Η Αριστερά
Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ: Χρειάζεται ρήξη με τις επιλογές που έφεραν την κρίση

(Πάνω) Κασσελάκης, Αχτσιόγλου, Τσακαλώτος. (Κάτω) 5/7/2015, Το βράδυ του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Φωτό: Στέλιος Μιχαηλίδης

Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ επισημοποιήθηκε το σαββατοκύριακο που πέρασε στην επεισοδιακή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής. Η τάση της Ομπρέλας και άλλα στελέχη ανακοίνωσαν και επίσημα την αποχώρησή τους με ένα κείμενο 46 μελών της Κ.Ε που κατέθεσαν. Είχε προηγηθεί το κείμενο με τις υπογραφές 1.300 μελών του κόμματος που δημοσιεύτηκαν στις 9/11 που ουσιαστικά την προανάγγειλε. 

Η ηγεσία Κασσελάκη στις παραμονές της συνεδρίασης επέλεξε να περάσει στην επίθεση, να κόψει κάθε γέφυρα και να εκβιάσει την εσωκομματική αντιπολίτευση. Αυτό σήμαινε, ουσιαστικά, η πρόταση «βόμβα» για εσωκομματικό δημοψήφισμα για τη διαγραφή των τεσσάρων στελεχών που είχε ανακοινώσει την προπερασμένη βδομάδα, με αναφορές στο «άρρωστο κόμμα» που το υπονομεύει μια «πέμπτη φάλαγγα». Μετά την «αδιαμεσολάβητη» εκλογή από μέλη που μπορούσαν να γραφτούν απλά για να ψηφίσουν τον πρόεδρο, η ρευστοποίηση του κόμματος, των διαδικασιών και των οργάνων του έφτασε σε επίπεδο ριάλιτι σόου, όπου το κοινό ψηφίζει ποιος/α θα φύγει. 

Τελικά, η Κ.Ε αποφάσισε ότι δεν θα υπάρξει διαδικασία διαγραφών με δημοψήφισμα -έτσι κι αλλιώς οι Φίλης, Βίτσας, Σκουρλέτης, Τζουμάκας είχαν αποχωρήσει. Αυτό ήταν αρκετό για την υπόλοιπη εσωκομματική αντιπολίτευση (Αχτσιόγλου, Τεμπονέρας) να παραμείνει στο κόμμα. 

Η ηγεσία Κασσελάκη επιταχύνει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς τη δεξιά κατρακύλα του κόμματος. Μετά την ομιλία στο ΣΕΒ και τους ύμνους στην επιχειρηματικότητα, ο Κασσελάκης βγήκε τη Δευτέρα το πρωί στο Κόκκινο να πει ότι είναι κατά της «υπερφορολόγησης» (θέση-κλειδί των νεοφιλελεύθερων για δώρα στο κεφάλαιο) και για να πει ότι είναι υπέρ μιας «πατριωτικής Αριστεράς» που «δεν ντρέπεται με την έπαρση της σημαίας». Αγκαλιές με τους βιομήχανους και τους τραπεζίτες, σύμπλευση με την κυβέρνηση και τις ΗΠΑ στο πλευρό του κράτους απαρτχάιντ του Ισραήλ που δολοφονεί στη Γάζα και «πατριωτισμός». Αυτά είναι τα συστατικά της «μεγάλης προοδευτικής παράταξης» που πάει προς το κέντρο και θεωρεί βαρίδια ακόμα και τις αναφορές στην Αριστερά. 

Μέσα σε αυτό το κόμμα, όπου οι οργανωμένες διαδικασίες είναι παρελθόν, οι ομαδοποιήσεις και οι τάσεις που επέλεξαν να παραμείνουν θα έχουν την ίδια αποτελεσματικότητα με τις τάσεις στο εσωτερικό των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ ή στην Ιταλία. Άλλωστε ο ίδιος ο Κασσελάκης έσπευσε να πει στην ίδια δήλωση ότι «οι πολιτικές διαφορές μέσα στο κόμμα είναι μικρές». «Θα» συζητηθούν στο συνέδριο, που προς το παρόν έχει παραπεμφθεί στις καλένδες κι όλα υποτάσσονται στην προοπτική της κάλπης στις Ευρωεκλογές. 

