Ιστορία
60 χρόνια από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη

Στις 22 Μάη συμπληρώνονται 60 χρόνια από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Μία πολιτική δολοφονία από την τότε κυβέρνηση της δεξιάς, την ΕΡΕ του Καραμανλή και από το Παλάτι. 

Στις εκλογές του 1958, με τις φυλακές και τα ξερονήσια γεμάτα αγωνιστές της αριστεράς και με τα "εμφυλιοπολεμικά μέτρα" σε ισχύ, ο κόσμος ψήφισε μαζικά την αριστερά, την ΕΔΑ και την έκανε αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτή η εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ τροφοδοτήθηκε και τροφοδότησε την άνοδο των εργατικών και φοιτητικών αγώνων. 

Η δολοφονία του Λαμπράκη ήταν η προσπάθεια της ΕΡΕ και της άρχουσας τάξης να τρομοκρατήσει το κίνημα και την αριστερά και η ίδια η επιλογή του Λαμπράκη δεν ήταν τυχαία.  Στις εκλογές του 1961 εξελέγη βουλευτής Πειραιά με την ΕΔΑ. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος της «Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη» (ΕΕΔΥΕ). Στις 21 Απριλίου 1963, η ΕΕΔΥΕ διοργάνωσε την 1η Πορεία Ειρήνης από τον Μαραθώνα στην Αθήνα. Η αστυνομία του Καραμανλή απαγόρευσε την πορεία και συνέλαβε διαδηλωτές, μεταξύ των οποίων τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, την Αλίκη Γεωργούλη. Ο Λαμπράκης, προστατευόμενος από τη βουλευτική του ασυλία, συνέχισε μόνος του την πορεία κρατώντας ένα μικρό πανό με το σύμβολο της ειρήνης. Πριν φτάσει στην Αθήνα συνελήφθη. Αμέσως μετά πήγε στο Λονδίνο για να συμπαρασταθεί στους Έλληνες και Άγγλους διαδηλωτές, που ζητούσαν την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων στην Ελλάδα από την βασίλισσα Φρειδερίκη. Ο γραμματέας των Ανακτόρων, Τσιγάντες, έγραψε ότι μετά τις διαδηλώσεις στο Λονδίνο και τις πιέσεις του Λαμπράκη, η Φρειδερίκη είχε αναφωνήσει οργισμένη: «Δεν θα με απαλλάξει κανείς απ’ αυτόν τον άνθρωπο;». 

Παρακρατικοί

Την Τετάρτη 22 Μαϊου του 1963, ο Λαμπράκης ήταν κεντρικός ομιλητής σε συγκέντρωση της ΕΕΔΥΕ στη Θεσσαλονίκη. Από τις 6 το απόγευμα δεκάδες "παρακρατικοί" είχαν αρχίσει να συγκροτούν "αντισυγκέντρωση" έξω το κτίριο της συγκέντρωσης παρουσία 180 χωροφυλάκων με επικεφαλής τον επιθεωρητή Χωροφυλακής Βόρειας Ελλάδας, υποστράτηγο Μήτσου και τον διευθυντή των αστυνομικών δυνάμεων Θεσσαλονίκης, συνταγματάρχη Καμουτσή. Κανείς τους όμως δεν έδωσε διαταγή να διαλυθεί η αντισυγκέντρωση. Όταν ο Λαμπράκης αρχίζει την ομιλία του, που ακούγεται και έξω από τα μεγάφωνα, οι πέτρες πέφτουν βροχή στα παράθυρα και οι "παρακρατικοί" φωνάζουν: "Λαμπράκη θα πεθάνεις". Στο τέλος της ομιλίας του θα απευθυνθεί στις "αρχές": «Προσοχή, προσοχή. Εδώ βουλευτής Λαμπράκης. Ως εκπρόσωπος του έθνους και του λαού, καταγγέλλω ότι υπάρχει σχέδιο δολοφονικής απόπειρας εναντίον μου και καλώ τον υπουργό Βορείου Ελλάδας, τον νομάρχη, τον εισαγγελέα, τον στρατηγό Χωροφυλακής Μήτσου, τον διευθυντή Αστυνομίας, τον διοικητή Ασφαλείας Θεσσαλονίκης να προστατεύσουν τη ζωή των συγκεντρωμένων φίλων της ειρήνης και τη ζωή μου». Οι αξιωματικοί της αστυνομίας ακούνε την έκκληση του Λαμπράκη αλλά "δεν ιδρώνει το αυτί τους". Έτσι και αλλιώς βρέθηκαν εκεί για να συντονίσουν την δολοφονική δράση των τραμπούκων. Ο βουλευτής της ΕΔΑ Γιώργης Τσαρουχάς δέχθηκε και αυτός επίθεση. «Συζητούσαμε με τους αξιωματικούς», αφηγήθηκε αργότερα, «τότε δυο – τρεις άντρες έπεσαν απάνω μου, φωνάζοντας “θα πεθάνεις!” και με χτυπούσαν όλοι μαζί στο κεφάλι, στο πρόσωπο, παντού. Δεν με αποτέλειωσαν, γιατί καθώς με χτυπούσαν ο “επικεφαλής” τους είπε: «Αφήστε τον! Δεν είναι αυτός!».

