Εργατικό κίνημα
Η προηγούμενη φορά - Η εργατική απάντηση στον “στασιμοπληθωρισμό”

Απεργία στην κλωστοϋφαντουργία Τριαντέξ το 1975. Φωτό: Αρχείο Εργατική Αλληλεγγύη

Απεργία στην AEG το 1977. Φωτό: Αρχείο Εργατική Αλληλεγγύη

 

Το φάντασμα της μαύρης, για τα αφεντικά και τα επιτελεία τους, δεκαετίας του 1970 σκιάζει και πάλι τον ουρανό του παγκόσμιου καπιταλισμού. Οι ομοιότητες ανάμεσα στο τότε και το σήμερα είναι αδύνατο να περάσουν απαρατήρητες. 

Ο πληθωρισμός, η «μάστιγα της δεκαετίας του 1970», βρίσκεται, στις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες, στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών. «Ο ετήσιος ρυθμός του πληθωρισμού», γράφει η οικονομική ιστοσελίδα Trading Economics, «επιταχύνθηκε τον Ιούνιο στις ΗΠΑ στο 9,1%, την υψηλότερη τιμή από τον Νοέμβριο του 1981… και υψηλότερα από το 8,8% που προέβλεπαν οι αγορές… Στην Ευρωζώνη επιβεβαιώθηκε τον Ιούνιο στο 8,6%, την υψηλότερη τιμή όλων των εποχών (από την ίδρυσή της το 1998)... Η μεγαλύτερη συμβολή ήρθε και πάλι από τις τιμές της ενέργειας, αλλά ισχυρές ανατιμήσεις παρατηρήθηκαν και στα τρόφιμα, το αλκοόλ, τον καπνό και τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά…». 

Την ίδια στιγμή που οι τιμές απογειώνονται, οι οικονομίες δείχνουν έτοιμες να βυθιστούν ξανά στη στασιμότητα ή και την ύφεση. Τα στοιχεία είναι καταιγιστικά: οι «δείκτες διευθυντών προμηθειών» που στηρίζονται στις εκτιμήσεις των ιδιωτικών εταιριών για τις αγορές που πρόκειται να κάνουν μέσα στο άμεσο μέλλον, δείχνουν μια σημαντική συρρίκνωση της ζήτησης τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη – ένα χαρακτηριστικό σημάδι επερχόμενης ύφεσης. Οι αποθήκες των εργοστασίων έχουν ξεχειλίσει από απούλητα προϊόντα – η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη «με τη μεγαλύτερη διόγκωση απούλητων προϊόντων από τότε που άρχισε η καταγραφή» σύμφωνα με τα στοιχεία της S&P.

Το ίδιο σήμα στέλνουν και οι αγορές των ομολόγων: στις αρχές Ιούλη οι αποδόσεις των διετών ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου ξεπέρασαν για τρίτη φορά μέσα στο 2022 τις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων. Με απλά λόγια οι «επενδυτές» απαιτούν μεγαλύτερα επιτόκια για να δανείσουν στο αμερικανικό δημόσιο τα χρήματά τους για δυο χρόνια από ότι για να τα δανείσουν για δέκα. Δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρείται αυτή η «αντιστροφή». «Η αντιστροφή της καμπύλης (απόδοσης) είχε παρατηρηθεί πριν από όλες τις υφέσεις που έχουν χτυπήσει την οικονομία από το 1955 μέχρι σήμερα», γράφει το πρακτορείο Ρόιτερς. «Μόνο μια φορά μέσα σε αυτά τα χρόνια έστειλε λανθασμένο σήμα κινδύνου…», δηλαδή αντιστράφηκε χωρίς να ακολουθήσει ύφεση.

Ο συνδυασμός υψηλού πληθωρισμού και ύφεσης ήταν κάτι που δεν προβλεπόταν από τις επίσημες οικονομικές θεωρίες της δεκαετίας του 1970. Η περιβόητη «καμπύλη Φίλιπς», ο μπούσουλας με βάση τον οποίο ρύθμιζαν την νομισματική τους πολιτική οι κεντρικές τράπεζες της εποχής, έλεγε ότι όταν αυξάνει η ανεργία πέφτει ο πληθωρισμός και αντίστροφα -όταν μειώνεται η ανεργία αυξάνει ο πληθωρισμός. Να ανεβαίνουν ταυτόχρονα και τα δυο ήταν απλά, σύμφωνα με τη θεωρία, αδύνατο. Αλλά συνέβαινε τη δεκαετία του 1970 μπροστά στα μάτια τους. Και συμβαίνει και πάλι σήμερα. 

