Την περασμένη Παρασκευή η Silicon Valley Bank (SVB), μια αμερικανική τράπεζα που ειδικευόταν στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας και των νεοφυών επιχειρήσεων (Start-ups) χρεοκόπησε. Ήταν η μεγαλύτερη πτώχευση χρηματοπιστωτικού ιδρύματος των τελευταίων 15 ετών.
Η πτώση της ξύπνησε τους εφιάλτες της «κρίσης χρέους» που πυροδότησε τον Σεπτέμβρη του 2008 η κατάρρευση της Lehman Brothers για να βυθίσει στη συνέχεια την παγκόσμια οικονομία στη χειρότερή της κρίση από τη δεκαετία του 1930.
Μέτρα έκτακτης ανάγκης
Στην κυβέρνηση και την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ σήμανε συναγερμός. Ο Τζο Μπάιντεν, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, έσπευσε να δηλώσει ότι «θα κάνει οτιδήποτε απαιτηθεί» για να προστατέψει την αμερικανική οικονομία.
Η Τζάνετ Γέλεν, η υπουργός Οικονομικών, απέκλεισε μεν από την αρχή το σενάριο της διάσωσης της τράπεζας με δημόσιο χρήμα αλλά υποσχέθηκε ταυτόχρονα ότι κανένας πελάτης της SVB δεν πρόκειται να χάσει τις καταθέσεις του. Στις ΗΠΑ οι καταθέσεις είναι εγγυημένες από τον Ομοσπονδιακό Οργανισμό Εγγύησης Καταθέσεων (Federal Deposit Insurance Corporation - FDIC) ως το ποσό των 250 χιλιάδων δολαρίων. Οι πελάτες της SVB, όμως, δεν ήταν εργαζόμενοι και συνταξιούχοι που μπορεί να έχουν στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς μερικές χιλιάδες δολάρια: ήταν επιχειρήσεις που διατηρούσαν στους λογαριασμούς τους τα «κεφάλαια κίνησης» –ποσά δηλαδή που μετριούνται σε εκατομμύρια για τις μεσαίες και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Την Κυριακή η FDIC ανακοίνωσε την επέκταση της εγγύησης για τους πελάτες της SVB για το σύνολο του ποσού, ανεξάρτητα από το ύψος της κατάθεσης.
Ταυτόχρονα η αμερικανική κεντρική τράπεζα (FED) ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου ύψους 25 εκατομμυρίων στο οποίο θα μπορούν να καταφεύγουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην περίπτωση που αντιμετωπίσουν ένα κύμα αναλήψεων. Το ταμείο αυτό θα προσφέρει δάνεια έκτακτης ανάγκης στις δοκιμαζόμενες τράπεζες διάρκειας έως και ενός έτους και επιτόκια ελάχιστα μόνο μεγαλύτερα από το «κανονικό». Και με τη μεσολάβηση των βρετανικών αρχών το υποκατάστημα της SVB του Λονδίνου «πουλήθηκε» στην τράπεζα HSBC έναντι μιας λίρας.
Την ίδια στιγμή τα ΜΜΕ και οι ειδικοί έτρεξαν (και τρέχουν) να μοιράσουν τις συνήθεις διαβεβαιώσεις: «το τραπεζικό μας σύστημα είναι θωρακισμένο», «η περίπτωση της Silicon Valley Bank είναι ειδική», «οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν κινδυνεύουν» και πάει λέγοντας. Η ίδια η φρασεολογία, οι όροι και τα κλισέ, όμως, μοιάζουν σαν να έχουν βγει κατευθείαν από τις εφημερίδες του 2008-9. «Καμιά… δεν μοιάζει με τη SVB» μας διαβεβαίωνε τη Δευτέρα η «δική μας» Ναυτεμπορική. «Είναι δυνατόν να επαναληφθεί το 2008;», αναρωτιόταν ρητορικά η Καθημερινή το περασμένο Σάββατο. «Προς το παρόν όχι και οι ειδικοί δεν αναμένουν ότι θα υπάρξουν προβλήματα που θα εξαπλωθούν στον ευρύτερο τραπεζικό τομέα» ήταν η απάντηση. Και τα «μπαζούκας», τα ισχυρά όπλα που θα προστάτευαν υποτίθεται τις εθνικές οικονομίες από την κρίση χρέους την περίοδο των μνημονίων, επέστρεψαν στην αρθρογραφία των ελληνικών εφημερίδων. «Γιατί διαφέρουν οι ελληνικές τράπεζες από την SVB» έγραφε χαρακτηριστικά η Καθημερινή το πρωί της Τρίτης. Μην ανησυχείτε: η οικονομία μας βρίσκεται σε στιβαρά χέρια.
