Αντιπολεμικό κίνημα
Να ακυρώσουμε τα “θερμά επεισόδια” Μητσοτάκη-Ερντογάν

«Βρισκόμαστε στα πρόθυρα κάποιου “γεγονότος” χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει τι και πότε θα συμβεί…Από τα προηγούμενα επεισόδια έχουμε μάθει, λοιπόν, τι πρέπει να κάνουμε: Να μην αφεθούμε σε μια κλιμάκωση που δεν είναι σχεδιασμένη και προαποφασισμένη. Είναι μεγάλη τέχνη η αποφυγή της κλιμάκωσης. Μία λανθασμένη κίνηση, δήλωση ή απόφαση μπορεί να ωθήσει σε ένα σπιράλ κινήσεων και αντικινήσεων χωρίς τέλος… Να ξέρουμε ακριβώς τι σκέπτονται και τι θα πράξουν οι βασικοί μας εταίροι και σύμμαχοι σε περίπτωση που προκληθεί ένα επεισόδιο… Να μιλάνε όλοι οι βασικοί “παίκτες” την ίδια γλώσσα, να μπορούν να συνεννοηθούν χωρίς τριβές και προσωπικές ατζέντες… Να διατηρηθούν κάποια στοιχειώδη κανάλια επικοινωνίας με την άλλη πλευρά…» 

Αυτά γράφει στο τελευταίο άρθρο του ο κυβερνητικός Παπαχελάς στην Καθημερινή και η αλήθεια είναι ότι δεν μεταφέρει απλώς την αμερικανική γραμμή για ηρεμία ανάμεσα στις δύο σύμμαχες χώρες στην νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Όλο και περισσότεροι στην Ελλάδα, την Τουρκία αλλά και διεθνώς συμφωνούν ότι, κόντρα στην κόντρα, η απειλή για ένα ελληνοτουρκικό πόλεμο μεγαλώνει. Τα «κανάλια επικοινωνίας» με την «άλλη πλευρά» όλο και λιγοστεύουν. Το πάγωμα των ελληνοτουρκικών συνομιλιών με πρωτοβουλία Μητσοτάκη ακολούθησε το «Μητσοτάκης-γιοκ» εκ μέρους του Ερντογάν – γιατί  «εγώ σε φιλοξένησα σε κέρασα φαγητό, συμφωνήσαμε να μιλάμε χωρίς τρίτους, αλλά μετά από 15 μέρες πήγες στις ΗΠΑ και μίλησες και εναντίον μας και για το F-16» όπως είπε σε  πρόσφατη προεκλογική του ομιλία ο Ερντογάν.

«Η Ελλάδα δεν πρόκειται με διαρκείς δηλώσεις να τροφοδοτήσει την κλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας. Αλλά στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, «εμπρηστικές» και «ψύχραιμες» δηλώσεις εναλλάσσονται η μια την άλλη, είτε από διαφορετικά είτε από τα ίδια στόματα, και αυτή η κατάσταση μεταφέρεται και μέσα στον προσκείμενο στην κυβέρνηση Τύπο:

«Ουδείς έλληνας πολίτης είναι διατεθειμένος να ανεχθεί δεύτερα Ιμια» υποστηρίζει ο Καρακούσης, φορώντας τις παλάσκες του, στο Βήμα: «Εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα δεν υπάρχει χώρος για άλλη στάση. Αν η τουρκική ηγεσία επιλέξει επιθετικές πολεμικές πράξεις οφείλει να γνωρίζει ότι θα βρει απέναντί της έναν ισχυρό, καλά οργανωμένο, τακτικό στρατό, ικανό να δώσει απαντήσεις ακόμη και στο ακραίο σενάριο γενικευμένου πολέμου, σαν κι αυτούς που προπαγανδίζουν, χωρίς μέτρο, τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης. Η Ελλάδα δεν είναι Συρία, ούτε Κουρδιστάν. Έχει δυνάμεις και δυνατότητες, ακόμη και για συντριπτικά πλήγματα».

Υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί,  ενθουσιασμένοι από τις πρόσφατες πανάκριβες αγορές όπλων με επιθετικές ικανότητες όπως τα Rafale και οι Belhara (και η προσεχώς αγορά των F35) κάνουν λόγο ακόμη και για ελληνικό πρώτο πλήγμα: «Θα τους φάνε τα μαύρα ψάρια και το αλμυρό νερό, χώρια που πρέπει να αναλογισθούν τι θα συμβεί αν εμείς αποφασίσουμε να έρθουμε να τους συναντήσουμε κάποιο βράδυ» έγραψε ο επίτιμος αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Μιχάλης Κωσταράκος απαντώντας σε σχόλιο του εκπροσώπου του κόμματος του Ερντογάν «μια νύχτα θα έρθουμε ξαφνικά».

