Με την προσθήκη έξι νέων κρατών-μελών έκλεισε η σύνοδος των BRICS, του κλαμπ των «ανερχόμενων οικονομιών» που έγινε την περασμένη εβδομάδα στο Γιοχάνεσμπουργκ, την μητρόπολη της Νότιας Αφρικής. Τυπικά οικοδεσπότης της συνόδου ήταν ο Σίριλ Ραμαφόζα, ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής. Ο πραγματικός αρχηγός της, όμως, ήταν ο Σι Τζινπίνγκ, ο πρόεδρος της Κίνας. Όπως έλεγε ένας Κινέζος αξιωματούχους στην εφημερίδα Financial Times, «η διαδικασία διεύρυνσης άρχισε στη διάρκεια της κινεζικής προεδρίας… Από τότε η Κίνα συνεργάζεται με άλλα μέλη των Brics για να προωθήσει συστηματικά τη διαδικασία της διεύρυνσης». Για την Κίνα το αποτέλεσμα της συνόδου ήταν ένας θρίαμβος.
Τα έξι αυτά νέα μέλη-κράτη διαφέρουν μεταξύ τους πολύ και σε οικονομική ισχύ και σε μέγεθος και σε πληθυσμό και σε βαρύτητα στην παγκόσμια κατάταξη. Η Σαουδική Αραβία, είναι ο δεύτερος, μετά τις ΗΠΑ, παραγωγός πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο. Η Αιθιοπία, από την άλλη, είναι μια από τις πιο φτωχές χώρες του κόσμου (στην 159 θέση στον κατάλογο των χωρών σε σχέση με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ). Η Αίγυπτος και η Αργεντινή είναι δυο από τους «καλύτερους πελάτες» του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείο (ΔΝΤ) – το 2022 υπέγραψαν και οι δυο συμφωνίες «οικονομικής στήριξης» με το ΔΝΤ. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) θεωρούνται ο «πιο πιστός σύμμαχος στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας» των ΗΠΑ στην περιοχή του Κόλπου. Το Ιράν, αντίθετα, είναι στενός σύμμαχος της Ρωσίας και θεωρείται από τις ΗΠΑ εδώ και πολλές δεκαετίες «κράτος τρομοκράτης» και χώρα του «άξονα του κακού».
Οι αντιθέσεις και οι τριβές υπήρχαν από την αρχή στο εσωτερικό των Brics. Η Ινδία, που είναι μαζί με την Κίνα, τη Βραζιλία και την Ρωσία ένα από τα τέσσερα ιδρυτικά μέλη των Bric (μετονομάστηκαν σε BRICS με την προσθήκη της Νότιας Αφρικής) όχι μόνο βρίσκεται σε μόνιμη αντιπαράθεση με την Κίνα αλλά είναι και ένας από πιο στενούς συμμάχους των ΗΠΑ στην Ασία στην προσπάθειά περικύκλωσής της.
Ο Σι Τζινπίνγκ χαρακτήρισε την σύνοδο «ιστορική». «Ήταν ο βασικός υποστηρικτής της διεύρυνσης», γράφει η Βρετανική εφημερίδα The Guardian, «παρουσιάζοντάς την σαν έναν τρόπο έτσι ώστε ο παγκόσμιος νότος να έχει μια ισχυρότερη φωνή στις διεθνείς υποθέσεις». Στην πραγματικότητα αυτό που θέλει να πετύχει η Κίνα είναι να μετατρέψει τους Brics σε έναν διεθνή οργανισμό ανταγωνιστικό απέναντι στο, ελεγχόμενο από τις ΗΠΑ και τη Δύση, «κλαμπ των ισχυρών χωρών του πλανήτη», τους διαβόητους «πλανητάρχες» G7.
Γεράκια
Η Κίνα, ένας οικονομικός νάνος πριν από μερικές δεκαετίες, έχει μετατραπεί σήμερα στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία (μετά τις ΗΠΑ) του κόσμου και το εργοστάσιο του πλανήτη. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» του προέδρου Μπους, οι εμπορικοί πόλεμοι του προέδρου Τραμπ, οι πιέσεις για την απεξάρτηση και αποσύνδεση των δυτικών οικονομιών από την οικονομία της Κίνας του προέδρου Μπάιντεν και η νέα έκρηξη των εξοπλισμών έχουν έναν και μοναδικό στόχο: να παραμείνουν οι ΗΠΑ η κυρίαρχη δύναμη στον πλανήτη, παρά την σχετική τους οικονομική υποβάθμιση. Να συνεχίσουν οι ΗΠΑ να διαφεντεύουν τον πλανήτη και στον 21ο αιώνα, όπως έκαναν και στον 20ο- όπως έλεγε χαρακτηριστικά το όνομα της ομάδας των γερακιών «Για έναν νέο αμερικανικό αιώνα» που είχε πρωτοστατήσει στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».
Η Κίνα έχει εξαπολύσει μια ολόκληρη αντεπίθεση ενάντια σε αυτή την προσπάθεια «περικύκλωσης» και «απομόνωσης». Η διεύρυνση της ομάδας των Brics δεν είναι παρά το πιο πρόσφατο -αλλά σίγουρα όχι το τελευταίο- βήμα σε αυτή την μακριά αλυσίδα των αντιδράσεων και των αντιπροκλήσεων.
Το πρώτο και πιο επικίνδυνο «αντίμετρο» που έχει πάρει η Κίνα είναι η προσπάθεια οικοδόμησης μιας ισχυρής στρατιωτικής μηχανής που θα μπορεί να ανταγωνίζεται τις ΗΠΑ και στη στεριά και στη θάλασσα και στον αέρα. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να έχουν αυτή τη στιγμή ισχυρό προβάδισμα.
