Ιστορία
Κίσινγκερ: Ο φονικός “Μέτερνιχ” του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού

Ο Κίσινγκερ με τον δικτάτορα Πινοσέτ

Ο Χένρι Κίσινγκερ, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ της εποχής του πολέμου του Βιετνάμ που πέθανε σε ηλικία 100 ετών την περασμένη εβδομάδα, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα καθάρματα της σύγχρονης ιστορίας. Αυτό αναγκάζονται να το παραδεχτούν ακόμα και οι πιο αμετανόητοι υποστηρικτές της Pax Americana, της παγκόσμιας τάξης που επέβαλλαν οι ΗΠΑ δια πυρός και σιδήρου στον πλανήτη την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. «Ήταν ο Κίσινγκερ ο μάγος της διπλωματίας ή ένας ψυχοπαθής αμοραλιστής», γράφει η εφημερίδα  Financial Times. «Είναι αδύνατο να αποφανθεί κανείς. Μπορεί να ήταν και τα δυο. Πολλές από τις ενέργειες που του χάρισαν το στίγμα του τέρατος ήταν ταυτόχρονα και μεγαλοφυείς κινήσεις στην παγκόσμια σκακιέρα».

Ο Κίσινγκερ δεν ήταν ένας συνηθισμένος υπουργός Εξωτερικών: ήταν για έξι περίπου χρόνια ο πραγματικός «τσάρος» της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Την περίοδο της προεδρίας του Ρίτσαρντ Νίξον (1969-1975) κατείχε ταυτόχρονα το αξίωμα του υπουργού Εξωτερικών και του Συμβούλου Εξωτερικής Πολιτικής του Λευκού Οίκου. Και παρέμεινε υπουργός Εξωτερικών (αλλά όχι και Σύμβουλος) και μετά την παραίτηση του Νίξον το 1975, μέχρι τη νίκη των Δημοκρατικών το 1976 και την ανάληψη της εξουσίας από τον Τζίμι Κάρτερ τον Γενάρη του 1977. Τα εγκλήματα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού της οκταετίας αυτής έχουν όλα τους φαρδιά πλατιά τη δική του υπογραφή και σφραγίδα. 

Μέχρι την υπουργοποίησή του το 1969 ελάχιστοι, έξω από την πανεπιστημιακή κοινότητα της Αμερικής τον γνώριζαν. Ως τότε η σχέση του με την εξωτερική πολιτική ήταν κύρια ακαδημαϊκή. Ο Κίσινγκερ είχε γεννηθεί το 1923 στη Γερμανία. Η οικογένειά του (ήταν εβραϊκής καταγωγής) διέφυγε στις ΗΠΑ το 1938 για να αποφύγει τις διώξεις των ναζί. Σπούδασε στην αρχή οικονομικά και στη συνέχεια πολιτικές επιστήμες και φιλοσοφία. Η διδακτορική του διατριβή είχε σαν αντικείμενο τις σχέσεις ανάμεσα στις ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις την δεκαετία 1812-1822 και βασικό «πρωταγωνιστή» τον διαβόητο Μέτερνιχ. Αλλά τίποτα δεν έδειχνε ότι ο «λαμπρός» καθηγητής του Χάρβαρντ με τη βαριά γερμανική προφορά θα γινόταν ένας από τους πιο αιμοσταγής χασάπηδες της σύγχρονης ιστορίας.

Χέρια βουτηγμένα στο αίμα

Ο κατάλογος με τα εγκλήματα που τον βαρύνουν είναι μακρύς. Τον Απρίλη του 1969, τέσσερις μόλις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, οι ΗΠΑ ξεκίνησαν την «Επιχείρηση Μενού» -έναν ανελέητο βομβαρδισμό της Καμπότζης που άφησε πίσω του πάνω από μισό εκατομμύριο άμαχους νεκρούς. Ο Νίξον και ο Κίσινγκερ κράτησαν αυτή την επιχείρηση κρυφή από το Κογκρέσο –γιατί πίστευαν ότι θα την απαγόρευε. Όταν τα σχέδιά τους διέρρευσαν στις εφημερίδες, ο Κίσινγκερ έδωσε εντολή στο FBI να «καλωδιώσει» τα τηλέφωνα του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας για να ανακαλύψει τον υπεύθυνο των διαρροών. Τρία χρόνια αργότερα ο Νίξον θα έδινε εντολή στις μυστικές υπηρεσίες να υποκλέψουν (επισύνδεση λέγεται σήμερα στη Ελλάδα του Μητσοτάκη) τις τηλεφωνικές συνομιλίες των κεντρικών γραφείων του Δημοκρατικού Κόμματος στο οικοδομικό συγκρότημα Γουότεργκεϊτ της Ουάσιγκτον. Η αποκάλυψη αυτού του σκανδάλου ανάγκασε τελικά τον Νίξον το 1975 να παραιτηθεί. 

