Αντιπολεμικό κίνημα
Μπάιντεν - ο πολεμοκάπηλος απεργοσπάστης

Mακρόν και Μπάιντεν στην Ουάσιγκτον

“Το νομοσχέδιο τερματίζει μια δύσκολη σιδηροδρομική διαμάχη και βοηθά το έθνος μας να αποφύγει αυτό που, χωρίς αμφιβολία, θα ήταν μια οικονομική καταστροφή σε μια πολύ κακή στιγμή” δήλωσε ο πρόεδρος Μπάιντεν το πρωί της περασμένης Παρασκευής πριν υπογράψει το νομοσχέδιο που καθιστά παράνομες τις απεργιακές κινητοποιήσεις στις οποίες ετοιμάζονταν να προχωρήσουν οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους μετά τις 9 Δεκέμβρη.

Η απόφαση ήρθε μετά το αδιέξοδο στο οποίο ήρθαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις από την άρνηση των εργοδοτών και της κυβέρνησης που τους υποστηρίζει, να δεχτούν το αίτημα των  τεσσάρων μεγαλύτερων συνδικάτων των σιδηροδρομικών για εγγυημένες ημέρες άδειας ασθενείας με αποδοχές. Οι καπιταλιστές και η κυβέρνηση Μπάιντεν στις ΗΠΑ, θέλουν τους εργαζόμενους στο σιδηρόδρομο να εργάζονται άρρωστοι ή αλλιώς να πεινάσουν, χτυπώντας κατακτήσεις που κερδήθηκαν με αίμα από την εργατική τάξη τον προηγούμενο αιώνα. Δείχοντας ότι δεν διαφέρουν καθόλου από τους ανταγωνιστές τους στην Κίνα και τον τρόπο που αντιμετωπίζει τα ζητήματα της εργασίας και της ασφάλειας των εργαζομένων. 

Δεν είναι τυχαίο ότι η παρέμβαση Μπάιντεν πριν καν την τελική ημερομηνία λήξης των διαπραγματεύσεων (που έγινε μετά από απαίτηση 450 επιχειρηματικών ομίλων που έσκιζαν τα ιμάτιά τους για «βέβαιη οικονομική καταστροφή») έγινε βάση ενός νόμου (Railway Labor Act) περί σιδηροδρομικής εργασίας του 1926, που δίνει στον πρόεδρο την εξουσία να παρεμβαίνει σε περιπτώσεις όπου μια σιδηροδρομική απεργία θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά τις μεταφορές!

Την ίδια στιγμή που ο Μπάιντεν κηρύσσει τον πόλεμο στην εργατική τάξη της χώρας του, συνεχίζει ξεδιάντροπα να υποστηρίζει ολόψυχα ένα θερμό πόλεμο στην Ουκρανία εναντίον της Ρωσίας και ένα ψυχρό πόλεμο με βασικό στόχο την Κίνα. Το Κογκρέσο αφού έσπρωξε το νόμο για τους σιδηροδρομικούς, ετοιμάζεται τις επόμενες μέρες να ψηφίσει εξοπλιστικές δαπάνες για το 2023 επιπέδου 850 δις δολαρίων, ένα πολεμικό προϋπολογισμό που ο ίδιος ο Μπάιντεν περιγράφει ως «μια από τις μεγαλύτερες επενδύσεις στην ιστορία της εθνικής ασφάλειας της χώρας». 

Φυσικά μαζί με τους εξοπλισμούς κλιμακώνεται και η φρίκη του πολέμου στην Ουκρανία και όχι μόνο στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Μεγάλα κομμάτια της πόλης του Κιέβου καταμεσής του χειμώνα συνεχίζουν να μένουν για μέρες χωρίς ρεύμα και νερό από τους βομβαρδισμούς του Πούτιν, ενώ ουκρανικά drones χτυπάνε στόχους -μέσα στην «καρδιά της Ρωσίας» σύμφωνα με τους ΝΥΤ. Με τους στρατηγούς να επιμένουν σε ένα πόλεμο φθοράς και τους προέδρους Πούτιν και Μπάιντεν να κάνουν γενικόλογες δηλώσεις ότι θα ήταν ανοιχτοί σε μια «συζήτηση», χωρίς πραγματικό ανρίκρυσμα.   

