Το νέο του πολέμου στην Ουκρανία προκάλεσε στην εργατική τάξη απ’ άκρη σε άκρη κύμα οργής γι’ αυτό το σύστημα. Η φετινή απεργιακή 8 Μάρτη θα είναι και αντιπολεμική, με τις εργάτριες και τις προσφύγισσες να φωνάζουν στην πρώτη γραμμή «Όχι στον πόλεμο». Οι συνθήκες ζωής των γυναικών χειροτερεύουν ακόμα περισσότερο στον πόλεμο, με την κατακόρυφη αύξηση των σεξουαλικών εγκλημάτων αλλά και της εκμετάλλευσης εργατών κι εργατριών για χάρη της πολεμικής προσπάθειας.
Ο πόλεμος είναι δεμένος με αυτό το σύστημα που παράγει την καταπίεση και τις σεξιστικές διακρίσεις. Η πάλη για να σταματήσουμε τον πόλεμο είναι μια πάλη για να ανατρέψουμε το σύστημα. Αυτή είναι η κληρονομιά των επαναστατριών σοσιαλιστριών του προηγούμενου αιώνα, της Κλάρα Τσέτκιν και της Αλεξάντρα Κολοντάι, που έδωσαν μάχη για να ριζώσουν οι αντιπολεμικές ιδέες στην Αριστερά και το εργατικό κίνημα. Και δικαιώθηκαν: η Ρώσικη Επανάσταση, που ξεκίνησε με τις διαδηλώσεις για τη μέρα των γυναικών, κατάφερε τελικά να σταματήσει τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η Κλάρα Τσέτκιν ήταν μία ηγετική μορφή του γυναικείου κινήματος στην Γερμανία και διεθνώς. Το 1891 αναλαμβάνει τη σύνταξη της «Ισότητας» (Gleicheeit), της γυναικείας εφημερίδας του SPD (Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα Γερμανίας). Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πάλη για τη μαζική οργάνωση των γυναικών εργατριών στα συνδικάτα, στην πάλη για τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών, είτε αυτό σήμαινε το δικαίωμα στην ψήφο, είτε το δικαίωμα να οργανώνονται σε πολιτικά κόμματα.
Μέσα στο γυναικείο κίνημα, αλλά και στο ίδιο της το κόμμα, έδωσε τη μάχη για να ξεκαθαρίσει ότι η απελευθέρωση των γυναικών δεν είναι μία μάχη μεταξύ των δύο φύλων όπως υποστήριζαν οι αστές φεμινίστριες, αλλά κομμάτι της πάλης της εργατικής τάξης ενάντια στην ταξική κοινωνία. Οι αστές φεμινίστριες εντόπιζαν τις ρίζες της γυναικείας καταπίεσης στους άντρες, ενώ η Τσέτκιν τοποθετούσε τη ρίζα του προβλήματος στον ταξικό διαχωρισμό της κοινωνίας, στην εποχή όπου δημιουργήθηκε η ατομική ιδιοκτησία, έχοντας μελετήσει και επηρεαστεί από το έργο του Ένγκελς.
Το 1910 πραγματοποιείται το 2ο συνέδριο της Διεθνούς των γυναικών στην Κοπεγχάγη και μετά από πρόταση της Τσέτκιν υιοθετείται η 8 Μάρτη ως διεθνής μέρα για την πάλη για ίσα δικαιώματα των γυναικών σε όλες τις χώρες.
Στις 4 Αυγούστου του 1914 στο Ράιχσταγκ, το γερμανικό κοινοβούλιο, το SPD υπερψηφίζει τις στρατιωτικές δαπάνες. Ήταν η έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Η γερμανική σοσιαλδημοκρατία προδίδει τις αντιπολεμικές παραδόσεις της Διεθνούς και τάσσεται στο πλευρό της Γερμανικής άρχουσας τάξης. Η εφημερίδα «Ισότητα» γίνεται η μοναδική αντιπολεμική φωνή σ' ολόκληρη τη Γερμανία και την επόμενη μέρα μέσα από τις γραμμές της εφημερίδας η Τσέτκιν καταγγέλλει τη στάση των συντρόφων της, ενώ καλεί τις αναγνώστριές της σε αντιπολεμικές διαδηλώσεις.
