«Έξω από τα γήπεδα ποτέ δεν χάρισε έστω κι ένα λεπτό από τον χρόνο του και ποτέ δεν έβγαλε έστω κι ένα νόμισμα από το πορτοφόλι του. Αλλά όσοι είχαμε την τύχη να τον δούμε να παίζει δεχθήκαμε δωρεές σπάνιας ομορφιάς... στιγμές που μας επιτρέπουν να πιστέψουμε ότι η αθανασία υπάρχει» Αυτά είχε δηλώσει ο Εδουάρδο Γκαλεάνο, ο γνωστός Ουρουγουανός δημοσιογράφος, συγγραφέας και λάτρης του ποδοσφαίρου, για τον Πελέ, που πέθανε σε ηλικία 82 ετών, στις 29 Δεκεμβρίου.
Στην καριέρα του είχε κατακτήσει τρία Παγκόσμια Κύπελλα (1958, 1962 και 1970), 6 πρωταθλήματα Βραζιλίας, 2 Κόπα Λιμπερταδόρες και 2 διηπειρωτικά. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958, στη Σουηδία, ήταν ο νεότερος παίκτης που συμμετείχε ποτέ στο τουρνουά και ακόμα και σήμερα είναι ο νεότερος σε ηλικία νικητής Παγκοσμίου Κυπέλλου. Αποκαλούμενος και ως «Μαύρο Μαργαριτάρι», έχει ψηφιστεί ως ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα από τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου (IFFHS) λαμβάνοντας 1.705 πόντους, με δεύτερο το Γιόχαν Κρόιφ με 1.303.
Προφανώς, δεν έχει σημασία να μπούμε στην (ατελείωτη) συζήτηση αν ο Πελέ ήταν ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στον κόσμο ή όχι. Σίγουρα, όμως, ήταν ο πρώτος super star του ποδοσφαίρου. Ένας «βασιλιάς» που άλλαξε το ποδόσφαιρο όχι μόνο μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου αλλά και έξω από αυτές. Έκανε το ποδόσφαιρο να ξεχωρίζει από όλα τα υπόλοιπα αθλήματα, το έκανε διάσημο και λαοφιλές σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Και στα “αλώνια” και στα “σαλόνια”.
Αυτή ήταν η μία και «λαμπερή» πλευρά του Πελέ. Υπάρχει, όμως, και μία πλευρά που δεν πρέπει να την ξεχνάμε. Την ταύτισή του με τους «ισχυρούς». Χρησιμοποίησε την φήμη του για να “ξεπλύνει” την δικτατορία της Βραζιλίας (1964-1988) και, ιδιαίτερα, τον αιμοσταγή δικτάτορα Μέντιτσι (1969-1974): «η Βραζιλία δεν είναι ακόµα ώριµη για τη δηµοκρατία». Το ίδιο έκανε και με τον βραζιλιάνο (και χουντικό) πρόεδρο της FIFA, Ζοάο Χαβελάντζε, που «εγκαινίασε» την εμπορευματοποίηση και τη διαφθορά στο ποδόσφαιρο και στη FIFA, και, κυρίως, στον μετέπειτα Ζεπ Μπλάτερ που πήγε τα σκάνδαλα διαφθοράς της FIFA σε «άλλο επίπεδο»: «Ήμουν υπέρ της επανεκλογής του Ζεπ Μπλάτερ. Είναι καλύτερο να έχεις ανθρώπους με εμπειρία σε αυτές τις θέσεις. Ήταν τέλεια». Στάθηκε υπέρ της διοργάνωσης του Μουντιάλ του 2014, από τη Βραζιλία, τη στιγμή που ο κόσμος ξεσηκώθηκε εναντίον της διοργάνωσης, γιατί, ενώ ζούσε κάτω από άθλιες συνθήκες, έβλεπε να σπαταλούνται δεκάδες δισ. δολάρια, για νέα γήπεδα και αχρείαστες υποδομές, που κατάληγαν στις τσέπες των αφεντικών, των αξιωματούχων της κυβέρνησης και της FIFA: «Ειλικρινά ανησύχησα αρκετά κατά τη διάρκεια του Confederations Cup με όλα αυτά τα κινήματα. Το ποδόσφαιρο πάντα έδινε ώθηση στη Βραζιλία και τώρα έχουμε τρεις υπέροχες διοργανώσεις: το Confederations Cup, το Παγκόσμιο Κύπελλο και τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η χώρα θα γεμίσει τουρίστες, θα αποκομίσει τόσα οφέλη και οι ίδιοι οι Βραζιλιάνοι καταστρέφουν ένα τέτοιο… πάρτι. Πολλοί άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν πως το ποδόσφαιρο δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική».
Αλλά, σε αντίθεση με ό,τι δήλωνε ο Πελέ, το ποδόσφαιρο έχει σχέση με την πολιτική και αυτό δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάμε για τους «βασιλιάδες» του ακόμα και όταν μας «μαγεύουν» με τον τρόπο που αγωνίζονται και βάζουν τη μπάλα στα δίχτυα…
Γιώργος Ράγκος
Η πινακίδα είναι από το Μεξικό το 1970, όταν η χώρα της Κεντρικής Αμερικής φιλοξενούσε το Μουντιάλ, με τον "Βασιλιά" να κατακτά στο τέλος του τουρνουά το τρίτο Παγκόσμιο Κύπελλο της καριέρας του.
Ακόμα και σήμερα είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που το έχει πετύχει.
Η πινακίδα αποτυπώνει αυτό που ένιωθαν οι άνθρωποι όταν τον έβλεπαν να παίζει: χαρά, ξεγνοιασιά και ενθουσιασμό.
Από την ανεπανάληπτη πρώτη του εμφάνιση στο Μουντιάλ της Σουηδίας το 1958 μέχρι την συγκλονιστική του παρουσία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970 με την Εθνική Βραζιλίας, τις επιτυχίες του με τη Σάντος και την προσπάθεια να κερδίσει οπαδούς το ποδόσφαιρο στις ΗΠΑ όταν φορούσε τη φανέλα της Νιου Γιορκ Κόσμος, ο Πελέ ήταν ένας από τους κορυφαίους που πάτησαν το χορτάρι - αν όχι ο κορυφαίος, όπως υποστηρίζουν πολλοί.
Καλό ταξίδι!
Υ.Γ. Σίγουρα θα θέλαμε να είχε αξιοποιήσει τη δύναμη του ονόματός του και εκτός των γηπέδων για όσα περνούσαν οι Βραζιλιάνοι την εποχή που μεγαλουργούσε, αλλά ο ίδιος επέλεξε να μην το κάνει...