Φυσικά το κόστος για τον εξοπλιστικό παροξυσμό του Μπάιντεν και του ΝΑΤΟ θα κληθεί να πληρώσει η εργατική τάξη των ΗΠΑ και αντίστοιχα, η εργατική τάξη σε όλες τις χώρες του ΝΑΤΟ. Όπως θα συνεχίσει να πληρώνει τον πληθωρισμό που οξύνει ο ενεργειακός πόλεμος του Μπάιντεν και των συμμάχων του με τη Ρωσία καθώς στην αρχή της εβδομάδας τέθηκε σε ισχύ το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου. 

«Μαύρα μαντάτα»

«Παραμένει αβέβαιο το πόσο αποτελεσματικό θα είναι το μέτρο αυτό γιατί μεγάλο μέρος του ρωσικού πετρελαίου εξάγεται προς την Κίνα και την Ινδία, χώρες που δεν ακολουθούν τη Δύση στις κυρώσεις κατά της Μόσχας» γράφει ο Μωυσής Λίτσης χαρακτηριστικά στη Ναυτεμπορική. «Για μία ακόμη φορά ο “μαύρος χρυσός”, αλλά και το φυσικό αέριο πλέον, αναδεικνύονται σε “κατάρα”, συνεχίζοντας να τροφοδοτούν γεωπολιτικά παιχνίδια. Και όπως δηλώνει στο BBC ο επικεφαλής της ιταλικής εταιρείας ενέργειας Enel Φραντσέσκο Σταράτσε “θα χρειαστούν χρόνια” για να ξαναγυρίσουν οι τιμές της ενέργειας στα προ του πολέμου της Ουκρανίας επίπεδα. Μαύρα κι άραχνα μαντάτα για όλους».

Οι ηγέτες των χωρών της ΕΕ μπορεί να υπέγραψαν το πλαφόν αλλά όλο και περισσότερο ανησυχούν ότι ο κυρίως ωφελημένος γεωπολιτικά και οικονομικά από την όξυνση των διεθνών ανταγωνισμών αναδεικνύεται ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός. Και όχι μόνο γιατί είναι οι χώρες της ΕΕ που πλήττονται ενεργειακά καθώς μέχρι και σήμερα εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο και πετρέλειο. 

Ενδεικτική είναι η ένταση που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ, με την αναθέρμανση του μεταξύ τους εμπορικού πολέμου εξαιτίας του προγράμματος των ΗΠΑ για τη μείωση του πληθωρισμού, «ένα επενδυτικό σχέδιο περίπου 369 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την οικοδόμηση ενός νέου βιομηχανικού οικοσυστήματος σε στρατηγικούς τομείς καθαρής ενέργειας» με την ΕΕ να «θεωρεί τις επιδοτήσεις αθέμιτο πλεονέκτημα και απειλή για τις θέσεις εργασίας στην ευρωπαϊκή πράσινη τεχνολογία» (euronews).  


«Οι δύο μεγάλες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Γαλλία και η Γερμανία, δεν συμμερίζονται την πολεμική φρενίτιδα που καταλαμβάνει τις χώρες της Βαλτικής» γράφει ο Άλεξ Καλίνικος στην εφημερίδα Socialist Worker αναπτύσσοντας μια άλλη πλευρά των σχέσεων των ΗΠΑ με τους συμμάχους τους. «Είναι σίγουρα μέρος του αντιρωσικού συνασπισμού, αλλά επιθυμούν μια γρήγορη επιστροφή στο προπολεμικό status quo. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς δήλωσε πρόσφατα ότι ο τερματισμός του πολέμου θα επέτρεπε την αποκατάσταση “των συμφωνιών ... που αποτέλεσαν τη βάση για την ειρήνη και την τάξη ασφαλείας στην Ευρώπη”.

Η στάση της Ουάσινγκτον είναι εντελώς διαφορετική. Η διοχέτευση βαρέων όπλων στην Ουκρανία και η εντατική εκπαίδευση των στρατευμάτων της αποσκοπεί στην αλλαγή της ευρωπαϊκής ισορροπίας δυνάμεων και στην "αποδυνάμωση" της Ρωσίας, όπως το έθεσε ο υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν πριν από μερικούς μήνες. Αλλά, για τις ΗΠΑ, η πραγματική απειλή είναι η Κίνα. Η νέα Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας της κυβέρνησης Μπάιντεν το καθιστά αυτό σαφές: "Η Ρωσία και η ΛΔΚ [Κίνα] αποτελούν διαφορετικές προκλήσεις. Η Ρωσία αποτελεί άμεση απειλή για το ελεύθερο και ανοικτό διεθνές σύστημα, ... όπως έδειξε ο βάναυσος επιθετικός της πόλεμος κατά της Ουκρανίας. Η ΛΔΚ, αντίθετα, είναι ο μόνος ανταγωνιστής που έχει τόσο την πρόθεση να αναδιαμορφώσει τη διεθνή τάξη όσο και, όλο και περισσότερο, την οικονομική, διπλωματική, στρατιωτική και τεχνολογική της ισχύ για να προωθήσει αυτόν τον στόχο".