Θα ήταν βολικά καθησυχαστική η ιδέα ότι η πολεμική φρενίτιδα που έχει καταλάβει τις κυβερνήσεις εκατέρωθεν του Αιγαίου έχει να κάνει με το ότι βρίσκονται και οι δύο σε προεκλογική περίοδο. Δύο κυβερνήσεις σε κρίση παίζουν το χαρτί του εθνικισμού για εσωτερική κατανάλωση. Αλλά παρά το ποσοστό αλήθειας που περιέχει αυτή η ιδέα, είναι λάθος. Η πραγματική αιτία είναι η κλιμάκωση του ανταγωνισμού ανάμεσα στα συμφέροντα δύο καπιταλισμών για την πρωτοκαθεδρία στην περιοχή. 

Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης  και τα ΜΜΕ δεν διστάζουν να παρουσιάζουν τις βλέψεις του Ερντογάν από τη Συρία και την Λιβύη μέχρι τις μουσουλμανικές χώρες του Καυκάσου.  Αλλά δεν βγάζουν τσιμουδιά για τις βλέψεις και την εμπλοκή του ελληνικού κράτους και της κυβέρνησης από την Λιβύη μέχρι το Ιράν και από την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι τα Βαλκάνια. 

Πάρτε παράδειγμα, την φετινή Σύνοδο Κορυφής για την Νοτιοανατολική Ευρώπη που πραγματοποιήθηκε στην Θεσσαλονίκη  με προσκεκλημένους τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και τον Καγκελάριο της Γερμανίας Όλαφ Σολτς.  Ο Μητσοτάκης πρόβαλε τον «ηγετικό ρόλο» του ελληνικού καπιταλισμού στα Βαλκάνια ανακοινώνοντας μάλιστα «το 2033, ως χρονικό ορόσημο, για την προσχώρηση όλων των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ» και πανηγυρίζοντας για το ότι υπήρξε Κοινή Δήλωση των χωρών που συμμετείχαν.

Ο Μητσοτάκης πανηγυρίζει για το ότι μέσα από τη συμμετοχή του στην ΕΕ και με την αναβάθμιση της συμμετοχής του στους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ, ο ελληνικός καπιταλισμός επικρατεί εναντίον του τουρκικού, στα Βαλκάνια. Τα ελληνικά F16 μπορούν να πετάνε πια «περήφανα» πάνω από τα σύνορα και τον ουρανό της Βόρειας Μακεδονίας, μιας χώρας που το όνομα «αναθεωρήθηκε» μετά από δεκαετίες ελληνικού εμπάργκο και εκβιασμών που επέβαλε η ελληνική πλευρά. 

Συμφέροντα

Σε ένα άλλο «μέτωπο» μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τα «σύνορα», τα συμφέροντα του ελληνικού καπιταλισμού δεν δείχνουν να τα πηγαίνουν το ίδιο καλά. Στην Διάσκεψη για τη Λιβύη, που οργανώνει η Ιταλία σε συνεργασία με τον ΟΗΕ στη Ρώμη στις 22 Ιουνίου, έχουν προσκληθεί οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Τουρκία και η Αίγυπτος, προκειμένου να υπάρξει αποκλιμάκωση της έντασης ανάμεσα στις αντιμαχόμενες φατρίες. Η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι προσκεκλημένη και ο λόγος είναι απλός. Η Ιταλία και η Γαλλία επιδιώκουν (για τα δικά τους συμφέροντα) την ειρήνευση στην Λιβύη και αυτή περνάει μέσα από την εξομάλυνση των σχέσεων Τουρκίας και Αιγύπτου. 

