Η Φύλλια Πολίτη, δημοσιογράφος, μίλησε στην Εργατική Αλληλεγγύη για τις μάχες στα ΜΜΕ
Η πυρκαγιά που έκαιγε τον Έβρο για 17 ολόκληρες μέρες μόλις σταμάτησε. Πώς θα σχολίαζες την κάλυψη των γεγονότων στα μέσα ενημέρωσης αλλά και τα φαινόμενα παραπληροφόρησης που τα συνόδευσαν;
Τις πρώτες μέρες η φωτιά στην Αλεξανδρούπολη στην ουσία αγνοήθηκε από τα κανάλια και τα μεγάλα ΜΜΕ. Έπρεπε να φτάσουν οι φλόγες να απειλούν το νοσοκομείο της πόλης για να γίνει πρώτο θέμα παρουσιάζοντας μάλιστα την εκκένωση ενός μεγάλου νοσοκομείου, με ό,τι συνέπειες έχει αυτό, σαν «επιτυχία».
Όταν άρχισε να γίνεται ορατό το μέγεθος της καταστροφής που απειλούσε την πόλη, μια επανάληψη της καταστροφής στη Ρόδο και στη Νέα Αγχίαλο, και ενώ ταυτόχρονα απειλούνταν ξανά η Πάρνηθα, ακούσαμε από επίσημα κυβερνητικά χείλη οι πυρκαγιές να αποδίδονται σε «εμπρηστές που απειλούν τη χώρα». Από την τρίτη μόλις μέρα της πυρκαγιάς και ενώ το ζήτημα ήταν να σβήσει η φωτιά, πριν ακόμη υπάρξει πόρισμα της Πυροσβεστικής που ήταν απασχολημένη στις επιχειρήσεις κατάσβεσης, είχαμε την ΕΥΠ να διατάσσεται να κάνει «έρευνα» για «οργανωμένο σχέδιο εμπρησμού». Και τον Κικίλια να βγαίνει δύο μέρες μετά σε έκτακτη ενημέρωση για να πει ότι «οι εμπρηστές θα το πληρώσουν ακριβά». Είδαμε εφημερίδες και αρκετά μέσα ακολουθώντας την κυβερνητική γραμμή να βγαίνουν με πηχυαίους τίτλους του τύπου «μας καίνε», «οι μετανάστες φταίνε για τις φωτιές», επικαλούμενα συνήθως «κυβερνητικές πηγές».
Από που προέκυψε αυτή η βεβαιότητα; Ξέρουμε και μέσα από τη δημοσιογραφική έρευνα αλλά και σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα της Πυροσβεστικής ότι οι φωτιές (όταν δεν είναι αποτέλεσμα φυσικού αίτιου κεραυνού όπως στην Αλεξανδρούπολη σύμφωνα και με τις αρχικές εκτιμήσεις των αρχών) που αποδίδονται σε εμπρησμό συνήθως προκύπτουν κατά τη διάρκεια εργασιών ή για διάφορους άλλους λόγους που έχουν να κάνουν με τον ανθρώπινο παράγοντα - αλλά σίγουρα όχι βάση «οργανωμένου σχεδίου» ή κάποιου «πράκτορα». Όλοι γνωρίζουν ότι οι πυρκαγιές πολλαπλασιάζονται και γίνονται πιο επικίνδυνες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Υποτίθεται συστήσαν υπουργείο για την κλιματική αλλαγή γι’ αυτόν το λόγο. Αλλά παρά το ότι το 2021 κάηκε η Βόρεια Εύβοια, είδαμε να συμβαίνουν ξανά τα ίδια γιατί δεν έγινε τίποτα ουσιαστικό στον τομέα της πρόληψης και της καταστολής.
Τι ρόλο έπαιξε η κατευθυνόμενη παραπληροφόρηση ώστε να ξεδιπλωθεί ένα ρατσιστικό σαφάρι μεταναστών από οργανωμένες ακροδεξιές ομάδες στον Έβρο;
Πατώντας σε μια αντιμεταναστευτική ρητορική που κυριαρχεί στο δημόσιο λόγο και εκπορεύεται από την ίδια την κυβέρνηση, οργανωμένες ακροδεξιές ομάδες του Έβρου κι ο ίδιος ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης στον νομό, στοχοποιούν ασύστολα τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης στον Έβρο δήλωνε, λαλίστατος, στα τοπικά μέσα Ενημέρωσης ότι ήταν μπροστά σε σύλληψη μεταναστών που είχαν υποτίθεται εμπρηστικό μηχανισμό στην Χιλή κοντά στην Αλεξανδρούπολη και καλούσε δημόσια από ραδιοφωνικό σταθμό και από τη σελίδα του στο fb σε ραντεβού για περιπολίες το ίδιο βράδυ.
