Ο Τάσος Αναστασιάδης, από τον Συντονισμό Εργατικής Αντίστασης, μίλησε στον Στέλιο Μιχαηλίδη για τον μεγάλο αγώνα της ΕΡΤ
Γιατί 10 χρόνια μετά, ο αγώνας που έδωσαν οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ παραμένει επίκαιρος;
Για πολλούς λόγους. Πρώτος και πολύ σημαντικός είναι ο τρόπος που επέλεξαν οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ να δώσουν τη μάχη όταν η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου ανακοίνωσε το κλείσιμο. Μέχρι τότε η κυβέρνηση εφάρμοζε το «σοκ και δέος» όπως ήταν η φράση που χρησιμοποιούταν τότε, με απότομες επιθέσεις μαζικών απολύσεων. Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ απέναντι στο «σοκ και δέος» -το ξαφνικό κλείσιμο μέσα σε μία μέρα- δεν απάντησαν «ωχ Θεέ μου τι να κάνουμε». Αντίθετα έκαναν κατάληψη στο χώρο δουλειάς και συνέχισαν να τον λειτουργούν κάτω από το δικό τους έλεγχο. Αυτό καθόρισε τις εξελίξεις σε όλο το εργατικό κίνημα. Η απάντηση που έδωσαν οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ καθόρισε την στάση των χιλιάδων εργαζομένων σε άλλους κλάδους. Καθόρισε τη σύγκρουση με τη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, φτάνοντάς την μέχρι την κατάρρευση λίγο αργότερα.
Δεύτερον ήταν μια μάχη που έδειξε ότι το σύνθημα που φωνάζουμε στις διαδηλώσεις «Εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά» δεν είναι θεωρητικό. Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ το έκαναν πράξη. Κατέλαβαν το Ραδιομέγαρο και τις περιφερειακές εγκαταστάσεις, αλλά δεν έμειναν απλά στους τέσσερις τοίχους. Δούλεψαν την ΕΡΤ με τον τρόπο που ξέρανε, καλύτερα από τον καθένα. Έκαναν αυτό που είχε ανάγκη το εργατικό κίνημα και γενικότερα το κίνημα που συγκρουόταν με τα μνημόνια τότε. Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Ακόμα και σήμερα δέκα χρόνια μετά, δεν θα βρεις άνθρωπο να αρνηθεί ότι η ΕΡΤ εκείνης της διετίας ήταν η καλύτερη που έχουμε γνωρίσει.
Ήταν πρωτόγνωρη εμπειρία τόσο για τους εργαζόμενους της ΕΡΤ, όσο και συνολικά για την εργατική τάξη, που δείχνει ότι όταν λέμε σήμερα για εργατικό έλεγχο, δεν είναι μια συζήτηση θεωρητική. Ούτε μια μακρινή εμπειρία από τη Ρώσικη Επανάσταση ή τον Μάη ’68. Αλλά μια εμπειρία σύγχρονη, μόλις 10 χρόνια πριν. Οι άνθρωποι που την υλοποίησαν ζουν, οι περισσότεροι εργάζονται ακόμα στην ΕΡΤ, οι άνθρωποι που συμμετείχαν ως αλληλέγγυοι στον αγώνα είναι ακόμα ενεργοί στο κίνημα, στους εργατικούς χώρους, παίζουν ρόλο στις μάχες.
Είναι μια εμπειρία που γίνεται πολύ πιο επίκαιρη αν έρθουμε στις σημερινές μάχες που ξέσπασαν με την κυβέρνηση της Ν.Δ. Για παράδειγμα στο ερώτημα πώς μπορούν να λειτουργήσουν οι σιδηρόδρομοι για να μην έχουμε μαζικές δολοφονίες όπως αυτή στα Τέμπη, εκτός από την επανακρατικοποίησή τους που είναι το Α και το Ω, είναι απαραίτητος κι ο εργατικός έλεγχος. Κι όσο ήταν εφικτός στην ΕΡΤ, άλλο τόσο είναι στους σιδηρόδρομους. Οι εργαζόμενοι εκεί ξέρανε και καταγγέλανε το τι φταίει, προειδοποιούσαν για τις ελλείψεις, προτείνανε πως πρέπει να λειτουργεί, πριν ακόμα γίνει το μακελειό. Παντού οι εργαζόμενοι ξέρουν να λειτουργούν τους χώρους δουλειάς καλύτερα από οποιονδήποτε «άριστο» διευθυντή. Το ίδιο ισχύει και στα Ναυπηγεία, στην Cosco, στα νοσοκομεία παντού.
