Στις 23 Ιούλη του 1975 το κέντρο της Αθήνας μετατρέπεται για 24 ώρες σε πεδίο μάχης ανάμεσα στην αστυνομία του Κωσταντίνου Καραμανλή και χιλιάδες οικοδόμους που ξηλώνουν πεζοδρόμια, στήνουν οδοφράγματα και ανάβουν φωτιές. Και δεν είναι οι μόνοι. Ο αγώνας τους είναι κομμάτι ενός μεγάλου κύματος που έμελλε να καθορίσει σημαντικά τις εξελίξεις στη χώρα όλες τις επόμενες δεκαετίες μέχρι σήμερα.
«Την περίοδο 1975-78, η Ελλάδα γνωρίζει για πρώτη φορά λόγω της ανάπτυξης του εργοστασιακού κινήματος, το φαινόμενο των άγριων απεργιών» γράφει ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος στο βιβλίο του ‘Η Ελλάδα στη Μεταπολίτευση’. «Απεργίες πολυήμερες με καταλήψεις και άμεση δημοκρατία δημιουργούν σοβαρούς τριγμούς στο συναινετικό κλίμα που έχει επιβληθεί με την επαναφορά της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας». Αυτή η κατάσταση έκανε τον Λάσκαρη, υπουργό Εργασίας του Καραμανλή να δηλώνει τον Ιούνη του ‘75 ότι η «κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να πατάξει κάθε αναρχική εκδήλωση και να προασπίσει τα συμφέροντα της Δημοκρατίας και της Χώρας και θα το πράξει αν οι εξτρεμιστές συνεχίσουν τις προκλήσεις τους».
Πρωταγωνιστής αυτού του κινήματος δεν είναι πλέον, όπως στα Ιουλιανά του ‘65, μόνο οι οικοδόμοι, αλλά η νέα εργατική τάξη που μαζικά ήρθε να δουλέψει στα εργοστάσια στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Είναι ενδεικτικό ότι το 1969 υπήρχαν στην Ελλάδα, 421 επιχειρήσεις που είχαν πάνω από 100 εργάτες, ενώ το 1973 ο αριθμός αυτός είχε αυξηθεί θεαματικά στις 583. Την ίδια περίοδο, ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας ήταν περίπου στο 10%, όσο είναι σήμερα ο ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας – όχι βέβαια γιατί είχαμε τον δικτάτορα Παπαδόπουλο όπως υποστηρίζουν και σήμερα τα «πνευματικά» του τέκνα στο ΛΑΟΣ και τη Χρυσή Αυγή – αλλά γιατί ακόμα όλος ο πλανήτης κινιόταν με τη δυναμική του οικονομικού μπουμ που ακολούθησε την καταστροφή του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου.
Αυτοί οι ρυθμοί ανάπτυξης μπορεί να σήμαναν φοβερά κέρδη για τον αναπτυσσόμενο ελληνικό καπιταλισμό, αλλά για τους εργάτες σήμαναν ψίχουλα καθώς η χούντα κράταγε καθηλωμένους τους μισθούς. Και όταν ξέσπασε η λεγόμενη «πετρελαϊκή» κρίση το 1973-74 και αυτοί οι ρυθμοί άρχισαν να πέφτουν, οι εργοδότες άρχισαν να γίνονται ακόμα πιο «φειδωλοί». Παρόλα αυτά, μέσα σε συνθήκες χούντας, θα γίνουν οι πρώτες απεργίες σε μια σειρά από χώρους που θα διεκδικήσουν αυξήσεις και εργασιακά δικαιώματα όπως διεξοδικά παρουσιάζει και η Ματίνα Λέτσα στο βιβλίο της «Οι εργατικοί αγώνες την περίοδο της δικτατορίας».