Μπούρδες. Την Κυριακή μια ακόμα αμερικανική τράπεζα, η Signature Bank, κατέρρευσε. Το πρωί της Δευτέρας οι μετοχές των τραπεζών πήραν τον κατήφορο στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Στις ΗΠΑ γράφει η εφημερίδα Financial Times, «οι μετοχές της τράπεζας First Republic έπεσαν ως και 79% και η διαπραγμάτευση σταμάτησε 15 φορές μέσα στις πρώτες δυόμιση ώρες παρά τις διαβεβαιώσεις της τράπεζας που έλεγε στους επενδυτές ότι διαθέτει αχρησιμοποίητη ρευστότητα 70 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η μέρα έκλεισε για την τράπεζα με απώλειες 61,8%». Η μετοχή της Western
Alliance Bancorp έχασε το 47% της αξίας της. Της KeyCorp το 27%. Συνολικά ο δείκτης των «μεγάλων τραπεζών» υποχώρησε μέσα σε μια ημέρα σχεδόν 12% κάτω.
Το «τσουνάμι» δεν περιορίστηκε στις ΗΠΑ. Ο Ευρωπαϊκός τραπεζικός δείκτης STOXX έχασε τη Δευτέρα 7% -αφού είχε χάσει ένα ακόμα 4% την περασμένη εβδομάδα. Ανάμεσα στις τράπεζες που χτυπήθηκαν άγρια ήταν και η γερμανική
Commerzbank και η ισπανική Banco Sabadell και η αυστριακή Bawag. Την Τρίτη ο πανικός απλώθηκε στο χρηματιστήριο του Τόκυο, της Σεούλ και του Χονγκ Κονγκ.
Γιατί κατάρρευσε η SVB
Η SVB ήταν, παρά τη φιλολογία, μια τράπεζα σαν όλες τις άλλες. Ειδικευόταν πράγματι στις Start-Ups, στις νέες καινοτόμες επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας –σε επενδύσεις με υψηλό ρίσκο δηλαδή. Αλλά ήταν ταυτόχρονα και πολύ συντηρητική, όσον αφορά στην συνολική της στρατηγική. Τα τελευταία χρόνια είχε τοποθετήσει πολλά δισεκατομμύρια σε ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου –στην πιο ασφαλή, τυπικά, επένδυση στον κόσμο. Το ίδιο κάνουν συστηματικά όλες οι μεγάλες τράπεζες, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Η Κίνα έχει στα «θησαυροφυλάκια» της ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τρία -καθόλου ανεξάρτητα μεταξύ τους- γεγονότα ρούφηξαν την SVB στην άβυσσο: η επιστροφή του πληθωρισμού, η άνοδος των επιτοκίων και η ύφεση -ιδιαίτερα στις εταιρίες υψηλής τεχνολογίας. Η ύφεση ανάγκασε πολλές από τις εταιρίες - πελάτες της SVB να σηκώσουν τις καταθέσεις τους για να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες τους (μισθούς, φόρους, πληρωμές σε προμηθευτές κλπ) που συνήθως καλύπτονταν από τα τρέχοντα έσοδα από τις πωλήσεις. Αυτές οι αναλήψεις εξάντλησαν γρήγορα τα διαθέσιμα «μετρητά» της τράπεζας. Για να μπορέσει να καλύψει τις απαιτήσεις των πελατών της αναγκάστηκε να ξεπουλήσει ένα μέρος από τα ομόλογα που κατείχε. Τα ομόλογα όμως που είχε αγοράσει πχ πριν από δυο χρόνια έχουν μικρότερη απόδοση από αυτά που εκδίδει το αμερικανικό δημόσιο (με τα νέα υψηλά επιτόκια) σήμερα. Και όταν πέφτει η απόδοση των ομολόγων, πέφτει και η τιμή τους. Με απλά λόγια η τράπεζα αναγκάστηκε να πουλήσει τα ομόλογα με μεγάλη ζημιά. Και χρεοκόπησε. Και το ίδιο κινδυνεύει να πάθει οποιαδήποτε άλλη τράπεζα –παρά τις διαβεβαιώσεις των ΜΜΕ και των ειδικών.