Και υπάρχει κι ένας τρίτος λόγος που αξίζει να αναφερθεί: Κανένας αγώνας δεν μπορεί να νικήσει αν μείνει μόνος του. Η ΕΡΤ κατάφερε και άντεξε παρά τα εμπόδια και τις επιθέσεις που έβαζε η κυβέρνηση γιατί έχτισε ένα μεγάλο δίκτυο αλληλεγγύης με όλη την εργατική τάξη και τα αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας. Αυτό το βλέπουμε και το ξαναβλέπουμε. Αν πάμε στον αγώνα της Κόσκο μόλις πέρυσι για παράδειγμα, ο αγώνας τους κέρδισε αφενός λόγω της αποφασιστικότητάς τους – όπως αντίστοιχη αποφασιστικότητα επέδειξαν για δυο χρόνια οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ- αλλά ταυτόχρονα γιατί απλώθηκε ένα κύμα αλληλεγγύης στους εργατικούς χώρους, τα σωματεία, τις σχολές. Στην περίπτωση της ΕΡΤ μάλιστα δεν περίμεναν να τους έρθει η αλληλεγγύη από τους άλλους κλάδους. Τη διεκδικούσαν γιατί συμμετείχαν στους αγώνες των υπολοίπων.
Η Εργατική Αλληλεγγύη, το ΣΕΚ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, συνολικά η αντικαπιταλιστική αριστερά, έδωσαν όλες τους τις δυνάμεις για να νικήσει αυτός ο αγώνας. Θύμισέ μας ποια ήταν η συμβολή αυτών των δυνάμεων.
Καταρχάς χιλιάδες κόσμου ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των εργαζομένων της ΕΡΤ για συμπαράσταση από το πρώτο βράδυ. Ήταν τόσο μεγάλη η πίεση του κόσμου που ανάγκασαν τη ΓΣΕΕ να καλέσει γενική απεργία δυο μέρες μετά το «μαύρο» και να γίνει ένα συλλαλητήριο σεισμός στην Αγία Παρασκευή. Προφανώς η αντικαπιταλιστική αριστερά ήταν εκεί από την πρώτη στιγμή. Αλλά το πρώτο διάστημα ήταν «εύκολο». Για δεκάδες φορείς και πολιτικά κόμματα η αλληλέγγυα παρουσία στην κατειλημμένη ΕΡΤ ήταν «must». To ζήτημα όμως που προέκυψε γρήγορα ήταν πως θα συνέχιζε αυτή η μάχη. Από αυτή την άποψη, η αντικαπιταλιστική αριστερά έπαιξε σημαντικό ρόλο, πρώτα απ’ όλα, στο άπλωμά της. Η αλληλεγγύη προσφερόταν απλόχερα από τον κόσμο αλλά είχε από πίσω μια πολύ οργανωμένη καμπάνια. Με τη βοήθεια του δικτύου της Εργατικής Αλληλεγγύης έγιναν δεκάδες εκδηλώσεις σε γειτονιές κι εργατικούς χώρους, όπου έρχονταν αγωνιστές/ριες από την ΕΡΤ, έβαζαν το παράδειγμά τους, κέρδιζαν συμπαράσταση κι επηρέαζαν τον κάθε χώρο να κινηθεί αγωνιστικά.
Ακόμα πιο καθοριστική ήταν η συμβολή στην πολιτική στήριξη της μάχης. Στο να κερδηθούν σημαντικά κομμάτια εργαζομένων στη σωστή κατεύθυνση σε κρίσιμες στιγμές του αγώνα. Ήδη πριν το «μαύρο», η συζήτηση «γιατί χρειαζόμαστε κατάληψη» είχε ανοίξει από τους συντρόφους/ισσες της Εργατικής Αλληλεγγύης και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που εργάζονταν στην ΕΡΤ, ως πρόταση αγωνιστικής απάντησης σε προηγούμενες επιθέσεις. Έπαιξε ρόλο στο να προετοιμαστεί ένας κόσμος και να το κάνει πράξη από τις 11 Ιουνίου 2013 και μετά.
Ή στη συνέχεια, η συζήτηση για το απεργιακό ταμείο. Δεν ήταν δεδομένη η απόφαση. Χρειάστηκαν επιχειρήματα και παραδείγματα για το ότι η ταξική αλληλεγγύη δεν είναι ζητιανιά ή φιλανθρωπία.