Αλλά αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε η ελληνική κυβέρνηση, η κατά τα άλλα «εγγυήτρια της σταθερότητας και της ειρήνης» στη Μεσόγειο. Μετά τα πρόσφατα βήματα εξομάλυνσης των σχέσεων Τουρκίας-Ισραήλ, μια εξομάλυνση ανάμεσα σε Τουρκία και Αίγυπτο όχι μόνο απειλεί να αναθεωρήσει την στάση της τελευταίας για το τουρκολυβικό σύμφωνο αλλά μεταφράζεται σε ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του Άξονα Ελλάδας-Ισραήλ-Αιγύπτου και Κύπρου και της μοιρασιάς των ΑΟΖ  της Ανατολικής Μεσογείου σε βάρος της Τουρκίας. Γι’ αυτό, την περασμένη εβδομάδα ο νυν αρχηγός ΓΕΕΘΑ Φλώρος έκανε περιοδεία στο Ισραήλ πραγματοποιώντας επισκέψεις στη Διεύθυνση Πληροφοριών του Γενικού Επιτελείου Ισραήλ, τη ναυτική βάση του Ατλίτ και την αεροπορική βάση του Παλμαχίμ. Για να τον ακολουθήσει με νέα επίσκεψη ο υφυπουργός Εξωτερικών Φραγκογιάννης - λίγες μέρες μετά την κρίση που προκλήθηκε ανάμεσα σε Λίβανο και Ισραήλ όταν το τελευταίο απείλησε να βγάλει «ερευνητικά» σκάφη σε ΑΟΖ που θεωρεί «δική» του.  

Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στο ελληνικό και το τουρκικό κράτος για το ποιος από τους δύο υποϊμπεριαλισμούς είναι ο κυρίαρχος στην περιοχή έχει επιδεινωθεί μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχοντας παραχωρήσει νέες στρατιωτικές και ενεργειακές βάσεις στις ΗΠΑ, έχοντας αναβαθμίσει τον ρόλο της μέσα από την ενεργή της ανάμιξη στο πλευρό του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, θεωρεί ότι είναι η στιγμή «που την παίρνει» να επιβάλει ντε φάκτο τις απαιτήσεις της το Αιγαίο να γίνει «ελληνική λίμνη». Με την κυβέρνηση Ερντογάν να απαντάει με διεκδικήσεις για τα ελληνικά νησιά -και «χάρτες» να δημοσιεύονται εκατέρωθεν για να αποδείξουν τα «δίκια» της κάθε πλευράς. 

Τις απαιτήσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη διογκώνει το γεγονός ότι η τουρκική κυβέρνηση έχει γίνει το «άτακτο» παιδί του ΝΑΤΟ που απειλεί με βέτο την είσοδο της Σουηδίας και της Φινλανδίας και με νέες επιχειρήσεις στην Συρία. 

Με αυτά τα διακυβεύματα ξεκίνησε το καλοκαίρι. Με στόλους και στρατούς να δείχνουν τα δόντια τους με «ασκήσεις» – την περασμένη εβδομάδα ο τουρκικός στο Βόρειο Αιγαίο και αυτήν την εβδομάδα ο ελληνικός ανοιχτά της Καρπάθου. Και όλο τον κόσμο να κρατάει την ανάσα του, μήπως μετά την περίοδο των μνημονίων, την πανδημία, την έκρηξη του πληθωρισμού και της ακρίβειας και τον πόλεμο στην Ουκρανία, «για να δέσει το γλυκό», έρθει να προστεθεί και ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος. 

Είναι ενδεικτικό ότι σε πρόσφατη έρευνα της Pulse για τον Σκάι, το 83% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ανησυχεί πολύ ή αρκετά για την οικονομία και το 66% δηλώνει πολύ ή αρκετά ανήσυχο «για τη στάση της Τουρκίας και τα ελληνοτουρκικά θέματα». Η πλειοψηφία του κόσμου, έχοντας ήδη εκφράσει ανοιχτά τη διαφωνία της στην ελληνική εμπλοκή στον πόλεμο του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, ανησυχεί για το ενδεχόμενο ενός πολέμου με την Τουρκία. 

Τον αντιλαμβάνονται αυτόν τον παράγοντα οι Παπαχελάδες, τον αντιλαμβάνεται και η ίδια η κυβέρνηση που μέσω του εκπροσώπου της καλεί την αντιπολίτευση να δείξει «ομοφωνία» απέναντι στον «εθνικό κίνδυνο». Τα κόμματα της Αριστεράς οφείλουν να απαντήσουν με ένα ξεκάθαρο ΟΧΙ στην «ομοφωνία» του πολέμου. Συμφέρον της εργατικής τάξης και στην Ελλάδα και στην Τουρκία δεν είναι η στήριξη των πολεμοκάπηλων κραυγών του Μητσοτάκη και του Ερντογάν αλλά η ανατροπή τους.