Είναι αυτή, η νέα εργατική τάξη, που το Νοέμβρη του 1973 αγκάλιασε την κατάληψη των φοιτητών του Πολυτεχνείου μετατρέποντάς την σε λαϊκή εξέγερση, είναι αυτή η δύναμη που παραλύει την επιστράτευση του Ιωαννίδη το καλοκαίρι του 1974 οδηγώντας στην πτώση της χούντας - είναι η ίδια ακριβώς δύναμη, που τα αμέσως επόμενα χρόνια μπαίνει στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την αποχουντοποίηση, απαιτώντας ταυτόχρονα να βάλει χέρι στα κέρδη των αφεντικών. Οι εργαζόμενοι διεκδικούν αυξήσεις στους μισθούς και δικαίωμα να έχουν εργοστασιακά σωματεία (η οργάνωση κατά επάγγελμα και κλάδο εμπόδιζε τις κοινές απεργίες μέσα στα εργοστάσια). Διεκδικούν εργασιακά δικαιώματα και συνδικαλιστικές ελευθερίες, συνδικάτα όχι ελεγχόμενα από χουντικούς και εργοδοτικούς.
Και όχι μόνο. Εχοντας ρίξει τη χούντα, με την αυτοπεποίθηση στα ύψη, ο κόσμος θέλει να πάει ακόμα παρά πέρα. Το αίτημα για μια σοσιαλιστική κοινωνία που η οικονομία θα δουλεύει για τους αδύναμους εμπνέει εκατομμύρια ανθρώπους, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε χώρες σαν την Πορτογαλία, όπου βρίσκεται σε εξέλιξη η Επανάσταση των Γαρυφάλλων ή την Ισπανία, όπου η 40χρονη φασιστική δικτατορία του Φράνκο οδηγείται σε κατάρρευση – ένας δεύτερος γύρος του Μάη του ’68. Η σύγκρουση δεν αργεί να έλθει.
Η πρώτη απεργία
Η πρώτη απεργία της μεταπολίτευσης θα ξεσπάσει στις 4 Οκτώβρη του 1974, στη Νάσιοναλ Καν. Η Διονυσία Πυλαρινού (μέλος σήμερα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΕΚ, εργάτρια τότε στην εταιρία που απολύθηκε μαζί με ένα συνάδελφό της γιατί έφτιαξαν μια εργοστασιακή επιτροπή βάσης που προσπαθούσε να στήσει σωματείο) θυμάται:
«Με πρόταση της επιτροπής αποφασίσαμε να κατεβούμε σε απεργία με αίτημα την επαναπρόσληψη των απολυμένων και αυξήσεις στα μεροκάματα. Η συμμετοχή ήταν 100%. Στο εργοστάσιο δουλεύανε και 50 Πακιστανοί εργάτες. Συμμετείχαν όλοι τους στην απεργία και μάλιστα με πανώ που έγραφαν στις δύο γλώσσες ‘Ελληνες-Πακιστανοί εργάτες ενωμένοι’. Η είδηση ότι ξέσπασε η απεργία εξαπλώθηκε γρήγορα. Εργάτες από τα γύρω εργοστάσια έρχονταν στη Νάσιοναλ Καν να συμπαρασταθούν καθημερινά πριν πάνε στις δουλειές τους. Μαζί τους κόσμος από τις γειτονιές της Ελευσίνας και φοιτητές. Η απεργία κράτησε μια βδομάδα, αλλά έδωσε το πράσινο φως».
Τη Νάσιοναλ Καν ακολούθησαν οι τεχνικοί Τύπου, η ΗΒΗ, η Ολυμπιακή, η ΙΤΤ, η Πεσινέ, οι μεταλλωρύχοι του Μποδοσάκη, τα Ναυπηγεία της Ελευσίνας, οι έκτακτοι του ΟΠΑΠ, οι γιατροί του ΚΑΤ. Το 1975, στη μάχη μπαίνουν πλέον όλα τα μεγάλα εργοστάσια που γίνονται κάστρα του απεργιακού αγώνα: Βιαμάξ, Βιοχάλκο, όλα τα Ναυπηγεία, όλα τα Ορυχεία, Πίτσος, Εσκιμό, Ιζόλα, Τριαντέξ, Τρικοπί, Φούλγκορ, Βιοχρώμ, ΕΤΜΑ, Λαδόπουλος – ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Οι απεργοί οργανώνονται στις εργοστασιακές επιτροπές βάσης, οργανώνουν απεργιακές φρουρές και πολλές φορές έρχονται αντιμέτωπες όχι μόνο με τους απεργοσπάστες, αλλά και τα ΜΑΤ.
