μαρτυρίες - για να μην πιάσουμε τις αμέτρητες οπαδικές «πηγές» της. 

Αστυνομικά ντου

Αντί η ΕΛ.ΑΣ να εστιάσει στο συγκεκριμένο συμβάν, είδαμε δεκάδες ντου της αστυνομίας σε άσχετους συνδέσμους οπαδών στη Θεσσαλονίκη αλλά και στην Αθήνα. Αυτά δεν είχαν στόχο τη γρήγορη διερεύνηση της δολοφονίας, αλλά γενικώς «να δείξουμε ότι κάτι κάνουμε» και κυρίως να προκαταβάλουμε ότι το πρόβλημα είναι γενικώς η «οπαδική βία». Ενώ μόλις 15 μέτρα από το σημείο της επίθεσης, ήταν τελικά ένας οδοκαθαριστής του Δήμου Θεσσαλονίκης και ένας δημοσιογράφος που βρήκαν ένα «μαχαίρι τύπου ματσέτας» και το παρέδωσαν στην αστυνομία για να το εξετάσει...

Η σύλληψη 8 ακόμη δραστών ήρθε τελικά μια εβδομάδα αργότερα, την Κυριακή 6/2, με τους 7 από τους 8 συλληφθέντες (αναμένεται να καταθέσουν την Τετάρτη 9/2) να δείχνουν (όπως και ο 23χρονος που κατέθεσε την Δευτέρα 7/2) σαν βασικό δράστη της δολοφονικής επίθεσης, που είχε το λεγόμενο «δρεπάνι», ένα 21χρονο Έλληνα. Όλοι τους διώκονται μεταξύ άλλων για το κακούργημα της από κοινού ανθρωποκτονίας με δόλο, τετελεσμένη και σε απόπειρα, κατά συρροή ενώ καταζητούνται ακόμη 2 άτομα. 

Σε κάθε περίπτωση, η παραπληροφόρηση, το θόλωμα των νερών και οι καθυστερήσεις που είδαμε επί μια ολόκληρη εβδομάδα δημιούργησαν ένα κλίμα συγκάλυψης και μαγειρέματος. Ποιον και τι αφορά, αυτό είναι ζητούμενο. 

Έχει να κάνει με την ίδια την αστυνομία; Το ΜEGA δημοσίευσε φωτογραφία του «23χρονου μαζί με τον γιο γυναίκας αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ, ο οποίος είχε καταδικαστεί σε 4,5 χρόνια φυλάκισης και εμπλεκόταν στην υπόθεση του θανάτου του Βούλγαρου οπαδού του Άρη, Τόσκο Μποζατζίσκι, τον Ιανουάριο του 2020 στη Θεσσαλονίκη», όπως ανέφερε το δημοσίευμα. Έχει να κάνει με διασυνδέσεις με την ίδια την διοίκηση του ΠΑΟΚ; Στην δολοφονική επίθεση στον Μποζατσίσκι, όπου οι εμπλεκόμενοι έπεσαν στα μαλακά, ο 49χρονος που φερόταν ως ο «εγκέφαλος» της επίθεσης καταδικάστηκε μόνο για τα πλημμελήματα της συμπλοκής και της διατάραξης κοινής ειρήνης, ενώ η 27χρονη σύντροφός του που οδηγούσε το αυτοκίνητο κρίθηκε ένοχη για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο. Ερωτηθείς στο δικαστήριο αν οργάνωσε την επίθεση στους Βούλγαρους οπαδούς είχε αναφέρει: “Με έχουν στοχοποιήσει. Παράγοντας δεν υπήρξα ποτέ. Ότι η σουίτα μου είναι δίπλα στου προέδρου δεν σημαίνει κάτι, ούτε ότι διατηρώ φιλικές σχέσεις με στελέχη του ΠΑΟΚ”.

Έχει να κάνει με διασυνδέσεις με ακροδεξιές και φασιστικές συμμορίες; Παρότι η επίθεση στον Άλκη, σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε, δεν μοιάζει να έχει ρατσιστικό ή πολιτικό κίνητρο έχει σημασία να διερευνηθεί το κατά πόσο οι δράστες σχετίζονται με τις φασιστικές επιθέσεις που έχουν τέτοια κίνητρα -και δεν είναι λίγες στην Θεσσαλονίκη τα τελευταία χρόνια. 