Έκκληση
Τον Νοέμβρη του ‘14 γράφει: «Προς τις σοσιαλίστριες όλων των χωρών: Όταν οι άντρες σκοτώνουν, είναι πάνω σε εμάς, τις γυναίκες, να παλέψουμε για τη διατήρηση της ζωής. Όταν οι άντρες σιωπούν, είναι δικό μας καθήκον να υψώσουμε τις φωνές μας εκ μέρους των ιδεών μας. Συντρόφισσες, αδερφές! Εκπληρώστε την υπόσχεση που δώσαμε στη Σοσιαλιστική Διεθνή: Για αυτό το λόγο ακόμα και κατά τη διάρκεια ενός πολέμου θα είμαστε μεταξύ αυτών που θα προωθούν τα σωματεία που παλεύουν ενάντια στον πόλεμο!»
Αυτή η έκκληση της Τσέτκιν δεν κερδίζει τη στήριξη του SPD. Στη γερμανική σοσιαλδημοκρατία κυριαρχούσε ο πατριωτισμός και η αντίληψη ότι η ένταξη της χώρας στον πόλεμο θα απελευθέρωνε το ρώσικο λαό από τη δυναστεία του Τσάρου. Παρ’ όλα αυτά υπήρχε μία αριστερή μειοψηφία στην οποία άνηκε η Τσέτκιν, η Λούξεμπουργκ, ο Λίμπκνεχτ – ο μοναδικός βουλευτής του SPD που καταψήφισε τον πόλεμο στη βουλή – που έμειναν πιστοί στις αντιπολεμικές και διεθνιστικές τους αρχές και έδιναν τη μάχη μέσα και έξω από το κόμμα.
Εκτός από τη λογοκρισία της κυβέρνησης η Τσέτκιν είχε να αντιμετωπίσει και τη λογοκρισία από τους ίδιους της τους συντρόφους. Κάθε φορά που εναντιωνόταν στη φιλοπολεμική στάση του κόμματος, ηγέτες και γραφειοκράτες του κόμματος χρησιμοποιούσαν τον οργανωτικό μηχανισμό για να καταστείλουν τέτοιου είδους συζητήσεις. Οι πατριώτες σοσιαλιστές του κόμματος ήταν οι ίδιοι μέσα στο SPD που τα προηγούμενα χρόνια επιχειρηματολογούσαν ότι ο καπιταλισμός πλέον έχει ξεπεράσει τον κίνδυνο των κρίσεων. Θεωρούσαν ότι καθήκον τον σοσιαλδημοκρατών ήταν να διεκδικούν κοινοβουλευτικά φιλεργατικές μεταρρυθμίσεις με την προοπτική της βαθμιαίας εξάλειψης των ανισοτήτων. Είχαν εγκαταλείψει τον επαναστατικό δρόμο για την αλλαγή της κοινωνίας.
Στις αρχές του πολέμου κυκλοφόρησε στην Αγγλία μία αφίσα που καλούσε τις γυναίκες να οργανωθούν στο βοηθητικό σώμα, στην πολιτική άμυνα, γιατί «κάθε υγιής γυναίκα μπορεί να απελευθερώσει έναν υγιή άντρα» για να πάει να πολεμήσει. Ήταν μία καμπάνια των αστών φεμινιστριών της Αγγλίας που κατέληξαν να στηρίζουν τον πόλεμο και ουσιαστικά να επιβεβαιώνουν την αντίληψη της Τσέτκιν και της Κολλοντάι ότι οι προλετάριες γυναίκες δεν μπορούν σε κανένα ζήτημα να συμμαχήσουν με τις αστές φεμινίστριες.
Αξιοποιώντας τη θέση της στη Διεθνή η Τσέτκιν παίρνει την πρωτοβουλία και συγκαλεί ένα συνέδριο στην Ελβετία το Μάρτη του 1915. Συμμετείχαν 28 γυναίκες αντιπρόσωποι από τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Πολωνία, τη Ρωσία, την Ολλανδία και την Ελβετία. Η διακήρυξη στην οποία κατέληξε έλεγε μεταξύ άλλων: «Πού είναι οι άντρες σας; Πού είναι οι γιοί σας; Για οχτώ μήνες τώρα είναι στο μέτωπο. Αποχωρίστηκαν από τη δουλειά και το σπίτι τους. Εκατομμύρια βρίσκονται ήδη σε μαζικούς τάφους, κατά εκατοντάδες χιλιάδες βρίσκονται σε στρατιωτικά νοσοκομεία... Ποιος κερδίζει από αυτόν τον πόλεμο; Μόνο μια ισχνή μειοψηφία σε κάθε χώρα… Αυτός ο πόλεμος είναι επικερδής για τον καπιταλισμό γενικά. Οι εργάτες δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από αυτόν τον πόλεμο αλλά κινδυνεύουν να χάσουν καθετί αγαπητό σε αυτούς… Όχι στον πόλεμο! Επανάσταση για το Σοσιαλισμό!».
