Στη Λεωφόρο Τανάρα στην Πάρμα υπάρχει μια πινακίδα που γράφει «Μάριο, ένας κομμουνιστής μετανάστης εργάτης, που σκοτώθηκε από το μίσος και τη βία των φασιστών».
Ο Μάριο Λούπο ήταν ένας 19χρονος εργάτης. Oικοδόμος, πλακάς. Μετανάστης από τη Σικελία στην Πάρμα, είχε ακολουθήσει τη διαδρομή από το φτωχό ιταλικό νότο στον βιομηχανικό βορρά όπως και χιλιάδες εργάτες πριν από αυτόν. Ήταν αντιφασίστας και μέλος της Lotta Continua, οργάνωση της επαναστατικής αριστεράς της εποχής, γεννημένη μέσα από τη ριζοσπαστικοποίηση του παγκόσμιου Μάη '68.
Ο Mάριο Λούπο έπεσε νεκρός στις 25 Αυγούστου του 1972, από μαχαίρι φασιστών του MSI, του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τους έβρισκε μπροστά του. Τον ήξεραν. Λιγότερο από ένα μήνα πριν, στις 28 Ιουλίου είχε δεχθεί επίθεση από τους ίδιους δύο φασίστες που τον δολοφόνησαν, τον Ρινγκότσι και τον Μπονάτσι. Οι φασίστες απειλούσαν τότε έναν σύντροφο του Λούπο, μέλος της ομάδας Manifesto που δούλευε ταμίας στον κινηματογράφο Ρόμα. Ο Μάριο Λούπο και άλλοι σύντροφοί του πήγαν στον κινηματογράφο το βράδυ της 25ης Αυγούστου για συμπαράσταση στο φίλο τους. Οι φασίστες είχαν οργανώσει ενέδρα. Ο Ρινγκότσι και ο Μπονάτσι κι άλλοι τέσσερις φασίστες, επιτίθενται σε έναν από τους αντιφασίστες. Ενώ τον χτυπούν, ο Μάριο Λούπο, σπεύδει να τον υπερασπιστεί. Χτυπιέται στην καρδιά με ένα στιλέτο και βρίσκει ακαριαία το θάνατο. Μετά τη δολοφονία, οι φασίστες τρέπονται σε φυγή. Τους σταματά η αστυνομία μετά από λίγο αλλά τους αφήνει ελεύθερους. «Καυγάς για τις γυναίκες», είπαν αρχικά.
Η εργατική τάξη της Πάρμα όμως ξεσηκώνεται. Η οργάνωση του Λούπο καλεί σε συγκέντρωση στο σημείο της δολοφονίας την ίδια μέρα. Το επόμενο πρωί, ημέρα Σάββατο, αχθοφόροι, οδηγοί τραμ, εργαζόμενοι στα νοσοκομεία και οδοκαθαριστές κατεβαίνουν σε απεργία και διαδηλώνουν προς το αστυνομικό τμήμα. Οι απεργοί πετυχαίνουν ένα τοπικό στέλεχος των φασιστών του ΜSI και τον ξυλοφορτώνουν για τα καλά. Την Κυριακή οργανώνεται νέα διαδήλωση με κυρίαρχες τις δυνάμεις της επαναστατικής αριστεράς που βαδίζει προς τη φυλακή που κρατείται ο δολοφόνος του Λούπο (ο ξεσηκωμός είχε αναγκάσει τις αρχές να εκδώσουν εντάλματα σύλληψης). Στη συνέχεια κατευθύνεται προς τα κεντρικά γραφεία του MSI και τα καταστρέφει. Η διαδήλωση καταλήγει μπροστά στο σπίτι του Γκουίντο Πιτσέλι, του θρυλικού επικεφαλής των Arditi del Popolo, που είχε ηγηθεί της νικηφόρας αντίστασης της Πάρμα απέναντι στους φασίστες του Ίταλο Μπάλμπο και του Μουσολίνι, ακριβώς 50 χρόνια πριν τη δολοφονία του Λούπο.