Τον περασμένο Οκτώβριο φασίστες οπαδοί του ΠΑΟΚ επιτέθηκαν στα κεντρικά γραφεία της «Θύρας 4» σε αντιφασίστες οπαδούς του ΠΑΟΚ λίγες μέρες μετά τις φασιστικές επιθέσεις (εναντίον μελών της ΚΝΕ και μαθητών, στην κατάληψη του ΕΠΑΛ στην Σταυρούπολη) στις οποίες συμμετείχαν οι πρώτοι. Το 2018 ακόμη και η ΕΛ.ΑΣ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ύποπτοι για τον εμπρησμό της κατάληψης Libertatia μετά τα εθνικιστικά συλλαλητήρια για την Μακεδονία ήταν «ακροδεξιοί και οπαδοί του ΠΑΟΚ». Δεν τις κάνει η άκρα αριστερά αυτές τις συνδέσεις, τις κάνει όλος ο κόσμος, τις κάνουν για παράδειγμα, οι παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές όλων των ομάδων της Θεσσαλονίκης που κάλεσαν στο αντιφασιστικό συλλαλητήριο του Σαββάτου. 

Συστηματική δράση

Και δεν ανακαλύπτουν και την Αμερική. Από την δεκαετία του ’80 οι φασιστικές συμμορίες και η ίδια η Χρυσή Αυγή με συστηματικό τρόπο δρούνε μέσα στους οργανωμένους οπαδούς προσπαθώντας να στρατολογήσουν (ακολουθώντας τα παραδείγματα ομογάλακτών τους στην Βρετανία, την Ιταλία) στον Παναθηναϊκό και στον Άρη αρχικά, πιο πρόσφατα στον “no politica” Ολυμπιακό – και πάνω απ’ όλα στην ίδια την Εθνική Ελλάδος. Η «Γαλάζια Στρατιά» και τα μαχαιρώματα μεταναστών που συνόδευσαν τις επιτυχίες του 2004 έφεραν την σφραγίδα του αρχηγού της, του Παναγιώταρου, μετέπειτα βουλευτή της Χ.Α και σήμερα στη φυλακή για ηγεσία της εγκληματικής συμμορίας. Εγκλήματα που τότε έμειναν στο απυρόβλητο.

Φυσικά και οι τρεις αυτές συνδέσεις δεν αναιρούν η μια την άλλη και ενίοτε διαπλέκονται. «Προεδράρες» από τη Ν. Φιλαδέλφεια μέχρι τον Πειραιά και την Θεσσαλονίκη τονώνουν το εθνικιστικό αίσθημα με «αγιασοφιές» και «ιδρύματα ποντιακών σπουδών». Χρησιμοποιούν κομμάτια των οπαδών σαν ομάδες κρούσης που επιτίθενται στους «αντιφρονούντες» (ας θυμίσουμε τις βίαιες επιθέσεις ενάντια στο κίνημα που εναντιώθηκε στο ξεπούλημα της Ν. Φιλαδέλφειας στον Μελισσανίδη) παίρνοντας σαν αντάλλαγμα οπαδικά προνόμια και μπραβιλίκια ή την άδεια των φασιστών να αλωνίζουν στους συνδέσμους.  

Δεν είναι εύκολο να βγουν στην επιφάνεια αυτές οι συνδέσεις -και το γεγονός ότι συνήγορος των θυμάτων έχει αναλάβει ο Κούγιας δεν βοηθάει. Το ίδιο και η κυβέρνηση Μητσοτάκη που στο πρόσφατο υπουργικό συμβούλιο έσπευσε να  πάρει «πρωτοβουλίες» -που στην πράξη θα μεταφραστούν σε ένα και μοναδικό πράγμα: σε νέες επιθέσεις της αστυνομίας στη νεολαία που πάει στο γήπεδο.  

Τι μπορεί να γίνει; Άμεσα, ένα πρώτο ζητούμενο είναι να διαλευκανθεί πλήρως η δολοφονία, να αποδοθεί δικαιοσύνη για τον Άλκη και να έλθουν στο προσκήνιο όλες οι τυχόν διασυνδέσεις των δραστών. Αν θέλουμε πραγματικά να σταματήσουμε τη βία στα γήπεδα πρέπει να συγκρουστούμε με αυτούς που την προκαλούν, με αυτούς που οπλίζουν το χέρι. 

Με αυτούς που με το επαγγελματικό ποδόσφαιρο βγάζουν ή ξεπλένουν εκατομμύρια ευρώ επιδιώκοντας ταυτόχρονα να χτίσουν ιδιωτικούς στρατούς για να τους χρησιμοποιούν κατά το δοκούν. Να συγκρουστούμε με αυτούς που διαχρονικά τους καλύπτουν, τους κάνουν τις πλάτες και τις χάρες με  καινούργια γήπεδα και εκτάσεις για επενδύσεις που κουκουλώνουν τις υποθέσεις τους: Τις κυβερνήσεις, την αστυνομία και τους δικαστές και τις επιλεκτικές τους συγγένειες. Να βάλουμε τέλος στις φασιστικές συμμορίες που βρίσκουν πεδίο στρατολόγησης τα γήπεδα μεταλαμπαδεύοντας και τα δολοφονικά τους «modus operaνdi» με αντάλλαγμα την εύνοια των προέδρων. Να συγκρουστούμε εν τέλει με ένα ολόκληρο σύστημα που είναι συνώνυμο της βίας.