Δικαιολογίες

Οι δικαιολογίες φυσικά δεν έλειψαν – όπως δεν λείπουν και σήμερα. Τον Οκτώβρη του 1973 ο ΟΠΕΚ, ο σύνδεσμος των (Αραβικών) πετρελαιοπαραγωγών χωρών αποφάσισε να διακόψει τις εξαγωγές πετρελαίου προς τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αμερικανική υποστήριξη προς το Ισραήλ στον πόλεμο του «Γιομ Κιπούρ». Μέσα σε λίγους μήνες η τιμή του πετρελαίου τετραπλασιάστηκε. Η κρίση ήταν «πετρελαϊκή» έλεγαν (και λένε μέχρι σήμερα) οι απολογητές του συστήματος. 

Τα ίδια λένε και σήμερα: ο στασιμοπληθωρισμός οφείλεται στον Πούτιν που «χρησιμοποιεί τις εξαγωγές φυσικού αερίου σαν πολεμικό όπλο». Η τιμή του φυσικού αερίου έχει πράγματι εκτοξευθεί στα ουράνια – από τα 4 δολάρια/MMBtu τον Ιανουάριο στα 8.3 δολάρια/MMBtu σήμερα. Αλλά για την αύξηση αυτή δεν φταίει μόνο ο Πούτιν, φταίνε εξίσου και οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. 

Το πιο σημαντικό όμως δεν είναι αυτό: οι ελλείψεις στην αγορά, πχ ημιαγωγών, παρουσιάστηκαν στα τέλη του 2021, πολύ πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τον στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του 1970: οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν τον κανόνα του χρυσού το 1971. Η πρώτη μεγάλη υποτίμηση του αμερικανικού νομίσματος έγινε τον Ιανουάριο του 1973, δέκα μήνες πριν το κλείσιμο της στρόφιγγας του πετρελαίου από τον ΟΠΕΚ. Η κρίση της δεκαετίας του 1970 δεν ήταν «πετρελαϊκή»: ήταν «καπιταλιστική», κρίση του συστήματος. Και το ίδιο ισχύει σήμερα.

Οι συνέπειες του στασιμοπληθωρισμού δεν περιορίστηκαν στο επίπεδο της οικονομίας τη δεκαετία του 1970: «ξεχείλισαν» και στο επίπεδο των αγώνων. Στις ΗΠΑ η δεκαετία «άνοιξε» με τη μεγάλη απεργία των ταχυδρομικών τον Μάρτιο του 1970 και «έκλεισε» με την ήττα και την συντριβή της PATCO, του συνδικάτου των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας το 1983 από την κυβέρνηση του Ρόναλντ Ρέιγκαν. Σύμφωνα με το αμερικανικό περιοδικό Jacobin «στάσεις εργασίας, άγριες απεργίες και καταλήψεις σάρωναν από το ένα μέχρι το άλλο άκρο τη χώρα και απλώνονταν σε όλους τους κλάδους». 

Η κατάσταση ήταν ακόμα «πιο άγρια» στον υπόλοιπο κόσμο. Η Ελλάδα είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα: τον Νοέμβρη του 1973 ξέσπασε η εξέγερση του Πολυτεχνείου ενάντια στην δικτατορία των συνταγματαρχών. Τον Ιούλη του 1974 ξέσπασε η ανταρσία ενάντια στην επιστράτευση -που έμεινε στην ιστορία σαν «η επιστράτευση της σαγιονάρας»- που έδιωξε τη Χούντα και άνοιξε το δρόμο για το φοβερό εργατικό κίνημα της μεταπολίτευσης. Στην Πορτογαλία ξέσπασε η «επανάσταση των γαρυφάλλων». 