Το κίνημα περνάει από το ένα εργοστάσιο στο άλλο αγκαλιάζοντας ολόκληρους τους κλάδους αιχμής: Κλωστοϋφαντουργία, ηλεκτρικές συσκευές, ναυπηγεία, αμαξώματα, οικοδομές. Οι μαίες και οι νοσοκόμες που δουλεύουν στις κλινικές (ΕΣΥ βέβαια δεν υπήρχε) κατεβαίνουν στους δρόμους, οι τηλεφωνήτριες του ΟΤΕ ξεκινάνε απεργίες. Ο αέρας του ξεσηκωμού φτάνει παντού. Στη Βραζιλία, ναυτικοί καταλαμβάνουν το πλοίο «Αιόλιαν Γουιντ» και κρεμάνε στη γέφυρα το πανώ «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη».
Το κύριο όπλο είναι η αλληλεγγύη. Όταν κυβέρνηση και εργοδοσία χτυπάνε την απεργία στον Πίτσο, ξεσπάνε απεργίες συμπαράστασης στην Ιζόλα, την Εσκιμό, τους εργάτες δήμου και τους οικοδόμους του Πειραιά. Όταν ο Καραμανλής στέλνει τη χωροφυλακή να σπάσει την απεργία των μεταλλωρύχων του Μποδοσάκη στο Μαδεμ Λάκο στην Χαλκιδική, ολόκληρα τα μαντεμοχώρια συγκεντρώνονται στις πύλες των στοών. Οι συγκρούσεις και οι απεργίες κρατάνε μήνες με τους ροπαλοφόρους να προσπαθούν να επιβάλλουν την τρομοκρατία μέσα στα χωριά.
Ενας αγώνας σύμβολο ήταν αυτός των εργατών της ΜΕΛ. Γράφει ο Λέανδρος Μπόλαρης στο βιβλίο ‘Το Πολυτεχνείο είναι εδώ’: «Το σύνθημα - νόμος είναι το δίκιο του εργάτη – που ακούγεται σήμερα σε κάθε απεργιακή διαδήλωση, ειπώθηκε για πρώτη φορά από τους απεργούς της χαρτοποιίας ΜΕΛ στη Θεσσαλονίκη το Σεπτέμβρη του 1975. Ο αγώνας τους κράτησε μήνες. Οι εργάτες κάνουν κάθε μέρα συνέλευση, όπου συζητάνε την πορεία του αγώνα και παίρνουν αποφάσεις. Θα κατεβούν στην Αθήνα, θα καταθέσουν στεφάνι στο Πολυτεχνείο και μετά την πορεία στη Βουλή θα εγκατασταθούν στα Προπύλαια. Μαζί τους θα ενωθούν απεργοί από το άλλο εργοστάσιο του Λαδόπουλου στην Πάτρα». Αυτό είναι το άσυλο που με τόση λύσσα προσπαθεί ακόμα, σχεδόν μισό αιώνα μετά, να καταργήσει η κυρία Διαμαντοπούλου.
