Ιστορία
Επαναστατική παράδοση: Ο Αντόνιο Γκράμσι και το επαναστατικό κόμμα

Ο Αντόνιο Γκράμσι υπήρξε ένας από τους μεγάλους επαναστάτες του προηγούμενου αιώνα. Γεννήθηκε το Γενάρη 1891 στον Ιταλικό νότο, στο νησί της Σαρδηνίας. Το 1911 μετακομίζει στο Τορίνο έχοντας κερδίσει υποτροφία για το Πανεπιστήμιο. Εκεί θα έρθει για πρώτη φορά σε επαφή τόσο με τις μαρξιστικές ιδέες, όσο και με τους αγώνες της εργατικής τάξης.  Από το 1913, οργανωμένος στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ιταλίας μέχρι το θάνατό του στις φασιστικές φυλακές του Μουσολίνι το 1937, επέμεινε μέχρι τέλους στην αναγκαιότητα της επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη, και δεν έγινε ποτέ υποστηρικτής του «κοινοβουλευτικού κρετινισμού», της άποψης δηλαδή των ρεφορμιστών ότι τα πράγματα αλλάζουν από την κάλπη και από τα υπουργικά γραφεία. 

Από την αρχή ήταν καθαρός ότι η ανατροπή δεν περνάει μέσα από τους θεσμούς του αστικού κράτους. Αλλά μέσα από τη δράση της εργατικής τάξης, σαν την κεντρική δύναμη μετασχηματισμού της κοινωνίας. Μέσα από την οργάνωσή της στα συνδικάτα και τους αγώνες της, δημιουργώντας τους δικούς της θεσμούς κόντρα σε αυτούς της άρχουσας τάξης. Και σε αυτή τη διαδικασία, απαραίτητο εργαλείο για την τάξη είναι ο “μοντέρνος πρίγκιπας”, το επαναστατικό κόμμα. 

Οι θεωρητικές και πολιτικές επεξεργασίες του Γκράμσι  έγιναν μέσα σε μια περίοδο έντονων επαναστατικών διαδικασιών στην Ιταλία, και όχι μόνο. Η επανάσταση του 1917 στη Ρωσία είχε καταφέρει να κερδίσει και ήταν η εμπροσθοφυλακή ενός ολόκληρου επαναστατικού κύματος που κομμάτι του ήταν και η ιταλική εργατική τάξη. Η Ιταλία ήταν στο μπλοκ των “νικητών” του πολέμου, η εργατική τάξη και οι αγρότες του Νότου όμως, βίωναν κάτι πολύ διαφορετικό από τη γεύση της νίκης.

Ο Γκράμσι ήταν ο επαναστάτης που διέκρινε και διατύπωσε με σαφήνεια την άποψη πως τα εργατικά συμβούλια, η μορφή οργάνωσης των επαναστατημένων εργατών κι εργατριών της Ρωσίας, δεν ήταν μια ιδιαιτερότητα της καθυστερημένης Ρωσίας, αλλά ο τρόπος που κινείται η εργατική τάξη και στην «προχωρημένη» Δύση σε περιόδους που κάνει άλματα προς τα εμπρός. Κάτι το οποίο έγινε στην Ιταλία (και όχι μόνο εκεί) την περίοδο της Κόκκινης Διετίας, τις χρονιές 1919-1920. Οι “Εσωτερικές Επιτροπές” στα εργοστάσια που λειτουργούσαν ως τότε σαν ένα τμήμα του μηχανισμού των συνδικάτων άρχισαν να αλλάζουν χαρακτήρα. Άρχισαν να συσπειρώνουν όλους τους εργάτες σε ένα τμήμα και ένα εργοστάσιο και να «πατάνε πόδι» στα ιερά και τα όσια των καπιταλιστών. 

 

Οι εσωτερικές επιτροπές γίνονταν όργανα του εργατικού ελέγχου, να δίνουν μάχες για το ωράριο, τις συνθήκες, τους ρυθμούς δουλειάς, αλλά και για το πώς και με ποια κριτήρια οργανώνεται η ίδια η παραγωγή ή ακόμα να παίρνουν πολιτικές πρωτοβουλίες. Έπαιρναν δηλαδή τα χαρακτηριστικά των σοβιέτ. 

Η Κόκκινη Διετία δεν κατάφερε να νικήσει. Όχι γιατί η ιταλική εργατική τάξη ήταν πιο πίσω από τη Ρώσικη. Οι περιγραφές από τα εργοστάσια και την εφαρμογή του εργατικού ελέγχου, η απεργία αλληλεγγύης στην επαναστατημένη Ρωσία από τους μεταλλεργάτες, η απεργία τον Δεκέμβρη του 1919 όπου μέσα σε μία μόνο ώρα 120 χιλιάδες απεργοί στο Τορίνο έφραξαν το δρόμο σε τάγματα εφόδου του Μουσολίνι, μαρτυρούν κάθε άλλο παρά μια αδύναμη πολιτικά τάξη. 