Και τώρα;

Στο τέλος του κειμένου που κατέθεσαν τα στελέχη της Ομπρέλας, δηλώνουν ότι θα εργαστούν για «τη δυνατότητα υπεράσπισης μιας νέας νικηφόρας προοπτικής της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Είναι θέμα συνείδησης και ευθύνης. Για μια Αριστερά σύγχρονη, μέρος της ευρωπαϊκής και διεθνούς αριστεράς και σε αλληλεπίδραση με αυτήν. Για μια Αριστερά με κριτική σκέψη, βαθιά δημοκρατική, νεανική, οικολογική, φεμινιστική, κινηματική, αντιρατσιστική. Για μια Αριστερά σταθερά στο πλευρό του κόσμου της εργασίας και των φτωχών. ΥΓ: Προς όσες και όσους ελπίζουν και επιδιώκουν εδώ και χρόνια το τέλος της Αριστεράς: “Δεν θα ξεμπερδέψετε τόσο εύκολα μαζί της”».

Στην πραγματικότητα ένα μεγάλο κομμάτι του αριστερού κόσμου ήταν σε τροχιά αποχώρησης από τον ΣΥΡΙΖΑ πολύ πριν η ηγετική ομάδα της Ομπρέλας αποφασίσει την επίσημη αποχώρηση. Τελικά και η ηγετική ομάδα της Ομπρέλας αναγκάστηκε να κάνει αυτό το βήμα. Το ζήτημα, όμως, είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ έφτασε σε αυτό το σημείο και τι θα συμβεί στη συνέχεια. 

Σε αυτά τα ζητήματα οι αναφορές είναι μικρές και γενικόλογες. Ως προς το παρελθόν δίνονται υποσχέσεις για «αυτοκριτική» ενώ υπονοούνται κριτικές στην ηγεσία Τσίπρα όπως η αναφορά στο κείμενο με τις 1.300 υπογραφές: «Η, πιο διαχειρίσιμη, εκλογική ήττα του 2019 αντιμετωπίστηκε με μια φυγή τάχα προς τα εμπρός, που κατέληξε σε μια ρευστοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να μετατραπεί στη “μεγάλη δημοκρατική παράταξη”. Με τα γνωστά αποτελέσματα της κατάρρευσης του εκλογικού ποσοστού τέσσερα χρόνια μετά». 

Όμως, αυτή η «φυγή» προς τη «ρευστοποίηση» δεν έπεσε από τον ουρανό. Ήταν κομμάτι της προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ στον ψεύτικο ρεαλισμό της διαχείρισης ενός καπιταλισμού σε κρίση που σκορπάει βαρβαρότητα και αδιέξοδα σε κάθε ανάσα του. Και αυτή η προσαρμογή δεν ξεκίνησε το 2019. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε δηλώνοντας ότι είναι ένα νέο, πρωτότυπο εγχείρημα, ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς δεμένο με τα κινήματα και τους αγώνες, σε διαχωρισμό με τη σοσιαλδημοκρατία που εφάρμοζε πιστά τις νεοφιλελεύθερες επιθέσεις των καπιταλιστών και υιοθετούσε τα ιδεολογήματά τους σε όλα τα επίπεδα. Τέτοια κόμματα εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν και αλλού στην Ευρώπη εκείνο το διάστημα. Και όπως εξηγεί η Μ. Στύλλου στο άρθρο με τίτλο “Η κρίση στο ΣΥΡΙΖΑ: Που είναι η λύση;” στο νέο τεύχος του περιοδικού Σοσιαλισμός από τα Κάτω, επρόκειτο για κόμματα του αριστερού ρεφορμισμού:

«Δυνάμεις που τροφοδοτούνται από την άνοδο του κινήματος, είναι προϊόντα της αριστερής στροφής στην κοινωνία και της εμπειρίας που έχει συσσωρεύσει το πιο προχωρημένο τμήμα της εργατικής τάξης και της νεολαίας τα προηγούμενα χρόνια. Τοποθετούνται πιο αριστερά από την σοσιαλδημοκρατία γιατί ακριβώς τα κινήματα των τελευταίων χρόνων έχουν πάρει ιδεολογική και οργανωτική απόσταση από τη σοσιαλδημοκρατία. Όμως, η στρατηγική τους σε σχέση με το κράτος είναι εξίσου ρεφορμιστική όπως της σοσιαλδημοκρατίας. Τα κινήματα θεωρούνται μοχλός πίεσης που ανοίγει εκλογικό δρόμο, όχι το αντίστροφο». 