Όταν τελειώνει η συγκέντρωση, ο Λαμπράκης λαμβάνει διαβεβαιώσεις, από τον μοίραρχο Παπατριανταφύλλου, ότι ο χώρος έχει αδειάσει από τους παρακρατικούς και η κυκλοφορία έχει απαγορευτεί. Ξεκινάει προς το ξενοδοχείο όταν το τρίκυκλο του Γκοτζαμάνη, με σκεπασμένο τον αριθμό, περνάει δίπλα του και ο Εμμανουηλίδης, που ήταν επάνω στην καρότσα, τον κτυπάει στο κεφάλι με ένα λοστό. Ο Λαμπράκης σωριάζεται αιμόφυρτος. Το τρίκυκλο, ανενόχλητο από την παρουσία της Αστυνομίας, προσπαθούσε να διαφύγει. Τότε ήταν που ο Μανόλης Χατζηαποστόλου, γνωστός και ως «Τίγρης» - ο οποίος στην κατοχή ήταν σαλταδόρος στα ναζιστικά φορτηγά και έκλεβε τρόφιμα, πήδησε πάνω στην καρότσα του τρίκυκλου. Ο ίδιος αφηγείται: «Πέφτω επάνω του (σ.σ. στον Εμμανουηλίδη)... τον κλοτσάω με όλη μου τη δύναμη στο πρόσωπο για να σώσω τη ζωή μου... πέφτει αναίσθητος από τα χτυπήματα μέσα στην καρότσα. Εγώ τότε στρέφω την προσοχή μου στον οδηγό και προσπαθώ να τον αναγκάσω να σταματήσει τη μηχανή. Σταματήσαμε στη διασταύρωση έξω από τον κινηματογράφο “Τιτάνια”. Ο οδηγός κατεβαίνει και μου επιτίθεται... εκεί σταμάτησε η αποστολή μου και ανέλαβε ο λαός». Οι περαστικοί ακινητοποιούν το τρίκυκλο και δεν αφήνουν τον Γκοτζαμάνη να φύγει. Σε αντίθεση με τους αστυνομικούς, ένας τροχονόμος, ο Ασπιώτης, μην γνωρίζοντας τι έχει συμβεί και ποιοι ήταν οι πρωταγωνιστές, συλλαμβάνει τους Κοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη. Η επίσημη αστυνομική αναφορά κάνει λόγο για "τροχαίο ατύχημα" και αυτήν υιοθέτησε, αρχικά, και η κυβέρνηση. 

