Την περασμένη βδομάδα οι εφημερίδες και το διαδίκτυο ενημέρωναν, με αμηχανία είναι αλήθεια, για το «διπλωματικό επεισόδιο» με την Λιβύη και με πρωταγωνιστή τον υπουργό Εξωτερικών Δένδια. Το επεισόδιο θα ήταν κωμικό αν η εκδήλωσή του δεν ήταν κομμάτι της όξυνσης των ανταγωνισμών στην Αν. Μεσόγειο. Δεν γίνεται συχνά ένα επίσημο αεροσκάφος να φτάνει στον προορισμό του αλλά να μην ανοίγει τις πόρτες του και να αποχωρεί με τον συνοφρυωμένο υπουργό επιβάτη του. Αυτό έγινε την περασμένη Πέμπτη στη Τρίπολη της Λιβύης.
Το ΥΠΕΞ είχε οργανώσει επίσκεψη του Δένδια στη χώρα. Σύμφωνα με τα -σχεδόν πανομοιότυπα- ρεπορτάζ, ο υπουργός είχε δεχθεί με μεγαλοψυχία να προσαρμόσει το πρόγραμμά του με μια σύντομη επίσκεψη στην Τρίπολη για να συναντηθεί αποκλειστικά και μόνο με το πρόεδρο του προεδρικού συμβουλίου της χώρας, τον Μ. Μένφι. Όμως, οι πονηροί Λίβυοι του «έστησαν παγίδα». Στο αεροδρόμιο τον περίμενε η υπουργός Εξωτερικών Ν. Μανγκούς, που υπέγραψε εκ μέρους της κυβέρνησης της Τρίπολης το δεύτερο τουρκολιβυκό σύμφωνο για τις ΑΟΖ στις αρχές Οκτώβρη (το πρώτο είχε υπογραφτεί το 2019).
Ο Δένδιας αποφάσισε να μην κατέβει καν από το αεροπλάνο. Με άλλα λόγια ο Δένδιας και η Μανγκούς παίξανε «κρυφτό» στο αεροδρόμιο. Και η συνέχεια ήταν η «τυφλόμυγα». Το αεροσκάφος απογειώθηκε με προορισμό την Βεγγάζη όπου ο Δένδιας είχε προγραμματίσει συνάντηση με τον πρόεδρο του κοινοβουλίου Ισα. Όμως, η Τρίπολη δεν ενέκρινε το σχέδιο πτήσης και έτσι το υπουργικό αεροσκάφος έφτασε στη Βεγγάζη μέσω …Μάλτας (συγκεκριμένα μέσα από το FIR Μάλτας).
Η κυβέρνηση της ΝΔ δηλώνει ότι δεν αναγνωρίζει την «μεταβατική κυβέρνηση» της Τρίπολης που παρόλα αυτά αναγνωρίζει ο ΟΗΕ. Η δικαιολογία είναι ότι η συμφωνία για την συγκρότησή της πρόβλεπε εκλογές για τον Δεκέμβρη του 2021 που δεν πραγματοποιήθηκαν και είναι άγνωστο αν και πότε θα διεξαχθούν. Αυτή η «ευαισθησία» βέβαια είναι υποκριτική. Η κυβέρνηση της ΝΔ υποστηρίζει την αντίπαλη πλευρά στον εμφύλιο της Λιβύης που έχει έδρα την Βεγγάζη και «ισχυρό άνδρα» τον στρατηγό Χαφτάρ.
Τρία χρόνια πριν, όταν η προηγούμενη κυβέρνηση της Τρίπολης υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο για την ΑΟΖ με την Τουρκία, ο Δένδιας έσπευδε να σφιχταγκαλιαστεί με τον «στρατάρχη» Χαφτάρ που υποτίθεται θα προέλαυνε ακάθεκτος στην Τρίπολη. Άλλωστε είχε ισχυρούς προστάτες: τον δικτάτορα της Αιγύπτου Σίσι που τον εφοδίασε με τανκς και «συμβούλους», τα ΗΑΕ ακόμα και τον …Πούτιν που έστειλε τους μισθοφόρους της «ομάδας Βάγκνερ» και Σύριους στρατιώτες. Από την άλλη η Τουρκία έστειλε drones, «συμβούλους» και «εθελοντές» από τα πεδία μαχών της Συρίας, στην κυβέρνηση της Τρίπολης.
Η «προέλαση» του Χαφτάρ ανακόπηκε και από τότε η Λιβύη ματώνει αργά και βασανιστικά από τις συγκρούσεις ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πολιτοφυλακές. Τον Μάη τέτοιες συγκρούσεις μέσα στην Τρίπολη κόστισαν τη ζωή σε 32 ανθρώπους.
Και βέβαια, ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στην Ουκρανία έχει κάνει ακόμα πιο μπερδεμένο το κουβάρι των ανταγωνισμών ανάμεσα στους «προστάτες» της Λιβύης. Η Ρωσία του Πούτιν αρχίζει να κρατάει αποστάσεις από τον «στρατάρχη» μιας και οι σχέσεις με την τουρκική κυβέρνηση γίνονται πιο στενές, οι κυβερνήσεις της ΕΕ τρέχουν να εξασφαλίσουν μερίδια στις γεωτρήσεις και τα κοιτάσματα του λιβυκού πετρελαίου και φυσικού αερίου, παζαρεύοντας πότε με τη μια κλίκα πολεμάρχων και πότε με την άλλη.
Η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη μας λένε λίγο πολύ ότι υπερασπίζονται την «εθνική κυριαρχία» όταν μπαίνουν στο αιματοβαμμένο λαβύρινθο των ανταγωνισμών και των πολεμικών συγκρούσεων που έχουν διαλύσει τη Λιβύη. Η «τουρκική επιθετικότητα» αμφισβητεί την υφαλοκρηπίδα της …Κρήτης μας λένε και ο Δένδιας πολεμάει σαν Διγενής κόντρα στις «παγίδες» των οχτρών.
Στην πραγματικότητα οι κόντρες για τη χάραξη των ΑΟΖ είναι αντιδραστικές. Γίνονται για τα συμφέροντα των πολυεθνικών των ορυκτών καυσίμων που ανακοινώνουν μυθώδη κέρδη και νέα προγράμματα «επενδύσεων». Γίνονται για τα συμφέροντα των τραπεζών και των εταιρειών της ενέργειας που θησαυρίζουν με τη δυστυχία του κόσμου. Το φιάσκο των διπλωματικών πρωτοβουλιών του Δένδια στη Λιβύη θα ήτανε για γέλια αν δεν σηματοδοτούσε το γεγονός ότι οι ανταγωνισμοί των «περιφερειακών» και των «μεγάλων» δυνάμεων στην περιοχή γίνονται πιο ανεξέλεγκτοι και πιο επικίδυνοι.