Η κηδεία του Μάριο Λούπο θα γίνει δυο μέρες μετά, τη Δευτέρα 28 Αυγούστου. Τελείται υπό την αιγίδα του Δήμου, ο οποίος είναι στον έλεγχο του Σοσιαλιστικού και του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η κηδεία γίνεται σε μια Πάρμα που έχει παραλύσει από την απεργία που έχουν κηρύξει τα συνδικάτα. Η Πλατεία Γκαριμπάλντι ξεχειλίζει από οργή. Η πομπή ξεκινά για να καταλήξει στην Πλατεία Πιτσέλι. Η συμμετοχή των εργαζομένων είναι εντυπωσιακή. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου παρελαύνουν στη νεκρώσιμη ακολουθία, για ώρες υπό το βλέμμα ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων. Η μέρα της κηδείας του Λούπο είναι το περιβάλλον μέσα στο οποίο εκτυλίσσεται το εκπληκτικό βιβλίο του Πίνο Κακούτσι “Ολτρετορέντε” (εκδόσεις Απρόβλεπτες), όπου ένας παλιός αντιφασίστας Ardito del Popolo, εξιστορεί στους νεότερους συντρόφους πως ταπείνωσαν τους μελανοχίτωνες τον Αύγουστο του 1922.
Στους δολοφόνους του Λούπο δεν καταλογίστηκε το προσχεδιασμένο της επίθεσης. Ο Μπονάτσι καταδικάστηκε σε 11 χρόνια, ωστόσο οι μαρτυρίες του γέμισαν τις δικογραφίες για τις επιθέσεις των νεοφασιστών από την Πιάτσα Φοντάνα μέχρι αυτή του σταθμού της Μπολόνια. Ο Ρινγκότσι έφαγε 6 χρόνια κι ο Σαπορίτο 4 χρόνια, ο οποίος ωστόσο συνέχισε να είναι ενεργός στην ιταλική πολιτική σκηνή.
Η ιστορία της δολοφονίας του Μάριο Λούπο έχει εντυπωσιακές ομοιότητες με αυτή του Παύλου Φύσσα. Η φασιστική ενέδρα από τάγμα εφόδου. Το μαχαίρι στην καρδιά. Ο Μάριο, όπως κι ο Παύλος, που έπεσε υπερασπιζόμενος τους φίλους του. Ο “καυγάς για τις γυναίκες” στη μια και “τον σκότωσαν για το ποδόσφαιρο” στην άλλη περίπτωση.
Αλλά κι ο ξεσηκωμός. Τα νέα για τη δολοφονία του Φύσσα εκείνο το πρωινό της 18 Σεπτεμβρίου 2013, βρήκαν τους εκπαιδευτικούς σε απεργιακές φρουρές έξω από τα σχολεία. Η προγραμματισμένη απεργία της ΑΔΕΔΥ λίγες ώρες μετά γέμισε με αντιφασιστικά συνθήματα και πανό όσο διαδίδονταν τα νέα. Το απόγευμα το Κερατσίνι φλέγεται. Το βράδυ το Πολυτεχνείο γέμισε με τη συναυλία που οργάνωσαν οι καταληψίες εργαζόμενοι της ΕΡΤ. Λίγες μέρες μετά τα συνδικάτα κηρύσσουν αντιφασιστική απεργία και η διαδήλωση βαδίζει προς την κεντρική γιάφκα της Χρυσής Αυγής στη Μεσογείων, αναγκάζοντας να σπάσει η κρατική ασυλία στους νεοναζί και να αρχίσουν οι συλλήψεις.
Ο διαρκής αγώνας όλα τα χρόνια που ακολούθησαν και κορυφώθηκε με το σεισμό της 7ης Οκτώβρη 2020 στο Εφετείο, εξασφάλισε ένα κελί για κάθε έναν από την ηγεσία της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης. Μόνο που η μάχη για να μην πέσουν στα μαλακά ο Μιχαλολιάκος και η συμμορία του συνεχίζεται. Η δίκη σε β' βαθμό έχει ξεκινήσει. Και οι πλάτες του κράτους στα φασιστοειδή είναι εδώ, όπως και ο δολοφονικός ρατσισμός της κυβέρνησης που τους βοηθάει να ξανασηκώσουν κεφάλι.
Ο Σεπτέμβρης έχει δυο ραντεβού: Στις 18 του μήνα στα 9 χρόνια από τη δολοφονία του Παύλου, να σειστεί ξανά το Κερατσίνι. Και δέκα μέρες μετά στις 28 Σεπτέμβρη, στο Εφετείο, στη συνέχεια της δίκης των νεοναζί.