Οι εταιρίες υψηλής τεχνολογίας δεν είναι οι μόνες που έχουν χτυπηθεί από την ύφεση. Κάθε άλλο: πριν από δυο μόνο μήνες οι οικονομικές στήλες της Καθημερινής έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για την «πτώση της αγοράς των ακινήτων» που απειλεί «την παγκόσμια οικονομία». «Στα 175 δις τα κόκκινα δάνεια, υποχώρηση τιμών σε Ευρώπη και ΗΠΑ» έγραφε ο υπότιτλος.
Κρίση
Η κατάρρευση της SVB θέτει τώρα ξανά σε αμφισβήτηση την πολιτική της ανόδου των επιτοκίων που είχαν υιοθετήσει όλες (σχεδόν) οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου τους τελευταίους μήνες, με στόχο την συγκράτηση του πληθωρισμού. Μέχρι πριν μερικές ημέρες οι αγορές αναρωτιούνταν αν η αμερικανική κεντρική τράπεζα θα αυξήσει κατά ένα τέταρτο ή κατά μισή ποσοστιαία μονάδα τα επιτόκιά της στην επόμενη συνεδρίαση της νομισματικής επιτροπής. Τώρα άλλοι στοιχηματίζουν ότι δεν θα τα αυξήσει καθόλου και άλλοι ότι θα τα μειώσει.
Η παγκόσμια οικονομία δεν βγήκε στην πραγματικότητα ποτέ από την κρίση «χρέους» του 2008-2009. Τα μέτρα των κυβερνήσεων και των κεντρικών τραπεζών (τα πακέτα διάσωσης, τα μηδενικά επιτόκια, τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης κλπ), η διασωλήνωση δηλαδή της οικονομίας με το δημόσιο ταμείο και τα πιεστήρια των κεντρικών τραπεζών, έσωσαν τον «ασθενή» από τον βέβαιο θάνατο –με εξαίρεση την Ελλάδα και μερικές ακόμα φτωχές χώρες του «οικονομικού νότου» η κρίση δεν πήρε πουθενά τις διαστάσεις που είχε πάρει η κρίση της δεκαετίας του 1930. Αλλά ο «ασθενής» δεν συνήλθε ποτέ. Οι «αρχές» προσπάθησαν τα δυο τελευταία χρόνια, κάτω από την πίεση του πληθωρισμού, να βγάλουν την παγκόσμια οικονομία από την «μηχανική υποστήριξη». Τώρα φαίνεται ότι χωρίς τη διασωλήνωση το σύστημα δεν μπορεί να επιβιώσει.
Οι άρχουσες τάξεις, είναι βέβαιο, ότι θα κάνουν «ό,τι είναι απαραίτητο» για να σώσουν το σύστημά τους από την κατάρρευση. Το τι θεωρούν απαραίτητο το γνωρίζουμε πολύ καλά: λιτότητα, περικοπές, απολύσεις, ιδιωτικοποιήσεις, μνημόνια. Οι εργάτες και οι φτωχοί, όμως, δεν έχουν κανένα λόγο να κάνουν καμιά θυσία για να στηρίξουν αυτό το σύστημα. Αυτό που χρειάζεται είναι να το τσακίσουμε, όχι να το σώσουμε.