Αναφερόταν στο αποτρόπαιο περιστατικό -που στο μεταξύ έβλεπε όλη η Ελλάδα στο βίντεο που ανάρτησαν «περήφανα» οι ίδιοι οι δράστες- με τους ρατσιστές που είχαν «συλλάβει» τους 13 πρόσφυγες βάζοντάς τους σε ένα μεταλλικό τρέιλερ. Το γεγονός ξεσήκωσε ένα τεράστιο κύμα οργής, συνελήφθησαν οι τρεις δράστες, ενώ από την κατάθεση των μεταναστών και των προσφύγων στις δικαστικές αρχές δεν προέκυψε ούτε καν υποψία για εμπρησμό. Γι’ αυτό και αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς κανένα περιοριστικό όρο ενώ οι κυνηγοί τους τελικά προφυλακίστηκαν.
Και αφού έχουν συμβεί όλα αυτά, έχουμε τον ίδιο τον πρωθυπουργό να βγαίνει στη Βουλή και να λέει ότι οι φωτιές «περίπου» οφείλονται σε εμπρησμό και ότι το μέρος από το οποίο ξεκίνησε η φωτιά στη Δαδιά βρίσκεται στα «περάσματα των μεταναστών!». Την επόμενη μέρα η φωτιά στον Έβρο σταμάτησε να προβάλλεται με απευθείας συνδέσεις, παρότι συνέχιζε να κατακαίει την Δαδιά και να απειλεί το Σουφλί και την Λευκίμμη.
Πρόκειται για ένα αλληλοτροφοδοτούμενο κύκλο παραπληροφόρησης μεταξύ κυβέρνησης, ακροδεξιών και συγκεκριμένων ΜΜΕ, ο οποίος αφενός τροφοδοτεί τον ρατσισμό και την φασιστική βία αφετέρου αποπροσανατολίζει τη συζήτηση από τις ευθύνες και τα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν ενάντια στην πραγματική απειλή των πυρκαγιών
Παρόλα αυτά είδαμε τελικά ότι αυτή η προπαγάνδα δεν μπόρεσε να περάσει ακόμη και σε Μέσα που κάθε άλλο από εχθρικά θα τα έλεγες προς την κυβέρνηση.
Έγινε η προσπάθεια, διάφορα ΜΜΕ να υιοθετήσουν πλήρως τις διάφορες «κυβερνητκές πηγές», τις δηλώσεις δημοτικών και περιφεριακών παραγόντων, ακροδεξιών. Το είδαμε να γίνεται σε μεγάλο κανάλι όπου δημοσιογράφος είπε σε απευθείας μετάδοση ότι έγινε σύλληψη επ’ αυτοφόρω μεταναστών για εμπρησμό – δήλωση που ανασκεύασαν την επόμενη μέρα. Είδαμε από τα κεντρικά στούντιο να γίνονται πιεστικές ερωτήσεις προς τους επίσημους παράγοντες με προσανατολισμό να βγει η «είδηση», ότι τις φωτιές τις βάζουν οι μετανάστες.
Αυτό το σχέδιο συσκότισης δεν πέρασε. Υπήρξαν συνάδελφοι σε αρκετά Μέσα που δημοσιοποίησαν το βίντεο που ήδη είχε αρχίσει να κυκλοφορεί στο διαδίκτυο δείχνοντας τους ρατσιστές να διαφημίζουν τη δράση τους. Εκεί η κυβέρνηση επιχείρησε πάλι δια στόματος Οικονόμου να περιγράψει τα γεγονότα σαν «αυτοδικία». Αυτοδικία σημαίνει εσύ μου κάψες το σπίτι εγώ σου καίω το δικό σου. Εδώ όμως δεν είχαμε αυτό, αλλά ένα ρατσιστικό σαφάρι.
Ωστόσο, ήμασταν αρκετοί/ες εκείνοι που κινητοποιηθήκαμε αμέσως για να βρούμε ποιοι είναι οι συγκεκριμένοι, ποιες ήταν οι συνδέσεις τους με την ακροδεξιά, τι ιστορία έχουν πίσω τους. Επίσης και αυτό ήταν το κρισιμότερο, μπορέσαμε να «πατήσουμε» πάνω στη δουλειά συναδέλφων που εδώ και χρόνια κατέγραφαν και δημοσιοποιούσαν τα τεκταινόμενα.
Ενδεικτική είναι η συστηματική προσπάθεια της εφημερίδας «Γνώμη» στην Αλεξανδρούπολη, που εδώ και χρόνια καταγγέλλει την αυτόκλητη δράση των «υπερασπιστών της πατρίδας» που από το 2020 και μετά με τον «υβριδικό πόλεμο» της κυβέρνησης, απέκτησαν ρόλο «προστάτη συνόρων» παρότι είναι καταπατητές στο Δέλτα του Έβρου με την ανοχή της Πολιτείας.
Αλλα και δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερ που την άνοιξη του 2020 βρέθηκαν στον Έβρο και κατήγγειλαν δημόσια τη δράση οπλισμένων ομάδων ακόμη και εναντίον των ίδιων.