Εργατικοί χώροι

Η καρδιά του κινήματος της δεκαετίας του 1970 ήταν οι μεγάλοι εργατικοί χώροι που, αντιμέτωποι με το κύμα της ακρίβειας του «στασιμοπληθωρισμού», οργανώνονταν και πάλευαν για αυξήσεις. Κάθε επίθεση στην εργατική τάξη -γύρω από τις συνθήκες δουλειάς, τις άδειες, τα ρεπό, τα μεροκάματα, τα δικαιώματα, την απασχόληση- είναι ένα μεγάλο ρίσκο για τα αφεντικά. Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά: το φιάσκο της eFood είναι χαρακτηριστικό. Τα αφεντικά «πήγαν για μαλλί και βγήκαν κουρεμένα». Αλλά δεν είναι, αντικειμενικά, όλες οι επιθέσεις εξίσου επικίνδυνες: ο πληθωρισμός χτυπάει αδιάκριτα τους φτωχούς. Αλλά χτυπάει και τα κομμάτια της εργατικής τάξης που δουλεύουν – που έχουν πολύ πιο μεγάλη «φυσική» δυνατότητα να οργανωθούν και να απαντήσουν από ότι πχ οι άνεργοι ή οι απολυμένοι. Αυτό έγινε τη δεκαετία του 1970. Οι απεργίες άρχισαν να απλώνονται από το ένα εργοστάσιο στο άλλο. Χωρίς σταματημό.

Τα αφεντικά προφανώς προσπάθησαν να μετακυλήσουν το κόστος των αυξήσεων που κέρδιζαν οι εργάτες πίσω στην εργατική τάξη – αυξάνοντας και άλλο την ακρίβεια. Οι κονδυλοφόροι του συστήματος αντί να επιτεθούν στους εργοδότες για την αύξηση του πληθωρισμού επιτίθονταν στους εργάτες και στις «παράλογες απαιτήσεις» τους να αντισταθμίζονται οι αυξήσεις των τιμών από αντίστοιχες αυξήσεις στα μεροκάματα. Ακόμα και σήμερα που οι αυξήσεις των μισθών είναι μηδαμινές σε όλο τον κόσμο και όπου οι ίδιες οι επίσημες μελέτες λένε ότι ο πληθωρισμός δεν οφείλεται στις (ανύπαρκτες) μισθολογικές αυξήσεις, τα φερέφωνα των αφεντικών μιλάνε για την «ανάγκη συγκράτησης των μισθών για να μην υπάρξει σπιράλ ανατιμήσεων που θα εκτοξεύσει τον πληθωρισμό».

Υπάρχει μια ακόμα τελευταία ομοιότητα ανάμεσα στη δεκαετία του 1970 και τη σημερινή: ο πόλεμος και η κρίση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Τη δεκαετία του 1970 ήταν το Βιετνάμ. Σήμερα είναι το Αφγανιστάν και η Ουκρανία. Η βόρεια Ευρώπη κινδυνεύει να περάσει έναν κρύο χειμώνα με διακοπές στο ρεύμα και τη θέρμανση και τις τιμές της ενέργειας στα ύψη. Οι δυτικές κυβερνήσεις προσπαθούν να ρίξουν το φταίξιμο αποκλειστικά στον Πούτιν αλλά ο κόσμος δύσκολα «το χάφτει»: ο πόλεμος δεν γίνεται ανάμεσα στην «καημένη, φτωχή Ουκρανία» και την «ρωσική αρκούδα»: γίνεται ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και τη Ρωσία για τη μοιρασιά της Ουκρανίας. Χιλιάδες άνθρωποι κινδυνεύουν να πεθάνουν από το κρύο τον ερχόμενο χειμώνα στην Πολωνία, τη Γερμανία ή την Ουγγαρία, όχι για την «εθνική ανεξαρτησία της Ουκρανίας» αλλά για την επέκταση του ΝΑΤΟ «προς Ανατολάς». 

Το κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ «μπόλιασε» με τον ριζοσπαστισμό του και τις ιδέες του το εργατικό κίνημα και την αριστερά της δεκαετίας του 1970 από τη μια μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου. Το ίδιο μπορεί να γίνει και σήμερα. Αυτό τρέμουν τα αφεντικά. Η όξυνση της καταστολής, η περιστολή της δημοκρατίας, η συρρίκνωση της ελευθερίας του Τύπου – όλα αυτά που ζούμε αυτόν τον καιρό- δεν είναι παρά «προληπτικά μέτρα» για να προλάβουν το «κακό» που βλέπουν να έρχεται. Αλλά δεν θα το προλάβουν.