Στις 9 Απρίλη του 1953 ο Σπύρος Μαρκεζίνης, ο υπουργός Συντονισμού της δεξιάς κυβέρνησης του «Συναγερμού» προχώρησε σε μια άγρια και αιφνιδιαστική υποτίμηση της δραχμής ως προς το αμερικάνικο δολάριο: στις 8 Απρίλη ένα δολάριο αντιστοιχούσε σε 15.000 δραχμές. Το επόμενο πρωί σε 30.000 δραχμές. Ύστερα έκοψαν τα μηδενικά και η ισοτιμία έγινε 1δολάριο=30 δραχμές.
Η δραχμή είχε υποτιμηθεί άλλες επτά φορές μέσα στα 8 περίπου χρόνια που είχαν περάσει μέχρι τότε από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Καμιά από αυτές, όμως, δεν είχε καταφέρει να σταθεροποιήσει ούτε το νόμισμα, ούτε την ελληνική οικονομία. Ο Μαρκεζίνης υποτίθεται ότι τα κατάφερε και τα δυο.
Οι δεξιές εφημερίδες θυμούνται κάθε χρόνο την επέτειο της υποτίμησης του 1953. Φέτος, δεν υπάρχει αμφιβολία, τα αφιερώματα και τα εγκωμιαστικά σχόλια θα απογειωθούν. Όχι μόνο επειδή συμπληρώνονται ακριβώς εβδομήντα χρόνια από τον Απρίλη του 1953. Αλλά κύρια για να μας «υπενθυμίσουν» πόσο αναγκαία και αποτελεσματικά είναι τα αντιλαϊκά μέτρα κάθε φορά που η οικονομία “μας” αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Οι πρωταγωνιστές
Ο Συναγερμός, το κόμμα που είχε ιδρύσει ο Αλέξανδρος Παπάγος, ο στρατηγός που είχε νικήσει τους «συμμορίτες» (όπως αποκαλούσαν οι δεξιοί το ΕΑΜ) στον εμφύλιο, κέρδισε με μια συντριπτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία τις εκλογές που έγιναν τον Νοέμβριο του 1952. Την επιτυχία του ο Παπάγος την χρώσταγε πολύ περισσότερο στο πλειοψηφικό σύστημα που εφαρμόστηκε σε εκείνες τις εκλογές (ένα σύστημα που χαρίζει σχεδόν όλες τις έδρες στο πρώτο κόμμα) παρά στην πραγματική του δημοτικότητα. Η πρώτη “επιτυχία” της νέας κυβέρνησης ήταν η σύλληψη τον Δεκέμβρη του 1952 του Νίκου Πλουμπίδη, ενός ιστορικού στελέχους της Αριστεράς. Ο Πλουμπίδης καταδικάστηκε τον Ιούλιο του 1953 «δις εις θάνατον» και εκτελέστηκε στο Δαφνί ένα περίπου χρόνο αργότερα.
Ο Μαρκεζίνης ήταν ήδη διάσημος όταν τον διόριζε ο Παπάγος υπουργό Συντονισμού. Η λέξη «διάσημος» είναι μάλλον παραπλανητική. Διαβόητος θα έπρεπε να πούμε καλύτερα: ένα διαβόητο ακροδεξιό κάθαρμα. «Την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας» έγραφε πριν από μερικά χρόνια ο Τάσος Κωστόπουλος στην Εφημερίδα των Συντακτών «ήταν νομικός σύμβουλος του βασιλιά Γεωργίου Β’». Στην διάρκεια της κατοχής πρωτοστάτησε στη δημιουργία της ακροδεξιάς οργάνωσης «Δεσμός» (είναι η ελληνική μετάφραση της ιταλικής λέξης “Φάτσιο” από την οποία είχε πάρει το όνομά του το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι στην Ιταλία). «Στη δεύτερη φάση της Κατοχής… υπήρξε κεντρικό στέλεχος ενός μυστικού καθοδηγητικού μηχανισμού που συγκροτήθηκε… για τη χρηματοδότηση των αντι-ΕΑΜικών οργανώσεων από τους ντόπιους καπιταλιστές… Τον Ιούνιο του 1946, Μαρκεζίνης και Ζαλοκώστας επέβαλαν στην κυβέρνηση Τσαλδάρη τη δημιουργία ακροδεξιών παρακρατικών συμμοριών, καθοδηγούμενων από “ειδικό γραφείο” του ΓΕΣ κι επιφορτισμένων με τη δολοφονία και “εξαφάνισιν” των νόμιμων ακόμη στελεχών της Αριστεράς».