Ο Νίξον είχε κερδίσει τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1968 υποσχόμενος ότι έχει ένα «μυστικό» σχέδιο για τον άμεσο τερματισμό του πολέμου στο Βιετνάμ –ενός πολέμου που είχε ξεκινήσει στα μέσα της δεκαετίας του 1950 και είχε πυροδοτήσει ένα τεράστιο κίνημα αντίστασης μέσα στην αμερικανική νεολαία. Αυτό όμως δεν εμπόδισε την κυβέρνησή του να επαναλάβει το 1972 στο Βιετνάμ αυτό που είχε κάνει τρία χρόνια πριν στην Καμπότζη –έναν ανελέητο βομβαρδισμό που άφησε πίσω του χιλιάδες νεκρούς. Και αυτό το έγκλημα είχε τη σφραγίδα του Κίσινγκερ. Ένα χρόνο αργότερα του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για τον «τερματισμό του πολέμου» στο Βιετνάμ. 

Μέσα στην περίοδο της «αυτοκρατορίας» του Κίσινγκερ, οι ΗΠΑ στήριξαν δεκάδες αιματοβαμμένα καθεστώτα στη Λατινική Αμερική και την Ασία. Το 1971 η στρατιωτική δικτατορία του Γιαχία Χαν που κυβερνούσε το Πακιστάν εξαπέλυσε μια μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση ενάντια στο αυτονομιστικό κίνημα που είχε ξεσπάσει στο τότε Ανατολικό Πακιστάν (το σημερινό Μπαγκλαντές). Οι ΗΠΑ στήριξαν τον Χαν αδιαφορώντας κυνικά για τις εκατόμβες των νεκρών – τη γενοκτονία του Μπαγκλαντές όπως ονομάζεται σήμερα επίσημα από την ιστορία η επιχείρηση αυτή. «Ο Κίσινγκερ», γράφει η εφημερίδα Soicialist Worker (η αδελφή εφημερίδα της Εργατικής Αλληλεγγύης στη Βρετανία), «αδιαφόρησε για το πρώτο τηλεγράφημα του Αμερικανού πρέσβη Άρτσερ Μπλαντ στο Ανατολικό Πακιστάν που τον ενημέρωνε για επιλεκτική γενοκτονία. Όταν έστειλε και ένα δεύτερο τηλεγράφημα που μιλούσε και πάλι για γενοκτονία ο Κίσινγκερ τον απέλυσε».

Ο Κίσινγκερ θεωρείται -καθόλου άδικα- και σαν ο αρχιτέκτονας της πολιτικής ενθάρρυνσης και στήριξης των δικτατοριών που έπνιξαν τη Λατινική Αμερική στο αίμα τη δεκαετία του 1970 –της Χούντας του Πινοσέτ που ανέτρεψε το 1973 την αριστερή κυβέρνηση του Σαλβατόρ Αλιέντε στη Χιλή και της Χούντας του στρατηγού Βιντέλα στην Αργεντινή που ανέτρεψε το 1976 την κυβέρνηση της Ιζαμπέλα Περόν. 

Η κρίση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού

Η αμερικανική άρχουσα τάξη ήταν σε πανικό τον Γενάρη του 1969, όταν ο Νίξον παρέδιδε την εξωτερική πολιτική στον άγνωστο μέχρι τότε Χένρι Κίσινγκερ. Τον Γενάρη του 1968 οι Βιετκόνγκ –οι μαχητές του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου του Βιετνάμ που πολεμούσαν ενάντια στον διαμελισμό της χώρας τους- είχαν εξαπολύσει μια αιφνιδιαστική επίθεση που είχε καταφέρει να απελευθερώσει δεκάδες περιοχές. Η απάντηση των ΗΠΑ στην ατιμωτική αυτή επίθεση ήταν μια αιματηρή αντεπίθεση που «έσβησε» κυριολεκτικά πολλές πόλεις από τον χάρτη. «Έπρεπε να καταστρέψουμε την πόλη για να τη σώσουμε», είχε δηλώσει τότε κυνικά ο αμερικανός στρατηγός που είχε ισοπεδώσει την Μπεν Τρε, την πρωτεύουσα της επαρχίας Κιέν Χοά στους δημοσιογράφους.