Σημαντική κίνηση πολιτικής στήριξης ήταν όταν σε συνεργασία με την ΠΟΣΠΕΡΤ οργανώσαμε τον Συντονισμό Ενάντια στα Κλεισίματα και τις Διαθεσιμότητες από τον οποίο προέρχεται κι ο σημερινός Συντονισμός Εργατικής Αντίστασης. Ήταν τις μέρες αμέσως μετά την εισβολή των ΜΑΤ στο Ραδιομέγαρο. Πήρε κρίσιμες πρωτοβουλίες τότε, καθοριστικές για τη συνέχεια της μάχης. Όλη τη διετία παρουσιάστηκαν διχάλες και σταυροδρόμια που έκριναν τη συνέχεια του αγώνα. Μετά την απώλεια του Ραδιομεγάρου για παράδειγμα υπήρξαν φωνές που έλεγαν ότι πάει τελείωσε ο αγώνας, δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα πλέον παρά να ιδρύσουμε μια ΚΟΙΝΣΕΠ στα πρότυπα της Εφ.Συν. Οι δυνάμεις μας τότε έδωσαν μάχη στις συνελεύσεις των εργαζόμενων για να κυριαρχήσει η άποψη ότι ο αγώνας πρέπει να συνεχιστεί, να στηριχτούν οι σταθμοί της περιφέρειας και η ΕΡΤ3, να ανοίξει η ΕΡΤοπεν, να υπάρχει συνέχεια στο δρόμο σε συντονισμό με τους άλλους κλάδους. Κι αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα.
Σε μεγάλο βαθμό το ότι ο αγώνας στην ΕΡΤ έφτασε μέχρι την επίσημη επαναλειτουργία της δυο χρόνια αργότερα, έχει να κάνει με τους εξής τέσσερις παράγοντες: Την αποφασιστικότητα και την επιμονή των ίδιων των εργαζόμενων, το τεράστιο κύμα συμπαράστασης, την ύπαρξη ενός δυνατού συνδικάτου όπως η ΠΟΣΠΕΡΤ, αλλά και την παρουσία, τη δράση και την επιρροή της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Η περίπτωση της ΕΡΤ παρουσιάζει μια αντίφαση. Από τη μια έφτασε σε ένα νικηφόρο σημείο, όπου ο αγώνας επέβαλε την επαναπρόσληψη δυόμιση χιλιάδων απολυμένων και η ΕΡΤ ξαναλειτούργησε ως δημόσια ραδιοτηλεόραση. Από την άλλη όμως, δέκα χρόνια μετά, η ΕΡΤ δεν είναι αυτή για την οποία πάλεψαν οι εργαζόμενοί της και το κίνημα που την αγκάλιασε. Πού οφείλεται αυτό;
Πράγματι, δυόμιση χιλιάδες εργαζόμενοι ξαναβρήκαν τις δουλειές τους. Αν γυρίσουμε πίσω τις τελευταίες δεκαετίες, μόνο στην περίπτωση της απεργίας των λεωφορείων της ΕΑΣ το ’92-’93 ένας αγώνας διαρκείας έχει κερδίσει την επαναπρόσληψη τόσο μεγάλου αριθμού εργαζομένων. Και μαζί με την ΕΡΤ επαναπροσλήφθηκαν και χιλιάδες ακόμα εργαζόμενοι/ες που είχαν βγει σε διαθεσιμότητα. Οι καθαρίστριες, οι σχολικοί φύλακες, οι εκπαιδευτικοί κλπ. Αλλά δεν πάλευαν μόνο γι’ αυτό.
Μέσα στον αγώνα, έχτισαν μια ΕΡΤ αυτοδιαχειριζόμενη, ανοιχτή για όλη την κοινωνία, που προωθούσε τον πολιτισμό και την ενημέρωση κι έδινε φωνή στους «από τα κάτω». Αν δεν συνεχίστηκε αυτό το κεκτημένο, έχει να κάνει με το ρόλο της ρεφορμιστικής αριστεράς και συγκεκριμένα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις του ποτέ δεν πίστεψαν ότι ο αγώνας αυτός μπορεί να νικήσει. Ποτέ δεν τον στήριξαν ουσιαστικά. Από εκεί άλλωστε προέρχονταν οι φωνές που από νωρίς ισχυρίζονταν ότι ο αγώνας δεν μπορεί να συνεχίσει και τα περί ΚΟΙΝΣΕΠ. Κέρδισε τις εκλογές τον Ιανουάριο του 2015, αλλά χρειάστηκε 6 μήνες μέχρι να ξαναλειτουργήσει την ΕΡΤ. Όλο αυτό το εξάμηνο συνέχισαν να γίνονται συλλαλητήρια και κινητοποιήσεις που διεκδικούσαν την επαναλειτουργία της ΕΡΤ με τους όρους των εργαζομένων.
