6/4, Ρεν. Φωτό: Stephane Mahe/Reuters
Ένα μεγάλο κύμα διαδηλώσεων και απεργιών σάρωσε και πάλι τη Γαλλία την Πέμπτη 6 Aπριλίου, την 11η ημέρα κινητοποιήσεων από τον Ιανουάριο. Η μάχη απέχει ακόμη πολύ από το να τελειώσει, αλλά η στρατηγική πρέπει να αλλάξει.
Η συνδικαλιστική ομοσπονδία CGT ανακοίνωσε ότι στις 6 Απρίλη είχαν προγραμματιστεί σε όλη τη Γαλλία, «περισσότερες από 370 συγκεντρώσεις, ένα απόλυτο ρεκόρ!». «Ας συνεχίσουμε την πίεση απέναντι σε μια στριμωγμένη κυβέρνηση», ανέφερε. Ορισμένες από τις διαδηλώσεις ήταν τεράστιες. Τα συνδικάτα δήλωσαν ότι 400.000 διαδήλωσαν στο Παρίσι, 170.000 στη Μασσαλία και 50.000 στη Νάντη. Από νωρίς το πρωί οι διαδηλωτές κινητοποιήθηκαν για να αποκλείσουν δρόμους και οδικούς κόμβους στη Βρέστη, την Αμιένη, την Καέν, τη Λυών, τη Μασσαλία και άλλες πόλεις.
Στο Παρίσι, αρκετές εκατοντάδες σιδηροδρομικοί εισέβαλαν στα κεντρικά γραφεία της πολυεθνικής BlackRock. Οι απεργοί και οι υποστηρικτές τους απέκλεισαν το αεροδρόμιο Charles de Gaulle της πρωτεύουσας, ξεκινώντας με διαδήλωση στον τερματικό σταθμό 1 και στη συνέχεια αποκλείοντας και άλλους τερματικούς σταθμούς. Η ένωση μαθητών FIDL δήλωσε ότι «επαναστατημένοι νέοι» είχαν αποκλείσει τουλάχιστον 400 σχολεία σε όλη τη χώρα.
Στο Παρίσι, εργαζόμενοι σε απολυμάνσεις πέταξαν πτώματα τρωκτικών στο δημαρχείο. Η Νατάσα Πομμέ, επικεφαλής του κλάδου των δημόσιων υπηρεσιών της CGT, δήλωσε ότι οι ποντικοπαγιδευτές ήθελαν «να δείξουν τη σκληρή πραγματικότητα της δουλειάς τους». Πρόσθεσε ότι η αντίθεση στις επιθέσεις του Μακρόν στις συντάξεις διευρύνεται. «Συγκεντρώνει όλα τα είδη οργής», τόνισε.
Ακτιβιστές έριξαν μολότοφ και πέτρες στην αστυνομία όταν η διαμαρτυρία έφτασε στο La Rotonde, ένα εστιατόριο που χρησιμοποίησε ο Μακρόν κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών του 2017. Σε πολλές πόλεις, όπως το Μπορντό, το Στρασβούργο, η Ρεν και η Λυών, οι αστυνομικοί αντιμετώπισαν τις διαδηλώσεις με ομοβροντίες δακρυγόνων. Στο Μετς ένα φορτηγό που οδηγούσαν γνωστοί ακροδεξιοί κατευθύνθηκε προς τους διαδηλωτές και παραλίγο να τους πατήσει.
Στο Βέλγιο, σε μια ισχυρή δήλωση διεθνιστικής αλληλεγγύης, συνδικαλιστές απέκλεισαν μια μεγάλη αποθήκη πετρελαίου που επρόκειτο να τροφοδοτήσει με καύσιμα τα γαλλικά πρατήρια. Σε ένα δελτίο τύπου, το συνδικάτα FGTB Petroleum και η ομοσπονδία FGTB κάλεσαν σε δράση ενάντια στην TotalEnergies και την «τακτική της απεργοσπασίας και του αθέμιτου ανταγωνισμού με τον εφοδιασμό της γαλλικής αγοράς από το Βέλγιο».
Το κίνημα στην Γαλλία ξεκίνησε τον Ιανουάριο ως απάντηση στην απόφαση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να προσθέσει δύο χρόνια στην ηλικία κατά την οποία οι άνθρωποι μπορούν να πάρουν σύνταξη. Αλλά τώρα έχει εξαπλωθεί και σε άλλα ζητήματα, σχετικά με τη δημοκρατία, τη βία της αστυνομίας και τον τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας.
Στρατηγική
Την προηγούμενη ημέρα γενικής απεργίας, στις 28 Μαρτίου κινητοποιήθηκαν δύο εκατομμύρια άνθρωποι. Οι διαδηλώσεις στις 6 Απρίλη μπορεί να ήταν ελαφρώς μικρότερες, αλλά εξακολουθούν να είναι τεράστιες. Και η όποια μείωση οφείλεται στο γεγονός ότι η στρατηγική των συνδικάτων δεν πείθει.
Το ερώτημα πώς μπορούν οι εργαζόμενοι και οι φοιτητές να κερδίσουν τη μάχη του συνταξιοδοτικού και να διώξουν τον Μακρόν είναι ένα κεντρικό ερώτημα για εκατομμύρα ανθρώπους. Η Σοφί Μπινέ, η νέα γενική γραμματέας της CGT, δήλωσε ότι απέναντι στη «βαθιά οργή» κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, η κυβέρνηση «συμπεριφέρεται σαν να μην έχει συμβεί τίποτα» και «ζει σε μια παράλληλη πραγματικότητα». Πρόσθεσε ότι «η κινητοποίηση θα συνεχιστεί με τη μία ή την άλλη μορφή» και μετά από αυτή την εβδομάδα.