Η εντολή ήρθε, απροκάλυπτα, "από τα πάνω". Ο Ανδρέας Παπανδρέου δήλωνε, από σχετικά έγγραφα που του είχε δείξει ο πατέρας του, ότι «ο στρατηγός Βαρδουλάκης, αρχηγός τότε της Χωροφυλακής, σε κάποια συζήτηση, είπε: "Κατά λάθος σκοτώθηκε ο Λαμπράκης. Είχε απλώς δοθεί η εντολή από τη βασίλισσα Φρειδερίκη να τον στραπατσάρουν…"». Ο (κατηγορούμενος) υπομοίραρχος Καπελώνης, σε υπόμνημά του, ισχυρίστηκε ότι ο (μη κατηγορούμενος) υπομοίραρχος του τμήματος «Δίωξης Κομμουνιστών» της Ασφάλειας, Κατσούλης, ειδοποίησε όλα τα παραρτήματα να στείλουν τους άνδρες τους στον τόπο της συγκέντρωσης και να πάρουν μαζί τους «εθνικόφρονες πολίτες» για ν’ αποδοκιμάσουν τους οπαδούς της ειρήνης. Οι "πολίτες" μαζεύτηκαν στο Ε΄ Αστυνομικό Τμήμα και εκεί τους έβγαλε λόγο ο Κατσούλης, ο οποίος, μεταξύ άλλων, τους τόνισε ότι «στόχος μας είναι ο Λαμπράκης». Μετά την είδηση της δολοφονίας του Λαμπράκη, ένα ενημερωτικό σήμα που στάλθηκε από το Γενικό Επιτελείο Στρατού προς όλες τις μονάδες της χώρας, με τίτλο «Ο κομμουνισμός προκαλεί», έλεγε: «Οι υπό το προσωπείον των Φίλων της Ειρήνης κομμουνισταί, μετά την αποτυχούσαν προσπάθειαν εμφανίσεώς των εις Αθήνας διά της περιφήμου Πορείας της Ειρήνης, εξεστράτευσαν εις Θεσσαλονίκην. Ούτοι εγκατασταθέντες προχθές εις κεντρικήν αίθουσαν και τοποθετήσαντες έξωθι ταύτης μεγάφωνα ήρχισαν διά της εκφωνήσεως κομμουνιστικών συνθημάτων να προκαλούν… Ο λαός της Θεσσαλονίκης προκληθείς υπό των ερυθρών πρακτόρων έδωσε την απάντησίν του…».

Συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην αστυνομία της Θεσσαλονίκης και των «εθνικοφρόνων πολιτών» ήταν ο, δωσίλογος και συνεργάτης των ναζί, Ξενοφών Γιοσμάς ή «Φον Γιοσμάς». Ο Γιοσμάς έφυγε μαζί με τους Ναζί από την Ελλάδα και υπήρξε υπουργός Προπαγάνδας στην εξόριστη «κυβέρνηση» Τσιρονίκου που σχημάτισαν οι δωσίλογοι, στις αρχές του 1945, στη Βιέννη. Καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, από το «δικαστήριο δωσιλόγων», αλλά όταν γύρισε στην Ελλάδα, το 1947, όπως όλοι οι συνεργάτες των Ναζί, ήταν "εθνικά χρήσιμος" στο κράτος της Δεξιάς. Η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια και αποφυλακίστηκε το 1951. Ίδρυσε την παρακρατική οργάνωση «Καρφίτσα», τον «Σύνδεσμο Αγωνιστών και Θυμάτων Εθνικής Αντιστάσεως Βορείου Ελλάδος», με έμβλημα τον γερμανικό «Σιδηρού Σταυρό» και ήταν πιστός συνεργάτης της ασφαλείας και προσωπικός φίλος του στρατηγού Μήτσου. Ο Κοτζαμάνης και ο Εμμανουηλίδης ήταν δύο από τα τσιράκια του και μέλη της «Καρφίτσα».