Η Κίνα για παράδειγμα διαθέτει αυτή τη στιγμή δυο αεροπλανοφόρα, το Λιαονίνγκ και το Σαντόνγκ. Το Λιαονίνγκ είναι ένα επισκευασμένο παλιό ημιτελές ρωσικό αεροπλανοφόρο (το αγόρασε η Κίνα σαν παλιοσίδερο από την Ουκρανία το 1998). Και τα δυο κινούνται με συμβατικά καύσιμα. Η Κίνα έχει αρχίσει την κατασκευή ενός τρίτου αεροπλανοφόρου. Ο στόχος είναι μέχρι το 2030 να έχει συνολικά έξι.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν αυτή τη στιγμή 11 πυρηνικά αεροπλανοφόρα, με άλλα τέσσερα υπό κατασκευή. Η μεγάλη αυτή απόσταση αντανακλά κύρια τη μεγάλη οικονομική καθυστέρηση της Κίνας των προηγούμενων δεκαετιών – το Νίμιτς, το αρχαιότερο εν ενεργεία αμερικανικό αεροπλανοφόρο τέθηκε σε υπηρεσία το 1975, σε μια εποχή όπου το ΑΕΠ της Κίνας ήταν δέκα φορές μικρότερο από το ΑΕΠ των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, όμως, αντανακλά και το τεχνολογικό προβάδισμα των ΗΠΑ – για αυτό ο πρόεδρος Μπάιντεν προσπαθεί απεγνωσμένα να εμποδίσει τη μεταφορά υψηλής τεχνολογίας στην Κίνα.
Αντίμετρα
Το δεύτερο σημαντικό αντίμετρο που έχει πάρει η Κίνα είναι η προσπάθεια εξασφάλισης πρώτων υλών και αγορών για τα προϊόντας της, έξω από τις παραδοσιακές πλούσιες οικονομίες της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Το 2013 η Κίνα πήρε την πρωτοβουλία «Μια ζώνη, ένας δρόμος» για τη δημιουργία υποδομών σε διάφορες χώρες μέσω της οποίας τα προϊόντα της θα μπορούν να φτάσουν με ασφάλεια στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Αυτή τη στιγμή η πρωτοβουλία περιλαμβάνει επίσημα 155 κράτη. Ανάμεσά τους είναι και μερικά ευρωπαϊκά (Κύπρος, Ελλάδα, Ιταλία, Αυστρία). Ο βασικός κορμός, όμως, αποτελείται από αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Φέτος για πρώτη φορά οι εξαγωγές της Κίνας προς τις χώρες της πρωτοβουλίας «Μια Ζώνη, ένας δρόμος» ξεπέρασαν τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ταυτόχρονα η Κίνα προσπαθεί να υπονομεύσει την κυριαρχία του δολαρίου και των διεθνών οργανισμών που διασφαλίζουν αυτή την κυριαρχία (κύρια το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα) στις παγκόσμιες αγορές. Η «Νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα» (ΝΑΤ) που έχει έδρα την Σανγκάι δημιουργήθηκε το 2015 με πρωτοβουλία της Κίνας και των άλλων χωρών του κλαμπ των BRICS (για αυτό ονομάζεται από πολλούς η Τράπεζα BRICS) με πρότυπο την Παγκόσμια Τράπεζα και στόχο την παροχή αναπτυξιακών δανείων στα κράτη-μέλη. Τον περασμένο Μάη, λίγο πριν την σύνοδο του Γιοχάνεσμπουργκ η Σαουδική Αραβία έγινε το 9ο μέλος της ΝΑΤ.
Στη σύνοδο της περασμένης εβδομάδας είχαν κληθεί δεκάδες χώρες. Κάποιες από αυτές αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε έναν οργανισμό ανοιχτά ανταγωνιστικό προς τους G7 και τις ΗΠΑ. Κάποιες άλλες απλά δίστασαν.
Η αμερικανική παγκόσμια ηγεμονία βρίσκεται σε κρίση. Η εκστρατεία ΗΠΑ-ΕΕ-ΝΑΤΟ για οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν βρήκε ανταπόκριση σε πολλές χώρες του «Νότου». Ακόμα και η Ινδία αρνήθηκε να τις εφαρμόσει. Παρά τις αμερικανικές πιέσεις, αυτές οι εξελίξεις έχουν ανοίξει τα περιθώρια για πρωτοβουλίες όπως των BRICS. Άλλα κράτη ελπίζουν να απαλλαγούν από το ζυγό του δολάριου και του ΔΝΤ και άλλα όπως η Κίνα προσπαθούν να φτιάξουν δική τους ζώνη επιρροής. Η διαδικασία της διεύρυνσης είναι αντιφατική, αλλά ενδεικτική της κρίσης του παγκόσμιου συστήματος.
Οι άμεσες συνέπειες της διεύρυνσης της ομάδας των BRICS ίσως είναι περιορισμένες. Αλλά θα ήταν λάθος να την αντιμετωπίσει κανείς σαν ένα αδιάφορο γεγονός, σαν μια «λεπτομέρεια». Είναι ένα σκαλοπάτι ακόμα στον δρόμο της κλιμάκωσης του ανταγωνισμού ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Κίνα είναι ακόμα σήμερα πιο αδύναμη από τις ΗΠΑ. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα «αντίμετρά» της έχουν οποιαδήποτε σχέση με την ειρήνη, την ευημερία και την πρόοδο.
Η σύνοδος του Γιοχάνεσμπουργκ ανέδειξε άλλο ένα πεδίο ανταγωνισμών που τρέφει εδώ και χρόνια ο παγκόσμιος καπιταλισμός – ο ιμπεριαλισμός δηλαδή.