Αλλά έθεσε ως επόμενο ορόσημο ελπίδας την επικείμενη απόφαση του Συνταγματικού Συμβουλίου, που στις 14 Απριλίου θα αποφανθεί αν η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης έγινε με νόμιμο τρόπο. Το συμβούλιο είναι γεμάτο από «σεβάσμιους λειτουργούς» που το πιο πιθανό δεν πρόκειται να συγκρουστούν με τον νόμο του Μακρόν. Μπορεί να διαφωνήσει σε κάποιες λεπτομέρειες, αλλά όχι με το σύνολό του. Η Μπινέ κάλεσε το συμβούλιο να δείξει «σοφία» και «να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτή η μεταρρύθμιση δεν είναι απαραίτητη».
Αλλά η άρχουσα τάξη πιστεύει ότι είναι απαραίτητη, γιατί θέλει να δείξει στους εργαζόμενους πώς ό,τι και να κάνουν δεν είναι σε θέση να ανατρέψουν τα νεοφιλελεύθερα μέτρα. Η ελπίδα ότι το Συνταγματικό Συμβούλιο θα γίνει ο σωτήρας του κινήματος αποπροσανατολίζει από τα πραγματικά καθήκοντα της οικοδόμησης και της κλιμάκωσης των απεργιών και των μαχητικών διαδηλώσεων.
Το συμβούλιο αναμένεται επίσης να αποφασίσει αν θα επιτρέψει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τον συνταξιοδοτικό νόμο. Σύμφωνα με τη δαιδαλώδη διαδικασία που απαιτείται, ένα δημοψήφισμα απαιτεί να υπάρχει πρόταση που να υποστηρίζεται από 185 βουλευτές -την οποία έχει λάβει. Στη συνέχεια, το 10% των ψηφοφόρων -4,87 εκατομμύρια άνθρωποι- πρέπει να υπογράψουν το αίτημα εντός εννέα μηνών. Η πρόταση για δημοψήφισμα, που βέβαια θα γίνει στο μέλλον, δίνει μια ευκαιρία στον Μακρόν να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα δίνοντάς του χρόνο να αναδιοργανωθεί δημιουργώντας προσκόμματα και ακολουθώντας τακτικές καθυστέρησης -ενώ αποδυναμώνει το κίνημα που βρίσκεται σήμερα στους δρόμους και τους χώρους εργασίας.
Τα συνδικάτα καλούν σε νέα ημέρα κινητοποιήσεων την ερχόμενη Πέμπτη, 13 Απριλίου, μια μέρα πριν από την ανακοίνωση της απόφασης του συμβουλίου. Αλλά οι περιστασιακές ημέρες δράσης δεν αποδίδουν. Οι ηγέτες και των οκτώ συνδικαλιστικών ομοσπονδιών συναντήθηκαν με την πρωθυπουργό Ελίζαμπεθ Μπορν την Τετάρτη. Και όπως ήταν αναμενόμενο δεν έκανε καμία παραχώρηση. Το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό για την κυβέρνηση.
Μετωπική αντιπαράθεση
Το ζητούμενο για το κίνημα στην Γαλλία είναι να περάσει γρήγορα από μια στρατηγική διάσπαρτης δράσης σε μια μετωπική αντιπαράθεση. Όπως το έθεσε ένας απεργός την Πέμπτη: «Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες θα έπρεπε να είχαν καλέσει από την αρχή σε γενική απεργία επαναλαμβανόμενη. Από την τελευταία ημέρα της κινητοποίησης μέχρι σήμερα έχουν περάσει δέκα ημέρες! Η κυβέρνηση δεν το φοβάται αυτό. Για να κερδίσουμε μια τέτοια αλλαγή χρειάζεται να χτίσουμε δίκτυα της βάσης των εργαζομένων και να υπερβούμε το πρόγραμμα των συνδικαλιστικών ηγετών».
Η απεργία συνεχίζει να θέτει πολιτικά ζητήματα. Η Αγκάτ, εργαζόμενη στον σιδηρόδρομο, σε ένα χώρο από εκείνους που έχουν κατέβει σε επ’ αόριστο απεργία από τις 7 Μαρτίου, δήλωσε στην ιστοσελίδα Mediapart: «Η απεργία δεν μου κοστίζει, με πλουτίζει. Γνώρισα πολύ κόσμο, σε δράσεις, σε διαδηλώσεις. Έχουμε σφυρηλατήσει δεσμούς με εργαζόμενους από άλλους τομείς και αυτό είναι εξαιρετικά πολύτιμο για το που θα καταλήξει αυτός ο αγώνας. Όταν σταματάμε να δουλεύουμε, βρίσκουμε χρόνο να σκεφτούμε την κοινωνική και πολιτική οργάνωση του κόσμου, τον πλούτο που δημιουργούμε και το τι μας επιστρέφει η κοινωνία, που είναι σχεδόν τίποτα. Σκεφτόμαστε τη θέση που μας δίνουν οι ηγέτες σε αυτή την κοινωνία, αλλά και τη θέση που θα θέλαμε να πάρουμε εμείς. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η απεργία είναι απελευθερωτική».