Αυτός είναι ο τίτλος της έκθεσης τεκμηρίων για την κατάληψη της Νομικής, 50 χρόνια μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Τη διοργανώνει στη Νομική σχολή το Ιστορικό Αρχείο του ΕΚΠΑ.
Η ιστορία περνά μπροστά στα μάτια του θεατή μέσα από τέσσερις ενότητες, ξεκινώντας από την επιβολή της δικτατορίας το 1967 και φτάνοντας μέχρι το καλοκαίρι του 1974. Ο πρωταγωνιστής της έκθεσης -πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς- είναι το φοιτητικό κίνημα, με κορυφαίο σταθμό την κατάληψη της Νομικής, και αποκορύφωμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Ανάμεσα στα τεκμήρια, κλήσεις φοιτητών σε απολογία σε Πειθαρχικά Συμβούλια. Λίστα υπό σύλληψη ατόμων και συλληφθέντων στο ΕΑΤ/ΕΣΑ. Ψηφίσματα στήριξης φοιτητών του εξωτερικού στους συναδέλφους τους στην Ελλάδα. Το περιβραχιόνιο της Επιτροπής της Φιλοσοφικής την πρώτη νύχτα της κατάληψης του Πολυτεχνείου. Η ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής των ημερών της κατάληψης του Πολυτεχνείου, με ημερομηνία “16 Νοέμβρη 73”. “…Αρχίζοντας έτσι πολιτικό αγώνα, οι φοιτητές και οι Έλληνες εργαζόμενοι που κλείστηκαν στο Πολυτεχνείο, ξεκαθαρίζουν τις θέσεις τους και καλούν τον Ελληνικό Λαό να συσπειρωθεί γύρω τους και να αγωνισθεί μαζί τους ως την τελική νίκη”. Μέσα από όλο αυτό το υλικό ζωντανεύει ξανά το κλίμα και ο αναβρασμός εκείνων των ημερών.
Τα εγκαίνια έγιναν την περασμένη Πέμπτη 19/10. Μία μέρα μετά, βράδυ, προς το κλείσιμο του κτιρίου, μέσα ησυχία. Έρχεται μια γυναίκα, γύρω στα 70. Αφού κοιτάζει λίγο τις φωτογραφίες πλησιάζει. “Είναι κι ο αδελφός μου εδώ”. Μου τον δείχνει σε μια φωτογραφία με φοιτητές που η χούντα επιστράτευε για να τους απομακρύνει από τη δράση στο φοιτητικό κίνημα.
“Ο διοικητής του στο στρατόπεδο έβγαζε τον αδελφό μου συνεχώς μπροστά και έλεγε στους άλλους μην τον κάνετε παρέα. Έτσι έκαναν στους κομμουνιστές. Ο αδελφός μου είχε πάρει άδεια λίγο πριν τις 17 Νοέμβρη του ‘73. Πώς και τους έδωσαν άδεια εκείνες τις μέρες; Μάλλον δε φαντάζονταν τι έρχεται. Εκείνη τη νύχτα ήρθαν να τον ψάξουν στο σπίτι μας. Το σπίτι ήταν κοντά στη Νομική. Μας το διέλυσαν. Δεν τον βρήκαν. Όλη νύχτα ακούγαμε τις σφαίρες και τα παιδιά να φωνάζουν βοήθεια. Δε θα το ξεχάσω ποτέ.
Μου ζητούσαν να τον αποκηρύξω για να διοριστώ. Δεν το έκανα ποτέ”.
Όταν ξαναπηγαίνω στην έκθεση, έρχεται να μου μιλήσει ο θυρωρός. Θέλει να πει για τις ιστορίες που έχει ακούσει από όλους αυτούς τους ανθρώπους που έζησαν τον ξεσηκωμό της Νομικής και του Πολυτεχνείου και έρχονται ξανά και ξανά στο κτίριο.
“Ο φοιτητής που βλέπετε ψηλά στη φωτογραφία είναι εκπαιδευτικός -τότε ήταν φοιτητής. Ήρθε πριν από λίγα χρόνια, μεγάλος πια, ασπρομάλλης, πολύ ψηλός κύριος. Μου έλεγε για εκείνη την εποχή ότι τους κυνηγούσε η αστυνομία, ότι ήταν πολύ δύσκολα. Μου είπε ότι θα ξανάρθει. Και άλλοι άνθρωποι μου έχουν πει πως όταν έφευγαν από εδώ τους πυροβολούσε η αστυνομία και κατέβαιναν προς το Πολυτεχνείο. Ένας έκλαιγε, είχε συγκινηθεί πάρα πολύ. Έρχονται και ακόμα μεγαλύτεροι. Μπαίνουν και περιδιαβαίνουν το κτίριο και θυμούνται.
Έρχεται κόσμος κάθε μέρα στην έκθεση”.
Γιατί αυτό είναι το πιο σπουδαίο με το Πολυτεχνείο. Δεν είναι μόνο ιστορία. Το βλέπεις στο πώς ζωντανεύουν τα πρόσωπα των ανθρώπων που θέλουν να σου πουν αυτό που ξέρουν για εκείνες τις μέρες. Το βλέπεις στα πρόσωπα των φοιτητών που ασταμάτητα περνούν από την έκθεση και κοιτάζουν και συζητούν. Το βλέπεις στα πρόσωπα των ανθρώπων που μπαίνουν στη Νομική και διαβάζουν και φωτογραφίζουν.
Αυτό είναι το Πολυτεχνείο. Μνήμη και οδηγός στο εδώ και τώρα.