Ο Μαρκεζίνης ήρθε σε σύγκρουση με τον Παπάγο τον Απρίλιο του 1954. Αλλά η καριέρα του δεν τελείωσε εκεί: το 1973 η Χούντα των Συνταγματαρχών τον διόρισε «Πρωθυπουργό της Ελλάδος». Η σφαγή του Πολυτεχνείου ήταν “έργο” της δικής του κυβέρνησης.
Η δεκαετία του 1950 και η κρίση της ελληνικής οικονομίας
Τον Νοέμβριο του 1951 η αμερικανική έκθεση «Τένενμπαουμ» περιέγραφε με αυτά τα λόγια την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας:
«Μια ειλικρινής κι έγκυρη αξιολόγηση των πολιτικών που ακολουθήσαμε στο παρελθόν, οδηγεί αναπόφευκτα στο συμπέρασμα ότι τα αποτελέσματά τους είναι αρνητικά. Σταματήσαμε τον κομμουνισμό. Αλλά δεν έχουμε τίποτα βιώσιμο στη θέση του. Δώσαμε πολύ βοήθεια στην Ελλάδα. Αλλά ελάχιστη έφτασε στους Έλληνες που την χρειάζονται περισσότερο. Πληρώσαμε για ακριβές επενδύσεις. Αλλά όσο τις εξετάζουμε, τόσο λιγότερο νόημα φαίνεται να έχουν… Αποκαταστήσαμε την τάξη. Αλλά αυτή η τάξη προστατεύεται από διαδοχικές αδύνατες κυβερνήσεις, αντιδημοφιλείς, αναξιόπιστες και διαβρωμένες από τη διαφθορά… Συνοπτικά στην Ελλάδα έχουμε ότι είχαμε και στην Κίνα – μια χώρα διαλυμένη… (που) επιβιώνει με τη δική μας συνεχιζόμενη βοήθεια»
Η έκθεση πρότεινε μια σειρά από δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης: την συρρίκνωση του επενδυτικού προγράμματος, την ισοσκέλιση του προϋπολογισμού με την περικοπή δαπανών και απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, την εγκατάλειψη του «δελτίου» τροφίμων στο οποίο στηριζόταν η επιβίωση των φτωχών και τη δραστική περικοπή των επιδοτήσεων. Οι ΗΠΑ, έγραφε η έκθεση, έχουν την εξουσία να επιβάλουν αυτά τα μέτρα: «Η δύναμή μας στην Ελλάδα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη χώρα του Σχεδίου Μάρσαλ. Ο οικονομικός λόγος είναι απλός: περίπου το 25% του εθνικού εισοδήματος της Ελλάδας προέρχεται από τα ελεύθερα δώρα της αμερικανικής βοήθειας». Ο πραγματικός εμπνευστής των μέτρων που επέβαλε τον Απρίλη του 1953 ο Μαρκεζίνης ήταν η έκθεση Τένενμπαουμ.
Η αμερικανική βοήθεια συρρικνώθηκε δραματικά στους μήνες που μεσολάβησαν ανάμεσα στην έκθεση και την υποτίμηση της 9ης Απρίλη του 1953. Το 1951 η Ουάσιγκτον αποφάσισε να μειώσει την βοήθεια προς την Ελλάδα κατά 25% - από τα 236 εκατομμύρια δολάρια στα 182. Το 1952 έπεσε στα 80 εκατομμύρια δολάρια. «Το φθινόπωρο του 1952, λίγο πριν τις εκλογές, το θέμα της υποτίμησης είχε μετατραπεί σε αντικείμενο πλειοδοσίας», έγραφε ο Γιώργος Σταθάκης (πολλά χρόνια πριν γίνει υπουργός της κυβέρνησης του
ΣΥΡΙΖΑ) στο βιβλίο του «Το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ». Το ερώτημα δεν ήταν αν θα γίνει υποτίμηση ή όχι, αλλά πόσο άγρια θα ήταν αυτή. «Τον Οκτώβριο του ’50 η αποστολή του ΔΝΤ είχε προτείνει 30%. Στα τέλη του ’51 μια Ομάδα Εργασίας Ελλήνων καθηγητών 30-40% και λίγους μήνες αργότερα η έκθεση Βαρβαρέσου είχε προκρίνει το 40%. Τον Ιούλιο του ’52 οι Constanzo και Turkel … πρότειναν 40-50%...»