Υπήρξαν απόπειρες λογοκρισίας αν όχι τρομοκράτησης συναδέλφων που προσπαθούσαν να κάνουν τη δουλειά τους. Είχαμε την ανακοίνωση της ΕΣΗΕΜΘ που καταδίκασε την επίθεση σε τοπικούς δημοσιογράφους που μεταδίδοντας σε μεγάλο κανάλι δέχτηκαν προπηλακισμούς επειδή απλώς είπαν την κύρια είδηση, ότι δηλαδή είχαν βρεθεί τουλάχιστον 18 νεκροί πρόσφυγες στο δάσος της Δαδιάς. Οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι ανέφεραν ότι οι προπηλακισμοί έγιναν από άτομα που είχαν να κάνουν με τοπικά μέσα της περιοχής που παίζουν συγκεκριμένο ρόλο. Με βάση αυτές τις αποκαλύψεις αρκετών ΜΜΕ, υπήρξε δύο φορές εισαγγελική παρέμβαση, μια για ρατσιστιική βία και μια για την υποκίνηση της βίας μέσα από το διαδίκτυο, που ζητούσε από τους κατά τόπους εισαγγελείς να ερευνήσουν τι συμβαίνει.
Είδαμε βέβαια τους βουλευτές της Ελληνικής Λύσης με ερώτηση στην Βουλή να ζητάνε από την κυβέρνηση να επιβάλει «κυρώσεις» σε δημοσιογράφους στο Press Project, γιατί έβγαλαν τα γεγονότα. Πως πρέπει να απαντήσουν οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ σε τέτοια φαινόμενα;
Μετά τη δήλωση του πρωθυπουργού στη Βουλή και την άνευρη καταδίκη φαινομένων αυτοδικίας οι βουλευτές της Ελληνικής Λύσης αποθρανσύνθηκαν και ζήτησαν να γίνει έλεγχος σε ΜΜΕ και δημοσιογράφους για τα όσα δημοσιοποίησαν για την ακροδεξιά στον Έβρο.
Καταρχάς ποιοι είναι αυτοί που ζητάνε το έλεγχο παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους ως θύματα και δεύτερον τι ακριβώς ζητάνε; Λίγο να είχαν σχέση με στοιχειώδεις αρχές της αστικής δημοκρατίας θα ήξεραν ότι ο Τύπος είναι επιφορτισμένος να ελέγχει την εξουσία και όχι το ανάποδο! Η Ελληνική Λύση καλεί ωμά την κυβέρνηση να παρέμβει στον Τύπο για να επιβάλει σιωπή στους δημοσιογράφους.
Τα έχουμε δει αυτά ξανά στην περίοδο της ανόδου της Χρυσής Αυγής τα προηγούμενα χρόνια. Είχαμε δει βίαιες επιθέσεις των χρυσαυγιτών σε δημοσιογράφους, είχαμε μηνύσεις γιατί συνάδελφοι αποκαλούσαν ως φασίστες τους φασίστες. Είναι προφανές ότι δεν έχουμε τελειώσει με το ζήτημα του φασισμού και γενικότερα και όσον αφορά συγκεκριμένα τον Τύπο.
Χρειάζεται να αξιοποιήσουμε τις εμπειρίες του προηγούμενου «γύρου» στην αντιπαράθεση με τον φασισμό. Οι αποφάσεις των εργαζομένων και των σωματείων στην ΕΡΤ να κάνουν στάσεις εργασίας κάθε φορά που επρόκειτο να προβληθεί η Χ.Α., οι δημοσιογράφοι που κατέβαζαν τα μικρόφωνά τους κάθε φορά που ήταν να μιλήσουν χρυσαυγίτες, οι μάχες που δόθηκαν από τους μαχόμενους δημοσιογράφους μέσα σε κάθε μέσο για να σταματήσει το «σπρώξιμο» των νεοναζί, δείχνουν το δρόμο για το τι μπορούμε να κάνουμε σήμερα.
Τα σωματεία και οι ενώσεις των δημοσιογράφων και των εργαζομένων στα ΜΜΕ χρειάζεται να βγουν μπροστά ενάντια στον ρατσισμό και τον φασισμό. Να στηρίξουν τους συναδέλφους απέναντι σε κάθε είδους φασιστική παρενόχληση ή φίμωση. Ήδη τα τελευταία χρόνια έχουμε δει τις SLAPP αγωγές να γίνονται μόδα. Θα πρέπει επίσης να λάβουν μέτρα απέναντι στα ρατσιστικά ψέματα και τον ρατσιστικό λόγο που αναπαράγεται κατά κόρο στα ΜΜΕ εδώ και χρόνια.
Τα συλλογικά όργανα θα πρέπει να γίνουν πιο αυστηρά σε όσους διαδίδουν σκοπίμως ρατσιστικά fake news και αντίθετα να στηρίξουν κάθε συνάδελφο που θέλει να πει την αλήθεια και να κάνει τη δουλειά του κόντρα στην γραμμή του εκάστοτε μέσου και της εκάστοτε κυβέρνησης που του επιβάλλουν να πει άλλα από αυτά που καταγράφει. Για να μπορεί να το κάνει αυτό πρέπει να έχει τα σωματεία δίπλα του.