Το ταυτόχρονο πρόβλημα, όμως, που είχε να αντιμετωπίσει η αμερικανική άρχουσα τάξη ήταν η εξέγερση της ίδιας της αμερικανικής νεολαίας. Το ηθικό στον στρατό ήταν άθλιο ήδη πριν από το 1968. Με την επίθεση της Τετ καταρρακώθηκε. Με απλά λόγια, οι αμερικανοί στρατιώτες σταμάτησαν να πολεμάνε. Η στρατολόγηση εφέδρων αξιωματικών κατάρρευσε –ο αριθμός τους έπεσε από τις 190 χιλιάδες το 1966 στις 33 χιλιάδες το 1974. Οι λιποταξίες τετραπλασιάστηκαν. Στο ίδιο το μέτωπο οι φαντάροι αρνιόντουσαν να εκτελέσουν τις εντολές. Οι αξιωματικοί που προσπαθούσαν να εξαναγκάσουν τους φαντάρους να πάνε στη μάχη με απειλές είχαν συχνά κακό τέλος: τουλάχιστον 900 αξιωματικοί δολοφονήθηκαν από τους ίδιους τους φαντάρους τους μέσα στην τριετία 1969-71 στο Βιετνάμ.

Στις ίδιες τις ΗΠΑ το αντιπολεμικό κίνημα πήρε τεράστιες διαστάσεις μετά την επίθεση της Τετ. Ακόμα χειρότερα για την αμερικανική άρχουσα τάξη το κίνημα αυτό είχε αρχίσει να «ξεχειλίζει» σε κάθε τομέα της ζωής και να απλώνεται σε κάθε γειτονιά και κάθε πόλη. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είχε κλιμακώσει τον πόλεμο στο Βιετνάμ για να «συντρίψει τον κομμουνισμό» στην Ασία και το μόνο που είχε καταφέρει ήταν να «μολύνει» με το πνεύμα της απελευθέρωσης την ίδια την αμερικανική εργατική τάξη και νεολαία και να υπονομεύσει από τα μέσα το αξιόμαχο του στρατεύματος.

Ο Κίσινγκερ και ο Νίξον προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν την κρίση με μια τριπλή, φαινομενικά συχνά αντιφατική, προσέγγιση. 

Το πρώτο της σκέλος ήταν η σταδιακή αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Βιετνάμ. Το 1970 ο Νίξον διέταξε τον επαναπατρισμό 150 χιλιάδων στρατιωτών και αυτή η πολιτική συνεχίστηκε μέσα στα επόμενα χρόνια. 

Το δεύτερο σκέλος ήταν η όξυνση του Ψυχρού Πολέμου, με στόχο να εξαναγκάσει τη Ρωσία να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του διδύμου Νίξον – Κίσινγκερ ήταν η προσέγγιση της «κομμουνιστικής» Κίνας. Η Ρωσία έχασε έναν σύμμαχο και οι ΗΠΑ βρήκαν έναν συνεταίρο για την «παγκοσμιοποίηση» κάτω από τη δική τους ηγεμονία.

Το τρίτο σκέλος της πολιτικής των Νίξον – Κίσινγκερ ήταν η μεγαλύτερη στήριξη του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού σε τοπικούς συμμάχους, που θα μπορούσαν να αναπληρώσουν το κενό που άφηνε πίσω της η υπονόμευση του αξιόμαχου του ίδιου του αμερικανικού στρατού. Η στήριξη του Χαν στο Πακιστάν, του Πινοσέτ στη Χιλή, του Βιντέλα στην Αργεντινή και πολλών άλλων δικτατοριών στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα είχε ακριβώς αυτό τον στόχο. Αυτή η έκρηξη των «υποϊμπεριαλισμών» μετέτρεψε ολόκληρο τον πλανήτη σε ένα θερμοκήπιο ανταγωνισμών, όπου τοπικοί σύμμαχοι των ΗΠΑ άρχισαν να διαγκωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος κατέχει την κυρίαρχη θέση στην περιοχή. Ένα από τα «παιδιά» αυτού του ανταγωνισμού των υποϊμπεριαλιστών ήταν και ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1974.

Ο Κίσινγκερ ήταν ένας αδίστακτος, ψυχοπαθής δολοφόνος. Για αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά για τα εγκλήματά του δεν είναι μόνο ο ίδιος υπεύθυνος. Υπεύθυνη ήταν ολόκληρη η αμερικανική άρχουσα τάξη.