Οι εργαζόμενοι με δική τους πρωτοβουλία «μπούκαραν» στο Ραδιομέγαρο, τον Μάιο του 2015. Είχαν το δικό τους σχέδιο επαναλειτουργίας, αποφασισμένο στις συλλογικές τους διαδικασίες. Το «Ποια ΕΡΤ θέλουμε», που ουσιαστικά έλεγε ότι ο τρόπος λειτουργίας όλη τη διετία του «μαύρου», θα έπρεπε να είναι ο οδηγός για μια δημοκρατική ΕΡΤ με τους εργαζόμενους και την κοινωνία στο κέντρο της.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το αγνόησε κι όπως έκανε σε όλα τα ζητήματα επέλεξε τον συμβιβασμό. Συμβιβασμό με το σχήμα της ΝΕΡΙΤ που είχε φτιάξει η προηγούμενη κυβέρνηση υπό το μότο «όχι ρεμβασισμός». Συμβιβασμό με το ότι δεν πάμε για ριζοσπαστικά πράγματα, για έλεγχο στους εργαζόμενους κλπ. Αυτά ανήκουν στην προηγούμενη περίοδο. Ο έλεγχος θα είναι στον διευθύνοντα σύμβουλο. Συμβιβασμό ακόμα και αρνούμενη αιτήματα για προσλήψεις προσωπικού, για ανανέωση εξοπλισμού, για επαναλειτουργία όλων των περιφερειακών σταθμών με όλο το προσωπικό. Έτσι φτάνουμε και το περιεχόμενο, από τότε, να μην είναι αυτό για το οποίο πάλευαν οι εργαζόμενοι, με πιο ακραίο παράδειγμα το θέμα της Χρυσής Αυγής. Η ΕΡΤ μπορεί να είχε διοίκηση που είχε διοριστεί από το ΣΥΡΙΖΑ, προοδευτικούς ανθρώπους, αλλά χρειάστηκαν να γίνουν πολλές απεργιακές κινητοποιήσεις από την ΠΟΣΠΕΡΤ με τη στήριξη της ΚΕΕΡΦΑ και συγκεντρώσεις στην πύλη του Ραδιομεγάρου, για να επιβληθεί ότι οι νεοναζί φονιάδες δεν θα έχουν λόγο στη δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Μέσα από αυτή τη διαδρομή στρώθηκε ο δρόμος για τη Νέα Δημοκρατία, ώστε να διαμορφώσει το σημερινό αίσχος.
Μήπως λοιπόν είναι μάταιο να χρησιμοποιείται σαν παράδειγμα ο αγώνας της ΕΡΤ, που παρότι για δυο χρόνια δεν σταμάτησε πουθενά, ξεπέρασε τόσα εμπόδια, έφτασε να πετύχει τεράστιες νίκες, σκόνταψε στους συμβιβασμούς μιας ρεφορμιστικής κυβέρνησης;
Όχι καθόλου μάταιο δεν είναι, το ανάποδο ισχύει. Είναι ένας αγώνας που αποτελεί παράδειγμα και για τις νίκες και για τις ελλείψεις του. Επρόκειτο εξαρχής για μια πολιτική μάχη. Και για να επαναπροσληφθούν οι εργαζόμενοι και να ξαναλειτουργήσει η ΕΡΤ και για το «ποια ΕΡΤ θέλουμε». Σε αυτή τη μάχη όπως και σε κάθε μεγάλο ή μικρό αγώνα, συγκρούονται δυνάμεις. Δυνάμεις επαναστατικές και δυνάμεις ρεφορμιστικές – συμβιβαστικές. Κι εκεί το μέγεθος μετράει. Μετράει το μέγεθος της οργανωμένης δύναμης της επαναστατικής αριστεράς. Παίζει ρόλο το πόσοι εργαζόμενοι κι εργαζόμενες είναι οργανωμένοι στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΣΕΚ, κι έχουν τα εργαλεία να ανοίξουν τη συζήτηση και να κερδίσουν τους συναδέλφους/ισσές τους στην προοπτική. Εκεί παίχτηκε το αποτέλεσμα. Εκεί παίζεται κάθε εργατικός αγώνας. Στο πόσο δυνατή είναι η επαναστατική αριστερά, για να μπορεί