Ο Λαμπράκης πέθανε στο ΑΧΕΠΑ, τέσσερις μέρες μετά την επίθεση. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα και η κηδεία του έγινε στις 28 Μαΐου. Μία απίστευτη για την εποχή λαοθάλασσα. 500.000 - 700.000 διαδηλωτές φώναζαν «Ζεις, ζεις εσύ μας οδηγείς» και απαιτούσαν να πέσει η κυβέρνηση Καραμανλή, να μπουν φυλακή οι ηθικοί και φυσικοί ένοχοι και να λογοδοτήσει το Παλάτι. Η συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου είχε δηλώσει για την κηδεία του Λαμπράκη: «Η Ελλάδα σύσσωμη είναι στο πόδι, όχι για ταφή μα για ανάσταση». Και είχε δίκιο. 

Η δολοφονία Λαμπράκη γύρισε μπούμερανγκ για το καθεστώς της δεξιάς. Ο πρόεδρος της ΕΔΑ, Πασαλίδης, κατήγγειλε ως υπεύθυνη της δολοφονίας την κυβέρνηση Καραμανλή και κάλεσε τον λαό σε «ξεσηκωμό», ώστε «η επίθεσις να γίνη η αρχή του τέλους της κυβερνήσεως του αίματος». 

Προμελετημένο έγκλημα

Σ' αυτό το "εξεγερσιακό κλίμα", ο ανακριτής Σαρτζετάκης και ο Εισαγγελέας Εφετών Δελαπόρτας, παρά τις απροκάλυπτες παρεμβάσεις και πιέσεις που δέχτηκαν από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και μετέπειτα πρωθυπουργό της Χούντας Κόλλια, αλλά και από την ηγεσία της Xωροφυλακής που αποκρύπτει κρίσιμα στοιχεία και εκφοβίζει τους μάρτυρες, στοιχειοθετούν ότι επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα. Τον Ιούλιο του 1963 απαγγέλλονται κατηγορίες για ηθική αυτουργία, στην ανθρωποκτονία εκ προθέσεως του Λαμπράκη, εναντίον του Καπελώνη και Γιοσμά. Στις 14 Σεπτεμβρίου, με ομοφωνία ανακριτή και εισαγγελέως, κρίθηκαν προφυλακιστέοι οι αξιωματικοί της αστυνομίας και της χωροφυλακής Μήτσου, Καμουτσής, Διαμαντόπουλος και Παπατριανταφύλλου.

Η πολιτική και πολιτειακή κρίση είναι τεράστια, οι αγώνες δυναμώνουν και οι ευκαιρίες για την αριστερά είναι μπροστά. Αλλά η ηγεσία της ΕΔΑ συνεχίζει τη πολιτική «ουράς» στην Ένωση Κέντρου και παίζει "πυροσβεστικό ρόλο" στα Ιουλιανά του 1965. Την ίδια στιγμή συγκρούεται με τα πιο μαχητικά και ριζοσπαστικά κομμάτια από τη νεολαία και τις εργατικές οργανώσεις της. Μετά τη δολοφονία του Λαμπράκη, διαλύει τη Σπουδάζουσα και τη Νεολαία. 

Οι "κυβερνήσεις της αποστασίας", του πατρός Μητσοτάκη, που ακολούθησαν, προσπάθησαν και κατάφεραν να επηρεάσουν τη δίκη των δολοφόνων του Λαμπράκη και το αποτέλεσμα της. Η δίκη, τον Οκτώβριο του 1966, εξελίχθηκε σε παρωδία. Συνολικά, οι κατηγορούμενοι για τη δολοφονία Λαμπράκη ανήλθαν στους 31 και, παρά την εισήγηση του εισαγγελέα Δελαπόρτα να κριθούν ένοχοι οι 18, τελικά καταδικάστηκαν μόνο οι 9. Όλοι οι κατηγορούμενοι αμνηστεύτηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι από τη Χούντα του 1967 ενώ, αντίθετα, οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής συνελήφθησαν και εξορίστηκαν στη Γυάρο και ο Σαρτζετάκης φυλακίστηκε.