Ο κυβερνητικός τύπος υποδέχτηκε τη νίκη Κασσελάκη στον ΣΥΡΙΖΑ αρπάζοντας την ευκαιρία να πανηγυρίσει για το «τέλος της Αριστεράς» και για μια κυβέρνηση Μητσοτάκη που είναι «χωρίς αντίπαλο». Είναι αυτή η πραγματική εικόνα;
Οι περίπου 70.000 ψήφοι που έδωσαν την πλειοψηφία στον Κασσελάκη μπορεί να σηματοδοτούν ένα νέο κεφάλαιο στη δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούν μια τέτοια ανάλυση της πραγματικότητας.
Είναι γελοίο ακόμη και να λέγεται ότι επειδή 70.000 άνθρωποι ψήφισαν Κασσελάκη, «μας τελείωσε» η Αριστερά στην Ελλάδα. Ξεκινώντας από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ και τις ψήφους που πήρε ο Κασσελάκης. Δεν ήταν όλες ίδιες. Ένα μέρος αυτών που τον ψήφισαν το έκανε με κριτήριο την στροφή προς το κέντρο και ένα άλλο το έκανε με την αυταπάτη, ότι έχοντας τη στήριξη του Πολάκη, θα ακολουθήσει μια πιο «μαχητική» αντιπολίτευση. Από την άλλη, οι 55.000 περίπου ψηφοφόροι που στήριξαν την Αχτσιόγλου, αρκετοί από αυτούς με μοναδικό κίνητρο να μην βγει ο Κασσελάκης, αναμένουν από την πλευρά της εσωκομματικής αντιπολίτευσης ότι δεν θα επιτρέψει τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε Δημοκρατικό Κόμμα αλά ΗΠΑ.
Είναι λαθροχειρία το να μεταφέρει κανείς την δεξιά στροφή της ηγεσίας στον κόσμο που ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές. Και όλους μαζί να αθροίσεις όσους/ες ψήφισαν την πρώτη Κυριακή για πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν λιγότερο από το 1/6 των ψηφοφόρων που έδωσαν στον ΣΥΡΙΖΑ το 17% στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου. Που τοποθετείται όλος αυτός ο κόσμος που δεν πήγε καν να ψηφίσει για πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ; Στη δεξιά;
Και βέβαια είναι ακόμη πιο γελοίο και εκ του πονηρού να περιορίζει κανείς την Αριστερά στο 17% του ΣΥΡΙΖΑ αφήνοντας απ’ έξω το ΚΚΕ ή την αντικαπιταλιστική Αριστερά. Και ακόμη περισσότερο να περιορίζει τον κόσμο της Αριστεράς σε όσους/ες πηγαίνουν στις κάλπες για να ψηφίσουν στις εκλογές, βουλευτικές ή τοπικές.
Η δυναμική του κόσμου που κατέβηκε στους δρόμους μετά τα Τέμπη ή το έγκλημα της Πύλου ξεπερνά κατά πολύ τις ψήφους που παίρνει η Αριστερά στις εκλογές. Η κοινωνική δύναμη της Αριστεράς είναι πολλαπλάσια από την εκλογική της δύναμη. Και φαίνεται.
Η προχθεσινή πανεργατική απεργία, το τεράστιο συλλαλητήριο στα 10 χρόνια από την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, η μαζική οργισμένη διαδήλωση στην επέτειο των πέντε χρόνων από την δολοφονία του Ζακ, τα συλλαλητήρια αλλά και η οργή που εκφράζεται αυθόρμητα στις πληγείσες από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες περιοχές, οι διαδηλώσεις στα λιμάνια και η απεργία των ναυτεργατών για τη δολοφονία του Α. Καρυώτη, οι διαδηλώσεις για την υπεράσπιση των παραλιών το καλοκαίρι, οι απεργίες των εργαζόμενων στα νοσοκομεία, τα αποτελέσματα των εκλογών στα σωματεία – πρόσφατα στους Αρχαιολόγους όπου η παράταξη της Μενδώνη έχασε και τις έδρες που είχε- δείχνουν μια Αριστερά παρούσα.