να βάζει προτάσεις που να κερδίζουν τα μυαλά ενός ολόκληρου κόσμου, να μπορεί να πετυχαίνει την υλοποίησή αυτών των προτάσεων και σε κρίσιμες στιγμές να κερδίζει τη σύγκρουση με τη συμβιβαστική αριστερά και να οδηγεί τη μάχη μέχρι τη νίκη. Η επαναστατική αριστερά είχε τη δύναμη και την επιρροή να κερδίσει σε μια σειρά σταυροδρόμια μέσα στη διετία, αλλά χρειαζόταν να είναι πιο δυνατή για να κερδίσει απέναντι σε μια ρεφορμιστική κυβέρνηση που έλεγε ότι ξανανοίγει την ΕΡΤ. Γι’ αυτό για εμάς, ο αγώνας της ΕΡΤ συνεχίζει να αποτελεί παράδειγμα ακόμα και σε αυτό το σημείο. Για τα όσα πέτυχε δύο χρόνια με τον εργατικό έλεγχο, αλλά και για το γεγονός ότι χρειαζόμαστε περισσότερους οργανωμένους/ες επαναστάτες/ριες σε κάθε χώρο δουλειάς για να φτάνουν οι αγώνες μέχρι τη νίκη. Για να μπορούν να οργανώνουν τις μάχες αλλά και να απαντάνε πολιτικά στα διλήμματα που ανοίγονται.
Δέκα χρόνια μετά ποιες είναι οι διεκδικήσεις των εργαζόμενων της ΕΡΤ;
Σίγουρα το ζήτημα του περιεχομένου στον τομέα της ενημέρωσης. Η ΕΡΤ έχει μετατραπεί σε φορέα χυδαίας κυβερνητικής προπαγάνδας. Αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα αλλά δεν είναι το μόνο.
Είναι η διεκδίκηση μαζικών μόνιμων προσλήψεων. Υπάρχει μεγάλη εντατικοποίηση της εργασίας λόγω ελλείψεων προσωπικού. Η κυβέρνηση μπαλώνει αυτές τις ελλείψεις με συμβασιούχους διαιωνίζοντας ένα καθεστώς επισφαλούς εργασίας. Ακόμα χειρότερα διορίζει δικούς της ανθρώπους, «γαλάζια παιδιά», που στις περισσότερες φορές δεν κάνουν τίποτα.
Υπάρχει το αίτημα για συλλογική σύμβαση με πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς. Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ είναι κομμάτι όλης της κοινωνίας που βιώνουν την ακρίβεια και η απάντηση της διοίκησης είναι να δώσει 100 ευρώ τροφεία που είναι κοροϊδία τη στιγμή που ο μισθός έχει συρρικνωθεί λόγω των υψηλών τιμών.
Παραμένει η διεκδίκηση ότι δεν θα συρρικνωθούν οι δομές της ΕΡΤ. Είναι μια ανοιχτή μάχη καθώς η ΝΔ από την πρώτη στιγμή έχει δηλώσει ότι θέλει να κινηθεί σε αυτό το δρόμο. Στην ΕΡΤ3 οι εργαζόμενοι ζητάνε απεργιακή κινητοποίηση γιατί βλέπουν προσπάθειες συρρίκνωσης και υποβάθμισης της ΕΡΤ3.
Είναι μάχες που μπορούμε να δώσουμε και να κερδίσουμε απέναντι σε οποιαδήποτε κυβέρνηση εκλεγεί, χρησιμοποιώντας την εμπειρία από τους αγώνες που έχουμε δώσει. Όπως επιβάλαμε απεργιακά ότι οι φασίστες δεν θα παίζουν στο πρόγραμμα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, έτσι μπορούμε να επιβάλουμε ότι δεν θα παίζει και η χυδαία προπαγάνδα της κυβέρνησης κι ότι δεν θα αποκρύπτονται αυτά που διεκδικεί ο κόσμος. Το δυνάμωμα των σωματείων και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς μέσα σε αυτά, είναι απαραίτητη προϋπόθεση.