Αριστερά

Το ζήτημα ήταν η στάση της Αριστεράς, του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ιταλίας. Ο Γκράμσι πάλευε μέσα από τις σελίδες της L’ Ordine Nuovo, της εφημερίδας που ξεκίνησε να εκδίδει σαν πολιτιστικό περιοδικό του Σ.Κ. αρχικά, από το 1919. Πολύ γρήγορα το γράψιμο και η διακίνησή της έγιναν πολύτιμο επαναστατικό εργαλείο. Στη γενίκευση των αγώνων, στα πολιτικά ξεκαθαρίσματα, στη σύνδεση με την τάξη. Όπως έλεγε ο ίδιος: “Οι εργάτες και οι εργάτριες αγαπούν την εφημερίδα γιατί μέσα σε αυτήν ανακαλύπτουν ξανά ένα κομμάτι του εαυτού τους, την καλύτερή τους παράδοση”. Και επειδή αυτό που τον ξεχώριζε από τις υπόλοιπες ηγετικές μορφές της Αριστεράς ήταν η αντίληψή του για την κεντρικότητα της εργατικής τάξης, κατάφερε όχι μόνο να αναλύσει καλύτερα τις δυνατότητες και το επίπεδο της ταξικής πάλης, αλλά και να συνδεθεί με τα πιο πρωτοπόρα κομμάτια της τάξης στο Τορίνο. Δεν κατάφερε όμως μέσα στη φωτιά να κερδίσει το Σοσιαλιστικό Κόμμα σε αυτό, ούτε καν να απλώσει αυτές τις ιδέες πολύ μακρύτερα από τα όρια της μίας πόλης. 

Οι εμπειρίες της Κόκκινης Διετίας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη προσπάθεια του Γκράμσι να προσανατολίσει σωστά το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας όταν βρέθηκε στην ηγεσία του το 1924-1926. Αλλά και αργότερα, όταν φυλακισμένος από τους φασίστες προσπαθούσε να απαντήσει στο γιατί ηττήθηκε το κίνημα και με ποιους δρόμους η εργατική τάξη και το επαναστατικό κόμμα θα μπορέσουν να περάσουν στην αντεπίθεση. Τα «Τετράδια της Φυλακής» είναι ο καρπός αυτών των προβληματισμών και αναζητήσεων. 

Μια βασική θέση του Γκράμσι είναι ότι η εργατική τάξη ζει και δουλεύει κουβαλώντας μια διπλή ή αντιφατική συνείδηση. Από τη μία, οι κυρίαρχες ιδέες που της λένε “είσαι εξατομικοποιημένος/η, δεν μπορείς να καταλάβεις χίλια δυο δυσνόητα του κόσμου, άσε τις αποφάσεις στους ειδικούς και πάλεψε κάποια μικρά πράγματα μήπως βελτιώσεις λίγο την καθημερινότητά σου”. Όλα αυτά που κουβαλάμε στα μυαλά μας από την ώρα που γεννιόμαστε σαν την κοινή λογική. Και από την άλλη, έχει τη συνείδηση του τι βιώνει σε μια εκμεταλλευτική κοινωνία αλλά και τις εμπειρίες της συλλογικότητάς της. Το μείγμα αυτής της αντιφατικής συνείδησης καθορίζεται από το επίπεδο της ταξικής πάλης και όχι από τις νουθεσίες των “πεφωτισμένων”. Οι κυρίαρχες ιδέες κλονίζονται όταν η τάξη δρα και παλεύει. Όταν συγκρούονται οι εμπειρίες της με την “κοινή λογική” των κυρίαρχων ιδεών.

Στρατηγική

Για να μπορέσουν η δράση και οι εμπειρίες να γίνουν επαναστατική στρατηγική και να μπορέσει η εργατική τάξη να αντιληφθεί τον ιστορικό της ρόλο στην αλλαγή της κοινωνίας και να τεθεί επικεφαλής όλων των καταπιεσμένων, να γίνει ηγεμονική δύναμη, χρειάζεται το επαναστατικό κόμμα. Στις «Θέσεις της Λυών», την εισήγηση στο τρίτο συνέδριο του ΚΚΙ τον Γενάρη του 1926 σε εκείνη τη γαλλική πόλη, ο Γκράμσι κάνει ένα μεγάλο ξεκαθάρισμα για το τι είναι ένα τέτοιο κόμμα. Κομμάτι της τάξης, που αγκαλιάζει τα πιο μαχητικά και ριζοσπαστικά τμήματά της, όχι «εκπρόσωπός» της γενικά και ένα άθροισμα ομοϊδεατών που κάνει επαναστατική προπαγάνδα. 

Όπως επέμενε ο Γκράμσι ένα τέτοιο κόμμα χρειάζεται μια σφιχτή οργάνωση που θα “προσφέρει” πολιτικό ξεκαθάρισμα και ενότητα μεταξύ των μελών του. Που θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι κάθε μέλος είναι ενεργό στο να αντιληφθεί τον κόσμο γύρω του, να μπορεί να κάνει δικές του τις πρωτοβουλίες που παίρνει το κόμμα, να μπορεί να ηγείται μιας ομάδας μαχητικών εργατών και εργατριών στο χώρο του. Ο τρόπος λειτουργίας του, με τη λειτουργία ομάδων μέσα στους εργατικούς χώρους, με τη διακίνηση της επαναστατικής εφημερίδας σαν εργαλείο, με την προσπάθεια να λειτουργεί σαν σώμα εργασίας που ενώνει και γενικεύει τις εμπειρίες και τις μάχες είναι πρόκληση για ένα κόμμα να είναι ταυτόχρονα και συλλογικός οργανωτής και συλλογικός διανοούμενος. 

Όλα αυτά σήμερα, δείχνουν πιο αναγκαία από ποτέ. Η αποτυχία του συστήματος είναι έκδηλη σε κάθε μορφή της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Από την οικονομία, στο περιβάλλον, στην Υγεία και παντού. Η συνείδηση ότι η συλλογικότητα της εργατικής τάξης μπορεί να είναι πολύ πιο αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινής ζωής μεγαλώνει σε ολοένα και περισσότερα κομμάτια της. Το να χτίσουμε από τώρα ένα δυνατό και μαζικό επαναστατικό κόμμα, μπορεί να κάνει τη διαφορά στο πάντα επίκαιρο δίλημμα: σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Ελάτε να παλέψουμε μαζί!

Έλλη Πανταζοπούλου