Συγκρουόμαστε με μια κυβέρνηση που έχει ήδη αναγκαστεί να «παραιτήσει» δύο βασικούς της υπουργούς, μια κυβέρνηση που τρέχει στα γρήγορα να ψηφίσει ένα νόμο που ποινικοποιεί την περιφρούρηση στην απεργία γιατί φοβάται το απεργιακό τσουνάμι που έρχεται, μια κυβέρνηση που ξέρει ότι η περίοδος των διαφόρων «pass» και των ψίχουλων που έδινε για «παροχές» ανήκει οριστικά στο παρελθόν.
Στρατηγική
Το ερώτημα που έχουμε να απαντήσουμε δεν είναι αν μας τελείωσε η Αριστερά, αλλά τι είδους Αριστερά χρειαζόμαστε και με τι στρατηγική ώστε να μπορέσουμε να οργανώσουμε τις μάχες και να τσακίσουμε αυτήν την επικίνδυνη κυβέρνηση που κάθε μέρα που περνάει, από τον Έβρο μέχρι την Καρδίτσα καταστρέφει τις ζωές δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Δεν μπορεί να έχει κανείς καμιά απολύτως εμπιστοσύνη ότι αυτό θα το κάνει ο Κασσελάκης, όσο και να φώναζε «εγώ δεν θα σας προδώσω» το βράδυ της νίκης του έξω από την Κουμουνδούρου. Όχι μόνο γιατί ο Κασσελάκης είναι αυτό που είναι. Αλλά γιατί η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ ότι τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν προς το καλύτερο μόνο μέσα από μια προοδευτική διαχείριση ενός συστήματος σε κρίση, με ό,τι συμβιβασμούς αυτή συνεπάγεται, το μόνο που φέρνει είναι αλλεπάλληλες δεξιές μετατοπίσεις που κυοφορούν νέες ήττες για την εργατική τάξη.
Κόντρα σε όλη τη μυθολογία του Αλέξη Τσίπρα που πήρε τον ΣΥΡΙΖΑ από το 3% και τον έκανε κυβέρνηση, η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ στο 16% το 2012 και στο 36,3% τρία χρόνια αργότερα είχε να κάνει με το γεγονός ότι στη διάρκεια αυτής της πενταετίας υπήρξε ένα τεράστο κίνημα με δεκάδες πανεργατικές απεργίες, απεργίες διαρκείας, καταλήψεις χώρων εργασίας και εκπαίδευσης που γκρέμισε το μέχρι τότε υπάρχον πολιτικό σκηνικό και κορυφώθηκε με το 63% στο Δημοψήφισμα του 2015.
Ένα κίνημα και μια ριζοσπαστικοποίηση που ο Τσίπρας και σύσσωμη η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ χαράμισαν, σπέρνοντας αυταπάτες για τους «εταίρους» στην ΕΕ, τη «βοήθεια» του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και κυνηγώντας συμμαχίες με τον Καμμένο, μετά με το ΠΑΣΟΚ, μετά με τον «κεντροδεξιό» χώρο της ΝΔ και τη «μεσαία τάξη», οδηγώντας στην συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ αυτό το καλοκαίρι. Πετυχαίνοντας με αυτόν τον τρόπο να εκλέξουν στην ηγεσία του κόμματός τους ένα πρόεδρο που κινείται ακόμη πιο δεξιά.
Η κρίση του συστήματος είναι εδώ και έχει γίνει πολυκρίση, το κίνημα και η ριζοσπαστικοποίηση είναι εδώ, και αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι έναν ακόμη «χαρισματικό ηγέτη» για να μας δώσει «φως», αλλά μια δυνατή αντικαπιταλιστική Αριστερά που θα δώσει πολιτική συγκρότηση σε όλον αυτόν τον κόσμο στην προοπτική του αγώνα, της ρήξης και της ανατροπής.