Όταν η κυβέρνηση πάει να βάλει χέρι στα παραπήγματα στις εργατογειτονιές, από την Αγία Βαρβάρα, το Πέραμα και το Σχιστό μέχρι τον Εύοσμο, την Πολίχνη και τη Σταυρούπολη, ο κόσμος αντιστέκεται για μέρες ηρωικά στα ΜΑΤ που στο μεταξύ έχει φτιάξει ο Καραμανλής για την καταστολή των απεργιών – φτιάχνοντας τις Κερατέες της εποχής. Κομμάτια του πληθυσμού που ο καπιταλισμός έβαζε στο περιθώριο της κοινωνίας, όπως οι τυφλοί που υφίστανται έλεγχο και εκμετάλλευση από τους στημένους χουντοσυλλόγους, κατεβαίνουν σε διαδηλώσεις και πολυήμερες απεργίες πείνας με σύνθημα «ψωμί-δουλειά-όχι ζητιανιά».
Επαναστατικές ιδέες
Και βέβαια, την ίδια περίοδο και πολλές φορές σε άμεση σύνδεση με τους εργατικούς αγώνες, συνεχίζει να δυναμώνει το νέο φοιτητικό κίνημα που μπήκε στη φωτιά το Νοέμβρη του 1973 και το μαθητικό κίνημα που διεκδικεί συνδικαλιστικές ελευθερίες στα σχολεία. Μαζί με τους αγώνες ανεβαίνει και η ζήτηση για επαναστατικές ιδέες με αποτέλεσμα την έκδοση εκατοντάδων βιβλίων των κλασσικών του Μαρξισμού που γίνονται τα μπεστ σέλερ της εποχής. Φοιτητές, μαθητές και εργάτες οργανώνονται κατά χιλιάδες στα κόμματα και τις νεολαίες της αριστεράς, ενώ ιδιαίτερα μεγαλώνουν οι νέες οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς.
Στη διάρκεια αυτών των χρόνων οι εργάτες θα καταφέρουν να κερδίσουν μια σειρά από κατακτήσεις. Αμεσα, θα επιβάλλουν στα αφεντικά αυξήσεις στους μισθούς που φτάνουν το 25% και 40%. Το εργατικό κίνημα θα διεκδικήσει και θα κερδίσει έστω και ετεροχρονισμένα εργατικά δικαιώματα, το 5νθήμερο εργασίας και άλλα και θα βγει δυναμωμένο από αυτή τη μάχη, καθώς σωματεία και συνδικάτα αρχίζουν να φτιάχνονται παντού. Μέσα σε αυτούς τους αγώνες ζυμώνονται ζητήματα, όπως η κατάργηση των κλινικών και δημόσια υγεία, το άσυλο, αλλά και συνολικότερα όπως ο εργατικός έλεγχος και η αλλαγή της κοινωνίας.
Κορύφωση όλων αυτών των αγώνων θα αποτελέσει, στις 24-25 Μάη του 1976, η 48ωρη Γενική Απεργία ενάντια στον αντεργατικό νόμο 330 που έφτιαξε η κυβέρνηση Καραμανλή για να περιορίσει τις απεργίες – μόνο το 1976, στο αποκορύφωμά αυτού του κινήματος έγιναν 575 απεργίες με 294.000 απεργούς. Στις 25 Μάη τα ΜΑΤ χτυπάνε το πανεργατικό συλλαλητήριο, αλλά οι εργάτες αντιστέκονται και τα οδοφράγματα καταλαμβάνουν τεράστια έκταση. Τα χρόνια που θα ακολουθήσουν, οι απεργίες και οι αγώνες θα συνεχίσουν, αν και με λιγότερη ορμή.
Η ταινία (του 1980) «Θανάση σφίξε κι άλλο το ζωνάρι» με το Θ. Βέγγο μεταφέρει αρκετό από το πνεύμα της εξέγερσης που μετέτρεπε τις μέρες της μεταπολίτευσης, ακόμα και τον πιο φοβισμένο εργάτη σε αγωνιστή της πρώτης γραμμής. Ακόμα περισσότερο το ντοκιμαντέρ «Ο Αγώνας-Κοινωνικοί Αγώνες 1974-80».
Διαβάστε επίσης τα άρθρα:
Μέχρι πού μπορούσε να φτάσει το κίνημα;
Αντικαπιταλιστική ρήξη και ανατροπή