Οι συνέπειες
Η υποτίμηση της δραχμής κατά 50% ήταν ένα μόνο από τα δραστικά μέτρα που επέβαλε ο Μαρκεζίνης τον Απρίλιο του 1953. Το «εθνικό μας νόμισμα» συνδέθηκε μέσω των μηχανισμών της Συμφωνίας του Μπρέτον Γούντς «σκληρά» με το δολάριο. Το «δελτίο άρτου» καταργήθηκε. Τον Νοέμβριο του 1953 η κυβέρνηση ψήφισε τον διαβόητο νόμο 2687/1953 με τον οποίο το ελληνικό κράτος προσέφερε όχι μόνο εγγυήσεις αλλά και φοροαπαλλαγές στις «ξένες» επενδύσεις. Ο όρος «ξένες» περιλάμβανε όλες τις επενδύσεις που έφερναν συνάλλαγμα στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από την εθνικότητα των επενδυτών. Οι Έλληνες εφοπλιστές ήταν από τους μεγάλους κερδισμένους αυτού του «αποικιακού», όπως έλεγε η τότε αντιπολίτευση, νόμου. Το επιστέγασμα αυτής της πολιτικής ήταν ο προϋπολογισμός για το νέο έτος που κατέθεσε στα τέλη του 1953 ο Μαρκεζίνης – που ήταν ο πρώτος «ισοσκελισμένος» προϋπολογισμός της μεταπολεμικής ιστορίας της Ελλάδας. Με άλλα λόγια ο πρώτος προϋπολογισμός σκληρής λιτότητας. Δεν είναι καθόλου παράξενη η λατρεία του Μαρκεζίνη από τους κάθε λογής θιασώτες της λιτότητας μέχρι σήμερα.
Η ελληνική οικονομία μπήκε πράγματι σε μια τροχιά ανάπτυξης από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 – που κράτησε σχεδόν 20 χρόνια. Η ανάπτυξη, όμως, αυτή δεν οφείλεται στα «έξυπνα» μέτρα που πήρε ο Μαρκεζίνης, αλλά στις «θυσίες» που επέβαλαν στην εργατική τάξη τα μέτρα, όχι μόνο της ίδιας της κυβέρνησης του Παπάγου, αλλά και των προηγούμενων και των επόμενων κυβερνήσεων.
Υπήρχαν δυο βασικοί παράγοντες που έδωσαν ώθηση στην ελληνική οικονομία τη δεκαετία του 1950: ο πρώτος ήταν η άνθηση της παγκόσμιας οικονομίας – που γνώρισε την μεγαλύτερη έκρηξη στην ιστορία της. Ο δεύτερος ήταν η μετανάστευση: εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες εγκατέλειψαν κάτω από το βάρος της φτώχειας και της ανεργίας την Ελλάδα για να γίνουν «γκάσταρμπαϊτερ» (επισκέπτες εργάτες) στα εργοστάσια της Γερμανίας και τα ορυχεία του Βελγίου. «Η ιδέα της μετανάστευσης είχε διατυπωθεί ήδη με ευνοϊκά σχόλια από το ’48 στην έκθεση του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας» γράφει ο Σταθάκης. «Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αποστολής το ποσοστό υποαπασχόλησης στη γεωργία έφθανε στο 40%. Σε συνδυασμό με την ανεργία στα αστικά κέντρα που έφθανε το 13-15%, εκτιμούσε ότι πάνω από ένα εκατομμύριο του οικονομικά ενεργού πληθυσμού δεν είχε προοπτικές απασχόλησης (στην Ελλάδα)».
Τα εμβάσματα των «γκάσταρμπαϊτερ» έγιναν μέσα στα επόμενα χρόνια το αποκούμπι για χιλιάδες φτωχές οικογένειες. Μέσα από το «όραμα» ενός διαμερίσματος στην πατρίδα, το κράτος και η άρχουσα τάξη άρπαξε στη συνέχεια ότι είχε απομείνει από τις οικονομίες αυτών των μεταναστών. Η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη γέμισαν από άθλιες πολυκατοικίες. Έτσι, η ελληνική τσιμεντοβιομηχανία έγινε μια από τις πιο δυναμικές της Ευρώπης. Αλλά η οργή για την αντεργατική επίθεση της δεξιάς δεν εκτονώθηκε. Το 1958, η ΕΔΑ πήρε το 25% στις εκλογές και αναδείχτηκε αξιωματική αντιπολίτευση.