Η Αλεξάντρα Κολλοντάι εκείνη την περίοδο βρίσκεται εξόριστη στη Νορβηγία και δεν μπορεί να πάρει μέρος στη συνεδρίαση της Διεθνούς αλλά μένει άπραγη. Στις 8 Μάρτη του 1915 οργανώνει εκεί πανεθνικές αντιπολεμικές διαδηλώσεις γυναικών σε συνεργασία με νορβηγούς συντρόφους. Αν και οργανωμένη στους μενσεβίκους, είχε διαβάσει το αντιπολεμικό πρόγραμμα του Λένιν. Έστελνε άρθρα στη «Ραμπότνιτσα» (η Εργάτρια), εφημερίδα του Μπολσεβίκικου κόμματος για τις γυναίκες. Η στάση των Μενσεβίκων στη Ρωσία έμοιαζε με τη στάση του SPD στη Γερμανία. Αυτό ήταν κάτι που ξεκίνησε τη ρήξη της Κολλοντάι με το παλιό της κόμμα.
Παρ’ όλη της την αρχική διαφωνία με την άποψη του Λένιν ότι οι εργάτες θα έπρεπε να μετατρέψουν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σε εμφύλιο πόλεμο δέχτηκε την πρότασή του να μεταφράσει τα κείμενα των Μπολσεβίκων και να βοηθήσει στη διακίνησή τους σε χώρες της Ευρώπης καθώς και να αρθρογραφεί στη νέα εφημερίδα των μπολσεβίκων Communist. Μέσα από αυτή τη δουλειά υιοθέτησε την επαναστατική άποψη: οι στρατιώτες θα πρέπει να στρέψουν τα όπλα τους απέναντι στη δικιά τους άρχουσα τάξη και να κάνουν πόλεμο στον πόλεμο!
Για τα επόμενα δύο χρόνια μέχρι το 1917, η Αλεξάντρα Κολλοντάι περιόδευσε στην Αμερική κατά κύριο λόγο όπου άπλωνε τις ιδέες των Μπολσεβίκων μέσα από συγκεντρώσεις εργατών και στρατολογούσε στο Μπολσεβίκικο κόμμα.
Ψωμί
Στις αρχές του 1917 μεγάλες απεργίες και ταραχές ξεσπούσαν στη Ρωσία. Η ημέρα της γυναίκας γιορτάστηκε νωρίτερα εκείνη τη χρονιά. Όταν οι εργάτες του Πουτίλοφ αντιμετώπισαν το λοκ-άουτ των αφεντικών στις 7 Μάρτη, οι γυναίκες της Πετρούπολης κατέκλυσαν τους δρόμους. Απαιτούσαν να μπει τέλος στην πείνα και τον εξευτελισμό των τελευταίων τριών χρόνων του πολέμου. Έφευγαν από τις ουρές των συσσιτίων και ενώνονταν με τις διαδηλώσεις διεκδικώντας «Ψωμί». Εργάτριες και νοικοκυρές ενώνονταν στους δρόμους. Άλλες είχαν βρει τους φαντάρους σε μία περιοχή και συνεννοήθηκαν μαζί τους να μην ανοίξουν πυρ απέναντι στις διαδηλώσεις τους.
Μέχρι τις 10 Μαρτίου οι γυναίκες εισέβαλλαν στις γραμμές των φαντάρων και τους έπαιρναν τα όπλα. Μαθητές άφηναν τις διαλέξεις τους και έμπαιναν στο πλευρό των εργατών. Δεν εξελισσόταν απλά μία γενική απεργία αλλά ήταν η αρχή της επανάστασης. Η περιοχή του Βίμποργκ ήταν ήδη στα χέρια του Σοβιέτ των εργατριών και εργατών. 28.000 φαντάροι έσμιξαν με τους εργάτες του Βίμποργκ και στις 12 Μάρτη λειτούργησε το Σοβιέτ της Πετρούπολης. Οι πολιτοφυλακές επανεμφανίστηκαν για την περιφρούρηση της επανάστασης. Η Τσαρική κυβέρνηση παραιτήθηκε μία μέρα μετά. Ένας ταξικός πόλεμος στην πιο οξυμένη του μορφή, την επανάσταση, έβαζε τέρμα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.