Για να είναι «χρήσιμο» ένα κόμμα, ακόμα και της ριζοσπαστικής, Αριστεράς, σύμφωνα με αυτή τη στρατηγική, πρέπει να πάρει την κυβέρνηση και να διαχειριστεί τους «θεσμούς». Και σε κάθε κρίσιμη καμπή όλων αυτών των χρόνων, αυτό μεταφραζόταν σε προσαρμογή προς τα δεξιά, προς τις απαιτήσεις και τους εκβιασμούς του κεφαλαίου. Το 2015 δεν «μπορούσαμε» να τα βάλουμε με τους «θεσμούς» -δηλαδή την άρχουσα τάξη και την ΕΕ- οπότε η μοναδική επιλογή ήταν το τρίτο μνημόνιο. Ο Ε. Τσακαλώτος υπηρέτησε αυτή την επιλογή από το υπουργείο Οικονομικών. 

Στην ίδια διαδρομή

Η Ομπρέλα αποχωρώντας από τον ΣΥΡΙΖΑ δηλώνει «Για μια Αριστερά με κριτική σκέψη, βαθιά δημοκρατική, νεανική, οικολογική, φεμινιστική, κινηματική, αντιρατσιστική». Με αυτές τις αναφορές ξεκίνησε την πορεία του ο ΣΥΡΙΖΑ. Πουθενά, όμως, στα άρθρα, τις δηλώσεις και τις όποιες αναλύσεις των στελεχών που αποχώρησαν δεν δίνεται μια εξήγηση για την πορεία που έφερε τον Κασσελάκη. Και στην πραγματικότητα αυτό που προτείνουν στον κόσμο που συγκρούεται με τη δολοφονική κυβέρνηση της ΝΔ, είναι να βαδίσει ξανά την ίδια διαδρομή. Χαρακτηριστικά είναι κάποια αποσπάσματα από το κείμενο των 1.300 υπογραφών:

«Προϋπόθεση για να υπάρξει ξανά προοπτική διεκδίκησης της εξουσίας από την Αριστερά είναι να ανοικοδομηθεί από τα χαμηλά ποσοστά που έχουμε οδηγηθεί ένας αξιόπιστος πολιτικός φορέας της:

Με σοβαρά επεξεργασμένο πρόγραμμα ριζοσπαστικών αλλαγών. Με αξιόπιστη και σταθερή πολιτική συμμαχιών, η οποία δεν θα διακηρύσσεται απλώς, αλλά θα οικοδομείται με συνέπεια στην κεντρική πολιτική σκηνή, σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο και στο πεδίο των κοινωνικών κινημάτων. Και θα οδηγεί σε προωθητικές προγραμματικές συγκλίσεις με όμορες πολιτικές δυνάμεις μέσα από την ενίσχυση της Αριστεράς και όχι με την παράδοσή της άνευ όρων σε σχέδια ξένα προς το δικό της πρόγραμμα…

Με σαφή ταξική τοποθέτηση υπέρ των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων, με σαφή οικονομική και δημοσιονομική πολιτική ενάντια στις ανισότητες, με εναλλακτικό παράδειγμα παραγωγής και κατανάλωσης, με στρατηγικό στόχο τις δομικές μεταρρυθμίσεις που αλλάζουν την υπάρχουσα οργάνωση της κοινωνίας».

Το πάλαι ποτέ Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα ξεκίνησε από τις «δομικές μεταρρυθμίσεις» για να περάσει στον «ιστορικό συμβιβασμό» με τη δεξιά και κάποια χρόνια μετά στην αυτοδιάλυση. Δεν αξίζει στον κόσμο της Αριστεράς που προχωρεί σε ρήξη με τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ να επαναλάβει την ίδια αποτυχημένη στρατηγική. 

Η εργατική τάξη και η νεολαία έχουν τις δικές τους εμπειρίες και προχωρήματα που διαμορφώνονται στην καθημερινή σύγκρουση με τη ΝΔ από τα πανεπιστήμια και τις εργατικές απεργίες μέχρι το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Ο κοινοβουλευτικός δρόμος για την αλλαγή της κοινωνίας είναι κλειστός. Χρειαζόμαστε να δυναμώσουμε την Αριστερά του επαναστατικού δρόμου, που δεν θα σπαταλάει τη δυναμική των αγώνων μας, θα τις δίνει νέα ορμή μέχρι τη νίκη.