Έτσι, ο Μπάιντεν (σ.σ. στη συνάντηση με τον Μακρόν στις ΗΠΑ) προσπάθησε να καθησυχάσει το Βερολίνο και το Παρίσι ότι δεν έχει μετατραπεί σε Dr Strangelove  και ότι, όταν έρθει η ώρα, θα διαπραγματευτεί με τον Πούτιν. Θέλει όμως να συσπειρώσει τους Ευρωπαίους εναντίον της Κίνας. Το επιλεγμένο εργαλείο αυτής της στρατηγικής είναι το ΝΑΤΟ. Όπως επισημαίνει ο Luce στους Financial Times: "Το ΝΑΤΟ εφευρέθηκε για τον Ψυχρό Πόλεμο. Τώρα επανεφευρίσκεται για έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο. Με κάποια επιτυχία, η Αμερική πιέζει τους Ευρωπαίους ομολόγους της στο ΝΑΤΟ να σκληρύνουν την επαγρύπνησή τους απέναντι στην Κίνα. Το υπονοούμενο αντάλλαγμα είναι σκληρό: Σας βοηθάμε με τη Ρωσία, βοηθήστε μας με την Κίνα ... Κορυφαίοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ, όπως η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ολλανδία, ενισχύουν την παρουσία τους στον Ινδο-Ειρηνικό. Οι μη ΝΑΤΟϊκοί σύμμαχοι, όπως η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, μοιάζουν όλο και περισσότερο με de facto μέλη του ΝΑΤΟ".

Εν τω μεταξύ, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ που βρίσκονται πιο κοντά στην πιθανή σύγκρουση αισθάνονται έντονα ανήσυχοι. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Nikkei Asia από την πρόσφατη συνάντηση της Ομάδας Ασίας-Ειρηνικού του δυτικού θινκτάνκ Τrilateral Commission: "Αν η συνάντηση στο Τόκιο κατέδειξε κάτι, αυτό είναι ότι οι ελίτ της Ασίας είναι νευρικές γιατί ο κόσμος οδεύει προς τη λάθος κατεύθυνση, τροφοδοτούμενος από τον εντεινόμενο ανταγωνισμό μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας ... Και το πρόβλημα, κατά την άποψη πολλών από τους συμμετέχοντες, είναι η Αμερική ... είναι η τάση των ΗΠΑ να εξάγουν την ιδεολογία τους που αποτελεί την κύρια ανησυχία για πολλούς".  Με άλλα λόγια, η προσπάθεια της Ουάσινγκτον κατά της Κίνας κινδυνεύει να αποξενώσει και όχι να συσπειρώσει τους συμμάχους της».


Η ανυπότακτη Συρία

Διαδήλωση και εισβολή στο κυβερνείο στη Σουέιντα στη Νότια Συρία πραγματοποιήθηκε την περασμένη Κυριακή με οικονομικά αιτήματα ενάντια στην αύξηση των τιμών και την φτώχεια. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης σκοτώθηκαν ένας διαδηλωτής και ένας αστυνομικός ενώ τέσσερις ακόμη πήγαν στο νοσοκομείο τραυματισμένοι απο σφαίρες. 

Η Σουέιντα όπως και άλλες πόλεις είναι αντιμέτωπες με περικοπές στη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας και έλλειψη καυσίμων που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή ενώ η δικτατορία του Άσαντ ανακοίνωσε τις τελευταίες ημέρες περαιτέρω μέτρα λιτότητας. Το 90% του πληθυσμού στη Συρία, ζει πλέον κάτω από το όριο της φτώχειας και 12,4 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν αρκετό φαγητό. Σύμφωνα με το Al Jazeera, «τον Φεβρουάριο, εκατοντάδες άνθρωποι είχαν διαδηλώσει ξανά στη Σουέιντα για να απαιτήσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και δημοκρατικό πολίτευμα».